Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Μυρτιώτισσα, η σύγχρονη Σαπφώ

Γρά­φει ο Ηρα­κλής Κακα­βά­νης //

Το πραγ­μα­τι­κό της όνο­μα της Θεώ­νης Δρα­κο­πού­λου. Γεν­νή­θη­κε στη Πόλη το 1885 και πέρα­σε τα πρώ­τα της παι­δι­κά χρό­νια εκεί. Ο πατέ­ρας της υπη­ρε­τού­σε εκεί ως πρώ­τος διερ­μη­νέ­ας της Ελλη­νι­κής Πρε­σβεί­ας και αργό­τε­ρα διο­ρί­στη­κε γενι­κός πρό­ξε­νος της Ελλά­δας στην τουρ­κο­κρα­τού­με­νη τότε Κρή­τη, όπου μετα­κό­μι­σε μαζί με την οικο­γέ­νειά του. Μετά από παρα­μο­νή δυο χρό­νων στο νησί εγκα­τα­στά­θη­καν ορι­στι­κά στην Αθή­να όπου  παρα­κο­λού­θη­σε μαθή­μα­τα στη Βασι­λι­κή Δρα­μα­τι­κή Σχο­λή Εθνι­κού Θεά­τρου και συνερ­γά­στη­κε με τον Κων­στα­ντί­νο Χρη­στο­μά­νο. Το 1904 έλα­βε μέρος στη παρά­στα­ση της “Αντι­γό­νης”. Μια από τις σημα­ντι­κό­τε­ρες Ελλη­νί­δες ποι­ή­τριες. Καθο­ρι­στι­κή για την ποι­η­τι­κή της έκφρα­ση στά­θη­κε η γνω­ρι­μία και ο έρω­τάς της με τον ποι­η­τή Λορέν­τζο Μαβί­λη ο οποί­ος σκο­τώ­θη­κε το 1912 στον Δρί­σκο (είχε προη­γη­θεί γάμος με έναν δεύ­τε­ρο ξάδερ­φό της με τον οποίο αφού απέ­κτη­σε ένα γιο χώρισε).

Το ποι­η­τι­κό της έργο, θα ξεκι­νή­σει λίγο αργό­τε­ρα, το 1919 με τη συλ­λο­γή «Τρα­γού­δια». Ανα­δεί­χτη­κε μια από τις σημα­ντι­κό­τε­ρες Ελλη­νί­δες ποι­ή­τριες, και κάποιο τη χαρα­κτή­ρι­σαν σύγ­χρο­νη Σαπφώ.

«Αισθη­μα­τι­κός και ρομα­ντι­κός συγ­χρό­νως άνθρω­πος, η Μυρ­τιώ­τισ­σα βρή­κε διέ­ξο­δο με ειλι­κρί­νεια και πάθος στην ποί­η­σή της, όπου εμφα­νί­ζε­ται απελ­πι­σμέ­νη, κυρί­ως ερω­τι­κά – είχε στη ζωή της ιδιω­τι­κές ατυ­χί­ες – αλλά και πάντα γεμά­τη τρυ­φε­ρό­τη­τα, στορ­γή και αγά­πη για τη φύση. Κάπο­τε όμως υπάρ­χουν και κάποια αισθη­σια­κά ξεσπά­σμα­τα, που δεν ξαφ­νιά­ζουν μόνο για την τόλ­μη τους, αλλά και για την αισθη­τι­κή μετου­σί­ω­σή τους» («Η ελλη­νι­κή ποί­η­ση» Σόκολη).

Τη Μυρ­τιώ­τισ­σα τη γνω­ρί­σα­με και από τη σχέ­ση της με την Μαρί­ας Πολυ­δού­ρη. Στα τελευ­ταία της η Μυρ­τιώ­τισ­σα τής στά­θη­κε σαν αδελ­φή και φίλη

Η Μυρ­τιώ­τισ­σα τα τελευ­ταία χρό­νια της ζωής της υπέ­φε­ρε από δια­βή­τη. Πέθα­νε έπει­τα από καρ­δια­κή προ­σβο­λή στις 5 Αυγού­στου του 1968.

Το ωραιό­τε­ρο, κατά πολ­λούς, ποι­η­μά της μελο­ποί­η­σε ο Μάνος Χατζηδάκης.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο