Γράφει η Αναστασία Ζήση //
Αν. Καθηγήτρια, Τμήμα Κοινωνιολογίας, Παν/μιο Αιγαίου
Η τραγική ιστορία της 16χρόνης Παλαιστίνιας Άχεντ που βίαια μέσα στην νύχτα αρπάχτηκε και βρίσκεται εδώ και καιρό έγκλειστη σε ένα παγωμένο κελί περιμένοντας σε μερικές μέρες την δίκη της έχει συγκλονίσει την παγκόσμια κοινότητα για την αγριότητα και την αδικία που συνθλίβει τις ζωές των χιλιάδων παιδιών που απροστάτευτα απειλούνται από τις πιο ακραίες και βίαιες εμπειρίες σ’ όλες τις εμπόλεμες ζώνες του κόσμου: απαγωγές, στρατολόγηση, βιασμοί, σωματική εκμετάλλευση, ψυχολογική και σεξουαλική βία. Σύμφωνα με πρόσφατη Έκθεση της Unicef (2016), τα μικρά παιδιά και οι νέοι έως 18 ετών αποτελούν πια το ήμισυ του προσφυγικού πληθυσμού συνολικά και παγκοσμίως καθώς την τελευταία πενταετία, κυρίως λόγω του πολέμου στη Συρία αλλά και της συνέχισης άλλων εμπόλεμων ζωνών, όπως στο Αφγανιστάν, αυξήθηκαν κατά 75%, φτάνοντας τα 10 εκατ.. Σήμερα, οι σκληροί δείκτες δείχνουν ότι 1 στα 3 παιδιά που ζουν εκτός της χώρας γέννησης τους είναι προσφυγόπουλο.
Ένας μεγάλος αριθμός ερευνών που κυρίως διεξήχθησαν τις προηγούμενες δεκαετίες και αφορούσαν παιδιά και εφήβους πρόσφυγες από την πρώην Γιουγκοσλαβία, τη Σομαλία, την Κούβα, τη Μοζαμβίκη, το Ιράκ, το Θιβέτ, την κατεχόμενη Παλαιστίνη, το Κόσοβο, τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, το Σουδάν, τη Μέση Ανατολή, την Κεντρική Αμερική, την Καμπότζη και το Βιετνάμ δείχνουν την τραυματισμένη ψυχική τους κατάσταση, το φόβο, την απόγνωση, και την σωματοποιημένη θλίψη. Ισχυρά τραυματικά γεγονότα που συμβαίνουν σ’ όλες τις φάσεις του εκτοπισμού επηρεάζουν καθοριστικά την ψυχική και την σωματική τους υγεία. Πριν το βίαιο εκτοπισμό τους, τα παιδιά βιώνουν το απόλυτο χάος και την καταστροφή, την απειλή της ζωής τους και των γονιών τους, την απώλεια, την στέρηση βασικών αγαθών, τη βίαιη στρατολόγηση τους, τη βίαιη αποκοπή από περιβάλλοντα μάθησης και φροντίδας, την έκθεση τους σε επικίνδυνες ουσίες και τελετές. Κατά την περίοδο της εισόδου στην χώρα υποδοχής, ο πιο καθοριστικός παράγοντας για την ταραγμένη ψυχική τους κατάσταση είναι η πολύμηνη παραμονή σε κέντρα «προσωρινής» κράτησης, ο αποχωρισμός από τα δικά τους πρόσωπα, και η αδυναμία επικοινωνίας μαζί τους, η ελλιπής πληροφόρηση και καθοδήγηση σε νομικά θέματα. Από επίσημες εκθέσεις και έρευνες, γνωρίζουμε ότι στα κέντρα κράτησης είναι πιθανόν να εκτεθούν σε πιο επικίνδυνα και βίαια γεγονότα. Ο φόβος ότι οι γονείς αγνοούνται ή τους έχουν επιτεθεί, είναι πηγή μεγάλης αγωνίας και θλίψης ενώ οι αυστηρές νομοθεσίες των κρατών και οι συναφείς διαδικασίες έγκρισης αιτήματος ασύλου τα συνθλίβουν αφαιρώντας τους την προοπτική ζωής. Σ’ όσες περισσότερες αναγκαστικές μετακινήσεις οδηγούνται τα μικρά προσφυγόπουλα, τόσο αυξάνεται η έκθεση τους σε κάθε είδους κακοποίηση και εκμετάλλευση. Στην φάση της προσαρμογής στη νέα χώρα υποδοχής, το κοινωνικό στίγμα, ο αποχωρισμός από τους γονείς, η ψυχολογική κατάσταση της μητέρας και και η προκατειλημμένη στάση της κοινωνίας απέναντι τους είναι μερικοί από τους καθοριστικούς παράγοντες που μπορεί ακόμη περισσότερο να επιβαρύνουν την τραυματισμένη ψυχική τους κατάσταση. Οι ρατσιστικές επιθέσεις μπορεί να έχουν ισχυρότερο ψυχικό αντίκτυπο ακόμη και από την φτώχεια των συνθηκών ζωής.
Η σχολική ένταξη, οι εκπαιδευτικές δραστηριότητες και τα πολιτισμικά ευαίσθητα εργαστήρια καλλιτεχνικής έκφρασης, θρησκευτικής πίστης και πνευματικότητας, αφήγησης μπορούν να απαλύνουν τα τραύματα των παιδιών παρέχοντας σ’ αυτά περιβάλλοντα ασφάλειας, φροντίδας, κατανόησης και ερμηνείας των τραυματικών τους εμπειριών. Είναι επείγουσα ανάγκη να εφαρμοστούν οι όροι της Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Παιδιού καθώς είναι εκτεθειμένα στον πιο άμεσο κίνδυνο για την πιο ακραία μορφή βίας και εκμετάλλευσης.
Καθηγήτρια στο Τμήμα Κοινωνιολογίας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου με γνωστικό αντικείμενο Κοινότητα & Ψυχική Υγεία και Διευθύντρια του Εργαστηρίου Κοινωνικής, Πολιτισμικής & Ψηφιακής Τεκμηρίωσης. Εκπόνησε τη διδακτορική της διατριβή ως υπότροφος του Κοινωφελούς Ιδρύματος Αλέξανδρος Ωνάσης στη Σχολή Ψυχολογίας του Πανεπιστήμιου Birmingham, Ηνωμένο Βασίλειο. Έχει την επιστημονική ευθύνη μιας σειράς ερευνητικών προγραμμάτων σε αντικείμενα που αφορούν στην κοινότητα και την ψυχική υγεία, τον σχεδιασμό και την οργάνωση ψυχοκοινωνικών παρεμβάσεων, το κοινωνικό στίγμα και εναλλακτικές προσεγγίσεις στην αντιμετώπιση του ψυχικού πόνου. Έχει δημοσιεύσει σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά, συλλογικούς τόμους και είναι συγγραφέας επιστημονικών μονογραφιών. Διδάσκει στο Δι-ιδρυματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών: Εφαρμοσμένη-Κλινική Κοινωνιολογία και Τέχνη, έχει οργανώσει θερινά σχολεία στη μεθοδολογία της ποιοτικής έρευνας και έχει ενεργό κοινωνική δράση συνηγορίας και ενδυνάμωσης κοινοτήτων και κοινωνικών ομάδων που διαχρονικά καταπιέζονται σε συνθήκες κοινωνικού αποκλεισμού.