Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Νίκος Μπελογιάννης _71 χρόνια από την εκτέλεσή του: “Η ζωή μου συνδέεται με την Ιστορία του ΚΚΕ και τη δράση του”

Μ’ ένα γαρύφαλλο ξεκλείδωσε όλη την αθανασία. 
Μ’ ένα χαμόγελο έλαμψε τον κόσμο για να μη νυχτώνει.

Η ώρα είναι 3 μετά τα μεσά­νυ­χτα, το ημε­ρο­λό­γιο γρά­φει 30 Μάρ­τη 1952. Στις φυλα­κές της Καλ­λι­θέ­ας επι­κρα­τεί νεκρι­κή σιγή. Ακού­γο­νται τα βαριά βήμα­τα του δεσμο­φύ­λα­κα. Φτά­νει στο κελί του Νίκου Μπε­λο­γιάν­νη. Το ξεκλει­δώ­νει, τον ξυπνά­ει. Δίπλα του στέ­κει, όπως ένα μακά­βριο φάντα­σμα, ο βασι­λι­κός επί­τρο­πος συνταγ­μα­τάρ­χης Αθα­να­σού­λης. Δια­βά­ζει στον Μπε­λο­γιάν­νη την από­φα­ση να τον οδη­γή­σουν μαζί με τους συγκρα­τού­με­νούς του Ν. Καλού­με­νο, Η. Αργυ­ριά­δη και Δ. Μπά­τση, στην εκτέ­λε­ση. Στις 3 και 20 η φάλαγ­γα βγή­κε από τις πόρ­τες των φυλα­κών κατευ­θυ­νό­με­νη με δαι­μο­νι­σμέ­νη ταχύ­τη­τα προς το «συνή­θη τόπο των εκτε­λέ­σε­ων», το Γουδί.

Το από­σπα­σμα παρα­τάσ­σε­ται με τα όπλα «επί σκο­πόν». Είναι σκο­τά­δι ακό­μα. Οι αρχι­δή­μιοι στρέ­φουν τους προ­βο­λείς των αυτο­κι­νή­των στα πρό­σω­πα των μελ­λο­θα­νά­των. Ωρα 4 και 12 λεπτά. Ακού­γο­νται οι δολο­φο­νι­κές ομο­βρο­ντί­ες. Το έγκλη­μα της κυβέρ­νη­σης Πλα­στή­ρα ολοκληρώθηκε.

Οι εφη­με­ρί­δες θα γρά­ψουν, ότι ο Μπε­λο­γιάν­νης είχε ακού­σει ήρε­μος μ’ ένα πικρό χαμό­γε­λο, την κατα­δί­κη του σε θάνα­το, απο­χαι­ρέ­τη­σε τους συγκρα­του­μέ­νους του στις φυλα­κές και μπρος στο εκτε­λε­στι­κό από­σπα­σμα αρνή­θη­κε να του δέσουν τα μάτια. Ζητω­κραύ­γα­σε για το ΚΚΕ και έπε­σε από τις σφαί­ρες του απο­σπά­σμα­τος. Ηταν 37 χρόνων.

“Το ΚΚΕ δεν εξοντώνεται με στρατοδικεία”

Η σύλ­λη­ψη του Μπε­λο­γιάν­νη είχε γίνει στις 20/12/1950, αλλά η Ασφά­λεια τη δημο­σιο­ποί­η­σε στις 5/1/1951. Από τη σύλ­λη­ψή του και για δέκα μήνες ο Μπε­λο­γιάν­νης κρα­τή­θη­κε στην απο­μό­νω­ση. Καθ’ όλη τη διάρ­κεια της κρά­τη­σής του στά­θη­κε ανυ­πο­χώ­ρη­τος, απέρ­ρι­ψε όλες τις δελε­α­στι­κές προ­τά­σεις που του έγι­ναν για να σώσει τη ζωή του και να εξα­σφα­λί­σει μια «λαμπρή καριέ­ρα» στο σύστημα.

Η πρώ­τη δίκη, στην οποία δικα­ζό­ταν μαζί με άλλους κομ­μου­νι­στές, άρχι­σε στο Εκτα­κτο Στρα­το­δι­κείο Αθη­νών στις 19/10/1951 και ολο­κλη­ρώ­θη­κε στις 16/11/1951, με την κατη­γο­ρία ότι παρέ­βη­σαν τον ΑΝ 509, τον νόμο δηλα­δή με τον οποίο βγή­κε και τυπι­κά παρά­νο­μο το ΚΚΕ τον Δεκέμ­βρη του 1947. Η δίκη ήταν πολι­τι­κή και οι κατη­γο­ρού­με­νοι δικά­ζο­νταν για τις ιδέ­ες τους. Σ’ αυτήν ο Μπε­λο­γιάν­νης και 11 ακό­μα σύντρο­φοί του κατα­δι­κά­στη­καν σε θάνατο.

Στην απο­λο­γία του ο Μπε­λο­γιάν­νης υπε­ρα­σπί­στη­κε με σθέ­νος την πολι­τι­κή και τη δρά­ση του ΚΚΕ, όπως και την αυτο­τε­λή ύπαρ­ξη του Κόμ­μα­τος. Είπε ανά­με­σα σε άλλα: «Είμαι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και ακρι­βώς για την ιδιό­τη­τά μου αυτή δικά­ζο­μαι. (…) Στο πρό­σω­πό μου δικά­ζε­ται η πολι­τι­κή του ΚΚΕ (…) Το ΚΚΕ έχει ρίζες στον λαό, ποτι­σμέ­νες με αίμα. Και δεν εξο­ντώ­νε­ται ούτε με στρα­το­δι­κεία ούτε με εκτε­λε­στι­κά αποσπάσματα».

Η δεύ­τε­ρη δίκη άρχι­σε στις 15 Φλε­βά­ρη και τελεί­ω­σε την 1η Μάρ­τη του 1952. Ο Μπε­λο­γιάν­νης και άλλοι 7 σύντρο­φοί του κατα­δι­κά­στη­καν σε θάνατο.

Για άλλη μια φορά ο Μπε­λο­γιάν­νης στά­θη­κε ακλό­νη­τος, κατέρ­ρι­ψε όλες τις κατη­γο­ρί­ες, υπε­ρα­σπί­στη­κε θαρ­ρα­λέα και ηρω­ι­κά το Κόμ­μα του: «Εμείς πιστεύ­ου­με στην πιο σωστή θεω­ρία που δια­νο­ή­θη­καν τα πιο προ­ο­δευ­τι­κά μυα­λά της ανθρω­πό­τη­τας. Και η προ­σπά­θειά μας, ο αγώ­νας μας, είναι να γίνει αυτή η θεω­ρία πραγ­μα­τι­κό­τη­τα για την Ελλά­δα και τον κόσμο ολό­κλη­ρο (…) Αγα­πά­με την Ελλά­δα και τον λαό της περισ­σό­τε­ρο από τους κατη­γό­ρους μας (…) Ακρι­βώς αγω­νι­ζό­μα­στε για να ξημε­ρώ­σουν στη χώρα μας καλύ­τε­ρες μέρες, χωρίς πεί­να και πόλε­μο (…) και, όταν χρεια­στεί, θυσιά­ζου­με και τη ζωή μας».

Ο Μπε­λο­γιάν­νης και οι σύντρο­φοί του εκτε­λού­νται την Κυρια­κή 30 Μάρ­τη, παρά τις διε­θνείς αντι­δρά­σεις που εκφρά­στη­καν από εκα­τομ­μύ­ρια εργα­ζο­μέ­νων, συν­δι­κά­τα, επι­στη­μο­νι­κούς φορείς, κόμ­μα­τα αλλά και επι­φα­νείς προ­σω­πι­κό­τη­τες, όπως οι Πάμπλο Πικά­σο, Πωλ Ελυάρ, Λουί Αρα­γκόν, Πάμπλο Νερού­δα, Τσάρ­λι Τσά­πλιν, Ναζίμ Χικ­μέτ κ.ά.

Η “περίπτωση” Μπελογιάννη

«Η περί­πτω­σή μου δεν είναι μονα­δι­κή. Είναι πολ­λές, πάρα πολ­λές», έγρα­φε ο ίδιος, με τη σεμνό­τη­τα που χαρα­κτη­ρί­ζει τους λαϊ­κούς αγω­νι­στές, τους κομμουνιστές.

Ο Μπε­λο­γιάν­νης από τα μαθη­τι­κά του χρό­νια εντά­χθη­κε στην ΟΚΝΕ, ενώ το 1934 έγι­νε μέλος του ΚΚΕ. Για την επα­να­στα­τι­κή δρά­ση του διώ­χτη­κε από το Πανε­πι­στή­μιο, ενώ ακο­λού­θη­σαν εξο­ρί­ες και φυλα­κές. Η Κατο­χή τον βρή­κε έγκλει­στο στην Ακρο­ναυ­πλία. Το 1943 όμως κατά­φε­ρε να απο­δρά­σει από το Νοσο­κο­μείο «Σωτη­ρία», όπου είχε μετα­φερ­θεί άρρω­στος, και ανέ­λα­βε σει­ρά κομ­μα­τι­κών χρε­ώ­σε­ων στην περιο­χή της Πελο­πον­νή­σου. Στη διάρ­κεια του αγώ­να του Δημο­κρα­τι­κού Στρα­τού Ελλά­δας (ΔΣΕ) τοπο­θε­τή­θη­κε Πολι­τι­κός Επί­τρο­πος στη 10η και στην 1η Μεραρ­χία, ενώ προη­γου­μέ­νως είχε χρε­ω­θεί στη Δια­φώ­τι­ση του Γενι­κού Αρχη­γεί­ου, στη Σχο­λή Αξιω­μα­τι­κών κ.α. Μετά τη στρα­τιω­τι­κή ήττα του ΔΣΕ πήρε κι αυτός, όπως χιλιά­δες άλλοι μαχη­τές του ΔΣΕ, τον δρό­μο της πολι­τι­κής προ­σφυ­γιάς, αρχι­κά στην Αλβα­νία και στη συνέ­χεια στη Ρου­μα­νία. Στην 7η Ολο­μέ­λεια της Κεντρι­κής Επι­τρο­πής του ΚΚΕ εξε­λέ­γη ανα­πλη­ρω­μα­τι­κό μέλος της ΚΕ.

Στις νέες συν­θή­κες που δημιουρ­γή­θη­καν μετά τη λήξη της στρα­τιω­τι­κής ανα­μέ­τρη­σης ΔΣΕ — αστι­κού στρα­τού, το ΚΚΕ προ­σα­να­το­λί­στη­κε από την πρώ­τη στιγ­μή στη συγκρό­τη­ση παρά­νο­μων Κομ­μα­τι­κών Οργα­νώ­σε­ων, υλο­ποιώ­ντας στην πρά­ξη το καθή­κον και την ανά­γκη οργα­νω­τι­κής αυτο­τέ­λειας του Κόμ­μα­τος σε όλες τις συν­θή­κες. Η παρά­νο­μη δρά­ση σε συν­θή­κες ήττας και υπο­χώ­ρη­σης του κινή­μα­τος, σκλη­ρών διώ­ξε­ων και εκτε­λέ­σε­ων, απαι­τού­σε αυξη­μέ­νη επα­γρύ­πνη­ση, πρω­το­βου­λία και απο­φα­σι­στι­κό­τη­τα, αυτα­πάρ­νη­ση, ικα­νό­τη­τα ανά­πτυ­ξης γερών δεσμών με τον λαό, εξα­σφά­λι­ση μέσων προ­πα­γάν­δας και δια­φώ­τι­σης, δικτύ­ου πλη­ρο­φό­ρη­σης και μέσα στον κρα­τι­κό μηχα­νι­σμό. Απαι­τού­σε τον επι­τυ­χή συν­δυα­σμό της παρά­νο­μης με τη νόμι­μη δουλειά.

Η δρά­ση στο εσω­τε­ρι­κό στη­ρι­ζό­ταν και ενι­σχυό­ταν με την απο­στο­λή στε­λε­χών του Κόμ­μα­τος από το εξω­τε­ρι­κό, την αξιο­ποί­η­ση αγω­νι­στών που έβγαι­ναν από τις φυλα­κές και τις εξο­ρί­ες. Στις 7/6/1950 ο Μπε­λο­γιάν­νης έφτα­σε παρά­νο­μα στην Ελλά­δα, με απο­στο­λή την ανα­διορ­γά­νω­ση των παρά­νο­μων Κομ­μα­τι­κών Οργα­νώ­σε­ων, που είχαν δεχτεί συντρι­πτι­κά χτυ­πή­μα­τα από τους διω­κτι­κούς μηχα­νι­σμούς του αστι­κού κρά­τους και είχαν ελά­χι­στα μέλη.

Ο Μπε­λο­γιάν­νης έδω­σε όλες του τις δυνά­μεις για την ανά­πτυ­ξη των Κομ­μα­τι­κών Οργα­νώ­σε­ων και για τον συν­δυα­σμό της παρά­νο­μης με τη νόμι­μη δρά­ση, στους εξί­μι­σι περί­που μήνες από την άφι­ξή του στην Ελλά­δα μέχρι τη σύλ­λη­ψή του.

Εβδο­μή­ντα ένα χρό­νια μετά, ζει στις καρ­διές χιλιά­δων που ακο­λου­θούν τον δρό­μο που εκεί­νος επέ­λε­ξε να βαδί­σει: «Η ζωή μου συν­δέ­ε­ται με την Ιστο­ρία του ΚΚΕ και τη δρά­ση του (…) Δεκά­δες φορές μπή­κε μπρο­στά μου το δίλημ­μα: Να ζω προ­δί­δο­ντας τις πεποι­θή­σεις μου, την ιδε­ο­λο­γία μου, είτε να πεθά­νω παρα­μέ­νο­ντας πιστός σ’ αυτές. Πάντο­τε προ­τί­μη­σα τον δεύ­τε­ρο δρό­μο και σήμε­ρα τον ξαναδιαλέγω.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο