Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Νέες ταινίες: “Η Μικρή Μαμά” και το πνεύμα της Άννας Φρανκ

Δυο μέρες πριν την Πρω­το­χρο­νιά, κλεί­νει μια από τις δυσκο­λό­τε­ρες χρο­νιές για τον κινη­μα­το­γρά­φο, σε συνέ­χεια της προη­γού­με­νης, καθώς ο κορο­νο­ϊ­ός και τα υγειο­νο­μι­κά μέτρα τελι­κά έπλη­ξαν, περισ­σό­τε­ρο απ’ όλους τους τομείς τής ζωής, τη δια­σκέ­δα­ση. Χαρα­κτη­ρι­στι­κό της ασύμ­με­τρης κατά­στα­σης που βιώ­νει το κινη­μα­το­γρα­φι­κό κύκλω­μα είναι και τα εισι­τή­ρια της προη­γού­με­νης εβδο­μά­δας, που παρου­σί­α­σαν κατα­κό­ρυ­φη πτώ­ση κι ενώ βρι­σκό­μα­στε στην καρ­διά της χρι­στου­γεν­νιά­τι­κης περιό­δου. Μια περί­ο­δος που ολο­κλη­ρώ­νε­ται με ακό­μη δυο πρε­μιέ­ρες, το δρά­μα φαντα­σί­ας “Μικρή Μαμά” της Σελίν Σια­μά και το animation “Πού Κρύ­βε­ται η Άννα Φρανκ” του Άρι Φόλμαν.

   Μικρή Μαμά

   Μικρή Μαμά (Petite Maman). Δρά­μα φαντα­σί­ας, γαλ­λι­κής παρα­γω­γής του 2021, σε σκη­νο­θε­σία Σελίν Σια­μά, με τους Ζοζε­φίν Σανζ, Γκα­μπριέλ Σανζ, Στε­φάν Βαρου­πέν, Νίνα Μορίς κ.ά..

Η Σελίν Σια­μά, θα μπο­ρού­σε να κατα­τα­χθεί, με το συνο­λι­κό της έργο, στις σκη­νο­θέ­τι­δες γυναι­κεί­ων ται­νιών, ενώ πριν δυο χρό­νια είχε ταρά­ξει τα νερά με το αρκού­ντως ενδια­φέ­ρον αλλά σχε­τι­κά άνι­σο, ερω­τι­κό της δρά­μα, “Το Πορ­τρέ­το μιας Γυναί­κας που Φλέ­γε­ται”. Εδώ, με την πέμ­πτη της ται­νία, ένα μινι­μα­λι­στι­κό φιλμ μόλις 70 λεπτών, μπαί­νει στην παι­δι­κή ψυχο­λο­γία, ανα­μει­γνύ­ο­ντας περί­τε­χνα το μυστή­ριο με τη μετα­φυ­σι­κή και τον δια­λε­κτι­κό σου­ρε­α­λι­σμό. Ανα­δει­κνύ­ει την παι­δι­κή ματιά μπρο­στά στο θαύ­μα της ζωής, αλλά και τη διά­ψευ­ση ονεί­ρων, καθώς η αμεί­λι­κτη πραγ­μα­τι­κό­τη­τα θέλει θυσί­ες, δόσι­μο, πίστη στη φιλία, αυτα­πάρ­νη­ση, μια μεγά­λη καρδιά.

   Και η μικρή ηρω­ί­δα της ιστο­ρί­ας τα δια­θέ­τει όλα αυτά. Πρό­κει­ται για την οχτά­χρο­νη Νέλι, που μόλις έχει χάσει την αγα­πη­μέ­νη της για­γιά και πηγαί­νει στο πατρι­κό σπί­τι τής μητέ­ρας της για να το αδειά­σουν. Η μάνα της φεύ­γει ξαφ­νι­κά και η Νέλι μένει μόνη με τον πατέ­ρα της κι ενώ περι­πλα­νιέ­ται στο δάσος, όπου κάπο­τε ήταν ο παι­χνι­δό­το­πος της μητέ­ρας της, θα συνα­ντή­σει τη συνο­μή­λι­κη και εκπλη­κτι­κά όμοιά της Μαριόν, με την οποία γίνο­νται φίλες. Αυτό το άρω­μα μυστη­ρί­ου για τα δυο κορί­τσια (αν και το μυα­λό των θεα­τών θα πάει στο προ­φα­νές), δίνε­ται με έναν μαγι­κό ρεα­λι­σμό, ενώ με λεπτό­τη­τα η Σια­μά θα συν­δυά­σει τα ερω­τη­μα­τι­κά που δημιουρ­γού­νται στον θεα­τή με την ανέ­με­λη συμπε­ρι­φο­ρά της παι­δι­κής ψυχοσύνθεσης.

   Έτσι, μαζί με την ανη­συ­χία της μικρής Νέλι, αν την αγα­πά η μητέ­ρα της και αν θα επι­στρέ­ψει κοντά της, έρχε­ται και η εξε­ρεύ­νη­ση όλων αυτών που συν­δέ­ουν τη για­γιά με τη μάνα της και την ίδια, μέσω της περιέρ­γειας αλλά και της αγνό­τη­τας ενός παι­δι­κού μυα­λού. Μια εξε­ρεύ­νη­ση που απο­τε­λεί και το πρώ­το βήμα προς την ενηλικίωση.

Η Σια­μά δια­χει­ρί­ζε­ται ικα­νο­ποι­η­τι­κά τις δυο μικρές πρω­τα­γω­νί­στριες, που ερμη­νεύ­ουν έξο­χα οι δίδυ­μες Ζοζε­φίν και Γκα­μπριέλ Σανζ, η χρή­ση των συμ­βο­λι­σμών δεν φτά­νει στην υπερ­βο­λή, η αφή­γη­σή της έχει την απα­ραί­τη­τη περιε­κτι­κό­τη­τα, πετώ­ντας κάθε περιτ­τό, εν αντι­θέ­σει με την προη­γού­με­νη ται­νία της και τελι­κά παρα­δί­δει μια ται­νία χωρίς ψεγά­δια. Σαν ένα μικρό όμορ­φο, λεπτο­δου­λε­μέ­νο καρα­βά­κι, γερό σκα­ρί, που μπο­ρεί να μην ξανοί­γε­ται σε άγνω­στες φουρ­του­νια­σμέ­νες θάλασ­σες, αλλά μας ταξι­δεύ­ει με έναν ανά­λα­φρο ευχά­ρι­στο κυμα­τι­σμό, καθώς η άξια καπε­τά­νισ­σά του, δια­θέ­τει και σκέ­ψη και ψυχή.

 ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η οκτά­χρο­νη Νέλι μόλις έχα­σε την αγα­πη­μέ­νη της για­γιά και βοη­θά τους γονείς της να τακτο­ποι­ή­σουν τα πράγ­μα­τά της. Εξε­ρευ­νά το σπί­τι όπου μεγά­λω­σε η μαμά της, Μαριόν, και το δάσος όπου έπαι­ζε και είχε χτί­σει ένα δεντρό­σπι­το, για το οποίο έχει ακού­σει τόσα πολ­λά. Ξαφ­νι­κά η μητέ­ρα της φεύ­γει και η Νέλι ανα­ζη­τά παρη­γο­ριά στο δάσος. Εκεί, θα συνα­ντή­σει ένα κορί­τσι της ηλι­κί­ας της που χτί­ζει ένα δεντρό­σπι­το. Το όνο­μά της είναι Μαριόν…

      Πού Κρύβεται η Άννα Φρανκ

   Πού Κρύ­βε­ται η Άννα Φρανκ (Where is Anne Frank). Δρα­μα­τι­κή ται­νία κινού­με­νων σχε­δί­ων, γαλ­λι­κής, βελ­γι­κής, ολλαν­δι­κής και ισραη­λι­νής παρα­γω­γής του 2021, σε σκη­νο­θε­σία Άρι Φόλμαν.

Ο Άρι Φόλ­μαν, που μας είχε χαρί­σει το 2008 το εξαί­ρε­το “Βαλς με τον Μπα­σίρ” θυμί­ζο­ντάς μας τη σφα­γή αμά­χων Παλαι­στί­νιων στα στρα­τό­πε­δα προ­σφύ­γων Σάμπρα και Σατί­λα στο Λίβα­νο, από παρα­στρα­τιω­τι­κές ομά­δες, με την ανο­χή του Ισραη­λι­νού στρα­τού, με τού­τη την ται­νία κινού­με­νων σχε­δί­ων δεν επα­να­φέ­ρει απλώς την ιστο­ρία της Άννας Φρανκ, αλλά το πνεύ­μα της, τις ιδέ­ες και θυσί­ες ενά­ντια στον ρατσι­σμό και τη μισαλλοδοξία.

   Ο Ισραη­λι­νός σκη­νο­θέ­της, που είναι παι­δί επι­ζώ­ντων του Ολο­καυ­τώ­μα­τος, βάζει όλη του την καρ­διά για να μας θυμί­σει, έστω και ορι­σμέ­νες φορές απλοϊ­κά, ότι ο ρατσι­σμός και η μισαλ­λο­δο­ξία δια­τη­ρούν, δυστυ­χώς, ακό­μη και σήμε­ρα τη δυνα­μι­κή τους. Εκτός από τους κόλ­πους των υπο­στη­ρι­κτών των ιδε­ο­λο­γιών του μίσους και την ένστο­λη βαρ­βα­ρό­τη­τα, η μισαλ­λο­δο­ξία και ο ρατσι­σμός εξα­πλώ­νο­νται πολ­λές φορές ασυ­ναί­σθη­τα σε ανθρώ­πους, οικο­γέ­νειες, κοι­νω­νι­κές ομά­δες, που φαι­νο­με­νι­κά βρί­σκο­νται απέ­να­ντι σε όλα αυτά ή κοι­τούν αλλού όταν δίπλα τους συμ­βαί­νουν αυτά τα φαινόμενα.

Γνω­ρί­ζο­ντας καλά ότι το σπα­ρα­κτι­κό ημε­ρο­λό­γιο της Άννας Φρανκ τις τελευ­ταί­ες δεκα­ε­τί­ες έχει περιο­ρι­σμέ­νη εμβέ­λεια (“Άννα Φρανκ, κάπου το έχω ακού­σει αυτό το όνο­μα…”), δεν επι­χει­ρεί να δια­σκευά­σει για ακό­μη μία φορά στον κινη­μα­το­γρά­φο την τρα­γω­δία τής οικο­γέ­νειάς της, που κρυ­βό­ταν για δυο χρό­νια σε ένα σπί­τι στο υπό γερ­μα­νι­κή κατο­χή Άμστερ­νταμ, μέχρι να τους κατα­δώ­σουν και να στα­λούν στο στρα­τό­πε­δο Μπέρ­γκεν-Μπέλ­ζεν, αλλά να ανα­βιώ­σει την ιστο­ρία της, μετα­φέ­ρο­ντάς την στο σημε­ρι­νό Άμστερ­νταμ. Εκεί που φυλάσ­σε­ται το ημε­ρο­λό­γιό της, στο οποίο έγρα­φε καθη­με­ρι­νά η Άννα Φρανκ τις δύσκο­λες στιγ­μές του εγκλει­σμού της, σε μια φαντα­στι­κή της φίλη που δημιούρ­γη­σε στο μυα­λό της για να αντέ­ξει. Ένα κορί­τσι που θα ζωντα­νέ­ψει ο Φόλ­μαν, το βγά­ζει από τις σελί­δες του ημε­ρο­λο­γί­ου και ανα­ζη­τά στους δρό­μους της ολλαν­δι­κής πόλης και πάλι την Άννα Φρανκ.

   Με σεβα­σμό στη μνή­μη της, ο Φόλ­μαν δεν φτιά­χνει απλώς μια συγκι­νη­τι­κή ανθρω­πο­κε­ντρι­κή ται­νία για τη θυσία της, αλλά μπαί­νει στον σκλη­ρό κόσμο του σήμε­ρα, πυρο­δο­τεί με έντο­να, σφρι­γη­λά σκί­τσα την ιστο­ρία του, ανα­δει­κνύ­ει την ευαι­σθη­σία καθώς και τη σκλη­ρό­τη­τα, που συνα­ντά πολ­λούς περισ­σό­τε­ρους απ’ την επο­χή του Β’ Παγκο­σμί­ου Πολέ­μου. Και μαζί τη λεπτή γραμ­μή που δια­χω­ρί­ζει το τότε από το τώρα, τις ιδέ­ες ενός αθώ­ου κορι­τσιού που πίστευε, μέχρι να αφή­σει την τελευ­ταία της πνοή, στην καλο­σύ­νη των ανθρώ­πων. Κάτι που μπο­ρεί να δια­ψεύ­δε­ται συνε­χώς, αλλά αν στα­μα­τή­σου­με να πιστεύ­ου­με σε αυτό, θα χάσου­με και κάθε ελπίδα…

   ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Σχε­δόν οκτώ δεκα­ε­τί­ες μετά από την πρώ­τη φορά που η Άννα Φρανκ έγρα­ψε στο διά­ση­μο ημε­ρο­λό­γιό της, η Κίτι, η φαντα­στι­κή φίλη στην οποία η Άννα απηύ­θυ­νε τις αφη­γή­σεις και τις μύχιες σκέ­ψεις της, ζωντα­νεύ­ει ξαφ­νι­κά μέσα στο Μου­σείο της Άννας Φρανκ όπου φυλάσ­σε­ται σήμε­ρα το δια­σω­θέν χει­ρό­γρα­φο του ημε­ρο­λο­γί­ου. Χωρίς να ξέρει πόσα χρό­νια έχουν περά­σει ή τι έχει συμ­βεί στην Άννα και την αδελ­φή της, Μάρ­γκο, η Κίτι παίρ­νει το ημε­ρο­λό­γιο και το σκά­ει μπερ­δε­μέ­νη στο σύγ­χρο­νο Άμστερ­νταμ σε ανα­ζή­τη­ση απα­ντή­σε­ων. Όσο γεμί­ζουν τους δρό­μους αφί­σες, οι οποί­ες δια­φη­μί­ζουν την αμοι­βή που προ­ο­ρί­ζε­ται για όποιον βρει το χαμέ­νο ημε­ρο­λό­γιο, η Κίτι θα βρε­θεί ανά­με­σα στους αδύ­να­μους και περι­θω­ριο­ποι­η­μέ­νους της πόλης και θα ανα­κα­λύ­ψει πολ­λά για τον κόσμο μας τότε και σήμερα.

Πηγή: ΑΠΕ / Χάρης Αναγνωστάκης

Αρθού­ρος Ρεμπώ Επα­να­στά­της και μπο­έμ ΜΙΚΡΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο