Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Μπακαλιάρος σκορδαλιά: Πώς «ταυτίστηκε» με την 25η Μαρτίου

Από το τρα­πέ­ζι της 25ης Μαρ­τί­ου δεν μπο­ρεί να λεί­πουν ο μπα­κα­λιά­ρος και η σκορ­δα­λιά. Πώς προ­έ­κυ­ψε το έθι­μο να τρώ­με μπα­κα­λιά­ρο με σκορ­δα­λιά την 25η Μαρ­τί­ου; Όπως όλα μας τα έθι­μα και οι γαστρο­νο­μι­κές επι­λο­γές μας εκχρι­στια­νί­στη­καν στην πορεία του χρό­νου ή προ­έ­κυ­ψαν από τις ανά­γκες της νέας θρησκείας.

Συντα­γή για μπα­κα­λιά­ρο σκορ­δα­λιά, με πατά­τα ή ψωμί

Η Μεγά­λη Τεσ­σα­ρα­κο­στή είναι η παλαιό­τε­ρη και πιο αυστη­ρή χρο­νι­κή περί­ο­δος νηστεί­ας για την ορθό­δο­ξη εκκλη­σία. Από την καθιέ­ρω­σή της, περί τον 4ο αιώ­να μ.Χ., προ­βλέ­πε­ται κατά τα μονα­χι­κά πρό­τυ­πα ξηρο­φα­γία με τους πιστούς να τρώ­νε μόνο μια φορά την ημέ­ρα κι αυτή μετά τις 3 το μεσημέρι.

Μέσα στην περί­ο­δο της Τεσ­σα­ρα­κο­στής η νηστεία κατα­λύ­ε­ται, δια­φο­ρο­ποιεί­ται δηλα­δή, τρεις φορές, δίνο­ντας μια ευκαι­ρία στους πιστούς για ενδυ­νά­μω­ση μιας και η νηστεία αυτή είναι η πιο αυστη­ρή, αφού δεν επι­τρέ­πε­ται ούτε το λάδι

Η πρώ­τη από αυτές τις εξαι­ρέ­σεις γίνε­ται για την εορ­τή του Ευαγ­γε­λι­σμού της Θεο­τό­κου, όπως έχει καθιε­ρω­θεί η 25η Μαρτίου.

Πρό­κει­ται για μια χαρ­μό­συ­νη εορ­τή μέσα στην περί­ο­δο του πέν­θους της Σαρα­κο­στής και επει­δή είναι θεο­μη­το­ρι­κή εορ­τή, αφιε­ρω­μέ­νη στην Πανα­γία και ως εκ τού­του ιδιαί­τε­ρα σημα­ντι­κή για τα μονα­χι­κά τυπι­κά, επι­τρέ­πο­νται το ψάρι, το έλαιο και ο οίνος.

Όσον αφο­ρά τη δεύ­τε­ρη ημέ­ρα δια­φο­ρο­ποί­η­σης της νηστεί­ας, αυτή είναι η Κυρια­κή των Βαΐ­ων, η οποία είναι Δεσπο­τι­κή εορ­τή, αφιε­ρω­μέ­νη δηλα­δή στον επί­γειο βίο του Ιησού, οπό­τε οι πιστοί κατα­να­λώ­νουν και πάλι ψάρι, λάδι και κρασί.

Κατά­λυ­ση του λαδιού γίνε­ται και τη Μεγά­λη Πέμ­πτη, εις ανά­μνη­ση της παρα­δό­σε­ως του μυστη­ρί­ου της Θεί­ας Ευχα­ρι­στί­ας από τον Ιησού Χρι­στό. Μάλι­στα, τη Μεγά­λη Πέμ­πτη τελεί­ται και η Θεία Λει­τουρ­γία του Μεγά­λου Βασι­λεί­ου, η οποία τελεί­ται μόλις 10 φορές το χρόνο.

Το έθιμο του μπακαλιάρου

Η επι­λο­γή του παστού μπα­κα­λιά­ρου έγι­νε αιώ­νες πριν. Η εξή­γη­ση για τη γευ­στι­κή αυτή συνή­θεια είναι αρκε­τά απλή κι έχει να κάνει κυρί­ως με την αδυ­να­μία των κατοί­κων της ενδο­χώ­ρας να προ­μη­θεύ­ο­νται άμε­σα και οικο­νο­μι­κά φρέ­σκο ψάρι. Παρά το ότι ο μπα­κα­λιά­ρος δεν είναι ένα «ελλη­νι­κό» ψάρι, καθώς απα­ντά­ται κυρί­ως στις ακτές του βορειο­α­να­το­λι­κού Ατλα­ντι­κού, το γεγο­νός ότι γίνε­ται παστός τον καθι­στού­σε ένα τρό­φι­μο φθη­νό κι εύκο­λο στη συντήρηση.

Ο μπα­κα­λιά­ρος έφτα­σε στο ελλη­νι­κό τρα­πέ­ζι περί τον 15ο αιώ­να και καθιε­ρώ­θη­κε άμε­σα ως το εθνι­κό φαγη­τό της 25ης Μαρ­τί­ου, καθώς με εξαί­ρε­ση τα νησιά μας, το φρέ­σκο ψάρι απο­τε­λού­σε πολυ­τέ­λεια για τους φτω­χούς κατοί­κους της ηπει­ρω­τι­κής Ελλά­δας. Έτσι, ο παστός μπα­κα­λιά­ρος, που δεν χρεια­ζό­ταν ιδιαί­τε­ρη συντή­ρη­ση, απο­τέ­λε­σε την εύκο­λη και φθη­νή συνά­μα λύση, έθι­μο που κρα­τά μέχρι τις μέρες μας, και ας έχει εκτο­ξευ­τεί πλέ­ον η τιμή του..

Σκορδαλιά

Στα Επτά­νη­σα τη σκορ­δα­λιά τη λένε και αλιά­δα (αλλά και αγιά­δα, με βάση την τοπι­κή προ­φο­ρά) που είναι δάνειο από τα βενε­τι­κά (agliata στα σημε­ρι­νά ιτα­λι­κά). Φαί­νε­ται ότι από τον συμ­φυρ­μό των λέξε­ων «σκόρ­δο» και «αλιά­δα» προ­έ­κυ­ψε ο τύπος σκορ­δα­λιά­δα και από εκεί, με απλο­λο­γία, ο σημε­ρι­νός «σκορ­δα­λιά». Αυτή του­λά­χι­στον την ετυ­μο­λο­γία δίνουν τόσο το ΛΚΝ όσο και το Ετυ­μο­λο­γι­κό του Μπαμπινιώτη.

Κάτι σαν σκορ­δα­λιά έφτια­χναν και οι αρχαί­οι, βέβαια, και μια από τις λέξεις που είχαν ήταν «μυτ­τω­τός». Πάλι στους Αχαρ­νείς, στην αρχή του έργου, ο Δικαιό­πο­λις έχει μαζί του μια σακού­λα σκόρ­δα που του την αρπά­ζουν οι Θρά­κες μισθο­φό­ροι, οι Οδό­μα­ντες, κι εκεί­νος ολο­φύ­ρε­ται για τη σκορ­δα­λιά που θα έφτια­χνε (Οἴμοι τάλας, μυτ­τω­τὸν ὅσον ἀπώλεσα)

Όταν θέλου­με να πού­με ότι από κάτι απου­σιά­ζει το πιο απα­ραί­τη­το, το ειδο­ποιό συστα­τι­κό του, λέμε ότι μοιά­ζει με «σκορ­δα­λιά χωρίς σκόρδο»

Το σκόρ­δο είναι το Allium sativum, κρόμ­μυον το σκό­ρο­δον και, παρό­λο που είναι ιθα­γε­νές της Κεντρι­κής Ασί­ας, βρί­σκε­ται στα μέρη μας από πολύ παλιά, αφού, όπως ανα­φέ­ρει ο Ηρό­δο­τος, οι εργά­τες που έχτι­σαν την Πυρα­μί­δα του Χέο­πα είχαν στο σιτη­ρέ­σιό τους κρεμ­μύ­δια, σκόρ­δα και ραπανάκια.

Όμως και στην αρχαία Ελλά­δα ήταν πολύ δια­δε­δο­μέ­νο το σκόρ­δο, όπως φαί­νε­ται από την παρου­σία του στις κωμω­δί­ες του Αρι­στο­φά­νη –τα μεγα­ρί­τι­κα σκόρ­δα ήταν ονο­μα­στά για το μεγά­λο μέγε­θός τους και στους Αχαρ­νείς, που είναι γραμ­μέ­νοι μέσα στον Πελο­πον­νη­σια­κό πόλε­μο, ο Μεγα­ρί­της παρα­πο­νιέ­ται στον Δικαιό­πο­λη ότι οι Αθη­ναί­οι στις επι­δρο­μές τους τα ξερίζωναν.

Στα αρχαία λεγό­ταν σκό­ρο­δον, αλλά ήδη από την κλα­σι­κή επο­χή εμφα­νί­ζε­ται και ο τύπος σκόρ­δον, που τελι­κά επικράτησε.

Το σκόρ­δο ήταν και είναι το προ­σφάι των φτω­χών, ακό­μα περισ­σό­τε­ρο στην αρχαιό­τη­τα, που το διαι­το­λό­γιο ήταν πολύ φτω­χό­τε­ρο από σήμε­ρα. Ήταν ακό­μα βασι­κό στοι­χείο στο σιτη­ρέ­σιο των στρα­τιω­τών, γι’ αυτό και οι αρχαί­οι είχαν την παροι­μιώ­δη φρά­ση «μη σκόρ­δου (φάγω)» δηλα­δή να μη μπλέ­ξω σε περιπέτειες.

Πώς φεύγει η μυρωδιά του σκόρδου

Aν τελι­κά επι­λέ­ξε­τε να φάτε σκορ­δα­λιά, άλλα θέλε­τε να διώ­ξε­τε τη μυρω­διά του από το στό­μα σας, προ­τεί­νο­νται οι παρα­κά­τω παρα­δο­σια­κοί τρόποι

Μπο­ρεί­τε να μασή­σε­τε φυλ­λα­ρά­κια φρέ­σκου μαϊ­ντα­νού, ή να φάτε λίγο ελλη­νι­κό καφέ ωμό.

Ένα καρ­φά­κι γαρύ­φαλ­λο που θα κρα­τή­σε­τε στο στό­μα σας είναι μια πολύ καλή λύση.

Τα φύλ­λα του φασκό­μη­λου έχουν καλά απο­τε­λέ­σμα­τα, επί­σης και το μήλο βοη­θά­ει πάρα πολύ

 

Ναζίμ Χικ­μέτ Ποι­ή­μα­τα εκλο­γή από το έργο του

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο