Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Μια διάσταση, του “μύθου” Raffaella Carrà

Με την ευκαι­ρία του «φευ­γιού» της (γεν­νή­θη­κε στη Μπο­λό­νια το 1943 και εκεί πέθα­νε στις 5 Ιου­λί­ου), είδαν το φως της δημο­σιό­τη­τας, αναρ­τή­σεις κάθε είδους, κάποιες «μετρη­μέ­νες» και άλλες «στο κλα­ρί» και …τα μυα­λά στο μπλέ­ντερ που λένε.
Οι περισ­σό­τε­ρες –όσο κι αν φαί­νε­ται παρά­ξε­νο στη Λατι­νι­κή Αμε­ρι­κή –μετρή­σα­με πάνω από 400!, με τίτλο «η κομ­μου­νί­στρια Ραφα­έλ­λα»…, Καρ­ρά, η επα­να­στα­τι­κή κλπ.
Οι περισ­σό­τε­ρες –όσο κι αν φαί­νε­ται παρά­ξε­νο στη Λατι­νι­κή Αμε­ρι­κή –μετρή­σα­με πάνω από 400!, με τίτλο «η κομ­μου­νί­στρια Ραφα­έλ­λα»…, Καρ­ρά, η επα­να­στα­τι­κή κλπ.
Πιθα­νά αυτό έχει να κάνει με το “σοσια­λι­σμό” του 21ου αιώ­να, όπως τον έχουν στο μυα­λό τους κάποιοι ισπα­νό­φω­νοι οπορ­του­νι­στές (βλ και «Συρι­ζα και ο “σοσια­λι­σμός” του 21ου αιώ­να»)
Κάποιοι απο­πει­ρά­θη­καν να συγκρί­νουν τη Raffaella Carrà, και με την Milva «la Rossa» – Η «κόκ­κι­νη» Μίλ­βα …τερά­στιο το λάθος!
Όλα αυτά με βάση συνέ­ντευ­ξή της στο Νο 55 του περιο­δι­κού Interviú, με τίτλο: «Yo siempre voto comunista» (πάντα ψηφί­ζω κομ­μου­νι­στι­κά), ενώ σε μια άλλη ‑στη 10ετία του 1990, η Carrá είπε: «Σε μια σύγκρου­ση μετα­ξύ εργα­ζο­μέ­νων και εργο­δο­τών, θα είμαι πάντα στο πλευ­ρό των εργα­ζο­μέ­νων»Raffaella Carra Yo siempre voto comunista

Η σενα­ριο­γρά­φος Almudena Montero, που συνερ­γά­στη­κε μαζί της στην τηλε­ό­ρα­ση, διη­γή­θη­κε την εμπει­ρία της με τη ντί­βα. «Στους δια­δρό­μους γινό­ταν λόγος για κώλους και ποι­νές φυλά­κι­σης. Και εν μέσω όλης αυτής της κατα­στρο­φι­κής φρί­κης, εμφα­νί­στη­κε η Raffaella Carrà, που θα σας πλη­σί­α­ζε, με τρό­πο που μια δια­ση­μό­τη­τα δεν θα το έκα­νε ποτέ και με ένα παί­ξι­μο του ματιού της, θα έλε­γε: «είσαι από χέρι χαμέ­νος». Θα σε ρωτού­σε για τις συν­θή­κες εργα­σί­ας σου και αν της μιλού­σες, θα χαμή­λω­νε το φως στο πλα­τό. (…) Το κορί­τσι ζού­σε μόνι­μα σε μια κατά­στα­ση «αρι­στε­ρού» πολι­τι­κού ενθου­σια­σμού, ντυ­μέ­νη με κόκ­κι­νες πού­λιες, ενώ πρό­σφα­τα σε τηλε­φω­νι­κή επι­κοι­νω­νία είπε: «τι υπο­νοώ με το“ψηφί­ζω κομ­μου­νι­σμό”;έναν τρό­πο ζωής και μια πολύ μεγά­λη ευθύ­νη».

Όσον αφο­ρά τη συνε­χή ροή εικό­νων που πλημ­μυ­ρί­ζει ακό­μη τηλε­ό­ρα­ση και κοι­νω­νι­κά δίκτυα, θα μπο­ρού­σε κανείς να ξεφύ­γει με μια πρό­τα­ση: ό, τι σκο­πεύ­ε­τε να κάνε­τε, η Raffaella το έκα­νε ήδη πριν και μπρο­στά στα μάτια όλων μας ‑φαί­νε­ται σαν ένα αστείο, αλλά δεν είναι.
Απλώς κάντε μια βόλ­τα στα φωτο­γρα­φι­κά αρχεία για να κατα­λά­βε­τε πόσο επα­να­στα­τι­κή ήταν, στη σκέ­ψη, στα κοστού­μια, στο έργο της. Σε έναν κόσμο όπου οι ντί­βες και οι αυτό­στε­φτες βασί­λισ­σες αντι­με­τω­πί­ζουν τεχνι­κούς, συγ­γρα­φείς και συνερ­γά­τες στο στού­ντιο ως αντι­κεί­με­να, θα είναι η αλη­θι­νή βασί­λισ­σα της, δεν έχει υπάρ­ξει ένα άτο­μο που δεν έχει παρα­τη­ρή­σει τη μεγά­λη της ανθρω­πιά, ειδι­κά στην εργα­σία . Με λίγα λόγια, τα χρή­μα­τα και η δόξα δεν είχαν μπει στο μυα­λό της, σε αντί­θε­ση με κάποιους ασή­μα­ντους που ήλπι­ζαν να κερ­δί­σουν οπα­δούς και πόντους εξευ­τε­λί­ζο­ντας τους εργαζόμενους.

Το «κομ­μου­νι­στι­κό», της Ραφα­έ­λα περιεί­χε επί­σης μέρος του κόσμου της και τον τρό­πο που κατά­λα­βε τη ζωή και την δου­λειά: μια ανα­τρε­πτι­κή καρ­διά, προ­σκολ­λη­μέ­νη στα ιδα­νι­κά της για σεβα­σμό στα δικαιώ­μα­τα των ανθρώ­πων.

Raffaella Carrà ad 8 anni in Tormento del passato di Mario Bonnard 1952Γεν­νή­θη­κε στην Μπο­λό­νια από έναν πατέ­ρα ντό­πιο (Emilia Romagna), ιδιο­κτή­τη μπαρ στη Bellaria (πόλη στην ακτή της Αδρια­τι­κής) και από την Σικε­λή Angela Iris Dell’Utri. Οι γονείς, ωστό­σο, χώρι­σαν λίγο μετά το γάμο και η μικρή Ραφα­έλ­λα πέρα­σε το μεγα­λύ­τε­ρο μέρος της παι­δι­κής της ηλι­κί­ας ανά­με­σα στο μπαρ του πατέ­ρα της και ένα παγω­τα­τζί­δι­κο στην Bellaria-Igea Marina. Στην ηλι­κία των οκτώ έφυ­γε για να συνε­χί­σει τις σπου­δές της στη Ρώμη, πρώ­τα στην Εθνι­κή Ακα­δη­μία Χορού, που ιδρύ­θη­κε από τη σοβιε­τι­κή χορεύ­τρια Jia Ruskaja, και στη συνέ­χεια στο Πει­ρα­μα­τι­κό Κέντρο Κινηματογραφίας.
Τη 10ετία του εξή­ντα πήρε το ψευ­δώ­νυ­μο Carrà, (ο σκη­νο­θέ­της Dante Guardamagna, με πάθος για τη ζωγρα­φι­κή, συνέ­δε­σε το πραγ­μα­τι­κό της όνο­μα, Raffaella, που θυμί­ζει τον ζωγρά­φο Raffaello Sanzio, με το επώ­νυ­μο του ζωγρά­φου Carlo Carrà). Ωστό­σο, η Ραφα­έλ­λα δεν κατά­φε­ρε να επι­τύ­χει (όσον αφο­ρά τη δημο­τι­κό­τη­τα) ως ηθο­ποιός, έτσι στις αρχές της 10ετίας του εβδο­μή­ντα, μετά την πρώ­τη επι­τυ­χία ως showgirl στην τηλε­ό­ρα­ση, επι­κε­ντρώ­θη­κε σε μια καριέ­ρα παρου­σιά­στρια-θεα­τρί­να-τρα­γου­δί­στρια, με την οποία θα απο­κτή­σει φήμη σε διε­θνές επίπεδο.

Πρώ­τη σύγκρου­ση με τους ηγέ­τες των Χρι­στια­νο­δη­μο­κρα­τών της Rai, όταν προ­βλή­θη­κε –παρά τις αντιρ­ρή­σεις της το “Ma che sera”, ένα θρυ­λι­κό πρό­γραμ­μα που γρά­φτη­κε από τους Gianni Boncompagni και Dino Verde για το τότε Rete 1 (πρε­μιέ­ρα 4‑Μαρ-1978) ‑δύο εβδο­μά­δες αργό­τε­ρα απή­χθη ο Άλντο Μόρο.
Χρό­νια μετά μίλη­σε ανα­λυ­τι­κά, σε συνέ­ντευ­ξη στο L’Espresso –Ντρε­πό­μουν είπε που δεν επέ­στρε­ψα στην Ιτα­λία για μεγά­λο χρο­νι­κό διάστημα.
Η Ραφα­έ­λα ήταν εκεί μαζί με το “come è bello far l’amore da Trieste in giù” («Τι ωραία να κάνεις έρω­τα από Τερ­γέ­στη και κάτω), ενώ η Ιτα­λία κρα­τού­σε την ανα­πνοή της εν μέσω της strategia della tensione που είχε ξεκι­νή­σει 12-Δεκ-1969 (strage di piazza Fontana) και συνε­χί­στη­κε μέχρι το 1984.
Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, επέ­στρε­ψε στην Ιτα­λία μετά από χρό­νια επι­τυ­χί­ας στο εξω­τε­ρι­κό, με το πρό­γραμ­μα Millemilioni, πέντε σπέ­σιαλ σε πέντε παγκό­σμιες πρω­τεύ­ου­σες (Μπου­έ­νος Άιρες, Πόλη του Μεξι­κού, Λον­δί­νο, Ρώμη και Μόσχα), πριν εντα­χθεί μαζί με τον Corrado στο Fantastico 3.

Η ανθρώ­πι­νη φιγού­ρα της Raffaella, ωστό­σο, μετριέ­ται επί­σης από ένα επει­σό­διο που έλα­βε χώρα στα αχα­λί­νω­τα χρό­νια του Craxi_σμού και τη γενε­τι­κή μετάλ­λα­ξη του PSI (στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα εμφά­νι­ση του πραγ­μα­τι­κού προ­σώ­που της σοσιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας) . Την σεζόν 1986|1987 κλή­θη­κε να ηγη­θεί της εκπο­μπής (show) Domenica In.
Στις 12-Οκτ-1986, ο πρό­ε­δρος των βιο­μη­χά­νων (Confindustria), Luigi Lucchini από το Μπέρ­γκα­μο (σσ. ιτα­λι­κός βοράς), πήρε συνέ­ντευ­ξη από την Raffaella (σσ. ήταν η περί­ο­δος μεί­ω­σης της ΑΤΑ περά­σμα­τος του κόστους μεί­ω­σης του πλη­θω­ρι­σμού στους εργα­ζό­με­νους, ενώ οι δημό­σιες δαπά­νες εκτι­νά­χτη­καν οδη­γώ­ντας τα κυβερ­νώ­ντα κόμ­μα­τα στην εξα­φά­νι­ση εν μέσω μίζας και διαφθοράς).
Ο Lucchini ήταν ένα πραγ­μα­τι­κό αφε­ντι­κό, αλλά ήξε­ρε πώς να που­λή­σει στο κοι­νό ως και­νο­τό­μο και αρι­στε­ρό, αυτό που χρό­νια πριν υλο­ποί­η­σε ο «σοσια­λι­στής» ιδιο­κτή­της της Φίατ Gianni Agnelli. Όταν πήγε στην τηλε­ό­ρα­ση στα Raffaella’s, παρου­σιά­ζο­ντας τον εαυ­τό του ως ανοι­χτό, μοντέρ­νο και προ­ο­δευ­τι­κό, εκτο­ξεύ­τη­κε η οργή των εργα­ζο­μέ­νων του χαλυ­βουρ­γεί­ου Bisider, το οποίο o Lucchini είχε απο­κτή­σει με την αβά­ντα του κρά­τους, με ευνοϊ­κούς όρους: για μήνες διε­ξή­γα­γαν μια πολύ σκλη­ρή μάχη ενά­ντια στις μεσαιω­νι­κές συν­θή­κες εργα­σί­ας του νέου ιδιο­κτή­τη, ενώ η FIOM Brescia (σσ. των ενωμένων_όλοι_μαζί_μπορούμε ‑τότε και τώρα ιτα­λι­κών συν­δι­κά­των) εξέ­δω­σε δήλω­ση καταγ­γε­λί­ας, πιστεύ­ο­ντας ότι θα τελειώ­σει εκε, την ίδια μέρα η η Ραφα­έλ­λα κάλε­σε μαζί με τους «επί­ση­μους» συν­δι­κα­λι­στές και έναν εργα­ζό­με­νο τον Mario Varianti,της Bisider έναν χαλυ­βουρ­γό από το καμί­νι του εργο­στά­σιου και της ταξι­κής πάλης που μίλη­σε για όλα. Μια σκη­νή που πιθα­νό­τα­τα δεν θα προ­βλη­θεί αυτές τις μέρες. Οι πολι­τι­κές αντι­πα­ρα­θέ­σεις ήταν καυ­τές: τι είχε η Carrà στο μυα­λό της, δίνο­ντας φωνή στους εργα­ζό­με­νους; Δεν ήξε­ρε ότι ήμα­σταν στη «σύγ­χρο­νη δεκα­ε­τία του ’80» και ότι ακό­μη και το Μιλά­νο από μια «ηθι­κή πρω­τεύ­ου­σα» ήταν πλέ­ον «πόλη για να πιει»; Σε ποιον κόσμο έζη­σε η La Carrà; Έδω­σε την απά­ντη­σή της σε μια συνέ­ντευ­ξη με το Μανι­φέ­στο:
«Ζού­με σε ένα δημο­κρα­τι­κό κρά­τος όπου ο καθέ­νας έχει το δικαί­ω­μα να απα­ντή­σει, ειδι­κά σε ένα τηλε­ο­πτι­κό πρό­γραμ­μα που ισχυ­ρί­ζε­ται ότι είναι δημο­φι­λές και το οποίο δεν πρέ­πει να περιο­ρί­ζει το κοι­νό του στους μεγά­λους πρω­τα­γω­νι­στές και να απο­κλεί­ει εκεί­νους που ο Manzoni ονό­μα­ζε ταπεινούς».

Την επό­με­νη σεζόν η Raffaella βρέ­θη­κε εκτός της Domenica In και κανείς στη Rai δεν της πρό­σφε­ρε τίπο­τα, έτσι «ανα­γκά­στη­κε» να απο­δε­χτεί ένα 2ετές συμ­βό­λαιο με το Fininvest του BerlusconiΜε­τα­ξύ των πολ­λών στο La Verità το 2016, έλε­γε: «Σήμε­ρα, όταν μιλά­με για υιο­θε­σί­ες σε ομο­φυ­λό­φι­λα αλλά και σε μη ζευ­γά­ρια, σκέ­φτο­μαι: ποιος με μεγά­λω­σε; ‑Απα­ντώ στον εαυ­τό μου, δύο γυναί­κες, η μητέ­ρα μου και η για­γιά. Ας βγά­λου­με τα παι­διά από τα ορφα­νο­τρο­φεία, δεν θα μεγα­λώ­σουν τόσο άσχη­μα ακό­μα κι αν έχουν δύο πατέ­ρες ή δύο μητέ­ρες. Εγώ τις είχα! Σας φαί­νο­μαι πως την έβγα­λα άσχη­μα; ».Η Raffaella Carrà ήταν ένα εικό­νι­σμα της pop, αυθόρ­μη­τη και τολ­μη­ρή, η ιτα­λί­δα καλ­λι­τέ­χνης που πρω­τα­γω­νί­στη­σε σε αξέ­χα­στες στιγ­μές σε συνε­ντεύ­ξεις και στην τηλε­ό­ρα­ση, όπου μίλη­σε χωρίς στρογ­γυ­λέ­μα­τα για όλα όσα περ­νού­σαν από το κεφά­λι της, αφή­νει «ιστο­ρί­ες» που δεν ξεχνάμε:
Εκτός από τα περί κομ­μου­νι­στι­κής προ­σή­λω­σης (σσ. τίτλος της διπλής σελί­δας, όπου επί­σης δήλω­σε: «Δεν είμαι τοξι­κο­μα­νής ή νυμ­φο­μα­νής, τα μόνα μου κακά καπνός και τσιγάρο»)«Οι άντρες είναι σαν το σκύ­λο: μυρί­ζουν φόβο – προστατευτείτε!»
Όταν δού­λε­ψε στην ισπα­νι­κή τηλε­ό­ρα­ση στις αρχές της δεκα­ε­τί­ας του 1980 σε ένα περι­βάλ­λον που κυβερ­νού­σαν οι άνδρες. Η συγ­γρα­φέ­ας και σενα­ριο­γρά­φος Almudena Montero, που συνερ­γά­στη­κε μαζί της, εξή­γη­σε ότι η Carrà είχε κατα­φέ­ρει να γίνει μια ισχυ­ρή γυναί­κα που όλοι την παίρ­να­νε υπόψη

«Είπα όχι στον Φρανκ Σινά­τρα και το κατάλαβε»
Στα μέσα της δεκα­ε­τί­ας του 1960, η Carrà –όπως είπα­με μπή­κε στο Χόλι­γουντ στα μέσα της χρυ­σής επο­χής. Αν και σύντο­μα απο­στα­σιο­ποι­ή­θη­κε – «δεν ήταν αυτό που χρεια­ζό­μουν», θα έλε­γε αργό­τε­ρα σε συνε­ντεύ­ξεις – συνερ­γα­ζό­με­νη με τον Σινά­τρα στην ται­νία Συνταγ­μα­τάρ­χης Φον Ράιαν, ο Φράν­κι –γνω­στός «μπή­χτης» είχε προ­σπα­θή­σει μάταια να την «απο­πλα­νή­σει» αρκε­τές φορές.

«Το σώμα μιας γυναί­κας είναι πάντα προ­σκολ­λη­μέ­νο στο κεφά­λι της» — με έναν έντο­να φεμι­νι­στι­κό λόγο, η Carrà χαρα­κτη­ρί­στη­κε από την κατα­πο­λέ­μη­ση της σεξουα­λι­κο­ποί­η­σης και της γυναί­κας αντι­κεί­με­νο. Το 2020 εξή­γη­σε ότι κατά τη διάρ­κεια της δεκα­ε­τί­ας του ’60 και του ’70, ειδι­κά, έδι­νε μάχες με παρα­γω­γούς για το θέμα. «Δεν ήταν μόνο να δεί­ξω το σώμα μου. Έπρε­πε να κάνω τους ανθρώ­πους να κατα­λά­βουν … Ο αισθη­σια­σμός δεν είναι ασυμ­βί­βα­στος με τη νοημοσύνη»
«Μια ζωή είναι ζωή όταν έχεις σεξουα­λι­κή ελευ­θε­ρία»: πολέ­μη­σε πολ­λά ταμπού της επο­χής, αλλά δημιούρ­γη­σε πολ­λές αντιπαραθέσεις.
Υπο­στή­ρι­ζε πάντα ότι η μου­σι­κή της ήταν ένα εργα­λείο για την εξύ­ψω­ση της κοινωνίας.
Τελευ­ταία φορά στο El País το 2018: «Τα τρα­γού­δια μου δεν έβλα­ψαν κανέ­ναν, έβγα­λαν πολ­λές προ­κα­τα­λή­ψεις από ανθρώ­πους που δεν κατά­λα­βαν ότι μια ζωή είναι μια ζωή όταν έχε­τε –και σεξουα­λι­κή ελευθερία»Raffaella Carrà a Canzonissima nel 1970 71

Ραφαέλλα Καρρά, punk πριν από όλους εμάς

Μια από τις «βασί­λισ­σες» της ιτα­λι­κής τηλε­ό­ρα­σης, που έκα­νε καριέ­ρα ενά­ντια στο ρεύ­μα, δεν ήταν μόνο μια soubrette, αλλά ακτι­βί­στρια που έκα­νε πολι­τι­κή από την οθό­νη με τον δικό της τρό­πο (δήλω­νε πχ. το ’77 ότι ψήφι­ζε ΚΚ περι­φε­ρό­με­νη με κόκ­κι­νες πού­λιες για να το επιβεβαιώσει).
Και την ίδια στιγ­μή, ήταν επί­σης ένα παι­δί που αγα­πού­σε τα παι­χνί­δια, τις μεταμ­φιέ­σεις, τη ζωή που έζη­σε ως εξερεύνηση.
Ακό­μη και οι κινή­σεις της σε κάποιο σημείο μοιά­ζουν σχε­δόν με android, ικα­νές να περά­σουν με ευκο­λία από την ερμη­νεία της avant-garde χορο­γρα­φί­ας και ακραί­ων μπα­λέ­των στην εθνι­κή-δημο­φι­λή διε­ξα­γω­γή εξαι­ρε­τι­κά αμφι­σβη­τή­σι­μων προ­γραμ­μά­των, αλλα­γής προ­σώ­που και τρό­πων χάρη στο φόντο της ως ηθο­ποιός (απο­φοί­τη­σε από το centro sperimentale di Roma) κάνο­ντας αρκε­τές ται­νί­ες, συμπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νου του χολι­γου­ντια­νού Συνταγ­μα­τάρ­χης Φον Ράιαν (Von Ryan’s Express), partner του Φρανκ Σινά­τρα και τηλε­ο­πτι­κές παραγωγές.

Τελευ­ταία (2019–2020) η 20 επει­σο­δί­ων En tout cas (TV Series)

Enrico BerlinguerΚομμουνισμός & «κομμουνισμός»

Η «στρα­τη­γι­κή της έντα­σης» συμπί­πτει χρο­νι­κά με την περί­ο­δο που το ΚΚΙ (PCI) έλε­γε ανοι­χτά (μετα­τρέ­πο­ντάς το στη συνέ­χεια και σε τακτι­κο­στρα­τη­γι­κό στό­χο του) ότι «για να βγού­με από την πολι­τι­κή απο­μό­νω­ση, είναι απα­ραί­τη­τη η σύγκλι­ση  των τριών συστα­τι­κών πλειο­ψη­φι­κών ρευ­μά­των | μερών  της πολι­τι­κο-πολι­τι­σμι­κής (sic!!) ιτα­λι­κής πραγ­μα­τι­κό­τη­τας, δηλ. του καθο­λι­κι­σμού (σσ |> Χρι­στια­νο­δη­μο­κρά­τες), του κομ­μου­νι­στι­κού και του σοσια­λι­στι­κού (σσ |> εννο­εί το Σοσια­λι­στι­κό Κόμ­μα [PSI] ήδη τελεί­ως αστι­κο­ποι­η­μέ­νο, πιο δεξιό και από τη γερ­μα­νι­κή σοσιαλ­δη­μο­κρα­τία της επο­χής, που «μεγα­λούρ­γη­σε αργό­τε­ρα ‑το 1983 και στην πρωθυπουργία)»
Εν ολί­γοις, το κομ­μου­νι­στι­κό κόμ­μα – στο δρό­μο προς την πλή­ρη υπο­τα­γή στους αστούς, έπρε­πε να ρίξει ακό­μη περισ­σό­τε­ρο τους τόνους και τις διεκ­δι­κή­σεις, ανα­ζη­τώ­ντας συμ­βι­βα­σμούς που θα ανα­δεί­κνυαν τον «εθνι­κο­λαϊ­κό» του χαρακτήρα.
Η αντί­στρο­φη μέτρη­ση για τον «ιστο­ρι­κό συμ­βι­βα­σμό» τον γνω­στό σε όλους μας σαν «compromesso storico» είχε ξεκι­νή­σει, από τότε ‑από το 1969 πριν καν «αναγ­γελ­θεί» επίσημα.

|> σσ.
Όλα αυτά είχαν να κάνουν με το κορυ­φαίο στρα­τη­γι­κό ζήτη­μα της δια­φο­ρε­τι­κής στά­σης των κομ­μου­νι­στι­κών κομ­μά­των πάνω στο δίλημ­μα επα­νά­στα­ση ή μεταρ­ρύθ­μι­ση, δηλα­δή ανα­τρο­πή ή δια­χεί­ρι­ση του συστή­μα­τος  Δεν υπάρ­χει ολο­κλη­ρω­μέ­νη συνε­κτι­κή αντί­λη­ψη γι αυτή τη στρατηγική
Κατά τους ίδιους, αυτό έχει να κάνει με τις «εθνι­κές ιδιο­μορ­φί­ες.
Ιστο­ρι­κά, μετά την εκδί­ω­ξή του από την κυβέρ­νη­ση (1948) και στη συνέ­χεια, το KKΙ­τα­λί­ας (PCI) ακο­λού­θη­σε τη  στά­ση του «καλού παι­διού» προ­ω­θώ­ντας ένα image παρά­γο­ντα στα­θε­ρό­τη­τας και ψηφί­ζο­ντας , μέχρι το 1968 πάνω από τα 3/4 των νομο­σχε­δί­ων που κατατέθηκαν.
▪️ Όταν το 1964 πεθαί­νει ο ιστο­ρι­κός γραμ­μα­τέ­ας του Palmiro Togliatti ‑που συμπί­πτει και με την περί­ο­δο που, μετά το σχη­μα­τι­σμό κυβέρ­νη­σης από όλα τα υπό­λοι­πα κόμ­μα­τα το PCI είναι το μόνο αντι­πο­λι­τευό­με­νο κόμ­μα, δημο­σιεύ­ε­ται ένα γράμ­μα του προς το Χρου­στσόφ, όπου τάσ­σε­ται υπέρ του «πολυ­κε­ντρι­σμού» και στο κρί­σι­μο δίλημ­μα, πολι­τι­κή ρήξης με τους αστούς ή προ­σπά­θεια ανα­βάθ­μι­σης του ρόλου του στα πλαί­σια του συστή­μα­τος επι­λέ­γει ξεκά­θα­ρα το δεύ­τε­ρο δρόμο.
️ Λίγο πριν την Piazza Fontanaτο φθι­νό­πω­ρο του 1969, σημειώ­νο­νται στα εργο­στά­σια της Ιτα­λί­ας, οι μεγα­λύ­τε­ρες κινη­το­ποι­ή­σεις που γνώ­ρι­σε η χώρα  μετά το 2ο Παγκό­σμιο Πόλε­μο, με κατα­λή­ψεις κλπ., μια άνευ προη­γού­με­νου πολι­τι­κο­κοι­νω­νι­κή κρί­ση, που συσπεί­ρω­σαν το 80% των εργα­τών κόντρα στις συμ­βι­βα­σμέ­νες συν­δι­κα­λι­στι­κές ηγε­σί­ες CGIL |> που ελεγ­χό­ταν από το PCI|< & CISL,UIL, αλλά προ­φα­νώς ανερ­μά­τι­στες και με έλλει­ψη πολι­τι­κού στό­χου χει­ρα­γω­γή­θη­καν  με την ικα­νο­ποί­η­ση κάποιων οικο­νο­μι­κών αιτημάτων.
▪️ Στο 13ο Συνέ­δριο (1972) για πρώ­τη φορά δια­κη­ρύσ­σε­ται ότι «δεν είναι αρκε­τή μια πολι­τι­κή συνερ­γα­σιών με την αρι­στε­ρά για την αλλα­γή του πολι­τι­κού σκη­νι­κού» και αμέ­σως μετά (Σεπ 73) έρχε­ται το πρα­ξι­κό­πη­μα στη Χιλή, που ‑αντί να οδη­γή­σει σε (προ­φα­νή) συμπε­ρά­σμα­τα για τη δημο­κρα­τία του αστι­κού κρά­τους και για ανά­γκη   προ­ε­τοι­μα­σί­ας του κινή­μα­τος να αξιο­ποιεί όλες των μορ­φές πάλης, γίνε­ται πρό­σχη­μα και άρμα του “Compromesso storico” – «ιστο­ρι­κού συμ­βι­βα­σμού» και το PCI ψάχνει δρό­μους ανα­βάθ­μι­σης  του ρόλου του στην αστι­κή δια­χεί­ρι­ση.

Enrico Berlinguer Compromesso StoricoΕπο­μέ­νως μπαί­νουν μετα­ξύ άλλων και τα παρα­κά­τω ερω­τη­μα­τι­κά:
Πως λει­τούρ­γη­σε πολι­τι­κά μπρο­στά στα γεγο­νό­τα αυτά (strategia della tensione) και άλλα παρό­μοια που προηγήθηκαν;
Σαν «θύμα» των συνω­μο­σιών (που εμπό­δι­ζαν την ‑πάση θυσία, είσο­δό του στην κυβέρ­νη­ση;) ή βασι­κά σαν (συν)διαχειριστής πολύ­τι­μων πλη­ρο­φο­ριών που δεν βγή­καν προς τα έξω και δεν τέθη­καν ποτέ υπό­ψη του λαού, αλλά χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­καν ως αντάλ­λαγ­μα όχι μόνο με τους ηγέ­τες της χρι­στι­νο­δη­μο­κρα­τί­ας (και των άλλων αστι­κών κομ­μά­των που το PCI θεω­ρού­σε συνο­δοι­πό­ρους) αλλά και των μυστι­κών υπηρεσιών;
Το δεύ­τε­ρο, απο­τε­λεί μια σοβα­ρή κατη­γο­ρία, που όμως έχει βάση για­τί, σίγου­ρα, ήξε­ρε πολ­λά, αλλά προ­τί­μη­σε να κάνει την πάπια ‑δεν υπήρ­ξε πχ. ποτέ δημό­σια καταγ­γε­λία έξω από εκεί­νη της «επί­θε­σης σκο­τει­νών κύκλων στους δημο­κρα­τι­κούς θεσμούς».
Η από την πλευ­ρά του «μυστι­κή διπλω­μα­τία» σε τι απο­σκο­πού­σε; Τι εννο­ού­σε (πχ.)ο χρι­στια­νο­δη­μο­κρά­της Paolo Emilio Taviani, όταν πολι­το­γρά­φη­σε το PCI σαν «partito d’ordine» (ΣΣ |> …νομο­τα­γές κόμ­μα της τάξης);
Σίγου­ρα η στά­ση του συν­δέ­ε­ται με τον (πολι­τι­κό, ταξι­κό και κοι­νω­νι­κό) «ιστο­ρι­κό συμ­βι­βα­σμό», αλλά πόσο; (ακό­μα και η «γη και ύδωρ» έχει όρια…)
Για­τί ανα­πα­ρή­γα­γε την καρα­μέ­λα περί κιν­δύ­νου ενός εμφυ­λί­ου πολέμου;
Επί­σης, πως να πιστέ­ψου­με πως δεν είχε διεισ­δύ­σει στους κόλ­πους των παρα­κρα­τι­κών (ή του­λά­χι­στον δεν είχε δια­συν­δέ­σεις) για να προ­βλέ­ψει κατα­στά­σεις και ενέργειες;

Στην Ιτα­λία, 15 χρό­νια αργό­τε­ρα ‑το 1984 (επί «5πολικής» κυβέρ­νη­σης Craxi) με την κοι­νω­νι­κή και πολι­τι­κή σύγκρου­ση να είναι ακό­μα ζωντα­νή, το πολι­τι­κό κλί­μα αβέ­βαιο και ανερ­μά­τι­στο και ενώ «σκά­ει» η «μασο­νι­κή» στοά P2, που προ­κα­λεί παραι­τή­σεις υπουρ­γών το Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμ­μα (ευρω­ε­κλο­γές του Ιου­νί­ου) βγαί­νει πρώ­το, χωρίς όμως να έχει την παρα­μι­κρή δυνα­τό­τη­τα δυνα­μι­κής παρέμ­βα­σης, λόγω της τακτι­κής του των συνε­χών υποχωρήσεων.

Η αντί­στρο­φη μέτρη­ση του PCI ολο­κλη­ρώ­νε­ται με το θάνα­το του Enrico Berlinguer στις 11-Ιουν-1984 … Το κόμ­μα τυπι­κά δια­λύ­θη­κε το 1991, κατά τη διάρ­κεια του 20ού Συνέ­δριου, (με την «ιστο­ρι­κή» “svolta della Bolognina ”) και μετά …PDS κ.λπ. [click |>εδώ] –βλ.

  • |> Εξει­δι­κευ­μέ­νες ανα­λύ­σεις του ΚΚΕ και άρθρα σε ΚΟΜΕΠ & Ριζο­σπά­στη για τον «ευρω­κομ­μου­νι­σμό» κλπ
  • |> Το βιβλίο [Controinchiesta = (αντι)ανάκριση] La Strage di Stato & εδώ
  • |> Περιο­δι­κό Espresso
  • |> Το σχε­τι­κά πρό­σφα­το βιβλίο (έρευ­να-ντο­κου­μέ­ντα) του Aldo Giannuli La strategia della tensione
  • |> PCI e Stragi – La politica del silenzio

|> σσ <|
Με την ευκαι­ρία και ενη­με­ρω­τι­κά, τα παρα­πά­νω, που φυσι­κά απο­τε­λούν ψιλά γράμ­μα­τα για τον «κομ­μου­νι­σμό» της Raffaella Carrà, αλλά για μας πικρή πεί­ρα και προει­δο­ποί­η­ση — οδη­γό για το μέλλον.
Όταν «τότε» τη μακρι­νή 11η Σεπτέμ­βρη 1973 το ταξι­κό κίνη­μα (στο οποίο και ο υπο­φαι­νό­με­νος είχε το προ­νό­μιο και την τιμή να παίρ­νει μέρος) βρι­σκό­ταν στους δρό­μους με το σύν­θη­μα «Enrico Berlinuer, ci insegnano da Cile che il compromesso storico si fa con il fucile» (Enrico Berlinuer η Χιλή μας διδά­σκει πως το compromesso storico –ο «ιστο­ρι­κός συμ­βι­βα­σμός» γίνε­ται με τα όπλα!) και τρα­γου­δώ­ντας εν χορώ:
Bandiera nera la vogliamo; No! | Perchè l’è il simbolo della galera | Bandiera nera la vogliamo; No!
Bandiera bianca la vogliamo; No! | Perchè l’è il simbolo dell’ignoranza | Bandiera bianca la vogliamo; No!
Bandiera rosa la vogliamo; No! | Perchè l’è il simbolo di non so [nulla]cosa | Bandiera rosa la vogliamo; No!
Bandiera rossa la vogliamo; Si! | Perchè l’è il simbolo della riscossa | Bandiera rossa la vogliamo: Si!
Perchè l’è il simbolo della riscossa — Bandiera rossa la vogliamo: Si!

Θέλου­με μαύ­ρη σημαία; Όχι! | Επει­δή είν’ το σύμ­βο­λο της φυλα­κής | Θέλου­με σημαία μαύ­ρη; Όχι!
Θέλου­με λευ­κή σημαία; Όχι! | Για­τί είναι το σύμ­βο­λο της άγνοιας | Θέλου­με λευ­κή σημαία; Όχι!
Θέλου­με τη ροζ σημαία; Όχι! | Επει­δή το σύμ­βο­λο είναι δεν ξέρω (τίπο­τα) τι | Θέλου­με τη ροζ σημαία; Όχι!

Θέλου­με την κόκ­κι­νη σημαία; Ναι! | Επει­δή το σύμ­βο­λο είναι της εξέ­γερ­σης! | Θέλου­με κόκ­κι­νη σημαία; Ναι!
Επει­δή το σύμ­βο­λο είναι της εξέ­γερ­σης! | της επα­νά­στα­σης! Θέλου­με την κόκ­κι­νη σημαία; Ναι!

βόμβες βάζουν τα αφεντικά αγώνας των μαζών είναι η ταξική πάληΤο πανό της φωτο­γρα­φί­ας γρά­φει: «τις βόμ­βες τις βάζουν τα αφε­ντι­κά, αγώ­νας των μαζών είναι η ταξι­κή πάλη»Για την αισθη­τι­κή της καλ­λι­τε­χνι­κής πλευ­ράς (παρά­πλευ­ρες απώλειες;)

Μαρίζα Κωχ mariza kox(μια άπο­ψη)
Το καλο­καί­ρι που μας πέρα­σε τρι­γύρ­να­γα σε πόλεις και χωριό και τραγούδαγα.
Έτσι βρέ­θη­κα και στη Μυτι­λή­νη, και μαγεύ­τη­κα, κι έμει­να στα νησί πιο πολύ όπ΄ ότι πρό­βλε­πε το πρό­γραμ­μα Ένα μεση­μέ­ρι κατη­φό­ρι­ζα προς τη θάλασ­σα, όταν ξεπρο­βάλ­λει μπρο­στά μου ένα τσούρ­μο παι­διά από το διπλα­νό Ορφανοτροφείο.
Ένα τους με γνώ­ρι­σε, νάτη τη Μαρί­ζα λέει. Και με κυκλώ­σα­νε με φωνές και παρα­κά­λια να τους τρα­γου­δή­σω θυμή­θη­κα τα παι­δι­κά μου χρό­νια, ένα άλλο ορφα­νο­τρο­φείο, τις λίγες φορές που μας πηγαί­να­νε στη Θάλασ­σα να κολυμπή­σουμε –αλη­θι­νή γιορ­τή για μας τα πιτσι­ρί­κια. Κάθη­σα λοι­πόν σ’ ένα πεζού­λι και τρα­γού­δη­σα. Τρα­γού­δα­γα απ’ όλα ότι ερχό­ταν στο μυα­λό μου. Όλη μου ή έγνοια ήταν να χαρούν τα παιδιά.

Κάποια στιγ­μή στα­μά­τη­σα και λέω άντε λοι­πόν, τρα­γου­δή­στε τώρα εσείς κι εγώ ακούω. Τρα­γου­δή­στε για μένα Κι εκεί­να ενθου­σια­σμέ­να πια­σαν ένα τρα­γού­δι με τις όμορ­φες φωνί­τσες τους.
Κι εγώ σιγά-σιγά πάγω­σα, ήθε­λα να το βάλω ξαφ­νι­κά στα πόδια να φύγω όσο πιο μακρυά γίνε­ται. Τα παι­διά τρα­γου­δού­σαν εκεί­νο το φοβε­ρό τρα­γού­δι της Ραφα­έλ­λα Καρρά έξη-οκτώ-έξη-οκτώ, τρία-πέντε-επτά. Κι αμέ­σως ύστε­ρα άλλο κι άλλο κι άλλοΜια εκδρομή με τη Μαρίζα

Ήθε­λα ν’ ανοί­ξει ή γη και να χωθώ μέσα.
Εκεί­νη τη στιγ­μή είπα πώς πρέ­πει να κάνω κάτι για τα παι­διά. Όχι του χρό­νου, όχι αργό­τε­ρα μα τώρα αμέ­σως, σήμε­ρα κιόλας αν είναι δυνα­τό. Έτσι ξεκί­νη­σα να μαζεύω και να τρα­γου­δώ τρα­γού­δια για παι­διά. Έτσι γίνα­νε τού­τοι οι δυό δίσκοι ‑Ένα περι­βό­λι γεμά­το τρα­γού­δια- και Μια εκδρο­μή με τη Μαρίζα.

Και είναι ή αρχή μονά­χα. Θ’ ακο­λου­θή­σουν κι άλλοι για­τί έχω σκο­πό να μαζέ­ψω ό,τι τρα­γού­δι μπο­ρεί ν’ αρέ­σει στα παι­διά μέσα από την αστείρευ­τη παρα­κα­τα­θή­κη του δημο­τι­κού μας τρα­γου­διού.

Μαρί­ζα Κώχ

Πηγή — περισσότερα


Στη Μαρί­ζα οφεί­λου­με μια ξεχω­ρι­στή ανάρ­τη­ση, για τα ~55 χρό­νια καλ­λι­τε­χνι­κής προ­σφο­ράς για παι­διά 0-…99 ετών.
Μεί­νε­τε συντονισμένοι

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο