Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Μιχάλης Κατσαρός: «Η διαθήκη μου» — «Υστερόγραφο»

Στις 21 Νοεμ­βρί­ου 1998 πέθα­νε ο Μιχά­λης Κατσα­ρός. Ενας από τους σημα­ντι­κούς Ελλη­νες ποι­η­τές. Κατα­τά­χθη­κε στους ποι­η­τές της ήττας, ωστό­σο σε πολ­λά ποι­ή­μα­τά του μιλά­ει για την αντί­στα­ση που οφεί­λου­με να προ­βάλ­λου­με στην καθη­με­ρι­νή ζωή και στην αλλο­τρί­ω­ση. Τα ποι­ή­μα­τά του χαρα­κτη­ρί­ζο­νται, όσον αφο­ρά στο περιε­χό­με­νό τους, από τη βαθύ­τα­τη ευαι­σθη­σία για τα βάσα­να των φτω­χών και κατα­τρεγ­μέ­νων ανθρώ­πων. Εξάλ­λου, και ο ίδιος διά­λε­ξε να ζήσει μια τελεί­ως ασκη­τι­κή ζωή.

Η διαθήκη μου

Αντι­στα­θεί­τε
σ’ αυτόν που χτί­ζει ένα μικρό σπιτάκι
και λέει: καλά είμαι εδώ.
Αντι­στα­θεί­τε σ’ αυτόν που γύρι­σε πάλι στο σπίτι
και λέει: Δόξα σοι ο Θεός.

Αντι­στα­θεί­τε
στον περ­σι­κό τάπη­τα των πολυκατοικιών
στον κοντό άνθρω­πο του γραφείου
στην εται­ρεία εισα­γω­γαί – εξαγωγαί
στην κρα­τι­κή εκπαίδευση
στο φόρο
σε μένα ακό­μα που σας ιστορώ.

Αντι­στα­θεί­τε
σ’ αυτόν που χαι­ρε­τά­ει απ’ την εξέ­δρα ώρες ατελείωτες
τις παρελάσεις
στον πρό­ε­δρο του Εφε­τεί­ου αντισταθείτε
στις μου­σι­κές τα τού­μπα­να και τις παράτες
σ’ όλα τ’ ανώ­τε­ρα συνέ­δρια που φλυαρούνε
πίνουν καφέ­δες σύνε­δροι συμβουλατόροι
σ’ αυτή την άγο­νη κυρία που μοιράζει
έντυ­πα αγί­ων λίβα­νον και σμύρναν
σε μένα ακό­μα που σας ιστορώ.

Αντι­στα­θεί­τε πάλι σ’ όλους αυτούς που λέγο­νται μεγάλοι
σ’ όλους που γρά­φουν λόγους για την εποχή
δίπλα στη χει­μω­νιά­τι­κη θερμάστρα
στις κολα­κεί­ες τις ευχές στις τόσες υποκλίσεις
από γρα­φιά­δες και δει­λούς για το σοφό αρχη­γό τους.

Αντι­στα­θεί­τε στις υπη­ρε­σί­ες των αλλο­δα­πών και διαβατηρίων
στις φοβε­ρές σημαί­ες των κρα­τών και τη διπλωματία
στα εργο­στά­σια πολε­μι­κών υλών
σ’ αυτούς που λένε λυρι­σμό τα ωραία λόγια
στα θούρια
στα γλυ­κε­ρά τρα­γού­δια με τους θρήνους
στους θεατές
στον άνεμο
σ’ όλους τους αδιά­φο­ρους και τους σοφούς
στους άλλους που κάνου­νε το φίλο σας
ως και σε μένα, σε μένα ακό­μα που σας ιστο­ρώ αντισταθείτε.

Τότε μπο­ρεί βέβαιοι να περά­σου­με προς την Ελευθερία.

Υστερόγραφο

Η δια­θή­κη μου πριν διαβαστεί
– καθώς διαβάστηκε –
ήταν ένα ζεστό άλο­γο ακέραιο.
Πριν διαβαστεί
όχι οι κλη­ρο­νό­μοι που περίμεναν
αλλά σφε­τε­ρι­στές κατα­πα­τή­σαν τα χωράφια.

Η δια­θή­κη μου για σένα και για σε
χρό­νια κατα­χω­νιά­στη­κε στα χρονοντούλαπα
από γρα­φιά­δες πονη­ρούς συμβολαιογράφους.

Αλλά­ξα­νε φρά­σεις σημαντικές
ώρες σκυμ­μέ­νοι πάνω της με τρόμο
εξα­φα­νί­σα­νε τα μέρη με τους ποταμούς
τη νέα βουή στα δάση
τον άνε­μο τον σκότωσαν –
τώρα κατα­λα­βαί­νω πια τι έχασα
ποιος είναι αυτός που πνίγει.

Και συ λοιπόν
στέ­κε­σαι έτσι βου­βός με τόσες παραιτήσεις
από φωνή
από τροφή
από άλογο
από σπίτι
στέ­κεις απαί­σια βου­βός σαν πεθαμένος:

Ελευ­θε­ρία ανά­πη­ρη πάλι σου τάζουν.

Μιχά­λης Κατσα­ρός: Αντι­στά­θη­κε με την πένα του

Μιχά­λης Κατσα­ρός, Ο Δούλος

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο