Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ντοκουμέντα για την «Μάχη της Νάουσας» (11 — 14 Ιανουαρίου 1949)

Επι­μέ­λεια Αλέ­κος Χατζη­κώ­στας //

Ξεχω­ρι­στή θέση στην ιστο­ρία του Δημο­κρα­τι­κού Στρα­τού Ελλά­δας, κατέ­χει η Μάχη της Νάου­σας. Η μάχη της Νάου­σας (11 — 14 Γενά­ρη 1949) συμπί­πτει με την επο­χή της μεγα­λύ­τε­ρης ανά­πτυ­ξης του ΔΣΕ.  Για την ιστο­ρία σημειώ­νου­με ότι την επι­χεί­ρη­ση πραγ­μα­το­ποί­η­σε η 10η Μεραρ­χία του ΔΣΕ με Διοι­κη­τή τον Υπο­στρά­τη­γο Νίκο Θεο­χα­ρό­που­λο (Σκο­τί­δα) και Πολι­τι­κό Επί­τρο­πο τον Νίκο Μπε­λο­γιάν­νη απο­τε­λού­με­νη από τις 18η, 14η και η 103η Ταξιαρ­χί­ες, συνο­λι­κής δύνα­μης 2.438 μαχη­τών και μαχη­τριών. Σήμε­ρα παρου­σιά­ζου­με Δελ­τία Ειδή­σε­ων από τον Ραδιο­φω­νι­κό Σταθ­μό της Ελεύ­θε­ρης Ελλά­δας (του ΔΣΕ) (ψηφια­κό αρχείο ΑΣΚΙ)
ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ 1ο (Προ­ε­τοι­μα­σία-επί­θε­ση)
“5/2/1949 Αρ. Δ. 1718

dseΜέσα στην πυκνή ομί­χλη μόλις ξεχώ­ρι­σαν οι φωτιές που είχαν ανά­ψει οι μαχη­τές μας. Είναι εδώ η 18η ταξιαρ­χία και παρα­κά­τω η 103η και η 14η ταξιαρ­χία. Κάθε διμοι­ρία είχε τη φωτιά της. Δύο μαχή­τριες από τις λεβέ­ντι­σες που θάμπαι­ναν σε λίγο στη Νάου­σα φρό­ντι­ζαν την κάθε φωτιά. Μακρυά στο βάθος ξεχώ­ρι­ζε η φωτι­σμέ­νη πόλη. Οι μαχη­τές ζεσταί­νο­νται γύρω στη φωτιά μα η ματιά τους δεν λέει να ξεκο­λή­σει από τα μικρά φωτάια της πόλης. Αυτή τη νύχτα σίγου­ρα θα την πάρου­με τη Νάου­σα. Τότε να δεις χαρές και πανη­γύ­ρια. Κατα­καϋ­μέ­νε βασα­νι­σμέ­νε λαέ, ακού­γε­ται από δεκά­δες στό­μα­τα. Η χαρά της προ­σμο­νής ξεκου­ρά­ζει τα παγω­μέ­να πόδια δίνει κου­ρά­γιο στα κου­ρα­σμέ­να σώμα­τα. Εδώ την ώρα της ανά­παυ­σης το λόγο έχουν οι μαχή­τριες. Κανείς δεν  πρέ­πει να πάθει κρυο­πα­γή­μα­τα, έχει πει η διοί­κη­ση. Και τα κορί­τσια, οι μάνες της διμοι­ρί­ας φρο­ντί­ζουν τις φωτιές, στε­γνώ­νουν τις κάλ­τσες των παι­διών, κόβουν σε λου­ρί­δες που­κά­μι­σα για να τυλί­ξουν τα ξεπα­για­σμέ­να πόδια τους οι μαχη­τές. Τόχουν βάλει άμιλ­λα ποια θάχει τους λιγό­τε­ρους κρυα­πα­γη­μέ­νους. Θες οι φωτιές, θες η λαχτά­ρα πότε θα μπού­με στη Νάουσ­σα, θες η ξεκού­ρα­ση, όλα μαζί βοή­θη­σαν ώστε κανέ­νας μαχη­τής και καμία μαχή­τρια να μη μεί­νει το βρά­δυ έξω από τη φάλαγ­γα που θα κατη­φό­ρι­ζε. Με τη σκο­τει­νιά ανά­λα­φρα περ­πα­τώ­ντας με απο­στά­σεις, δίχως ψίθυ­ρο φτά­σα­νε έξω από την πόλη. Το σύν­θη­μα δόθη­κε και οι μαχη­τές μας με λαχτά­ρα ρίχτη­καν στην οχυ­ρω­μέ­νη Νάου­σα. Επρε­πε να τη λευ­τε­ρώ­σουν. Τόσον και­ρό ο λαός τους καρ­τε­ρά. Το οχει­ρό, ο Αη Λιας, ο Λανα­ράς, τα πολυ­βο­λεία, τα οχυ­ρω­μέ­να σπί­τια σωριά­ζο­νται κάτω από τη θέλη­ση, την από­φα­ση των μαχη­τών μας. Εδώ πολέ­μη­σαν η Στερ­για­νή και η Θεο­δώ­ρα από τοι 426 τάγ­μα της 18ης ταξιαρ­χί­ας που προ­τά­θη­καν και για ηθι­κή αμοι­βή. Η Ελέ­νη, η Αρε­τή και η Δήμη­τρα που κρά­τη­σαν τρία μερό­νυ­χτα ένα ύψω­μα έξω από τη Νάουσ­σα. Η ηρω­ϊ­δα Ευαν­θία Ανδρέ­ου που πολέ­μη­σε υπο­δειγ­μα­τι­κά στο ύψω­μα Δαλα­μά­ρι της Νάουσ­σας. Η Νάουσ­σα λευ­τε­ρώ­θη­κε. Τρεις μέρες και τρεις νύχτες τα παλ­λη­κά­ρια μας της 18ης και 103ης και της 14ης έκα­τσαν μέσα στην πόλη. Με αγά­πη τους δέχτη­κε ο λαός. Ετρε­χαν οι γυναί­κες στους δρό­μους και μοί­ρα­ζαν σού­πα στους μαχη­τές μας. Κορί­τσια, αγό­ρια μεγά­λες γυναί­κες προ­σφέ­ρο­νταν για οδη­γοί, για να δεί­ξουν που υπάρ­χουν πολυ­βο­λεία, που υπάρ­χουν κρύ­φτες. Μαθη­τές του Γυμνα­σί­ου και μικρές εργά­τριες ενθου­σιά­ζο­νταν και ζητού­σαν όπλα να πολε­μή­σουν. Δεκά­δες κορί­τσια και αγό­ρια παρου­σιά­ζο­νταν εθε­λο­ντι­κά στις διοι­κή­σεις μας και ζητού­σαν να κατα­τα­χτούν στο Δ.Σ. Τέτοιο λαό σαν το λαό της Νάου­σας που­θε­νά δεν εία, είπε με ενθου­σια­σμό ο μαχη­τής της 18ης ταξιαρ­χί­ας Καρα­γκιο­ζού­δης Μήτσος. Ποτέ ίσα­με να πεθά­νω δεν θα ξεχά­σω την αγά­πη αυτού του λαού. Τις γυναί­κες ποιυ μας τρα­βού­σαν από τα μανί­κια για να μας πάνε στα σπί­τια τους να μας φιλέ­ψουν. Τα αδά­κρι­τα μάτια τους τα λαμπε­ρά τους πρό­σω­πα σαν μας έδω­σαν τα καλύ­τε­ρα παι­διά τους. Τις ευχές τους. Στο καλό παδιά μας, στο καλό. Γρή­γο­ρα να ξενάρ­θε­τε και τότε ποτέ πια να μη φύγε­τε. Η Νάουσ­σα είναι με τους αντάρ­τες. Η Νάουσ­σα είναι δική μας”

ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ 2
“72/1949 Αρ. Δ. 1732:

Οι αιχ­μά­λω­τοι της Νάουσ­σας κάνουν την πρώ­τη δημο­κρα­τι­κή τους συνέ­λευ­ση. Αντα­πό­κρι­ση του πρώ­ην φαντά­ρου Δημο­σθέ­νη Οικονόμου.

1 Του Φλε­βά­ρη. Σ’ ένα χωριό της Ελεύ­θε­ρης Ελλά­δας οι αιχ­μά­λω­τοι της Νάουσ­σας κάνουν την πρώ­τη δημο­κρα­τι­κή του συνέ­λευ­ση. Ολοι μας συγε­κντρω­νό­μα­στε με τις καρ­διές μας γιο­μά­τες θέλη­ση να ξερι­ζώ­σου­με κάθε τι που από­μει­νε μέσα μας από τη μοναρ­χο­φα­σι­στι­κή μού­χλα και να γίνου­με και μεις άξιοι μαχη­τές του Δ.Σ.Ε. Μόνο εδώ μπο­ρού­με να λέμε ελεύ­θε­ρα τη γνώ­μη μας, να συζη­τά­με και να λύνου­με τα προ­βλή­μα­τα μας, μας λέει ο γραμ­μα­τέ­ας της επι­τρο­πής μας αιχ­μά­λω­τος ανθυ­πο­λο­χα­γός Αστρει­νί­δης Ζαφεί­ρης κι όλοι μας νοιώ­θου­με τη σημα­σία αυτών των λόγων. Μίλη­σαν πολ­λοί πρώ­ην φαντά­ροι και εθνο­φρου­ρί­τες κι’ είπα­νε τη γνώ­μη τους για την καλυ­τέ­ρε­ψη της ζωής μας. “Εδώ δίνε­ται μονα­δι­κή ευκαι­ρία λέει ο εθνο­φρου­ρί­της Αηδο­νί­δης να βγά­λου­με όλες μας τις αδυ­να­μί­ες. Και ο Χατζά­κος συμπλη­ρώ­νει: Εδώ πρέ­πει να απο­κτή­σου­με τη συνει­δη­τή πει­θαρ­χία. Εκεί είχα­με τη πει­θαρ­χία του βούρ­δου­λα. Θέλει μεγά­λη προ­σπά­θεια μα πρέ­πει ν’ ακο­λου­θή­σου­με τα βήμα­τα των μαχη­τών του Δ.Σ που είναι σαν και μας αγρο­τό­παι­δα κι ‘ εργα­τό­παι­δα και να τους φτά­σου­με. Και μπο­ρού­με να γίνου­με για­τί τα συμ­φέ­ρο­ντα μας είναι ίδια. Πολ­λοί ζήτη­σαν να πάρουν όπλο και να πολε­μή­σουν δίπλα στο Δ.Σ για το γρη­γο­ρό­τε­ρο ξεσκλά­βω­μα της πατρί­δας μας. Οταν φύγα­με στα πρό­σω­πα μας ζωγρα­φι­ζό­τα­νε η χαρά για­τί μέσα μας είχε στε­ρε­ω­θεί η από­φα­ση να κάνου­με ότι μπο­ρού­με για να γίνου­με τέτοιοι που μας θέλει ο Δ.Σ για­τί μας φλό­γι­ζε τη ψυχή η πίστη στη νίκη της δημο­κρα­τί­ας, στη νίκη του λαού”

ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ 3
“  7/2 Αρ. Δ. 1732 Στιγ­μιό­τυ­πα από τη ζωή των αιχμαλώτων.

dse1Οι Ναου­σαί­οι αιχ­μά­λω­τοι χορεύ­ουν. Ξέχα­σαν και την κού­ρα­ση της πορεί­ας και τις τόσες ταλαι­πω­ρί­ες που υπέ­φε­ραν. Ξανα­ζω­ντα­νε­μέ­νοι τώρα απ’ τον αέρα της λευ­τε­ριάς που ανα­πνέ­ουν κι’ ενθου­σια­σμέ­νοι από τον και­νούρ­γιο κόσμο που είδα­νε να χτί­ζε­ται εδώ πάνω, τρα­γου­δά­νε τα τρα­γού­δια της λευ­τε­ριάς και πια­σμέ­νοι χέρι-χέρι με τους μαχη­τές του Δ.Σ και το λαό του χωριού χορεύ­ουν. Μπρο­στά ο αντι­συ­νταγ­μα­τάρ­χης Κοντά­σης και πίσω οι άλλοι αξιω­μα­τι­κοί και φαντά­ροι, όλοι μαζί τρα­γου­δούν το τρα­γού­δι της συνα­δέλ­φω­σης. Σε πολ­λούς η συγκί­νη­ση είναι ολο­φά­νε­ρη και ο αιχ­μά­λω­τος αξιω­μα­τι­κός Κων­στα­ντι­νί­δης λέει μία στιγ­μή. Σε δέκα μέρες όλος αυτός ο κόσμος θάχει ξακα­να­βα­φτι­στεί. Ενας φαντά­ρος παρα­πέ­ρα συμπλή­ρω­σε: Αν ήξε­ραν ακρι­βώς όλοι οι φαντά­ροι και εθνο­φρου­ρί­τες τι γίνε­ται εδώ πάνω θάχαν πετά­ξει από και­ρό τα όπλα και θάρ­χο­νταν στην ελεύ­θε­ρη Ελλά­δα. Μα θάρ­θουν. Θάρ­θουν για­τί η αλή­θεια έχει μεγά­λα φτε­ρά και θα φτά­σει οπωσ­δή­πο­τε στ’ αυτιά τους, για­τί η αλή­θεια νικά­ει πάντα το ψέμ­μα και την απάτη”

«Ποτέ ίσα­με να πεθά­νω δεν θα ξεχά­σω την αγά­πη αυτού του λαού.»

 

_________________________________________________________________________________________________

Αλέκος Α. Χατζηκώστας  Δημοσιογράφος και εκδότης της εφημερίδας «Η Άλλη Άποψη της Ημαθίας» και του alli-apopsi.gr. Άρθρα του έχουν δημοσιευτεί σε εφημερίδες, περιοδικά και site εδώ και δεκαετίες, ενώ έχει συμμετάσχει με εισηγήσεις σε μια σειρά ιστορικά συνέδρια και ημερίδες. Έχει εκδώσει 6 βιβλία και συμμετέχει σε συλλογικούς τόμους.
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο