Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΝΤΙΜΙΤΡ ΣΟΣΤΑΚΟΒΙΤΣ (B’ ΜΕΡΟΣ)

Γρά­φει η Άννε­κε Ιωαν­νά­του //

Μια συγκριτική προσέγγιση σε τρία βιβλία 

Το ήδη ανα­φε­ρό­με­νο βιβλίο Ντι­μίτρ Σοστα­κό­βιτς, για τον ίδιο και την επο­χή του (εκδό­σεις «Σύγ­χρο­νη Επο­χή») περι­λαμ­βά­νει άρθρα του Σοστα­κό­βιτς σε εφη­με­ρί­δες και περιο­δι­κά από το 1926 μέχρι το 1975, έτος του θανά­του του. Πρό­κει­ται για επί­ση­μα δημο­σιευ­μέ­να άρθρα και γι αυτό αμφι­σβη­τή­θη­κε από τους αντι­πά­λους η ειλι­κρί­νεια των εκφρα­σμέ­νων από­ψε­ων σε μια προ­σπά­θεια να παρου­σιά­ζουν το μεγά­λο μου­σι­κο­συν­θέ­τη ως θύμα καθε­στω­τι­κών πιέ­σε­ων και κατα­πιέ­σε­ων, «στα­λι­νι­κής παρά­νοιας» κλπ. που τάχα τον οδη­γού­σε σε διπρο­σω­πία ουσια­στι­κά κάνο­ντάς τον ψεύ­τη και δει­λό. Άλλα έγρα­φε για να μην έχει πρό­βλη­μα με τις επί­ση­μες αρχές, άλλα σκε­φτό­ταν σύμ­φω­να με μια λογι­κή που θέλει σώνει και καλά να «δώσει» στην ιστο­ρία έναν Σοστα­κό­βιτς αντι­σο­βιε­τι­κό. Γι αυτό οι «προ­στά­τες» της προ­σω­πι­κό­τη­τάς του γρά­φουν βιβλία γεμά­τα από εικα­σί­ες, αυθαί­ρε­τες υπο­θέ­σεις, όπως το βιβλίο του Σολω­μόν Βολ­κόφ, Σοστα­κό­βιτς και Στά­λιν (εκδό­σεις «Κέδρος») στο οποίο είναι τόσο αντί­θε­τη η εικό­να του Σοστα­κό­βιτς  με αυτή που σχη­μα­τί­ζε­ται στον ανα­γνώ­στη από την προ­α­να­φε­ρό­με­νη έκδο­ση της «Σύγ­χρο­νης Επο­χής», ώστε να έχει ενδια­φέ­ρον να κάνου­με μια σύγκρι­ση κάποιων κοι­νών στα βιβλία αυτά επα­νερ­χό­με­νων σημεί­ων, όπως το ζήτη­μα του Κόμ­μα­τος, της κρι­τι­κής και αυτο­κρι­τι­κής, την Οκτω­βρια­νή Επα­νά­στα­ση και την κοσμο­γο­νι­κή σημα­σία της, τη σοβιε­τι­κή ιδέα σαν εναλ­λα­κτι­κή λύση για την ανθρω­πό­τη­τα. Στα κεί­με­να του ίδιου του Σοστα­κό­βιτς νοιώ­θου­με τον παλ­μό της επο­χής και της και­νούρ­γιας δημιουρ­γί­ας, το δύσκο­λο, αλλά και πρω­τό­γνω­ρο έργο της Ρωσί­ας μετά την Οκτω­βρια­νή Επα­νά­στα­ση. Στη μου­σι­κή του ακού­με τον ήχο, το σφυγ­μό των κοσμο­γο­νι­κών αλλα­γών, αλλά οι «σωτή­ρες» του έχουν ακρι­βώς το αντί­θε­το πνεύ­μα, είναι μίζε­ροι και μικρο­πρε­πείς. Σ’ ό, τι αφο­ρά τον Βολ­κόφ, θα ταί­ρια­ζαν τα εξής λόγια του Ανα­τόλ Λου­να­τσάρ­σκι (1875–1933, από το 1917 μέχρι το 1929 ήταν Επί­τρο­πος του Λαού για την Παι­δεία της νεα­ρής σοβιε­τι­κής δημο­κρα­τί­ας) : «Είναι προ­φα­νές ότι ένας καλός ειδι­κός που δεν έχει πάρει κομ­μου­νι­στι­κή δια­παι­δα­γώ­γη­ση δεν είναι τίπο­τα παρα­πά­νω από έναν πολί­τη αμε­ρι­κα­νι­κού τύπου που μπο­ρεί μεν να κάνει καλά τη δου­λειά του, αλλά μόνο και μόνο για χάρη της καριέ­ρας του». Όπως είπα­με και στην αρχή, δεν είναι η μου­σι­κή που επι­λέ­γε­ται για την αντι­σο­βιε­τι­κή επί­θε­ση, αλλά τα φρο­νή­μα­τα του μουσικοσυνθέτη.

Η μεγάλη λαθροχειρία

Κραυ­γα­λέο παρά­δειγ­μα το βιβλίο του μου­σι­κο­λό­γου Βολ­κόφ που παντού στη μου­σι­κή του Σοστα­κό­βιτς ακού­ει να εκφρά­ζε­ται η θλί­ψη, η απελ­πι­σία, το αδιέ­ξο­δο, η ζοφε­ρό­τη­τα, η συντρι­βή, ο εξορ­γι­σμός κλπ. του ανθρώ­που του κυνη­γη­μέ­νου από το «μεγά­λο τρό­μο» του Στά­λιν και αργό­τε­ρα από την ασφυ­κτι­κή κομ­μα­τι­κή γρα­φειο­κρα­τία της μετά τον Στά­λιν επο­χής. Ο μου­σι­κο­λό­γος Βολ­κόφ βγά­ζει «αυτο­κτο­νι­κή» την αυτο­βιο­γρα­φι­κή μου­σι­κή εικό­να του Σοστα­κό­βιτς. Η Όγδοη Συμ­φω­νία, κατά Βολ­κόφ, εκφρά­ζει «οικου­με­νι­κή απελ­πι­σία» και «κοσμι­κή κατα­στρο­φή». Βεβαί­ως υπήρ­χε η πολε­μι­κή απει­λή και η άνο­δος του φασι­σμού, αλλά οι «εικό­νες της κρε­α­το­μη­χα­νής του πολέ­μου συγ­χέ­ο­νται ανα­γκα­στι­κά με τις εικό­νες της μηχα­νής του Μεγά­λου Τρό­μου που αλέ­θει ανθρώ­πους» (Σ. Βολ­κόφ, σελ. 248). Ενδια­φέ­ρον έχει γι αυτό να δού­με τι λέει ο ίδιος ο Σοστα­κό­βιτς για την Όγδοη Συμ­φω­νία του: «Δεν περι­γρά­φο­νται συγκε­κρι­μέ­να γεγο­νό­τα μέσα στο έργο αυτό. Αντα­να­κλά τις σκέ­ψεις μου, τα συναι­σθή­μα­τά μου και την έξαρ­ση της δημιουρ­γι­κής μου διά­θε­σης που ανα­πό­φευ­κτα επη­ρε­ά­στη­κε από τα χαρ­μό­συ­να νέα για τις νίκες του Κόκ­κι­νου Στρα­τού» (έκδο­ση ΣΕ, σελ. 120). Το γεγο­νός ότι μια τέτοια δημιουρ­γία μπό­ρε­σε να γίνει φανε­ρά σε μια χώρα σοσια­λι­στι­κής οικο­δό­μη­σης ενό­χλη­σε τον Βολ­κόφ που σύμ­φω­να με την δογ­μα­τι­κά αντι­κομ­μου­νι­στι­κή συντα­γή ερμη­νεύ­ει τα έργα και την ψυχι­κή διά­θε­ση μεγά­λων επί σοσια­λι­σμού δημιουρ­γών ως προ­ϊ­ό­ντα κατά­θλι­ψης, κατα­πί­ε­σης κλπ. Και αυτά τα «ακού­ει» κιό­λας στη μου­σι­κή. Δεν είναι περί­ερ­γο. Ο ίδιος ο Σοστα­κό­βιτς θεω­ρού­σε ότι στη χώρα του συνε­χι­ζό­ταν η ταξι­κή πάλη: «Η ταξι­κή πάλη συνε­χί­ζε­ται στη χώρα μας και συνε­χί­ζε­ται και στη μου­σι­κή, για­τί η μου­σι­κή, όπως είναι φυσι­κό, αντι­κα­το­πτρί­ζει οτι­δή­πο­τε συμ­βαί­νει στη χώρα…Δίνοντας ένα ισχυ­ρό χτύ­πη­μα στους υπε­ρα­ρι­στε­ρούς, δεν πρέ­πει ωστό­σο να ξεχνά­με ποτέ τον κίν­δυ­νο που μας απει­λεί από τα δεξιά» (1933, Ο Σοστα­κό­βιτς για τον ίδιο και την επο­χή του, ΣΕ, σελ. 39).

Ανα­πλά­θο­ντας το  Σοστακόβιτς

Ενώ η έκδο­ση της ‘Σύγ­χρο­νης Επο­χής’ περι­λαμ­βά­νει τα επί­ση­μα δημο­σιευ­μέ­να κεί­με­να του Σοστα­κό­βιτς σε εφη­με­ρί­δες και περιο­δι­κά — άρα αφή­νει τον ίδιο να μιλά­ει για τον εαυ­τό του και το έργο του- οι πηγές του Βολ­κόφ είναι προ­σω­πι­κές ανα­μνή­σεις που δεν μπο­ρούν να δια­σταυ­ρω­θούν ή απο­φθέγ­μα­τα ακό­μα πιο θολής προ­έ­λευ­σης στο στυλ του «εκεί­νος μου είπε, ότι η τάδε θυμό­ταν», δηλα­δή προ­σω­πι­κές κου­βέ­ντες από δεύ­τε­ρο και τρί­το χέρι, εικα­σί­ες πολ­λές στο στυλ του «ο Στά­λιν πρέ­πει να σκέ­φτη­κε, πρέ­πει να νόμι­ζε», «πώς ο Σοστα­κό­βιτς να μην ένοιω­θε κατά­θλι­ψη…» κλπ. Αυτά απο­τε­λούν τη σπον­δυ­λι­κή στή­λη των πηγών του Βολ­κόφ στο βιβλίο του. Η δια­φο­ρά είναι πολύ μεγά­λη, λες και πρό­κει­ται για δύο δια­φο­ρε­τι­κούς ανθρώ­πους και όχι για έναν Σοστα­κό­βιτς και μόνο. Ο Βολ­κόφ έχει ένα απλοϊ­κό επι­χεί­ρη­μα για να στη­ρί­ξει το «αλη­θι­νό» των ισχυ­ρι­σμών του και να εξη­γή­σει την τερά­στια δια­φο­ρά ανά­με­σα στα ίδια τα λόγια του Σοστα­κό­βιτς σε όλη τη διάρ­κεια της ζωής του και τις δικές του εικα­σί­ες: ο μεγά­λος μου­σι­κο­συν­θέ­της έλε­γε ψέμα­τα από φόβο μη συλ­λη­φθεί, μην εξο­ρι­στεί, μην εκτε­λε­στεί, για­τί παντού ήταν το «αόρα­το χέρι» του Στά­λιν. Ο Βολ­κόφ θέλο­ντας να απο­δεί­ξει την παρα­νοϊ­κό­τη­τα του «στα­λι­νι­κού μηχα­νι­σμού» πέφτει σε πολ­λές αντι­φά­σεις και τελι­κά απο­δεί­χνει απλώς το δικό του ποιόν. Ιδιαί­τε­ρα στα τελευ­ταία κεφά­λαια ανε­βαί­νει η «παρά­νοια» του Στά­λιν. Οι τίτλοι των κεφα­λαί­ων είναι αρκε­τά χαρα­κτη­ρι­στι­κά. Δίνου­με κάποια παρα­δείγ­μα­τα: Τσά­ροι και Ποι­η­τές, Η Χρο­νιά του 1936: Αιτί­ες και Απο­τε­λέ­σμα­τα, Πρό­σω­πο με Πρό­σω­πο με τη Σφίγ­γα (=Στά­λιν), 1948: «Κοι­τάξ­τε εδώ, κοι­τάξ­τε εκεί, παντού υπάρ­χουν οι εχθροί», Οι τελι­κοί σπα­σμοί και ο θάνα­τος του Τσά­ρου (=Στά­λιν), Στη σκιά του Στά­λιν. Σαν κόκ­κι­νο νήμα περ­νά­ει από το βιβλίο το μοτί­βο της παρο­μοί­ω­σης του Στά­λιν με τον τσά­ρο Νικό­λαο Α’ (οι τσά­ροι) και του Πού­σκιν με τον Σοστα­κό­βιτς (οι ποι­η­τές, οι «τρε­λοί του Θεού»). Δηλα­δή σαν μια δια­μά­χη ανά­με­σα στο ποι­η­τι­κό πνεύ­μα, την ευφυία, τη φαντα­σία και το πνεύ­μα της κατα­πί­ε­σης του κάθε δικτά­το­ρα. Ιστο­ρι­κές συν­θή­κες δεν παί­ζουν κανέ­να ρόλο, οι δύο συμ­βο­λι­κές στά­σεις παρου­σιά­ζο­νται τελεί­ως ξεκομ­μέ­να από την επο­χή τους, από το ιστο­ρι­κό πλαί­σιο και «περ­πα­τά­νε» αυτό­νο­μα για πάντα δοσμέ­νες σαν αιώ­νιες αλή­θειες. Οι ανι­στό­ρη­τες ομοιό­τη­τες που ανα­κα­λύ­πτει ο Βολ­κόφ ανά­με­σα στους δύο «τσά­ρους», είναι πολ­λές, κυρί­ως στον ιδε­ο­λο­γι­κό τομέα (!): το τρί­πτυ­χο του Νικό­λα­ου Α’ «Ορθο­δο­ξία-Απο­λυ­ταρ­χία-Εθνι­κό­τη­τα» αντι­κα­τα­στά­θη­κε από τον Στά­λιν με «Κομ­μου­νι­στι­κή ιδε­ο­λο­γία-Λατρεία του ηγέ­τη-Σοσια­λι­στι­κός ρεα­λι­σμός». Δεν βλέ­πει δια­φο­ρές ο Βολκόφ…Και οι δύο ήθε­λαν να «υψώ­σουν ένα σιδε­ρέ­νιο παρα­πέ­τα­σμα ανά­με­σα στη Ρωσία και τη Δυτι­κή Ευρώ­πη» (δηλα­δή, σε πλή­ρη αντί­θε­ση με τον προ­πάπ­που του Νικό­λα­ου Α’, τον Μέγα Πέτρο), επί Λένιν και Στά­λιν απω­λέ­στη­κε η ρωσι­κή εθνι­κή συνεί­δη­ση, αλλά ο Στά­λιν για να διορ­θώ­σει για λόγους πολέ­μου, γίνε­ται λίγο πολύ Ρώσος εθνι­κι­στής με ιμπε­ρια­λι­στι­κό χαρα­κτή­ρα. Πάνω σε αυτή τη γραμ­μή ανα­πτύσ­σει ο συγ­γρα­φέ­ας τον ανι­στό­ρη­το, απλοϊ­κό, αντι­κομ­μου­νι­στι­κό συλ­λο­γι­σμό του. Εντύ­πω­ση κάνει το γεγο­νός ότι πράγ­μα­τα, όπως ο Β’ Παγκό­σμιος Πόλε­μος με τα εκα­τομ­μύ­ρια νεκρούς του, τις κατα­στρο­φές, οι ιμπε­ρια­λι­στι­κές επεμ­βά­σεις, η αντε­πα­νά­στα­ση, η Πέμ­πτη Φάλαγ­γα και τα απο­δε­δειγ­μέ­να σχέ­δια δολο­φο­νί­ας του Στά­λιν τη δεκα­ε­τία του ’30, η άνο­δος του φασι­σμού στην Ευρώ­πη, δεν λαμ­βά­νο­νται καν υπό­ψη για να εξη­γη­θεί έστω στο ελά­χι­στο η καχυ­πο­ψία που είχε δημιουρ­γη­θεί στην ηγε­σία της Σοβιε­τι­κής Ένω­σης. Απλώς επι­κρα­τού­σε μια «γκρί­ζα κατά­στα­ση» στην Ευρώ­πη. «Γκρί­ζα…»

Η εμπά­θεια, ως γνω­στόν, θολώ­νει και το καλύ­τε­ρο μυα­λό. Έτσι, στο βιβλίο του Βολ­κόφ, σε ένα νεφε­λώ­δες ιστο­ρι­κό προ­σκή­νιο, περ­πα­τά­νε μαζί με τα δόλια σχέ­διά τους ο τσά­ρος Νικό­λα­ος Α’ και ο «τσά­ρος» Στά­λιν με τον πρώ­το να χαϊ­δεύ­ει τον Πού­σκιν (λόγω της προ­πα­γαν­δι­στι­κής αξί­ας της ποί­η­σής του και τον «εθνι­κι­σμό» του. Είπα­με: απο­στρο­φή από «τη Δύση»), αλλά και να τον μαστι­γώ­νει ταυ­τό­χρο­να (για τον «αντι-τσα­ρι­σμό» του) και με τον δεύ­τε­ρο να χαϊ­δεύ­ει τον Σοστα­κό­βιτς (για την προ­πα­γαν­δι­στι­κή αξία του έργου του και για τον «εθνι­κι­σμό» του. Είπα­με: σοβιε­τι­κή κουλ­τού­ρα, απο­στρο­φή από «τη Δύση»!), αλλά και να τον τυραν­νά­ει (για το «φορ­μα­λι­σμό» του). Τσά­ροι και ποιητές!

Διε­στραμ­μέ­νη σύγ­χυ­ση εννοιών 

Ένα άλλο βιβλίο που κυκλο­φό­ρη­σε είναι αυτό με τις ανα­μνή­σεις των παι­διών του Σοστα­κό­βιτς, Ο πατέ­ρας μας DSch των Μαξίμ και Γκα­λί­να Σοστα­κό­βιτς (εκδό­σεις «Μου­σαίο»). Δεν θέλου­με να κρί­νου­με τι ήταν αυτό που έκα­νε τα ίδια τα παι­διά του να υπη­ρε­τή­σουν το άθλιο προ­πα­γαν­δι­στι­κό παι­χνί­δι της «Δύσης» εις βάρος του νεκρού πατέ­ρα τους. Υπάρ­χουν και άλλα παρα­δείγ­μα­τα και δεν είναι το θέμα μας εδώ. Στο βιβλίο αυτό απου­σιά­ζουν τελεί­ως οι ανα­φο­ρές στο ιστο­ρι­κό πλαί­σιο. Ακό­μα και ο Β’ Παγκό­σμιος Πόλε­μος είναι σχε­δόν ανύ­παρ­κτος. Τα παι­διά θυμού­νται εξαι­ρε­τι­κά λίγα και κάθε λίγο και λιγά­κι ένας πρω­το­πρε­σβύ­τε­ρος προ­σω­πι­κός φίλος του Μαξίμ συμπλη­ρώ­νει για να εκστο­μί­σει τα εμπα­θέ­στα­τα αντι­σο­βιε­τι­κά του απο­φθέγ­μα­τα, σαν να του φαί­νο­νται λίγα τα επι­βα­ρυ­ντι­κά για τον Στά­λιν και τη Σοβιε­τι­κή Ένω­ση λόγια και ανα­μνή­σεις των παι­διών.  «Βοη­θά­ει» τα παι­διά να «θυμού­νται» και σε κάποια σημεία μιλά­ει περισ­σό­τε­ρο από τα ίδια τα παι­διά. Ο γιος (τον υπο­δέ­χθη­κε προ­σω­πι­κά ο Αμε­ρι­κα­νός πρό­ε­δρος Ρόναλτ Ρίγκαν με τον ερχο­μό του στις ΗΠΑ) περιο­ρί­ζε­ται σε κάτι σκόρ­πιες μπη­χτές. Για παρά­δειγ­μα: «Ουσια­στι­κά ήταν αιχ­μά­λω­τος (ο Σοστα­κό­βιτς) ενός εγκλη­μα­τι­κού και αδυ­σώ­πη­του καθε­στώ­τος» (σελ. 158) και «Ο Σοστα­κό­βιτς ήταν ένα από τα θύμα­τα του τερα­τό­μορ­φου ολι­γαρ­χι­κού καθε­στώ­τος» (σελ. 173). Το τελευ­ταίο είχε σχέ­ση με την αφιέ­ρω­ση στο ‘Ογδοο Κουαρ­τέ­το του Σοστα­κό­βιτς αρχι­κά στη μνή­μη του Στά­λιν, αλλά όταν το έργο είχε πλέ­ον μεγά­λη επι­τυ­χία, άλλα­ξε την αφιέ­ρω­ση στη Μνή­μη των θυμά­των του φασι­σμού και του πολέ­μου». Σχο­λιά­ζει ο Μαξίμ: «Εννο­εί­ται ότι το 1960 η αφιέ­ρω­ση ‘Στη μνή­μη των θυμά­των του φασι­σμού’ είχε διτ­τή σημα­σία. Αλλά αν κατα­νο­ή­σου­με τη λέξη «φασι­σμός» ως συνώ­νυ­μη της λέξης «ολι­γαρ­χία» η διτ­τή σημα­σία εκλεί­πει. Ο Σοστα­κό­βιτς ήταν ένα από τα θύμα­τα του τερα­τό­μορ­φου ολι­γαρ­χι­κού καθε­στώ­τος». Η λαθρο­χει­ρία ενός ανθρώ­που που αργό­τε­ρα ρίχτη­κε στην αγκα­λιά ενός Ρήγκαν…Αλλά και κατά τη γνώ­μη του Βολ­κόφ «Ο Σοστα­κό­βιτς είχε κάνει ένα σοβα­ρό λάθος τακτι­κής με αυτή του την αφιέ­ρω­ση. Είχε φαντα­στεί ότι αυτό θα τον βοη­θού­σε να κρύ­ψει από τις αρχές τη βαθύ­τε­ρη σημα­σία του και­νούρ­γιου του έργου κι ότι το κοι­νό θα την ανα­κά­λυ­πτε μόνο του» (Σοστα­κό­βιτς και Στά­λιν, σελ. 356). Και στις δύο περι­πτώ­σεις προ­σβάλ­λε­ται η προ­σω­πι­κό­τη­τα του μου­σι­κο­συν­θέ­τη. Δεν διστά­ζουν να τον κατε­βά­σουν για να τον…προστατέψουν από τον ίδιο του τον εαυ­τό. Στο βιβλίο των παι­διών του Σοστα­κό­βιτς δεν ανα­φέ­ρο­νται καν πηγές, όταν γίνε­ται λόγος για τη γνώ­μη άλλων ανθρώπων.

Στο επό­με­νο μέρος, το τρί­το και τελευ­ταίο, θα στα­θού­με πιο ανα­λυ­τι­κά στα βιβλία αυτά εστιά­ζο­ντας σε θέμα­τα που έχουν σχέ­ση με το Κόμ­μα, καθώς και με το ζήτη­μα της κρι­τι­κής και αυτοκριτικής.

Συνε­χί­ζε­ται

NTIMITΡ ΣΟΣΤΑΚΟΒΙΤΣ (Α’ ΜΕΡΟΣ)

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο