Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΜΙΧΑΛΗΣ ΑΡΓΥΡΙΔΗΣ Ένας άξιος εκπαιδευτικός, κριτικός και μελετητής της παιδικής λογοτεχνίας, συγγραφέας και ζωγράφος.

Συνέ­ντευ­ξη από τον Θανά­ση Ν. Καρα­γιάν­νη // 

arguridis mix 1Πριν να ξεκι­νή­σει η συζή­τη­ση με τον εκλε­κτό φίλο μου και συνά­δελ­φο, θα παρα­θέ­σω ένα σύντο­μο εργο­βιο­γρα­φι­κό του σημεί­ω­μα, ώστε ο ανα­γνώ­στης μας να γνω­ρί­σει τον άνθρω­πο, δημιουρ­γό και συγ­γρα­φέα, Μιχά­λη Αργυ­ρί­δη, έναν πνευ­μα­τι­κό άνθρω­πο, που ζει στη Λάρι­σα και εκεί συνε­χί­ζει να δημιουρ­γεί μέχρι σήμε­ρα, αν και έχει αφυ­πη­ρε­τή­σει από την Εκπαί­δευ­ση. Έναν απλό, μετριό­φρο­να και εργα­τι­κό  δημιουρ­γό, ο οποί­ος εργά­ζε­ται για τόσες δεκα­ε­τί­ες με συνέ­πεια, με αγά­πη για τα γράμ­μα­τα και τις τέχνες, με πάθος για την εκπαί­δευ­ση και τα παι­διά, με φαντα­σία και επι­νοη­τι­κό­τη­τα, με κοι­νω­νι­κή συνεί­δη­ση για μια καλύ­τε­ρη κοι­νω­νία. Φιλο­μα­θής εκπαι­δευ­τι­κός και Δάσκα­λος, γενι­κό­τε­ρα, κοι­νω­νι­κής προ­σφο­ράς, συνε­χί­ζει το έργο του και ευχό­μα­στε να το κάνει για πολ­λά χρό­νια ακόμη.

O Mιχά­λης Ι. Αργυ­ρί­δης κατά­γε­ται από τα Φάρ­σα­λα. Γεν­νή­θη­κε, το 1952, από φτω­χή εργα­τι­κή οικο­γέ­νεια. Στη διάρ­κεια των γυμνα­σια­κών του χρό­νων υπήρ­ξε συνερ­γά­της του θρυ­λι­κού, πλέ­ον, περιο­δι­κού «Η Διά­πλα­σις των παί­δων». Υπη­ρέ­τη­σε ως δάσκα­λος στη δημό­σια εκπαί­δευ­ση από το 1976 ως το 2010. Σήμε­ρα ζει στη Λάρισα.

Ασχο­λεί­ται με την έρευ­να, τη μελέ­τη και την κρι­τι­κή στον χώρο της σύγ­χρο­νης λογο­τε­χνί­ας για παι­διά. Έχει δημο­σιεύ­σει εκα­το­ντά­δες άρθρα, μελέ­τες και κρι­τι­κά σημειώ­μα­τα για το παι­δι­κό λογο­τε­χνι­κό βιβλίο σε εφη­με­ρί­δες και περιο­δι­κά σε όλη, σχε­δόν, την Ελλά­δα και στην Κύπρο. Κεί­με­νά του για βιβλία της Άλκης Ζέη συνό­δευ­σαν, το 2004, τον φάκε­λο υπο­ψη­φιό­τη­τας της κατα­ξιω­μέ­νης συγ­γρα­φέα για το Διε­θνές Βρα­βείο Άντερ­σεν. Έχει εκδώ­σει δώδε­κα βιβλία για τη σύγ­χρο­νη παι­δι­κή λογο­τε­χνία. Πήρε μέρος ως ομι­λη­τής σε συνέ­δρια, ημε­ρί­δες, εκδη­λώ­σεις και ραδιο­τη­λε­ο­πτι­κές εκπο­μπές για την παι­δι­κή λογο­τε­χνία. Υπήρ­ξε παρα­γω­γός και παρου­σια­στής εβδο­μα­διαί­ας ραδιο­φω­νι­κής εκπο­μπής, αφιε­ρω­μέ­νης στο παι­δι­κό λογο­τε­χνι­κό βιβλίο, σε ραδιό­φω­νο της Λάρισας.

Διορ­γά­νω­σε τιμη­τι­κές εκδη­λώ­σεις για πολ­λούς συγ­γρα­φείς της παι­δι­κής λογο­τε­χνί­ας είτε στον χώρο των σχο­λεί­ων που εργά­στη­κε είτε στην επαρ­χία Φαρ­σά­λων είτε στην πόλη της Λάρι­σας. Ίδρυ­σε την Πρό­τυ­πη Δανει­στι­κή Βιβλιο­θή­κη «Άλκη Ζέη — Ζωρζ Σαρή» (στο 23ο Δημο­τι­κό Σχο­λείο Λάρι­σας). Δημιούρ­γη­σε το Μου­σείο Σύγ­χρο­νης Παι­δι­κής Λογο­τε­χνί­ας «Βίτω Αγγε­λο­πού­λου», με εκθέ­μα­τα προ­σω­πι­κά αντι­κεί­με­να συγ­γρα­φέ­ων από την παι­δι­κή τους ηλι­κία, καθώς και τη Βιβλιο­θή­κη Κυπρια­κής Παι­δι­κής Λογο­τε­χνί­ας «Κώστας Κατσώ­νης – Κίκα Πουλ­χε­ρί­ου – Μαρία Πυλιώ­του –Κύπρος Τόκας» (και τα δύο βρί­σκο­νται στο 23ο Δημο­τι­κό Σχο­λείο Λάρισας).

Δίδα­ξε, με θέμα τη δημιουρ­γι­κή σύν­δε­ση παι­δι­κής λογο­τε­χνί­ας και σχο­λεί­ου, σε Περι­φε­ρεια­κά Επι­μορ­φω­τι­κά Κέντρα (ΠΕΚ) για δασκάλους.

Διε­τέ­λε­σε τακτι­κό μέλος της Εφο­ρεί­ας Δημό­σιας Κεντρι­κής Βιβλιο­θή­κης Λάρι­σας, της Ένω­σης Συγ­γρα­φέ­ων – Εικο­νο­γρά­φων Παι­δι­κού Βιβλί­ου, του Κύκλου του Ελλη­νι­κού Παι­δι­κού Βιβλίου,της Διε­θνούς Ένω­σης Κρι­τι­κών Λογο­τε­χνί­ας, της UNICEF, και σύμ­βου­λος έκδο­σης του περιο­δι­κού «Σπου­δές» (Σχο­λείο και Πολιτισμός).

Συνερ­γά­ζε­ται με το Διε­θνές Ινστι­τού­το Παι­δι­κής Λογο­τε­χνί­ας της Οσά­κα (Ιαπω­νία).

Βιβλία του βρί­σκο­νται στη Διε­θνή Νεα­νι­κή Βιβλιο­θή­κη του Μονά­χου (Γερ­μα­νία), στην Εθνι­κή και Διε­θνή  Βιβλιο­θή­κη Γαλ­λί­ας, στο Διε­θνές Ινστι­τού­το Παι­δι­κής Λογο­τε­χνί­ας της Οσά­κα (Ιαπω­νία), στο Ινστι­τού­το Γλώσ­σας του Πανε­πι­στη­μί­ου της Μαριού­πο­λης (Ουκρα­νία), στο Ίδρυ­μα «Μελί­να Μερ­κού­ρη» (Αθή­να), στις βιβλιο­θή­κες των παι­δα­γω­γι­κών τμη­μά­των των πανε­πι­στη­μί­ων στην Αλε­ξαν­δρού­πο­λη, τα Ιωάν­νι­να, τη Ρόδο, την Πάτρα.

Βρα­βεύ­τη­κε για την πολύ­χρο­νη προ­σφο­ρά του στην ανά­δει­ξη της παι­δι­κής λογο­τε­χνί­ας καθώς και στη δημιουρ­γι­κή σύν­δε­σή της με το σχο­λείο, από τον Κύκλο του Ελλη­νι­κού Παι­δι­κού Βιβλί­ου (1994 και 2007), το Υπουρ­γείο Παι­δεί­ας (2005 και 2010), το Διε­θνές Βιο­γρα­φι­κό Κέντρο του Κέμπριτζ (1996, 2005, 2012).

Η παρα­κά­τω συνέ­ντευ­ξή μου θα καλύ­ψει ένα μέρος από τα τόσα ενδια­φέ­ρο­ντα και δεξιό­τη­τες του Μιχά­λη Αργυ­ρί­δη, μια άγνω­στη για το ευρύ κοι­νό πτυ­χή των ποι­κί­λων δρα­στη­ριο­τή­των του, τη ζωγρα­φι­κή και ιδιαί­τε­ρα τις προ­σω­πο­γρα­φί­ες του, οι οποί­ες αν και είναι ελά­χι­στες, εντού­τοις είναι αξιοπρόσεχτες.

[Η συνέ­ντευ­ξη έγι­νε με το ηλε­κτρο­νι­κό ταχυδρομείο].

ΨΑΡΑΣ σχήμα 025 Χ 035 εκατ. 1976

ΕΡΩΤΗΣΗ:

Αγα­πη­τέ κ. Αργυ­ρί­δη, όταν ήσουν παι­δί, ζωγρά­φι­ζες στο σχο­λείο ή στο οικο­γε­νεια­κό σου περι­βάλ­λον, και ποια θέμα­τα σου άρε­σε περισ­σό­τε­ρο να ζωγραφίζεις;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:

Όταν ήμουν παι­δί ζωγρά­φι­ζα μόνο στο σπί­τι μου, στο οικο­γε­νεια­κό μου περι­βάλ­λον, καθό­τι το μάθη­μα της ζωγρα­φι­κής στο σχο­λείο δεν υφί­στα­το. Χρη­σι­μο­ποιού­σα διά­φο­ρα χαρ­τιά λευ­κού χρώ­μα­τος και στυ­λό μπλε χρώ­μα­τος. Μου άρε­σε περισ­σό­τε­ρο να ζωγρα­φί­ζω πρό­σω­πα και σκη­νές από παι­δι­κά περιο­δι­κά της επο­χής: «Ο μικρός ΗΡΩΣ», «Ο ΜΙΚΡΟΣ ΖΟΡΡΟ», «Ο ΜΙΚΡΟΣ ΣΕΡΙΦΗΣ», «Ο ΜΙΚΡΟΣ ΚΑΟΥ — ΜΠΟΫ», «Ο ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ», «ΓΚΑΟΥΡ – ΤΑΡΖΑΝ», «ΚΛΑΣΣΙΚΑ εικο­νο­γρα­φη­μέ­να», «Η ΔΙΑΠΛΑΣΙΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΩΝ». Επί­σης, ζωγρά­φι­ζα και από μνή­μης (ζώα, αντι­κεί­με­να, ανθρώ­πι­νες μορ­φές, λου­λού­δια, δέντρα, κ.ά.).

ΕΡΩΤΗΣΗ:

Αργό­τε­ρα;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:

Στα γυμνα­σια­κά μου χρό­νια (στις τρεις πρώ­τες τάξεις) άρχι­σα να ζωγρα­φί­ζω με πενά­κι και μελά­νι μαύ­ρου χρώ­μα­τος. Τα έργα μου, σε χαρ­τί δια­στά­σε­ων 10x15 εκ., τα έστελ­να στο περιο­δι­κό «Η ΔΙΑΠΛΑΣΙΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΩΝ», για τη σελί­δα «Η Γωνιά μας για όσους ζωγρα­φί­ζουν». Το πρώ­το μου έργο, «Ο πατέ­ρας» (προ­σω­πο­γρα­φία), αν και δεν δημο­σιεύ­θη­κε, απέ­σπα­σε κολα­κευ­τι­κά σχό­λια («δεί­χνει ότι, αν προ­σέ­ξεις περισ­σό­τε­ρο, θα φτιά­ξεις πολύ ωραία έργα»). Το δεύ­τε­ρο, με τίτλο «Η βαρ­κού­λα», δημο­σιεύ­θη­κε μετά πολ­λών επαί­νων («Έχεις ταλέ­ντο στη ζωγρα­φι­κή. Γι’ αυτό ζωγρά­φι­ζε συχνά, για να πάρει το χέρι σου το σωστό δρό­μο»). Το τρί­το, «Στο λιμά­νι», δημο­σιεύ­θη­κε, με την επι­σή­μαν­ση: «Τα έργα σου έχουν στρω­τές γραμ­μές, σωστή φωτο­σκί­α­ση, προ­ο­πτι­κή, χάρη, φαντα­σία, ζωγρα­φι­κό­τη­τα». Το έργο μου «Νεκρή φύση» δια­κρί­θη­κε σε πανελ­λή­νιο δια­γω­νι­σμό ζωγρα­φι­κής του περιο­δι­κού «Η ΔΙΑΠΛΑΣΙΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΩΝ».

ΕΡΩΤΗΣΗ:

Από πότε ζωγρα­φί­ζεις προσωπογραφίες;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:

Προ­σω­πο­γρα­φί­ες άρχι­σα να ζωγρα­φί­ζω μετά το 1974, όταν τελεί­ω­σα τη στρα­τιω­τι­κή μου θητεία. Συνέ­χι­σα ως το 1983, οπό­τε και στα­μά­τη­σα. Με κέρ­δι­σε η λογο­τε­χνία για παι­διά. Πρό­σφα­τα, πέρα­σε από τη σκέ­ψη μου η ιδέα να αρχί­σω και πάλι την ερα­σι­τε­χνι­κή ενα­σχό­λη­σή μου με την ασπρό­μαυ­ρη προσωπογραφία.

ΕΡΩΤΗΣΗ:

Με βάση ποιο μοντέ­λο ζωγρα­φί­ζεις; Αντι­γρά­φεις, τρό­πο τινά, προ­σω­πο­γρα­φί­ες κάποιων καλ­λι­τε­χνών ή από φωτογραφίες;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:

Αντι­γρά­φω προ­σω­πο­γρα­φί­ες κάποιων καλ­λι­τε­χνών, είτε από εξώ­φυλ­λα βιβλί­ων και περιο­δι­κών είτε από πίνα­κες ζωγρα­φι­κής, όπως και από ασπρό­μαυ­ρες φωτογραφίες.

ΕΡΩΤΗΣΗ:

Ποια υλι­κά χρησιμοποιείς;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:

Χρη­σι­μο­ποιώ μόνο μολύ­βια (μαλα­κά, μέτρια, σκληρά).

ΕΡΩΤΗΣΗ:

Πόσες προ­σω­πο­γρα­φί­ες έχεις; Δώσε μου έναν κατά­λο­γο προ­σω­πο­γρα­φιών με λεζά­ντες (τίτλος, δια­στά­σεις, υλι­κό, χρο­νο­λο­γία κ.λπ.)

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:

Έχω μόνον τέσ­σε­ρις, δια­στά­σε­ων 25x35 εκ. Οι τίτλοι: «Νορ­βη­γός ψαράς» (1976), «Καζαν­τζά­κης» (1980), «Βενι­ζέ­λος» (1975), «Πομά­κος Ξάν­θης» (1982).

Έχω χαρί­σει («Η Τέχνη για τον λαό»), σε συγ­γε­νείς, φίλους, γνω­στούς τις εξής προ­σω­πο­γρα­φί­ες: «Βάβω» (1974), «Γερο – ξωμά­χος» (1974), «Αντάρ­της» (1975), «Τρα­γιά­σκας» (1977), «Καρ­βου­νιά­ρης» (1977), «Παλα­μάς» (1980).

ΕΡΩΤΗΣΗ:

Έχει δημο­σιευ­θεί κάποιο κεί­με­νο, σχε­τι­κό μ’ αυτή σου τη δραστηριότητα;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:

Δεν έχει δημο­σιευ­θεί κάτι για αυτή μου τη δραστηριότητα.

ΕΡΩΤΗΣΗ:

Χαί­ρο­μαι που έχω την τιμή να είμαι ο πρώ­τος που πήρε την πρω­το­βου­λία να γρα­φτούν έστω αυτά τα λίγα για το ταλέ­ντο και τα έργα σου σ’ αυτόν τον καλ­λι­τε­χνι­κό τομέα της προ­σω­πο­γρα­φί­ας και εύχο­μαι στη συνέ­χεια κάποιος τεχνο­κρι­τι­κός να γρά­ψει ένα σχε­τι­κό με αυτά τα έργα σου εκτε­νές και εμβρι­θές κεί­με­νο, αλλά και γενι­κά για όλες τις δρα­στη­ριό­τη­τές σου στον τομέα της ζωγραφικής.

Έχεις σπου­δά­σει ζωγραφική;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:

Δεν έχω σπου­δά­σει. Είμαι αυτοδίδακτος.

ΕΡΩΤΗΣΗ:

Έχεις κάποια πρό­τυ­πα προσωπογράφων;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:

Έχω επη­ρε­α­στεί ως προς το ασπρό­μαυ­ρο από τα έργα των κορυ­φαί­ων χαρα­κτών μας, Α. Τάσ­σου και Βάσως Κατρά­κη, και από τις φωτο­γρα­φί­ες του Σπύ­ρου Μελε­τζή και του Κώστα Μπαλάφα.

ΕΡΩΤΗΣΗ:

Ποιοι συγ­γε­νείς σου ζωγρα­φί­ζουν ή ζωγρά­φι­ζαν; Οι γονείς και οι παπ­πού­δες σου, ίσως;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:

Κανέ­νας συγ­γε­νής μου δε ζωγρά­φι­ζε. Ούτε οι γονείς μου ούτε οι παπ­πού­δες μου.

Η κόρη μου, Ξαν­θή, ασχο­λή­θη­κε, για ένα διά­στη­μα πολ­λών ετών, με τη ζωγρα­φι­κή (με διά­φο­ρα υλι­κά), με την κερα­μι­κή, την κατα­σκευή εικα­στι­κής κού­κλας. Κού­κλες της «φιλο­ξε­νή­θη­καν» σε δύο αμε­ρι­κά­νι­κα περιο­δι­κά, τα οποία ανα­φέρ­θη­καν στο έργο της. Είναι κάτο­χος 4 διπλω­μά­των από το «Εργα­στή­ρι Ζωγρα­φι­κής» του Δήμου Λάρισας.

σχήμα 025 Χ 035 εκατ. 1975

ΘΑΝ. Ν. ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ:

Χαί­ρο­μαι που «το μήλο έπε­σε κάτω από τη μηλιά», από «υγιές καρ­πο­φό­ρο δέντρο», το οποίο με την «παρέμ­βα­ση καλών γεωπόνων»/δασκάλων ευδο­κί­μη­σε με επι­τυ­χί­ες σε διά­φο­ρους τομείς της τέχνης, στην τοπι­κή κοι­νω­νία και στον διε­θνή τύπο. Εύχο­μαι στη φίλη Ξαν­θή Αργυ­ρί­δη, να συνε­χί­σει την καλ­λι­τε­χνι­κή της δημιουρ­γία και ενα­σχό­λη­ση, συνε­χί­ζο­ντας την πατρι­κή καλ­λι­τε­χνι­κή παρακαταθήκη.

Ευχα­ρι­στώ τον αγα­πη­μέ­νο φίλο, εκλε­κτό συνά­δελ­φο και σημα­ντι­κό συγγραφέα/μελετητή της παι­δι­κής λογο­τε­χνί­ας (ελλη­νι­κής, κυπρια­κής και διε­θνούς), Μιχά­λη Αργυ­ρί­δη, γι’ αυτή τη σύντο­μη, αλλά ουσια­στι­κή συνέ­ντευ­ξη που μου παραχώρησε.

σχήμα 025 Χ 035 εκατ. 1980 1Η προ­σω­πι­κή μου άπο­ψη για τις προ­σω­πο­γρα­φί­ες του, αν και δεν είμαι ειδι­κός, είναι θετι­κή. Ζωγρα­φί­ζει υπέ­ρο­χα. Έχει ταλέ­ντο, αναμ­φι­σβή­τη­τα. Νομί­ζω ότι η άπο­ψή μου για τις προ­σω­πο­γρα­φί­ες του δεν είναι υπο­κει­με­νι­κή και δεν είναι επη­ρε­α­σμέ­νη από συναι­σθη­μα­τι­κούς λόγους. Υπο­θέ­τω ότι πολ­λοί θα συμ­φω­νή­σουν μαζί μου. Απει­κο­νί­ζει με ζεστό και γλα­φυ­ρό τρό­πο τα πρό­σω­πα που επέ­λε­ξε, ανα­δη­μιουρ­γώ­ντας με το δικό του ύφος και την προ­σω­πι­κό­τη­τά του, μορ­φές που έχουν να μας πουν πολ­λά και ενδια­φέ­ρο­ντα για τη ζωή τους, αφού είναι έτοι­μες να μας μιλή­σουν με αμε­σό­τη­τα, κοι­τά­ζο­ντάς μας με ειλι­κρί­νεια κατά­μα­τα. Δεν έχει να ζηλέ­ψει τίπο­τα από επαγ­γελ­μα­τί­ες προ­σω­πο­γρά­φους. Εύχο­μαι να είναι καλά και να συνε­χί­σει, χαρί­ζο­ντάς μας και άλλες θαυ­μά­σιες προ­σω­πο­γρα­φί­ες. Πιστεύω –και αυτό με στε­νο­χω­ρεί– ότι δεν έπρε­πε να στα­μα­τή­σει τις προ­σω­πο­γρα­φί­ες του τόσο νωρίς. Εύχο­μαι να τις συνε­χί­σει με άλλες προ­σω­πο­γρα­φί­ες, μια και τώρα έχει να προ­σφέ­ρει ακό­μη περισ­σό­τε­ρα πράγ­μα­τα στον καλ­λι­τε­χνι­κό –έστω ερα­σι­τε­χνι­κό– χώρο, λόγω της ωρι­μό­τη­τας των χρό­νων, των εμπει­ριών και των γνώ­σε­ών του.

Αν και επι­θυ­μού­σα­με να έχου­με, για να τις απο­λαύ­σου­με, και τις υπό­λοι­πες έξι προ­σω­πο­γρα­φί­ες του: «Βάβω» (1974), «Γερο – ξωμά­χος» (1974), «Αντάρ­της» (1975), «Τρα­γιά­σκας» (1977), «Καρ­βου­νιά­ρης» (1977), «Παλα­μάς» (1980), ωστό­σο αδυ­να­τού­με, για­τί δεν υπάρ­χουν, πλέ­ον, ούτε καν αντί­γρα­φα στο προ­σω­πι­κό του Αρχείο, αφού τις χάρι­σε πριν από πολ­λά χρό­νια σε «τυχε­ρούς» συγ­γε­νείς, φίλους και γνω­στούς του. Ο Αργυ­ρί­δης είχε δώσει σ’ αυτές τις προ­σω­πο­γρα­φί­ες του το γενι­κό τίτλο «Η Τέχνη για τον λαό», τίτλος ο οποί­ος φανε­ρώ­νει την κοι­νω­νι­κή ευαι­σθη­σία του δημιουρ­γού και τη φιλο­λαϊ­κή ιδε­ο­λο­γία του.

ΞΑΝΘΗΣ σχήμα 025 Χ 035 εκατ. 1982

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο