Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Μενέλαος Λουντέμης: «Κομμουνιστής πολυτελείας» ( ; )

Γρά­φει ο Ηρα­κλής Κακα­βά­νης //

Δεν είναι λίγοι οι λογο­τέ­χνες που ανα­δεί­χτη­καν ή συμπο­ρεύ­τη­καν στους αγώ­νες του λαού. Λογο­τέ­χνες που το έργο τους ταυ­τί­στη­κε με την πορεία και τους αγώ­νες του Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος. Ιδιαί­τε­ρα κατά την περί­ο­δο της Κατο­χής και όσα ακο­λού­θη­σαν μετά (1940 – 1949). Επο­ποι­ία της Αντί­στα­σης, Δημο­κρα­τι­κός Στρα­τός, τόποι εξο­ρί­ας γέν­νη­σαν λογο­τε­χνι­κές φωνές, και άλλες τις καθόρισαν.

Κάποιοι από αυτούς αργό­τε­ρα έκα­ναν άλλες πολι­τι­κές επι­λο­γές, κυρί­ως με τη διά­σπα­ση του ΚΚΕ το 1968. Παρά τις όποιες ιδε­ο­λο­γι­κές και πολι­τι­κές ενστά­σεις για πλευ­ρές του έργου τους ή για τις μετα­γε­νέ­στε­ρες πολι­τι­κές επι­λο­γές τους κανείς δεν μπο­ρεί να παρα­γνω­ρί­σει την αξία και τη σημα­σία του έργου τους (π.χ. Δημή­τρης Χατζής, Στρα­τής Τσίρ­κας, Μανώ­λης Ανα­γνω­στά­κης κλπ)

Μία τέτοια περί­πτω­ση είναι και ο Μενέ­λα­ος Λου­ντέ­μης ο οποί­ος μετά τη διά­σπα­ση του 1968 είναι σφό­δρα επι­κρι­τι­κός Lountemis 2απέ­να­ντι στο ΚΚΕ. Φτά­νει να κατη­γο­ρή­σει το ΚΚΕ ως «κόμ­μα νάνο» και την ηγε­σία του ότι «ήταν δια­πο­τι­σμέ­νη ως τους τελευ­ταί­ους αρμούς της απ’ το πνεύ­μα της υπο­τέ­λειας και για­τί είχε εκποι­ή­σει και το τελευ­ταίο μόριο της εθνι­κής και πολι­τι­κής της αξιο­πρέ­πειας». Επι­κρι­τι­κός απέ­να­ντι και στο ΚΚΣΕ και στη Σοβιε­τι­κή Ένω­ση ανα­πα­ρά­γο­ντας στε­ρε­ό­τυ­πα επι­χει­ρή­μα­τα είτε γενι­κεύ­ο­ντας και υπερ­το­νί­ζο­ντας καταστάσεις.

Οι δημό­σιες τοπο­θε­τή­σεις του κάποια στιγ­μή προ­κά­λε­σαν την απά­ντη­ση του «Ριζο­σπά­στη» με επι­φυλ­λί­δα υπό τον τίτλο «Ένας ‘’κομ­μου­νι­στής’’ πολυ­τε­λεί­ας», στις 16 Δεκέμ­βρη 1975 και υπο­γρα­φή Σ. Είχαν προη­γη­θεί δηλώ­σεις του Λου­ντέ­μη από το Βου­κου­ρέ­στι όπου ζού­σε και άρθρο του στην εφη­με­ρί­δα «Ελευ­θε­ρο­τυ­πία». Στο δημο­σί­ευ­μα του «Ριζο­σπά­στη» ανα­φέ­ρε­ται και μια χει­μαρ­ρώ­δης «σε ύβρεις επι­στο­λή του, που δημο­σιεύ­τη­κε στα χρό­νια της φασι­στι­κής δικτα­το­ρί­ας ενα­ντί­ον του ΚΚΕ στον ‘‘Ελεύ­θε­ρο κόσμο’’» την οποία δεν κατα­φέ­ρα­με να εντοπίσουμε.

***

Ένας «κομ­μου­νι­στής» πολυτελείας

Ο Μ. Λου­ντέ­μης ανή­κει στο μικρό αριθ­μό λογο­τε­χνών και καλ­λι­τε­χνών μας, που πιστεύ­ου­νε πως τα πάνε τόσο καλά με την πολι­τι­κή, όσο και με την Τέχνη τους, αν όχι και καλύ­τε­ρα. Το κοι­νό δε συμ­φω­νεί μαζί τους σε τού­το το σημείο, τους κατα­δι­κά­ζει μάλι­στα σαν επι­πό­λαιους, αλλ’ αυτό δε σημαί­νει πολ­λά πράγ­μα­τα για τις εξο­χό­τη­τές τους. Αξία γι’ αυτούς δεν έχει η κοι­νή γνώ­μη, μα η πεποί­θη­σή τους. Αυτή η πεποί­θη­ση που τους κάνει ν’ αμφι­βάλ­λουν για όλους τους άλλους, ν’ αρνού­νται οποια­δή­πο­τε αξία σε όλους τους άλλους, εκτός από τους εαυ­τούς τους.

Τα τελευ­ταία χρό­νια, ύστε­ρα από την τρι­κυ­μία που έφε­ρε στα μυα­λά τους η ανα­πά­ντε­χη γι’ αυτούς δικτα­το­ρία των συνταγ­μα­ταρ­χών, κατά­λη­ξαν «τ’ αλά­θη­τα» αυτά πνεύ­μα­τα σε μια πρω­τό­τυ­πη ερμη­νεία της ιστο­ρί­ας. Αν άλλο­τε υπήρ­χαν σοφοί που θεω­ρού­σαν την ανθρώ­πι­νη ιστο­ρία σαν δημιούρ­γη­μα των βασι­λιά­δων, τώρα απο­δί­δουν την κατα­στρο­φή της ιστο­ρί­ας απο­κλει­στι­κά στα λάθη των πολι­τι­κών ηγε­τών και μάλι­στα των ηγε­σιών των «ανά την γη» κομ­μου­νι­στι­κών κομ­μά­των!! Αν δεν επι­κρά­τη­σε ακό­μη ο σοσια­λι­σμός στην Ευρώ­πη και στις άλλες ηπεί­ρους, φταί­νε «οι δογ­μα­τι­κές» ηγε­σί­ες και πρώτ’ απ’ όλα η ηγε­σία του Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος της Σοβιε­τι­κής Ένω­σης, αυτού του γίγα­ντος που υπο­τάσ­σει στη θέλη­ση του, στα κρα­τι­κά και εθνι­κι­στι­κά συμ­φέ­ρο­ντα της ΕΣΣΔ τα άλλα κόμ­μα­τα «νάνους»!

Η θεω­ρία αυτή του Λου­ντέ­μη και των άλλων ανα­θε­ω­ρη­τών είναι παλαιό­τα­τη και στο κάτω — κάτω της γρα­φής δεν είναι δικιά τους. Ο φασι­στι­κός νόμος 375 της 4ης Αυγού­στου για την «κατα­σκο­πεία» των κομ­μου­νι­στών «προς όφε­λος ξένης δυνά­με­ως» αυτή τη θεω­ρία είχε για θεμέ­λιο κι αυτή καλ­λιερ­γού­σε μέσα στις μάζες για να τις δια­θέ­σει εχθρι­κά απέ­να­ντι στο ΚΚΕ. Μετά την κατάρ­γη­ση αυτού του νομο­θε­τι­κού δια­τάγ­μα­τος –με πολύ­χρο­νους αγώ­νες του λαού και αμέ­τρη­τα θύμα­τα- έρχε­ται ο «σοφός» Λου­ντέ­μης στα 1975 από το μετε­ρί­ζι μιας σοσια­λι­στι­κής χώρας και υπό την προ­στα­σία του μει­διά­μα­τος του Έλλη­να υπουρ­γού Εθνι­κής Άμυ­νας, να σαλ­πί­σει πως η ηγε­σία του ΚΚΕ –του «κόμ­μα­τος νάνου»- «ήταν δια­πο­τι­σμέ­νη ως τους τελευ­ταί­ους αρμούς της απ’ το πνεύ­μα της υπο­τέ­λειας και για­τί είχε εκποι­ή­σει και το τελευ­ταίο μόριο της εθνι­κής και πολι­τι­κής της αξιοπρέπειας».

Ο Μ. Λου­ντέ­μης φαί­νε­ται να έχει χάσει και το τελευ­ταίο ίχνος σοβα­ρό­τη­τας. Βέβαια δεν είναι ο μόνος μέσα στις γραμ­μές των ανα­θε­ω­ρη­τών που έπα­θε αυτό το δυστύ­χη­μα. Ωστό­σο, η πτώ­ση του Λου­ντέ­μη προ­κα­λεί κατά­πλη­ξη, αν και οι παλιοί σύντρο­φοί του και αυτή η κοι­νή γνώ­μη ακό­μα, δεν ήταν ποτέ σίγου­ροι για τη σοβα­ρό­τη­τα τού­του του Έλλη­να συγ­γρα­φέα. Πάντα κρα­τού­σαν στά­ση επι­φυ­λα­χτι­κή απέ­να­ντί του για­τί ξαφ­νιά­ζο­νταν κάθε τόσο από τις πιο απί­θα­νες ακρο­βα­σί­ες του και στην ιδε­ο­λο­γία και στο ήθος του.

Ποιος ξεχνά­ει ‑για να ανα­φέ­ρου­με μόνο μία από τις παλιές του ακρο­βα­σί­ες- κεί­νη τη χει­μαρ­ρώ­δη σε ύβρεις επι­στο­λή του, που δημο­σιεύ­τη­κε στα χρό­νια της φασι­στι­κής δικτα­το­ρί­ας ενα­ντί­ον του ΚΚΕ στον «Ελεύ­θε­ρο κόσμο»;

Τώρα σε μια σει­ρά συνε­ντεύ­ξεις του που έδω­σε στους Αθη­ναί­ους δημο­σιο­γρά­φους που συνό­δευαν τον κύριο Αβέ­ρωφ στο ταξί­δι του στο Βου­κου­ρέ­στι και που δημο­σιεύ­τη­καν στην «Ακρό­πο­λη», τα «Νέα» και την «Ελευ­θε­ρο­τυ­πία» παρου­σιά­ζε­ται σαν ένα από τα πιο σπά­νια φαι­νό­με­να υπο­κρι­σί­ας, να αξιώ­νει τάχα την κατάρ­γη­ση των κατη­γο­ριών στις γραμ­μές του κομ­μου­νι­στι­κού κινή­μα­τος, δηλα­δή να μην υπάρ­χουν κομ­μου­νι­στές «βοη­θη­τι­κοί» ή παρε­κε­ντέ­δες όπως λέει. Είναι γνω­στό πως σε όλη τη διάρ­κεια της ζωής του, μέσα στο λαϊ­κό κίνη­μα ο Λ. υπήρ­ξε μόνι­μα ένας «κομ­μου­νι­στής» πολυ­τε­λεί­ας. Εκμε­ταλ­λεύ­τη­κε την ξεχω­ρι­στή θέση του μέσα στα ελλη­νι­κά γράμ­μα­τα για να εξα­σφα­λί­ζει από άξιους και ευγε­νέ­στα­τους συνα­γω­νι­στές του στις εξο­ρί­ες και στα στρα­τό­πε­δα συγκέ­ντρω­σης πολι­τι­κών κρα­του­μέ­νων ιδιαί­τε­ρης μετα­χεί­ρι­σης. Αυτό το δια­χω­ρι­σμό των αγω­νι­στών σε κατη­γο­ρί­ες, που τον έκα­νε ο ίδιος ο συγ­γρα­φέ­ας από ιδιο­τέ­λεια, τώρα τον απο­δί­δει στην ηγε­σία του κομ­μου­νι­στι­κού κινή­μα­τος χωρίς καμιά συστολή.

Να ζητή­σου­με από το Λου­ντέ­μη να σεβα­στεί κάπο­τε το καλό του όνο­μα στα ελλη­νι­κά γράμ­μα­τα και να πάψει να ευθυ­γραμ­μί­ζε­ται με τους χυδαί­ους εχθρούς της Σοβιε­τι­κής Ένω­σης, του παγκό­σμιου κομ­μου­νι­στι­κού κινή­μα­τος, και του ΚΚΕ το θεω­ρού­με μάταιο. Είναι άλλω­στε τόσο ανα­παυ­τι­κό σήμε­ρα με την κατά­στα­ση που επι­κρα­τεί στην Ελλά­δα, να συμπα­ρα­τάσ­σε­ται, όποιος δε δια­θέ­τει γερή ραχο­κο­κα­λιά, με τους παντός είδους «δημο­κρά­τες», «σοσια­λι­στές» και φιλε­λεύ­θε­ρους «κομ­μου­νι­στές» ενα­ντί­ον του ΚΚΕ. Αλλά, ούτε η Σοβιε­τι­κή Ένω­ση, ούτε το ΚΚΕ αντι­με­τω­πί­ζουν για πρώ­τη φορά τέτοιες επι­θέ­σεις από προ­σω­πι­κό­τη­τες που άλλο­τε υπη­ρε­τή­σαν το λαό μέσα από τις γραμ­μές του κομ­μου­νι­στι­κού κινή­μα­τος. Να ανα­φέ­ρου­με ονό­μα­τα; Είναι τόσο γνω­στά. Θα θυμί­σου­με μόνο το όνο­μα του Πανα­ΐτ Ιστρά­τι, πεζο­γρά­φου με παγκό­σμια ανα­γνώ­ρι­ση, που στά­θη­κε ως αρνη­τής της Σοβιε­τι­κής Ένω­σης, ως τρο­με­ρός πολέ­μιος της.

Σ’ αυτόν τον Ελλη­νο­ρου­μά­νο λογο­τέ­χνη, ο Ρομάν Ρολάν έγρα­φε στα 1929:

Το να γρά­φεις ενα­ντί­ον της ΕΣΣΔ σημαί­νει να βοη­θάς την παγκό­σμια αντί­δρα­ση, η οποία έχει για σκο­πό να τσα­κί­σει την ΕΣΣΔ. «Είδα πως ο Βαβίλ σας επι­δο­κί­μα­σε στην τρο­τσκι­στι­κή επι­θε­ώ­ρη­ση. Οι τρε­λοί! Οι μανια­κοί! Έτσι οι Καρ­νό και Μπι­λόντ-Βαρέν ενέρ­γη­σαν ή άφη­σαν να πέσει το κεφά­λι του Ροβε­σπιέ­ρου. Πέρα­σαν το υπό­λοι­πο της ζωής τους να αλληλοκατηγορούνται!»
Σ.
(Ριζο­σπά­στης, 16/12/1975)

***

Στο μέσο της φωτογραφίας διακρίνεται ο Γιάννης Ρίτσος, ο οποίος απέδωσε ύστατο χαιρετισμό στον συνεξόριστό του

Στο μέσο της φωτο­γρα­φί­ας δια­κρί­νε­ται ο Γιάν­νης Ρίτσος, ο οποί­ος απέ­δω­σε ύστα­το χαι­ρε­τι­σμό στον συνε­ξό­ρι­στό του

Βέβαια, ξεχω­ρί­ζο­ντας το έργο από τις μετέ­πει­τα πολι­τι­κές επι­λο­γές του Λου­ντέ­μη το ΚΚΕ τίμη­σε και τιμά και το έργο του και τον ίδιο. Στην κηδεία του Λου­ντέ­μη, δεκα­τρείς μήνες αργό­τε­ρα, παρέ­στη αντι­προ­σω­πεία του Κόμ­μα­τος και επι­κή­δειο εκφώ­νη­σε ο Νίκαν­δρος Κεπέ­σης εκ μέρους της Κεντρι­κής Επι­τρο­πής του Κόμ­μα­τος. Στε­φά­νι κατέ­θε­σαν η Κομ­μα­τι­κή Οργά­νω­ση Αθή­νας και η ΚΝΕ.

***

Προ­σεγ­γί­ζο­ντας το έργο ενός δημιουρ­γού δεν ξεκι­νά­με από το αξί­ω­μα «ό,τι είναι ο άνθρω­πος είναι και το έργο του», και αν το έργο είναι μεγά­λο άρα και ο άνθρω­πος μεγά­λος κατά συνέ­πεια η βιο­γρα­φία πρέ­πει να είναι ηρω­ο­γρα­φία. Οι όποιες ανθρώ­πι­νες αδυ­να­μί­ες σε τίπο­τα δε μειώ­νουν την αξία του έργου. Ο Λου­ντέ­μης θα συνε­χί­σει να είναι αυτός που δρό­σι­σε την εφη­βι­κή ψυχή μας, αυτός που μας έμα­θε να έχου­με όνει­ρα και να τα παλεύ­ου­με, να νιώ­θου­με άνθρω­ποι, αυτός που μας μετέ­φε­ρε όλη τη φρί­κη της Μακρονήσου.

***

Ισότητα και ισοτιμία Στον πολιτικό χώρο ο κάθε κομμουνιστής είναι ομότιμος μ’ οποιονδήποτε άλλον κομμουνιστή, οποιουδήποτε κόμματος. Και δεν υπάρχουν – κι ούτε επιτρέπεται να υπάρχουν – κομμουνιστές δευτέρας ποιότητας ή κομμουνιστές «βοηθητικοί» ή παρεκεντέδες. Κάθε μέλος πρέπει νάναι ισότιμο όχι μόνο απέναντι σ’ ένα άλλο μέλος του δικού του κόμματος αλλά και απέναντι σε κάθε άλλο μέλος κάθε άλλου κόμματος. Πόση ανταπόκριση όμως έχουν όλες αυτές οι αρχές με την τρέχουσα πραγματικότητα; Δυστυχώς θα πρέπει να πάρουμε μια πικρή απόφαση… να θρηνήσουμε πολλή σπαταλημένη αθωότητα, ν’ απαρνηθούμε πολλή «τυφλή» πίστη, να κατεδαφίσουμε πολλά κυκλώπεια είδωλα, να ρημάξουμε πολλούς «παραδείσους» για να φτάσουμε εξουθενωμένοι από την πόρτα της αλήθειας. Το πράγμα όμως δεν παίρνει πια άλλη αναβολή. Πρέπει να το πούμε καθαρά: Πιστέψαμε σε κολοσσιαία μπρούτζινα αγάλματα χωρίς να σκεφτούμε ότι αυτού του είδους τα αγάλματα – από την εποχή του Φειδία ακόμη – από μέσα ήταν κούφια (…) Και λίγο πίσω μας… Θα επικαλεσθώ για τους ταλμουδιστές των τσιτάτων για μια και μοναδική φορά το Λένιν. Όχι γιατί δεν αξίζει αλλά γιατί γίνεται πολλή κατάχρηση. Ο λένν λοιπόν με το σύνθημα «ένα βήμα μπρος – δύο βήματα πίσω» δεν έδινε καμιά συνταγή παλινδρόμησης. Έκανε μιαν αναγκαία προειδοποίηση και μαζί, μας έδινε κι ένα μάθημα φρόνησης, Να ραβδοσκοπήσουμε καλά το έδαφος που είναι να πατήσουμε. Ποια όμως στάθηκε η πραγματικότητα; Εβδομήντα χρόνια κι ούτε ένα στρέψιμο της κεφαλής προς τα πίσω έστω και για να διαπιστωθούν οι άθλοι, πόσο μάλλον τα σφάλματα. Αν γινόταν αυτό, τότε θα ήταν αδύνατο να δημιουργηθούν τόσοι «διστακτικοί» που να υποχρεωθούμε στο τέλος να τους βαφτίσουμε σε προδότες και να τους εξοντώσουμε. Κάποτε φτάσαμε στο κατάντημα κι η απόπειρα ακόμα διατύπωσης μιας απλής γνώμης να σε οδηγεί ολόισια στην πολιτική αυτοκτονία. Γιατί η δεύτερη γνώμη ισουναμούσε με λέπρα και οι φορείς της οδηγούνται στα λοιμοκαθαρτήρια της Σιβηρίας για να μην επιστρέψουν ποτέ. (…) Οι ξένοι κομιστές Ίσως τώρα να με ρωτήσει κανείς; Μα τι είδους συλλογιστική είναι αυτή; Που το είδα εγώ αυτό γραμμένο; Εδώ όλοι ξέρουμε πως δε γίνεται σύνοδος, δε γίνεται συνέδριο, δε γίνεται «συνάντηση κορυφής» που να μην διακηρυχθεί με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο «η …αυστηρή προσήλωση στις αρχές του προλεταριακού διεθνισμού ή η μη ανάμιξη στα εσωτερικά των κομμάτων κλπ.» θαύμα! Αλλά γραμμένο μόνο στα χαρτιά. Θάλεγες πως οι διακηρύξεις γίνονται για να είναι πιο θεαματική η καταπάτησή τους. (…) Απαράδεκτοι οι… δάσκαλοι (….) Γι’ αυτό παρακαλώ αυτή τη φωτισμένη καθοδήγηση να μου απαντήσει: Γιατί όταν μια άλλη «φωτισμένη καθοδήγηση» - η δική μας – κατάφορτη απ’ τα βάρη των ανομιών και ανοησιών της έτρεμε να σωριαστεί, γιατί δεν σωριάστηκε; Την πλειοψηφία – το μοναδικό μέσο που στήριζε τις ηγεσίες – τόχασε. Άλλες δυνάμεις που να τη στηρίζουν μέσα στο κόμμα δεν υπήρχαν. Τότε λοιπόν γιατί δεν έπεσε; Από πού προμηθεύτηκε δεκανίκια;; και ποιος της έριξε σωσίβιο για να σωθεί; Και γιατί τάχα να σωθεί μια καταδικασμένη ηγεσία που έχασε όλα τα αντιστύλιά της; Επειδή ήταν αρεστή σε μιάν άλλα ηγεσία; Θαυμάσια! Μα τότε που πάνε οι μεγαλόστομες διακηρύξεις περί «μη ανάμιξης» κλπ. Και τώρα έρχεται καλπάζοντας το δεύτερο ερώτημα: Γιατί αυτή η μεγάλη ηγεσία να εκτεθεί σε τόσο οικτρό βαθμό σώζοντας μιαν άλλη ηγεσία που όχι μόνο είχε ξεφτίσει στη συνείδηση των μελών της, αλλά είχε καθαιρεθεί κι από τις διαδικασίες; Θα το πούμε ανοιχτά. Γιατί αυτή η «διασωθείσα» ηγεσία ήταν διαποτισμένη ως τους τελευταίους αρμούς της απ’ το πνεύμα της υποτέλειας και γιατί είχε εκποιήσει και το τελευταίο μόριο της εθνικής και πολιτικής της αξιοπρέπειας.

Ισό­τη­τα και ισο­τι­μία
Στον πολι­τι­κό χώρο ο κάθε κομ­μου­νι­στής είναι ομό­τι­μος μ’ οποιον­δή­πο­τε άλλον κομ­μου­νι­στή, οποιου­δή­πο­τε κόμ­μα­τος. Και δεν υπάρ­χουν – κι ούτε επι­τρέ­πε­ται να υπάρ­χουν – κομ­μου­νι­στές δευ­τέ­ρας ποιό­τη­τας ή κομ­μου­νι­στές «βοη­θη­τι­κοί» ή παρε­κε­ντέ­δες.
Κάθε μέλος πρέ­πει νάναι ισό­τι­μο όχι μόνο απέ­να­ντι σ’ ένα άλλο μέλος του δικού του κόμ­μα­τος αλλά και απέ­να­ντι σε κάθε άλλο μέλος κάθε άλλου κόμ­μα­τος.
Πόση αντα­πό­κρι­ση όμως έχουν όλες αυτές οι αρχές με την τρέ­χου­σα πραγ­μα­τι­κό­τη­τα;
Δυστυ­χώς θα πρέ­πει να πάρου­με μια πικρή από­φα­ση… να θρη­νή­σου­με πολ­λή σπα­τα­λη­μέ­νη αθω­ό­τη­τα, ν’ απαρ­νη­θού­με πολ­λή «τυφλή» πίστη, να κατε­δα­φί­σου­με πολ­λά κυκλώ­πεια είδω­λα, να ρημά­ξου­με πολ­λούς «παρα­δεί­σους» για να φτά­σου­με εξου­θε­νω­μέ­νοι από την πόρ­τα της αλή­θειας. Το πράγ­μα όμως δεν παίρ­νει πια άλλη ανα­βο­λή. Πρέ­πει να το πού­με καθα­ρά: Πιστέ­ψα­με σε κολοσ­σιαία μπρού­τζι­να αγάλ­μα­τα χωρίς να σκε­φτού­με ότι αυτού του είδους τα αγάλ­μα­τα – από την επο­χή του Φει­δία ακό­μη – από μέσα ήταν κού­φια
(…)
Και λίγο πίσω μας…
Θα επι­κα­λε­σθώ για τους ταλ­μου­δι­στές των τσι­τά­των για μια και μονα­δι­κή φορά το Λένιν.
Όχι για­τί δεν αξί­ζει αλλά για­τί γίνε­ται πολ­λή κατά­χρη­ση. Ο Λένιν λοι­πόν με το σύν­θη­μα «ένα βήμα μπρος – δύο βήμα­τα πίσω» δεν έδι­νε καμιά συντα­γή παλιν­δρό­μη­σης. Έκα­νε μιαν ανα­γκαία προει­δο­ποί­η­ση και μαζί, μας έδι­νε κι ένα μάθη­μα φρό­νη­σης, Να ραβδο­σκο­πή­σου­με καλά το έδα­φος που είναι να πατή­σου­με.
Ποια όμως στά­θη­κε η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα;
Εβδο­μή­ντα χρό­νια κι ούτε ένα στρέ­ψι­μο της κεφα­λής προς τα πίσω έστω και για να δια­πι­στω­θούν οι άθλοι, πόσο μάλ­λον τα σφάλ­μα­τα.
Αν γινό­ταν αυτό, τότε θα ήταν αδύ­να­το να δημιουρ­γη­θούν τόσοι «διστα­κτι­κοί» που να υπο­χρε­ω­θού­με στο τέλος να τους βαφτί­σου­με σε προ­δό­τες και να τους εξο­ντώ­σου­με.
Κάπο­τε φτά­σα­με στο κατά­ντη­μα κι η από­πει­ρα ακό­μα δια­τύ­πω­σης μιας απλής γνώ­μης να σε οδη­γεί ολόι­σια στην πολι­τι­κή αυτο­κτο­νία. Για­τί η δεύ­τε­ρη γνώ­μη ισο­δυ­να­μού­σε με λέπρα και οι φορείς της οδη­γού­νται στα λοι­μο­κα­θαρ­τή­ρια της Σιβη­ρί­ας για να μην επι­στρέ­ψουν ποτέ.
(…)
Οι ξένοι κομι­στές
Ίσως τώρα να με ρωτή­σει κανείς; Μα τι είδους συλ­λο­γι­στι­κή είναι αυτή; Που το είδα εγώ αυτό γραμ­μέ­νο; Εδώ όλοι ξέρου­με πως δε γίνε­ται σύνο­δος, δε γίνε­ται συνέ­δριο, δε γίνε­ται «συνά­ντη­ση κορυ­φής» που να μην δια­κη­ρυ­χθεί με τον πιο κατη­γο­ρη­μα­τι­κό τρό­πο «η …αυστη­ρή προ­σή­λω­ση στις αρχές του προ­λε­τα­ρια­κού διε­θνι­σμού ή η μη ανά­μι­ξη στα εσω­τε­ρι­κά των κομ­μά­των κλπ.» θαύ­μα! Αλλά γραμ­μέ­νο μόνο στα χαρ­τιά. Θάλε­γες πως οι δια­κη­ρύ­ξεις γίνο­νται για να είναι πιο θεα­μα­τι­κή η κατα­πά­τη­σή τους. (…)
Απα­ρά­δε­κτοι οι… δάσκα­λοι
(….) Γι’ αυτό παρα­κα­λώ αυτή τη φωτι­σμέ­νη καθο­δή­γη­ση να μου απα­ντή­σει: Για­τί όταν μια άλλη «φωτι­σμέ­νη καθο­δή­γη­ση» — η δική μας – κατά­φορ­τη απ’ τα βάρη των ανο­μιών και ανοη­σιών της έτρε­με να σωρια­στεί, για­τί δεν σωριά­στη­κε;
Την πλειο­ψη­φία – το μονα­δι­κό μέσο που στή­ρι­ζε τις ηγε­σί­ες – τόχα­σε. Άλλες δυνά­μεις που να τη στη­ρί­ζουν μέσα στο κόμ­μα δεν υπήρ­χαν. Τότε λοι­πόν για­τί δεν έπε­σε; Από πού προ­μη­θεύ­τη­κε δεκα­νί­κια;; και ποιος της έρι­ξε σωσί­βιο για να σωθεί; Και για­τί τάχα να σωθεί μια κατα­δι­κα­σμέ­νη ηγε­σία που έχα­σε όλα τα αντι­στύ­λιά της; Επει­δή ήταν αρε­στή σε μιάν άλλα ηγε­σία; Θαυ­μά­σια! Μα τότε που πάνε οι μεγα­λό­στο­μες δια­κη­ρύ­ξεις περί «μη ανά­μι­ξης» κλπ.
Και τώρα έρχε­ται καλ­πά­ζο­ντας το δεύ­τε­ρο ερώ­τη­μα: Για­τί αυτή η μεγά­λη ηγε­σία να εκτε­θεί σε τόσο οικτρό βαθ­μό σώζο­ντας μιαν άλλη ηγε­σία που όχι μόνο είχε ξεφτί­σει στη συνεί­δη­ση των μελών της, αλλά είχε καθαι­ρε­θεί κι από τις δια­δι­κα­σί­ες; Θα το πού­με ανοι­χτά. Για­τί αυτή η «δια­σω­θεί­σα» ηγε­σία ήταν δια­πο­τι­σμέ­νη ως τους τελευ­ταί­ους αρμούς της απ’ το πνεύ­μα της υπο­τέ­λειας και για­τί είχε εκποι­ή­σει και το τελευ­ταίο μόριο της εθνι­κής και πολι­τι­κής της αξιο­πρέ­πειας. («Ελευ­θε­ρο­τυ­πία» Τρί­τη 9 Δεκεμ­βρί­ου 1975)

 

ΚΡΙΣΙ ΣΤΗΝ ΑΡΙΣΤΕΡΑ Με οδηγό του προφανώς αυτές τις πεποιθήσεις ο μαρξιστής λουντέμης προβαίνει σε μια θαρραλέα κριτική της ελληνικής αριστεράς ξεκινώντας πό την εκογική ενότητα που έκαναν στις βουλευτικέ ςεκλογές τα δύο ΚΚΕ. «Εγινε μια αφύσικη συγκόλλησι. Συγκόλλησι δι’ ασυγκόλλητα. Το σφάλμα βαραίνει στο ακέραιο το Κ.Κ. εσωτερικού, γιατί ήξερε εκ των προτέρων με πόσο αφερέγγυους «συμμάχους» είχε να κάν., με πόσες παγίδες και τρικλοποδιές είχε να παλαίψη. Και όμως, περιφρόνησε τη γνώμη όλων σχεδόν των ανανεωτικών οπαδών του και συνέπηξε την κοληγιά. Αυτό έδιωξε χιλιάδες οπαδούς. Αυτή η πράξι και –εν συνεχεία- η παράλογος έμπνευσι να κατεβάση υποψηφίους σ’ όλη την επικράτεια διόγκωσε σ’ επίφοβο βαθμό τη δύναμι της πλειοψηφίας, με αποτέλεσμα να παραλύση η λειτουργία του Κοινοβουλίου. Αυτ΄ατα δυο σφάλματα έκριναν την τύχη –και για πολλά χρόνια- όχι μόνο της Αριστεράς, αλλά και της Δημοκρατίας. Τα θεωρώ, χωρίς επιφυλάξεις, εγκλήματα σε βάρος του Λαού που δυστυχώς, έγιναν, στο όνομα του Λαού. Ετσι ηχούν χλευαστικά οι εκ των υστέρων άρες». (…) ΚΑΜΜΙΑ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ Για τους μαρξιστές και τον μαρξισμό ο Λουντέμης είπε: «Άλλο μαρξιστής κι άλλο ταλμουδιστής. Εδώ ένοιωσε την ανάγκη μιας ανακαίνισης ακόμη και η Καθολική Εκκλησία, που δεν μπορεί να είναι τίποτα άλλο από δογματική. Δεν είναι επιτρεπτό, σήμερα, στην εποχή της βιομηχανικής πλημμυρίδας, να παραμένουμε προσκολλημένοι στη χειρωνακτική Ευρώπη του 1850. Τα πάντα ρει. Οι νόμοι, οι όροι, οι συνθήκες, οι νοοτροπίες, οι σχέσεις ανθρώπων, οι σχέσεις τάξεων αλλάζουν. Ως κι ο Χριστιανισμός απ’ το δόγμα ‘’πίστευε και μη ερεύνα’’ προσχώρησε στο ΄΄ερευνάτε τα ς Γραφάς’’ κι εμείς θα μείνουμε στις δικτατορίες του προλεταριάτου; Καμμιά, απολύτως καμμιά και κανεν΄ςο χρώματος ή στρώματος δικτατορία δε θα δεχθεί ο σύγχρονος φωτισμένος πολίτης, πολύ περισσότερο ο κομμουνιστής».

ΚΡΙΣΙ ΣΤΗΝ ΑΡΙΣΤΕΡΑ
Με οδη­γό του προ­φα­νώς αυτές τις πεποι­θή­σεις ο μαρ­ξι­στής Λου­ντέ­μης προ­βαί­νει σε μια θαρ­ρα­λέα κρι­τι­κή της ελλη­νι­κής αρι­στε­ράς ξεκι­νώ­ντας από την εκλο­γι­κή ενό­τη­τα που έκα­ναν στις βου­λευ­τι­κές εκλο­γές τα δύο ΚΚΕ.
«Εγι­νε μια αφύ­σι­κη συγκόλ­λη­σι. Συγκόλ­λη­σι δι’ ασυ­γκόλ­λη­τα. Το σφάλ­μα βαραί­νει στο ακέ­ραιο το Κ.Κ. εσω­τε­ρι­κού, για­τί ήξε­ρε εκ των προ­τέ­ρων με πόσο αφε­ρέγ­γυους «συμ­μά­χους» είχε να κάνει, με πόσες παγί­δες και τρι­κλο­πο­διές είχε να παλαί­ψη. Και όμως, περι­φρό­νη­σε τη γνώ­μη όλων σχε­δόν των ανα­νε­ω­τι­κών οπα­δών του και συνέ­πη­ξε την κολη­γιά. Αυτό έδιω­ξε χιλιά­δες οπα­δούς. Αυτή η πρά­ξι και –εν συνε­χεία- η παρά­λο­γος έμπνευ­σι να κατε­βά­ση υπο­ψη­φί­ους σ’ όλη την επι­κρά­τεια διό­γκω­σε σ’ επί­φο­βο βαθ­μό τη δύνα­μι της πλειο­ψη­φί­ας, με απο­τέ­λε­σμα να παρα­λύ­ση η λει­τουρ­γία του Κοι­νο­βου­λί­ου. Αυτ΄ατα δυο σφάλ­μα­τα έκρι­ναν την τύχη –και για πολ­λά χρό­νια- όχι μόνο της Αρι­στε­ράς, αλλά και της Δημο­κρα­τί­ας. Τα θεω­ρώ, χωρίς επι­φυ­λά­ξεις, εγκλή­μα­τα σε βάρος του Λαού που δυστυ­χώς, έγι­ναν, στο όνο­μα του Λαού. Ετσι ηχούν χλευα­στι­κά οι εκ των υστέ­ρων άρες».
(…)
ΚΑΜΜΙΑ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ
Για τους μαρ­ξι­στές και τον μαρ­ξι­σμό ο Λου­ντέ­μης είπε:
«Άλλο μαρ­ξι­στής κι άλλο ταλ­μου­δι­στής. Εδώ ένοιω­σε την ανά­γκη μιας ανα­καί­νι­σης ακό­μη και η Καθο­λι­κή Εκκλη­σία, που δεν μπο­ρεί να είναι τίπο­τα άλλο από δογ­μα­τι­κή. Δεν είναι επι­τρε­πτό, σήμε­ρα, στην επο­χή της βιο­μη­χα­νι­κής πλημ­μυ­ρί­δας, να παρα­μέ­νου­με προ­σκολ­λη­μέ­νοι στη χει­ρω­να­κτι­κή Ευρώ­πη του 1850. Τα πάντα ρει. Οι νόμοι, οι όροι, οι συν­θή­κες, οι νοο­τρο­πί­ες, οι σχέ­σεις ανθρώ­πων, οι σχέ­σεις τάξε­ων αλλά­ζουν. Ως κι ο Χρι­στια­νι­σμός απ’ το δόγ­μα ‘’πίστευε και μη ερεύ­να’’ προ­σχώ­ρη­σε στο ΄΄ερευ­νά­τε τας Γρα­φάς’’ κι εμείς θα μεί­νου­με στις δικτα­το­ρί­ες του προ­λε­τα­ριά­του; Καμ­μιά, απο­λύ­τως καμ­μιά και κανε­νός χρώ­μα­τος ή στρώ­μα­τος δικτα­το­ρία δε θα δεχθεί ο σύγ­χρο­νος φωτι­σμέ­νος πολί­της, πολύ περισ­σό­τε­ρο ο κομμουνιστής».

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο