Οι αβρότητες, οι φιλοφρονήσεις καθώς και οι εκατέρωθεν αναφορές στην στενή φιλία και συμμαχία των δύο χωρών, περίσσεψαν στη σημερινή συνάντηση των προέδρων ΗΠΑ-Γαλλίας στον Λευκό Οίκο, ωστόσο δεν μπόρεσαν να κρύψουν τις υπαρκτές και συνεχώς αυξανόμενες αντιθέσεις ανάμεσα στις δύο πλευρές και γενικότερα εντός του ευρωατλαντικού μπλοκ, που απειλούν να οδηγήσουν ακόμη και σε έναν «οικονομικό πόλεμο» μεταξύ ΗΠΑ — ΕΕ.
Η συνάντηση Μπάϊντεν-Μακρόν έγινε στο πλαίσιο της επίσκεψης που πραγματοποιεί από χθες στην Ουάσινγκτον ο Γάλλος πρόεδρος, στην ατζέντα της οποίας βρίσκονται ο πόλεμος στην Ουκρανία, η στάση απέναντι στην Κίνα και όλα τα «επείγοντα παγκόσμια ζητήματα».
Αναφορικά με το ζήτημα της Ουκρανίας, Γαλλία και ΗΠΑ είναι ενωμένες, στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, ως προς τη στρατιωτική υποστήριξη του Κιέβου απέναντι στη Ρωσία, ωστόσο οι αντιθέσεις για τους όρους τερματισμού του πολέμου, την «επόμενη μέρα» στην Ευρώπη και τον επιμερισμό κερδών και ζημιών που έχουν προκύψει, συνεπεία του πολέμου, γίνονται όλο και πιο έντονες.
Κύριο «αγκάθι» στο συγκεκριμένο ζήτημα, αποτελεί το θέμα του πανάκριβου υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) που αγοράζει η ΕΕ από τις ΗΠΑ, στο πλαίσιο της ενεργειακής «απεξάρτησης» από τη Ρωσία, με τον Μακρόν να μεταφέρει στον ομόλογό του τη δυσφορία της ΕΕ (που έχει εκφραστεί στις τελευταίες συνόδους κορυφής κυρίως από Παρίσι και Βερολίνο) για το γεγονός, την ωρα μάλιστα που οι ΗΠΑ έχουν τουλάχιστον διπλασιάσει τις παραδόσεις LNG στην ΕΕ σε σχέση με το 2021.
Επιπλέον ο Γάλλος Πρόεδρος εξέφρασε τη δυσαρέσκεια της ΕΕ για τον Νόμο για τη Μείωση του Πληθωρισμού (Inflation Reduction Act-IRA) που επιδοτεί τους επιχειρηματικούς ομίλους που παράγουν στις ΗΠΑ, και για τον Νόμο CHIPS, που δίνει 52 δισεκ. δολάρια σε επιδοτήσεις και φοροαπαλλαγές σε όσες εταιρείες ημιαγωγών επιλέξουν να δημιουργήσουν νέες δραστηριότητες ή να επεκτείνουντις υπάρχουσες στις ΗΠΑ.
Οι Ευρωπαίοι θεωρούν ότι οι δύο νόμοι θέτουν σε μειονεκτική θέση τα ευρωπαϊκά μονοπώλια, ευνοώντας τα αμερικανικά, κατά παράβαση των αρχών του «υγιούς ανταγωνισμού».
Κατά την επίσκεψή του στη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου στην Ουάσιγκτον την Τετάρτη, ο Μακρόν είπε στους νομοθέτες ότι ο νόμος για τη μείωση του πληθωρισμού ήταν «υπερεπιθετικός» κατά των ευρωπαϊκών εταιρειών, ενώ σε συνέντευξή του στο ABC υποστήριξε ότι τόσο ο νόμος CHIPS, όσο και ο IRA «είναι και οι δύο πολύ καλοί για την οικονομία των ΗΠΑ, αλλά καθώς δεν συντονίστηκαν σωστά με τις ευρωπαϊκές οικονομίες, δημιουργούν την απουσία ίσων όρων ανταγωνισμού».
Οι αντιθέσεις των δύο πλευρών δεν σταματούν εδώ. Έντονη διχογνωμία υπάρχει και αναφορικά με την ευρύτερη περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού. Η στρατιωτική συμφωνία ΗΠΑ-Ηνωμένου Βασιλείου-Αυστραλίας (AUKUS) τον Σεπτέμβριο του 2021, είχε προκαλέσει την οργή της γαλλικής κυβέρνησης, όχι μόνο διότι φαινόταν να την αποκλείει από τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς σε μία περιοχή που η Γαλλία έχει έντονα συμφέροντα αλλά και επειδή οδήγησε στην ακύρωση μιας κολοσσιαίας σύμβασης για την πώληση υποβρυχίων στην Αυστραλία.
Όπως προκύπτει τόσο από την κοινή δήλωση των δύο προέδρων όσο και από τις δηλώσεις τους, στη διάρκεια της κοινής συνέντευξης Τύπου μετά τη συνάντηση, το «παζάρι» για να συμβιβαστούν τα αντιτιθέμενα συμφέροντα των δύο πλευρών ήταν σκληρό, ωστόσο δεν υπήρξε πλήρης συγκερασμός των απόψεων, με αποτέλεσμα, εκτός από τη συνέχιση της συμμετοχής στην ιμπεριαλιστική σύγκρουση στην Ουκρανία, όπου υπάρχει «κοινός βηματισμός», αρκετά από τα υπόλοιπα ζητήματα να παραπέμπονται σε περαιτέρω διαπραγματεύσεις.
Εν προκειμένω, στο θέμα της Ουκρανίας οι δύο πρόεδροι δεσμεύτηκαν να συνεχίσουν να υποστηρίζουν στρατιωτικά, οικονομικά και πολιτικά την κυβέρνηση του Κιέβου και να φροντίσουν η Ρωσία να λογοδοτήσει για τα εγκλήματά της.
Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, δήλωσε «πρόθυμος» να συνομιλήσει με τον Ρώσο ηγέτη Βλαντιμίρ Πούτιν, εάν ο τελευταίος προτίθεται να συζητήσει τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία. «Είμαι έτοιμος να μιλήσω με τον κ. Πούτιν, αν στην πραγματικότητα υπάρχει ενδιαφέρον να αποφασίσει ότι ψάχνει έναν τρόπο να τερματίσει τον πόλεμο», είπε ο Μπάιντεν.
Σε ό,τι έχει να κάνει με την Κίνα, στην κοινή δήλωση αναφέρεται ότι οι δύο χώρες «θα συνεχίσουν να συντονίζονται» για τις ανησυχίες τους «σχετικά με τις προκλήσεις της Κίνας στη διεθνή τάξη που βασίζεται σε κανόνες, συμπεριλαμβανομένου του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» αλλά και «να συνεργάζονται με την Κίνα σε σημαντικά παγκόσμια ζητήματα όπως η κλιματική αλλαγή».
Στο θέμα του IRA, στην κοινή δήλωση αναφέρεται ότι οι δύο πλευρές «προσβλέπουν στο έργο της Ομάδας Εργασίας ΗΠΑ-ΕΕ για τον νόμο για την περαιτέρω ενίσχυση της εταιρικής σχέσης ΗΠΑ-ΕΕ.» Ο ίδιος ο Μπάιντεν, στη συνέντευξη Τύπου μετά τη συνάντηση, είπε ότι «προφανώς θα υπάρχουν λάθη σε αυτό το νομοσχέδιο» και πρόσθεσε ότι «υπάρχουν τροποποιήσεις που μπορούμε να κάνουμε που μπορούν ουσιαστικά να διευκολύνουν τη συμμετοχή των ευρωπαϊκών χωρών… αυτό είναι κάτι που πρέπει να επιλυθεί.»
Αναφορικά με το ζήτημα της τιμής του LNG, χαιρετίζεται η «πρόοδος που σημειώθηκε μέσω της Ειδικής Ομάδας ΗΠΑ-ΕΕ για την Ενεργειακή Ασφάλεια για τη διαφοροποίηση των προμηθειών φυσικού αερίου της ΕΕ, μειώνοντας το κόστος της και περιορίζοντας την εξάρτησή της» από τη Ρωσία, χωρίς όμως να αναλαμβάνεται συγκεκριμένη δέσμευση από τις ΗΠΑ για μείωση της τιμής του.
Τέλος σε σχέση με τον Ινδο-Ειρηνικό, σημειώνεται ότι «οι ΗΠΑ σκοπεύουν να αυξήσουν την υποστήριξή τους και τις υλικές συνεισφορές τους στις αεροπορικές και θαλάσσιες αποστολές που πραγματοποιούνται από τη Γαλλία και άλλα ευρωπαϊκά έθνη στην περιοχή».
Πηγή: 902.gr