Γράφει και επιλέγει ο Ειρηναίος Μαράκης //
Το περίπτερο, δηλαδή το μικροκατάστημα που πουλάει διάφορα αντικείμενα καθημερινής χρήσης και το οποίο στεγάζεται σε πλατείες ή σε σημεία όπου υπάρχει έντονη κυκλοφορία πεζών και εποχούμενων, είναι στοιχείο της καθημερινής ζωής στην πόλη αλλά και στο χωριό. Όμως τα τελευταία χρόνια το περίπτερο βρίσκεται υπό διωγμό ως είδος επιχείρησης και ως στοιχείο του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος καθώς δεν εντάσσεται στα σχέδια εξωραϊσμού των σύγχρονων πόλεων, από την Αθήνα μέχρι τα Χανιά.
Τα στοιχεία που αποδεικνύουν το βίαιο θάνατο των περιπτέρων είναι συντριπτικά. Όπως διαβάζουμε σε σχετικό δημοσίευμα «από τα περίπου 1.000 περίπτερα που βρίσκονται στα όρια του Δήμου Αθηναίων, τα 400 είναι σήμερα σε λειτουργία. Η τάση συρρίκνωσης του κλάδου είναι εμφανής σε όλη την επικράτεια. Σύμφωνα με στοιχεία της NielsenlQ, ο αριθμός των περιπτέρων σε όλη την Ελλάδα, από 9.904 το 2010, έφτασε το 2020 σε 4.985.» (Λίνα Γιάνναρου, Το παραδοσιακό περίπτερο σβήνει, Καθημερινή 17.07.2022). Η αντιμετώπιση των περιπτέρων ως ξεπερασμένων αλλά και οι αλλαγές που έχει φέρει στη λειτουργία τους τόσο η καπιταλιστική κρίση, όσο και οι αποφάσεις των κυβερνήσεων δεν είναι μια καινούργια διαδικασία. Διαβάζουμε σχετικά σε δημοσίευμα της εφημερίδας «Ελευθερία» πριν από δεκατρία χρόνια ότι «Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι επαγγελματίες του κλάδου είναι αυτή τη στιγμή η δραστική συρρίκνωση του εισοδήματός τους από τη μείωση του περιθωρίου κέρδους στις πωλήσεις τσιγάρων-προϊόντων καπνού και καρτών τηλεφωνίας-επικοινωνίας. Με την ανακοίνωση των νέων φορολογικών μέτρων, μέσα σε ελάχιστους μήνες, είδαν το κέρδος τους από τις πωλήσεις τσιγάρων να μειώνεται δραματικά.» («Υπό διωγμό» 46.000 περιπτερούχοι – καπνοπώλες στη χώρα, Ελευθερία 27.05.2010). Οι συνθήκες πλέον είναι ακόμα χειρότερες.
Μια σχέση ζωής με τους ανθρώπους, την κοινωνία, τα αστικά ήθη και την λειτουργία της πόλης, να τι είναι το περίπτερο. Παραμένει άρρηκτα συνδεδεμένο με τη σύγχρονη ιστορία του τόπου. Και στο συγκεκριμένο σημείο δεν μπορούμε να μην αναφέρουμε ότι τα περίπτερα παραχωρήθηκαν, ήδη από τα πρώτα χρόνια των πολεμικών εξορμήσεων του ελληνικού κράτους, ως εργαλείο επιβίωσης για τα θύματα και τους τραυματίες των πολέμων ενώ αργότερα αντίστοιχη θέση μπορούσαν να αναλάβουν άτομα με αναπηρία ή πολύτεκνοι με βάση εισοδηματικά κριτήρια.
Αυτή η πολύμορφη σχέση αποτυπώθηκε στις σελίδες των ποιητών μας, στην οθόνη του κινηματογράφου, στο σύγχρονο λαϊκό και στο νεότερο έντεχνο τραγούδι πάντα με εκτίμηση και αγάπη για το ρόλο του στην κοινωνία κι ενίοτε με μια νοσταλγική και σατιρική ματιά. Από τις ασπρόμαυρες ταινίες («Τζιπ, περίπτερο και αγάπη» (1957) με τους Νίκο Σταυρίδη και τον Νίκο Ρίζο, «Πάρε κόσμε» (1967) με τον Θανάση Βέγγο, «Περιπτερού» (1970) με τη Γεωργία Βασιλειάδου) μέχρι το «Ένα λεπτό περιπτερά» (1990) που ερμηνεύει ο Στράτος Διονυσίου και από το χρονογράφημα του Σωτήρη Σκίπη για τα περίπτερα στη σατιρική εφημερίδα «Το Σκριπ» (1919) μέχρι τον Ντίνο Χριστιανόπουλο και «Το περίπτερο στο δεξί πεζοδρόμι» η τέχνη έχει κάνει δικό της το περίπτερο, τον τρόπο λειτουργίας του, την επαφή και τη διάδραση με τους απλούς ανθρώπους και τις ανάγκες τους. Ενδεικτικά του κλίματος είναι τα ποιήματα που παρουσιάζουμε από τη νεότερη ποιητική παραγωγή, μαζί με το έργο του Χριστιανόπουλου που ήδη αναφέραμε. Ο προσεκτικός αναγνώστης θα εντοπίσει τα κοινά στοιχεία που μοιράζονται μεταξύ τους κάποιες δημιουργίες αλλά παράλληλα θα χαρεί με τον πλούτο των εικόνων και των συναισθημάτων που προσφέρει η καθεμία από αυτές.
ΠΟΙΗΜΑΤΑ
ΤΟ ΠΕΡΙΠΤΕΡΟ ΣΤΟ ΔΕΞΙ ΠΕΖΟΔΡΟΜΙ
Το περίπτερο στο δεξί πεζοδρόμι
είν’ άδειο από λυρισμό και ποίηση-
που λυρισμός με ξυραφάκια και τσιγάρα
που ποίηση μ’ εφημερίδες και προφυλακτικά.
Το περίπτερο στο δεξί πεζοδρόμι
είναι γεμάτο λυρισμό και ποίηση
αρκεί να ρίξεις μια κρυφή ματιά
στον έφηβο που λαμπαδιάζει μέσα.
Ντίνος Χριστιανόπουλος, Το κορμί και το σαράκι, Εκδόσεις Μπιλιέτο, Παιανία (1997)
ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ
Σάββατο πρωί δίπλα στο κύμα
Μπαξέ Τσιφλίκι ένας νόστιμος καφές
το πρώτο τσιγάρο της μέρας
η καλημέρα του γείτονα που αγνοείς τ’ όνομά του
Κρεμασμένες οι αθλητικές εφημερίδες στο περίπτερο
γωνία Αναλήψεως με Βασιλίσσης Όλγας
έχουν για πρωτοσέλιδο την ‑ύστερα από είκοσι χρόνια-
νίκη του Ολυμπιακού μέσα στην Τούμπα
Εκείνο το ποίημα που έγραψες εξεταζόμενος
σε μάθημα της Ανωτάτης Βιομηχανικής Σχολής Θεσσαλονίκης
κι ο καθηγητής αντί να σε μηδενίσει
σου χάρισε πεντάρι να πας παρακάτω
Και τώρα στα εξήντα
ούτε το όνομα του καθηγητή θυμάσαι, ούτε το ποίημα
Γιώργος Λ. Οικονόμου, Καρδίτσα – Χανιά – Θεσσαλονίκη, ποιητική συλλογή με έργα των Πηνελόπη Στ. Ανδρεάδη, Μαρία Γ. Μπούχλη και Γιώργου Λ. Οικονόμου, εκδ. Γράφημα, Θεσσαλονίκη (2020)
ΦΩΝΗΕΝΤΑ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΕΡΟ
Πρωί πρωί
να καρφιτσώνω τη σκέψη στο περίπτερο
Κι εσύ
περαστική ευκαιρία
να σταματάς με περιέργεια
μπροστά στους πηχυαίους τίτλους μου
Δεν είναι μόνο τα γράμματα πιο μαύρα
πιο έντονα
μα και τα μάτια τους
εκείνα τα μεγάλα αμυγδαλωτά φωνήεντα
που πέσανε σε έναν γκρεμό χωρίς αντίλαλο
και από τότε
βλέπουν την συνεχεία εντός μου
Ρίξε μου μια αγάπη
να ανέβω!
Ελένη Αρτεμίου — Φωτιάδου, Φωνήεντα σε περίπτερο, εκδ. Μανδραγόρας, Φεβρουάριος 2016
Ο ΠΕΡΙΠΤΕΡΑΣ
«Είναι το φευγιό που με κρατάει» .
Αυτή την απάντηση μου έδωσε όταν τον ρώτησα πώς αντέχει
κλεισμένος μέσα στο περίπτερο δώδεκα ώρες την ημέρα.
Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε και εκείνος Δευτέρα με Σάββατο εκεί,
στα τρία τετραγωνικά που τον όρισαν σε τούτη τη γη.
Στο μικρό του βασίλειο.
Ένα Σάββατο πήγα στο περίπτερο να αγοράσω τσιγάρα και
καραμέλες για τον λαιμό.
Πιάσαμε την κουβέντα.
«Τις Κυριακές πώς τις περνάς;»
«Προετοιμάζομαι για το φευγιό», μου αποκρίθηκε.
Γελάσαμε και τον καληνύχτισα.
Χθες επέστρεψα στην παλιά μου γειτονιά, έξι χρόνια μετά.
Καθημερινή. Το περίπτερο κλειστό.
Ρώτησα έναν γείτονα να μάθω.
«Πάει ένας χρόνος κοντά τώρα. Μια Δευτέρα δεν άνοιξε. Αυτό ήταν».
«Έτσι απλά;»
«Έτσι απλά».
Άργησε το φευγιό του, μα τα κατάφερε.
Νίκος Φρατζέτης, Η χαρτοπετσέτα, εκδ. Κίχλη, Ιούλιος 2020
ΤΟ ΠΕΡΙΠΤΕΡΟ
Όταν πέθανε ο κυρ Ανδρέας
πέθανε και το περίπτερο του
στην άκρη της πλατείας.
Τώρα κανείς δε θα αγοράσει την εφημερίδα του,
ούτε αναλύσεις θα κάνει
για τη γεωπολιτική πραγματικότητα
μαζί με τον περίπτερα
που ενίοτε γίνονταν και καφετζής,
για τους τακτικούς πελάτες.
Σαν τώρα, θυμάμαι,
όταν με κέρασε τον πρώτο μου ελληνικό,
ένα καφέ νεροζούμι φτιαγμένο με αγάπη.
«Έγινες άντρας βλέπω, εκτός από μίκυμαους
αγοράζεις και πορνό.
Αλλά πρόσεχε, η συχνή μαλακία, τυφλώνει» έλεγε
κι άναβε το τσιγάρο του, καρέλια μπλε το κατοστάρι.
Όταν πέθανε το περίπτερο του κυρ Ανδρέα
πέθανε κι η πλατεία
στο κέντρο της πόλης.
Χωρίς ζωή έμειναν τα ψυγεία
κι οι μετανάστες δεν έχουν τρόπο
να αγοράσουν φτηνή μπύρα.
Οι γέροι θαμώνες της περιοχής
επέστρεψαν στα σπίτια τους
καθώς το ΚΑΠΗ, όπως το αποκαλούσαν με στοργή,
τους άφησε άστεγους.
Αφίσες, κηδειόχαρτα και συνθήματα
στολίζουν τώρα το κουφάρι του,
που λιώνει με μίσος η μαρτιάτικη βροχή.
Κάτω από το στέγαστρο του
αράζω κι εγώ, με θυμό γράφοντας
αυτό τον επικήδειο.
Ειρηναίος Μαράκης, Πρώτη δημοσίευση στη στήλη Ποιήματα που τώρα γράφονται στο ιστολόγιο Λογοτεχνία και Σκέψη (14/3/2022)