Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ογδόντα χρόνια από την ίδρυση του ΕΑΜ

«Το ΕΑΜ μας έσω­σε απ’ την πείνα

Θα μας σώσει και απ’ τη σκλαβιά

Κι έχει πρό­γραμ­μα λαοκρατία

Ζήτω ζήτω ζήτω το ΕΑΜ»

Η πάλη του ΚΚΕ κατά τη δεκα­ε­τία 1940 — 1949, οπό­τε πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­καν οι τρεις μεγά­λες ανα­τά­σεις του λαϊ­κού κινή­μα­τος, συνι­στά τη μεγα­λύ­τε­ρη προ­σφο­ρά του Κόμ­μα­τός μας στην εργα­τι­κή τάξη και στα φτω­χά λαϊ­κά στρώ­μα­τα, καθώς και τη μεγα­λύ­τε­ρη συμ­βο­λή του στη δρά­ση του Διε­θνούς Κομ­μου­νι­στι­κού Κινή­μα­τος κατά τον προη­γού­με­νο αιώνα.

Η πάλη του ΕΑΜ — ΕΛΑΣ και ο Δεκέμ­βρης του ’44, που ακο­λού­θη­σε, απο­τε­λούν τη συνέ­χεια ενός κινή­μα­τος στο οποίο ηγή­θη­κε το ΚΚΕ και προ­οί­μιο της τρί­χρο­νης επο­ποι­ί­ας του Δημο­κρα­τι­κού Στρα­τού Ελλά­δας (ΔΣΕ), της κορυ­φαί­ας ταξι­κής σύγκρου­σης στην Ελλά­δα στον 20ό αιώνα.

Οπως είναι φυσι­κό, λοι­πόν, η δια­πά­λη για το ΕΑΜ και συνο­λι­κό­τε­ρα για την Ιστο­ρία της δεκα­ε­τί­ας του 1940 κρα­τά δεκα­ε­τί­ες, με το σύνο­λο του αστι­κού πολι­τι­κού κόσμου να προ­σπα­θεί άλλο­τε να αλλοιώ­σει τα ιστο­ρι­κά γεγο­νό­τα και άλλο­τε να ευνου­χί­σει κάθε ριζο­σπα­στι­κό ιστο­ρι­κό δίδαγμα.

Ετσι, δίπλα σ’ αυτούς που για χρό­νια ισχυ­ρί­ζο­νταν ότι το ΚΚΕ δεν αγω­νί­στη­κε ποτέ για την απε­λευ­θέ­ρω­ση της χώρας, υπάρ­χουν και αυτοί που προ­σπα­θούν να αφαι­ρέ­σουν κάθε ταξι­κό χαρα­κτη­ρι­στι­κό από την πάλη του ΕΑΜ και να την περιο­ρί­σουν στα όρια της εθνι­κής ενό­τη­τας και της ταξι­κής συνεργασίας.

Τα ιστο­ρι­κά γεγο­νό­τα δια­ψεύ­δουν και τους μεν και τους δε.

Αφε­νός για­τί το ΚΚΕ, απο­τε­λώ­ντας τον κύριο αιμο­δό­τη του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ και των άλλων οργα­νώ­σε­ων, πρω­το­στά­τη­σε στην πάλη ενά­ντια στην τρι­πλή φασι­στι­κή κατο­χή, σε μια περί­ο­δο που η αστι­κή τάξη και ο αστι­κός πολι­τι­κός κόσμος είτε συμ­μά­χη­σαν με τις αρχές κατο­χής είτε ακο­λού­θη­σαν τον βασι­λιά και τον βρε­τα­νι­κό στρα­τό στο Λον­δί­νο και στη Μέση Ανα­το­λή. Αφε­τέ­ρου για­τί το ΕΑΜ ήταν ένα κίνη­μα που αντι­πα­ρα­τέ­θη­κε ένο­πλα τόσο με τα Τάγ­μα­τα Ασφα­λεί­ας και αστι­κές οργα­νώ­σεις που στή­ρι­ζαν κατά βάση την τρι­πλή φασι­στι­κή κατο­χή, όσο και με αστι­κές οργα­νώ­σεις όπως ο ΕΔΕΣ ή η ΕΚΚΑ, που βρί­σκο­νταν σε στε­νό­τε­ρη συνερ­γα­σία με τον βρε­τα­νι­κό ιμπεριαλισμό.

Φυσι­κά, όταν μιλά­με για το «φαι­νό­με­νο ΕΑΜ» καλό είναι πέρα από τον πρω­το­πό­ρο ρόλο του ΚΚΕ (με τα όποια προ­βλή­μα­τα είχε η στρα­τη­γι­κή του) να θυμό­μα­στε και ορι­σμέ­να άλλα δεδο­μέ­να που συνέ­βα­λαν στην ταχεία αλλα­γή του πολι­τι­κού και του κοι­νω­νι­κού — ταξι­κού συσχε­τι­σμού δυνά­με­ων και στον κλο­νι­σμό της καπι­τα­λι­στι­κής εξουσίας:

Οπως το γεγο­νός ότι τα κόμ­μα­τα της αστι­κής τάξης ήταν δια­λυ­μέ­να και πολυ­δια­σπα­σμέ­να από την περί­ο­δο της 4ης Αυγού­στου. Η κατο­χή της Ελλά­δας από στρα­τεύ­μα­τα τριών κρα­τών ήρθε να δώσει ένα ακό­μα μεγά­λο χτύ­πη­μα, οδη­γώ­ντας τις αστι­κές πολι­τι­κές δυνά­μεις σε ακό­μα μεγα­λύ­τε­ρη απώ­λεια του κύρους τους σε εργα­τι­κές — λαϊ­κές μάζες, σε βαθύ­τα­τη κρί­ση και ακό­μα μεγα­λύ­τε­ρη διά­σπα­ση. Κατα­λυ­τι­κή για την κρί­ση του αστι­κού πολι­τι­κού κόσμου και τη ριζο­σπα­στι­κο­ποί­η­ση των εργα­τι­κών — λαϊ­κών μαζών ήταν και η γενι­κό­τε­ρη ενδο­κα­πι­τα­λι­στι­κή αντί­θε­ση ανά­με­σα στη φιλο­γερ­μα­νι­κή — φιλο­α­ξο­νι­κή και τη φιλο­βρε­τα­νι­κή πτέρυγα.

Η πεί­να της πρώ­της περιό­δου της Κατο­χής ήταν ένας ακό­μα παρά­γο­ντας. Την πρώ­τη περί­ο­δο οι αρχές κατο­χής στρά­φη­καν στις κατα­σχέ­σεις εμπο­ρευ­μά­των του πρω­το­γε­νούς και δευ­τε­ρο­γε­νούς τομέα, ενώ πολ­λοί από τους εργά­τες απο­λύ­θη­καν, αλλά και για όσους συνέ­χι­σαν να δου­λεύ­ουν ο μισθός τους δεν επαρ­κού­σε για τη στοι­χειώ­δη δια­βί­ω­σή τους. Είναι χαρα­κτη­ρι­στι­κό ότι γερ­μα­νι­κές εκθέ­σεις στις αρχές του 1942 θεω­ρού­σαν πως εξαι­τί­ας της κακής δια­τρο­φής των Ελλή­νων εργα­τών, η απο­δο­τι­κό­τη­τά τους μειώ­θη­κε κατά 50%. Κάτω από αυτές τις συν­θή­κες, μεγά­λο μέρος του πλη­θυ­σμού ήρθε αντι­μέ­τω­πο με το φάσμα του κρύ­ου και της λιμο­κτο­νί­ας. Σε δει­νή θέση βρέ­θη­καν τα υπό εκμε­τάλ­λευ­ση λαϊ­κά στρώ­μα­τα και κυρί­ως η εργα­τι­κή τάξη.

Ομως και μεσαία αστι­κά στρώ­μα­τα, που προ­πο­λε­μι­κά απο­τε­λού­σαν προ­νο­μια­κούς συμ­μά­χους της αστι­κής εξου­σί­ας, μέσα στις συν­θή­κες της Κατο­χής αντι­με­τώ­πι­σαν την ταχεία και βίαιη επι­δεί­νω­ση του βιο­τι­κού τους επι­πέ­δου, με απο­τέ­λε­σμα να επη­ρε­ά­ζο­νται περισ­σό­τε­ρο από τα αντι­στα­σια­κά κελεύ­σμα­τα του ΚΚΕ και του ΕΑΜ.

Την ίδια περί­ο­δο η κατο­χι­κή ελλη­νι­κή κυβέρ­νη­ση, απο­δει­κνύ­ο­ντας τον ταξι­κό της προ­σα­να­το­λι­σμό, απέρ­ρι­ψε τη φορο­λό­γη­ση της περιου­σί­ας και των νομι­κών προ­σώ­πων (ανώ­νυ­μες εται­ρεί­ες κ.λπ.), ισχυ­ρι­ζό­με­νη ψευ­δώς ότι ήταν διοι­κη­τι­κά αδύνατη.

Οπως χαρα­κτη­ρι­στι­κά ανέ­φε­ρε η εισή­γη­ση του Γ. Ζέβγου προς τη 10η Ολο­μέ­λεια της ΚΕ του ΚΚΕ (Γενά­ρης του 1944):

«Μεγα­λέ­μπο­ροι, μεγα­λο­βιο­μή­χα­νοι, μεγα­λο­τρα­πε­ζί­τες που εξ αρχής συνερ­γά­ζο­νται με τους επι­δρο­μείς (…) δυνά­μω­σαν τη συνερ­γα­σία τους τού­το το χρό­νο, παίρ­νο­ντας πλού­σιο μερί­διο απ’ το λήστε­μα του λαού. Βρή­καν την ευκαι­ρία να πλη­ρώ­νουν μερο­κά­μα­τα που δε φτά­νουν ούτε για 100 δρά­μια πατά­τες, φου­σκώ­νουν τις τιμές, κρύ­βουν τα τρό­φι­μα, κατά­στρε­φαν οικο­νο­μι­κά τους εργα­ζό­με­νους βιο­πα­λαι­στές, ενώ αυτοί αύξη­σαν 5 και 10 φορές τα πλού­τη τους».

Πέρα από τα προη­γού­με­να, πρέ­πει να συνυ­πο­λο­γι­στεί η άγρια εκμε­τάλ­λευ­ση χιλιά­δων εργα­τών που μετα­φέρ­θη­καν για κατα­να­γκα­στι­κή εργα­σία στη Γερ­μα­νία, έπει­τα από τα μπλό­κα και τις συλ­λή­ψεις των γερ­μα­νι­κών δυνά­με­ων και των Ταγ­μά­των Ασφα­λεί­ας σε διά­φο­ρες γει­το­νιές της Αθήνας.

Επι­πλέ­ον, πρέ­πει να συνυ­πο­λο­γι­στεί ο βαρύς φόρος αίμα­τος της εργα­τι­κής τάξης και των φτω­χών λαϊ­κών στρω­μά­των. Αυτός περι­λαμ­βά­νει όσους εκτε­λέ­στη­καν από τις δυνά­μεις κατο­χής και τους ντό­πιους συνερ­γά­τες τους και όσους έπε­σαν με το όπλο στο χέρι. Ακό­μα, περι­λαμ­βά­νει τους θανά­τους από πεί­να, για τους οποί­ους δεν υπάρ­χουν επί­ση­μα στα­τι­στι­κά στοι­χεία, ούτε ενιαί­ος υπο­λο­γι­σμός. Σύμ­φω­να με ορι­σμέ­νες πηγές, οι νεκροί από το κρύο και την πεί­να ήταν 100.000 το χει­μώ­να του 1941 — 1942 και 250.000 την περί­ο­δο 1941 — 1943. Κατά τον Δοξιά­δη, ο συνο­λι­κός αριθ­μός των νεκρών από την πεί­να έφτα­σε την τετρα­ε­τία 1941 — 1944 τους 300.000.

Σε όλα τα προη­γού­με­να έρχο­νταν να προ­στε­θούν και οι συνέ­πειες από τη μαύ­ρη αγο­ρά, που ενί­σχυαν τις δια­θέ­σεις για αντίσταση.

Βέβαια, η κατο­χι­κή κυβέρ­νη­ση και οι αρχές κατο­χής προ­σπα­θού­σαν να αντι­με­τω­πί­σουν απο­φα­σι­στι­κά τις πρώ­τες μαζι­κές αντι­δρά­σεις. Το φθι­νό­πω­ρο του 1941 και την άνοι­ξη του 1942, με αφορ­μή τις απερ­γί­ες των φοι­τη­τών και των κρα­τι­κών υπαλ­λή­λων, ισχυ­ρο­ποι­ή­θη­κε το θεσμι­κό πλαί­σιο της κατα­στο­λής (Ν.Δ. 2195 και Ν. 175).

Ο δρόμος της αντίστασης

Το ΚΚΕ, βαριά χτυ­πη­μέ­νο από τη δικτα­το­ρία της 4ης Αυγού­στου, κατέ­βα­λε ηρω­ι­κές προ­σπά­θειες να ανα­συ­γκρο­τη­θεί και να αντι­με­τω­πί­σει τη νέα κατάσταση.

Η ανα­συ­γκρό­τη­ση του ΚΚΕ στις συν­θή­κες της τρι­πλής φασι­στι­κής κατο­χής απο­τε­λεί άθλο του Κόμ­μα­τος στη μακρό­χρο­νη Ιστο­ρία του. Στη­ρί­χτη­κε σε έναν απο­φα­σι­σμέ­νο πυρή­να μελών και στε­λε­χών, στις δυο χιλιά­δες περί­που κομ­μου­νι­στών και κομ­μου­νι­στριών που είχαν περά­σει τη δικτα­το­ρία του Μετα­ξά με το κεφά­λι ψηλά, είτε ως φυλα­κι­σμέ­νοι και εξό­ρι­στοι είτε στην παρα­νο­μία. Αυτός ο κρί­σι­μος κομ­μου­νι­στι­κός πυρή­νας είχε σφυ­ρη­λα­τη­θεί και δια­μορ­φω­θεί του­λά­χι­στον σε μια δεκα­πε­ντα­ε­τία σκλη­ρών αγώ­νων και μέσα σε πολύ αντί­ξο­ες συνθήκες.

Μέγι­στης σημα­σί­ας παρά­γο­ντες, που στύ­λω­ναν το επα­να­στα­τι­κό ηθι­κό των κομ­μου­νι­στών, ήταν η ύπαρ­ξη της Σοβιε­τι­κής Ενω­σης, μιας γιγά­ντιας ελπι­δο­φό­ρας δύνα­μης των μαχό­με­νων μελών όλων των ΚΚ, καθώς και η ύπαρ­ξη της Κομ­μου­νι­στι­κής Διε­θνούς. Αυτά, σε συν­δυα­σμό με την ακλό­νη­τη πεποί­θη­ση και αφο­σί­ω­ση στην υπό­θε­ση του σοσια­λι­σμού, δημιουρ­γού­σαν μια ατσά­λι­νη δύναμη.

Στην ανα­συ­γκρό­τη­ση του ΚΚΕ συνέ­βα­λαν σημα­ντι­κά οι κομ­μου­νι­στές και οι κομ­μου­νί­στριες που απέ­δρα­σαν από τους τόπους εξο­ρί­ας. Στε­λέ­χη του ΚΚΕ που απέ­δρα­σαν από τόπους εξο­ρί­ας (Πέτρος Ρού­σος, Χρύ­σα Χατζη­βα­σι­λεί­ου, Παντε­λής Καρα­γκί­τσης, Ανδρέ­ας Τζή­μας κ.ά.) ανέ­λα­βαν την πρω­το­βου­λία να ανα­συ­γκρο­τή­σουν την ΚΕ του ΚΚΕ, έχο­ντας την έγκρι­ση των κρα­του­μέ­νων της Ακρο­ναυ­πλί­ας. Ταυ­τό­χρο­να, ανέ­λα­βαν πολ­λές πρω­το­βου­λί­ες για τη συγκρό­τη­ση απε­λευ­θε­ρω­τι­κών οργανώσεων.

Στα τέλη Απρί­λη του 1941 έγι­νε σύσκε­ψη στη Θεσ­σα­λο­νί­κη, στην οποία πήραν μέρος κλι­μά­κιο του Μακε­δο­νι­κού Γρα­φεί­ου και οι κομ­μου­νι­στές που είχαν απο­δρά­σει από το Ασβε­στο­χώ­ρι. Στη σύσκε­ψη απο­φα­σί­στη­κε να οργα­νω­θεί η απε­λευ­θε­ρω­τι­κή πάλη και συντά­χθη­κε μανι­φέ­στο σε 7.000 αντίτυπα.

Στις αρχές Μάη του 1941 ιδρύ­θη­κε στην Αθή­να η ομά­δα «Δημο­κρά­της». Στις 15 Μάη κυκλο­φό­ρη­σε την πρώ­τη έντυ­πη προ­κή­ρυ­ξή της και λίγο αργό­τε­ρα άρχι­σε να εκδί­δει έντυ­πο όργα­νο με τίτλο «Δημο­κρά­της». Τον ίδιο μήνα, εκπρό­σω­πος του Μακε­δο­νι­κού Γρα­φεί­ου ήρθε σε επα­φή με τον συνταγ­μα­τάρ­χη Δημή­τρη Ψαρ­ρό και απο­φά­σι­σαν την ίδρυ­ση της οργά­νω­σης «Ελευ­θε­ρία». Αργό­τε­ρα κυκλο­φό­ρη­σε το πρώ­το φύλ­λο της εφη­με­ρί­δας «Ελευ­θε­ρία», που έγι­νε στη συνέ­χεια όργα­νο του ΕΑΜ Μακε­δο­νί­ας. Μέσα στον Μάη κυκλο­φό­ρη­σε τυπο­γρα­φη­μέ­νο και το πρώ­το φύλ­λο της εφη­με­ρί­δας «Λαϊ­κή Φωνή», οργά­νου του Γρα­φεί­ου Μακε­δο­νί­ας — Θρά­κης του ΚΚΕ, ενώ στην Αγία Παρα­σκευή της Αθή­νας και στην Κυψέ­λη πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­καν συσκέ­ψεις μόνι­μων αξιω­μα­τι­κών. Απο­φα­σί­στη­κε τα μέλη της ομά­δας να παρα­μεί­νουν στην Ελλά­δα και να συν­δε­θούν με το ΚΚΕ.

Στις 21 Μάη συγκρο­τή­θη­κε η Εθνι­κή Αλλη­λεγ­γύη, η πρώ­τη πανελ­λή­νια οργά­νω­ση που συγκρό­τη­σαν οι δρα­πέ­τες κομμουνιστές.

Στα τέλη Μάη — αρχές Ιού­νη του 1941 ιδρύ­θη­καν οι ημι­στρα­τιω­τι­κές οργα­νώ­σεις Ιερός Λόχος στη Δυτι­κή Θρά­κη και Ομά­δες Εφό­δου στη Δυτι­κή Θεσ­σα­λία. Στις 2 Ιού­νη 1941 ιδρύ­θη­κε στα Γιάν­νε­να το Πατριω­τι­κό Μέτω­πο και στις 15 του ίδιου μήνα στην Καλα­μά­τα η οργά­νω­ση Νέα Φιλι­κή Εται­ρεία, που συγκρό­τη­σε Νομαρ­χια­κή Επι­τρο­πή και ανέ­πτυ­ξε δρά­ση στην Καλα­μά­τα, στην Αρκα­δία (και κυρί­ως σε Μεγα­λό­πο­λη — Τρί­πο­λη — Τεγέα) και στη Λακω­νία. Την ίδια περί­ο­δο ιδρύ­θη­κε στην Κρή­τη η οργά­νω­ση Παγκρή­τιο Αντι­στα­σια­κό Μέτω­πο (ΠΑΜ), που αργό­τε­ρα προ­σχώ­ρη­σε στο ΕΑΜ.

Η ανα­συ­γκρό­τη­ση του ΚΚΕ κάτω από την μπό­τα του κατακτητή

Στις 1 — 3 Ιού­λη 1941 συνήλ­θε η 6η Ολο­μέ­λεια της ΚΕ του ΚΚΕ, η οποία επε­σή­μα­νε πως οι κομ­μου­νι­στές όφει­λαν να δουν ότι στο σημε­ρι­νό στά­διο ο φασι­σμός είναι ο κύριος εχθρός όχι μόνο της Σοβιε­τι­κής Ενω­σης «αλλά και κάθε δημο­κρα­τι­κής κατά­κτη­σης του λαού». Παρό­τρυ­νε να υπο­στη­ρί­ξουν κάθε προ­σπά­θεια που έτει­νε στη συντρι­βή του φασι­σμού και στην υπε­ρά­σπι­ση της Σοβιε­τι­κής Ενω­σης. Η Ολο­μέ­λεια ψήφι­σε τα βασι­κά καθή­κο­ντα της πάλης και κάλε­σε τα κόμ­μα­τα και τις οργα­νώ­σεις σε ένα εθνι­κό μέτω­πο απελευθέρωσης.

Αμέ­σως μετά συνε­χί­στη­καν οι προ­σπά­θειες για την ανα­διορ­γά­νω­ση του εργα­τι­κού συν­δι­κα­λι­στι­κού κινή­μα­τος. Στις 16 Ιού­λη 1941 υπε­γρά­φη το συμ­φω­νη­τι­κό ίδρυ­σης του Εργα­τι­κού Εθνι­κο­α­πε­λευ­θε­ρω­τι­κού Μετώ­που (ΕΕΑΜ). Το ΕΕΑΜ συγκρό­τη­σαν η Ενω­τι­κή ΓΣΕΕ (εκπρό­σω­πός της ο Κώστας Λαζα­ρί­δης) και η ΓΣΕΕ. Τον Σεπτέμ­βρη προ­σχώ­ρη­σαν και τα Ανε­ξάρ­τη­τα Συν­δι­κά­τα, με γραμ­μα­τέα τον Δ. Στρατή.

Ολα αυτά σε συν­θή­κες βαθιάς παρα­νο­μί­ας. Εγρα­φε χαρα­κτη­ρι­στι­κά ο Πέτρος Ρούσος:

«Για να τα βγά­λουν πέρα τα καθο­δη­γη­τι­κά όργα­να του Κόμ­μα­τος, κάθε κομ­μά­τι της καθο­δή­γη­σης ή κάθε υπεύ­θυ­νος σύντρο­φος διέ­θε­τε ένα ολά­κε­ρο σύστη­μα από σπί­τια, γιάφ­κες ή στέ­κια (…) και τους ανθρώ­πους τους. Ολοι λοι­πόν οι σύντρο­φοι με τη βοή­θεια των συνερ­γα­τών τους είχαν ολά­κε­ρη αλυ­σί­δα από τέτοια στέ­κια. Σωστή σιδε­ρέ­νια αλυ­σί­δα της παρα­νο­μί­ας. Η δική μας, λ.χ., άρχι­ζε από την Κοκ­κι­νιά του Πει­ραιά, κατέ­βαι­νε στην Καστέ­λα — Φάλη­ρο, προ­χω­ρού­σε προς Μοσχά­το, Βουρ­λο­πό­τα­μο, ανέ­βαι­νε έπει­τα προς Καλ­λι­θέα, Νέα Σμύρ­νη, τρα­βού­σε προς Νέο Κόσμο, Υμητ­τό (συνοι­κι­σμό), Γού­βα, Βύρω­να, Παγκρά­τι και έζω­νε με ολά­κε­ρο δακτύ­λιο την ανα­το­λι­κο­βό­ρεια περιο­χή της τότε Αθή­νας, για να προ­χω­ρή­σει μέσω συνοι­κι­σμού Κυπριά­δου προς Καλο­γρέ­ζα, Ποδα­ρά­δες και να κατα­λή­ξει στο Ηρά­κλειο Αττι­κής. Σε κάθε μία από τις πάνω συνοι­κί­ες ή συνοι­κι­σμούς και από ένα δύο και τρία σπί­τια — για­τά­κια. Πρό­κει­ται για δρο­μο­λό­γιο όχι λιγό­τε­ρο από 25 χιλιό­με­τρα, που γινό­ταν κάθε τόσο τμη­μα­τι­κά ή συνο­λι­κά με πεζο­πο­ρία. Είχε απα­γο­ρευ­τεί σε οποιο­δή­πο­τε στέ­λε­χος του Κόμ­μα­τος να χρη­σι­μο­ποιεί τρο­χο­φό­ρα, που ήταν κίν­δυ­νος θάνατος».

Η ίδρυση του ΕΑΜ

Στις αρχές Σεπτέμ­βρη του 1941 συνήλ­θε στην Αθή­να η 7η Ολο­μέ­λεια της ΚΕ του ΚΚΕ. Η 7η Ολο­μέ­λεια εκτί­μη­σε πως και στην Ελλά­δα επι­κρα­τού­σε ο ίδιος αντι­φα­σι­στι­κός ανα­βρα­σμός που κυριαρ­χού­σε σε όλες τις χώρες της Ευρώ­πης, και πως το γεγο­νός ότι δεν είχε πάρει ακό­μα πλα­τιές δια­στά­σεις (απερ­γί­ες, σαμπο­τάζ, δια­δη­λώ­σεις κ.λπ.) οφει­λό­ταν «στην καθυ­στέ­ρη­ση της οργά­νω­σης των εθνι­κών δυνά­με­ων σε ένα Εθνι­κό Απε­λευ­θε­ρω­τι­κό Μέτω­πο». Εκτί­μη­σε ακό­μα ότι και στην Ελλά­δα, «όπως και σε όλο τον κόσμο, ωρι­μά­ζει η επα­να­στα­τι­κή κρίση».

Η Ολο­μέ­λεια σημεί­ω­σε ότι οι αντι­κει­με­νι­κές συν­θή­κες βοη­θού­σαν το ΚΚΕ να αντα­πο­κρι­θεί γρή­γο­ρα στα καθή­κο­ντα της ανα­συ­γκρό­τη­σής του, συν­δέ­ο­ντας την εσω­κομ­μα­τι­κή ανα­διορ­γά­νω­ση με το ολό­πλευ­ρο δυνά­μω­μα της εξω­κομ­μα­τι­κής μαζι­κής δρά­σης. Υπο­γράμ­μι­σε ιδιαί­τε­ρα τα καθή­κο­ντα της εξα­σφά­λι­σης παρά­νο­μου μηχα­νι­σμού, από την ΚΕ μέχρι τον κάθε πυρή­να του Κόμ­μα­τος, την αυστη­ρή τήρη­ση των συνω­μο­τι­κών κανό­νων, και επε­σή­μα­νε τα εξής:

«Πλα­τύ­τα­τος τομέ­ας για μαζι­κή δρά­ση είναι σήμε­ρα το Εθνι­κο­α­πε­λευ­θε­ρω­τι­κό Μέτω­πο, που θα αντι­τα­χθεί και θα κατα­πο­λε­μή­σει με όλα τα μέσα τη φασι­στι­κή κατο­χή (…) Από κάτω ίσα­με πάνω πρέ­πει να απο­κρυ­σταλ­λώ­σου­με τη συνέ­νω­ση των εθνι­κών δυνά­με­ων, να τους δώσου­με οργα­νω­τι­κή μορφή».

Οπως όρι­σε η 7η Ολο­μέ­λεια, η ηγε­σία του Κόμ­μα­τος απευ­θύν­θη­κε σε κόμ­μα­τα και ηγε­τι­κές προ­σω­πι­κό­τη­τες του αστι­κού πολι­τι­κού κόσμου. Στους Θεμι­στο­κλή Σοφού­λη, Γεώρ­γιο Καφα­ντά­ρη, Γεώρ­γιο Παπαν­δρέ­ου και Πανα­γιώ­τη Κανελ­λό­που­λο, στους οποί­ους πρό­τει­νε να ανα­λά­βουν ηγε­τι­κή θέση στον εθνι­κο­α­πε­λευ­θε­ρω­τι­κό αγώνα.

Το γεγο­νός αυτό απο­δει­κνύ­ει για πολ­λο­στή φορά ότι το σκε­πτι­κό της συνερ­γα­σί­ας με τις αστι­κές πολι­τι­κές δυνά­μεις δεν προ­έ­κυ­ψε στο ΚΚΕ αργό­τε­ρα, το 1944, ως συνέ­πεια λαθε­μέ­νων χει­ρι­σμών ή συναλ­λα­γής της ηγε­σί­ας, αλλά απο­τε­λού­σε δομι­κό χαρα­κτη­ρι­στι­κό της πολι­τι­κής του.

Ωστό­σο, οι προ­σπά­θειες δεν βρή­καν αντα­πό­κρι­ση. Επι­πλέ­ον, από αστούς ασκή­θη­κε πίε­ση στο ΚΚΕ να μην προ­χω­ρή­σει σε οργά­νω­ση ένο­πλης πάλης. Χαρα­κτη­ρι­στι­κή είναι η περί­πτω­ση του Στυ­λια­νού Γονα­τά, στον οποίο η ηγε­σία του ΚΚΕ επί­σης πρό­τει­νε απε­λευ­θε­ρω­τι­κή σύμπρα­ξη. Ο Γονα­τάς προ­σποι­ή­θη­κε ότι συμ­φω­νεί, όμως στη συνέ­χεια, σε συνά­ντη­ση με αντι­προ­σω­πεία του ΚΚΕ (Θανά­ση Χατζή και Κώστα Βιδά­λη), αρνή­θη­κε την ένο­πλη πάλη:

«Χωρίς περι­στρο­φές ο Γονα­τάς μάς δήλω­σε ότι η ίδρυ­ση εθνι­κο­α­πε­λευ­θε­ρω­τι­κής οργά­νω­σης με κατεύ­θυν­ση την ένο­πλη πάλη κατά των Γερ­μα­νοϊ­τα­λών είναι “καθα­ρή τρέ­λα” και ότι θα καλέ­σει τους “πατριώ­τες” αξιω­μα­τι­κούς να οργα­νώ­σουν στρα­τιω­τι­κά τμή­μα­τα, έστω και κάτω από τον Τσο­λά­κο­γλου, για να συντρί­ψουν την ανταρ­σία στη γέν­νη­σή της. Οι παρευ­ρι­σκό­με­νοι δύο συνταγ­μα­τάρ­χες, Παπα­θα­να­σό­που­λος και Παπα­γε­ωρ­γί­ου (…) επι­βε­βαί­ω­σαν πως “αυτά που είπε ο Γονα­τάς είναι απο­φα­σι­σμέ­νοι οι πλα­στη­ρι­κοί αξιω­μα­τι­κοί και οι ίδιοι προ­σω­πι­κά να το κάνουν πρά­ξη, έστω κι αν πρό­κει­ται να χυθεί αδελ­φι­κό αίμα”».

Επει­τα από τα προη­γού­με­να, στις 27 Σεπτέμ­βρη 1941, σε ένα σπί­τι της Νεά­πο­λης Εξαρ­χεί­ων στην Αθή­να, πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε η ίδρυ­ση του ΕΑΜ. Το Ιδρυ­τι­κό του ΕΑΜ (με ημε­ρο­μη­νία 28 Σεπτέμ­βρη 1941) υπέ­γρα­ψαν για το ΚΚΕ ο Λευ­τέ­ρης Απο­στό­λου, για το Σοσια­λι­στι­κό Κόμ­μα Ελλά­δας ο Χρή­στος Χωμε­νί­δης, για την Ενω­ση Λαϊ­κής Δημο­κρα­τί­ας ο Ηλί­ας Τσι­ρι­μώ­κος και για το Αγρο­τι­κό Κόμ­μα Ελλά­δας ο Από­στο­λος Βογιατζής.

Σκο­πός του ΕΑΜ ήταν:

«α. Η απε­λευ­θέ­ρω­σις του έθνους μας από τον σημε­ρι­νόν ξένον ζυγόν και η από­κτη­σις της πλή­ρους ανε­ξαρ­τη­σί­ας της χώρας μας.

β. Ο σχη­μα­τι­σμός προ­σω­ρι­νής κυβερ­νή­σε­ως του ΕΑΜ αμέ­σως μετά την εκδί­ω­ξιν των ξένων κατα­κτη­τών, μονα­δι­κός σκο­πός της οποί­ας θα είναι η προ­κή­ρυ­ξις εκλο­γών διά συντα­κτι­κήν εθνο­συ­νέ­λευ­σιν, με βάσιν την αναλογικήν (…)

γ. Η κατο­χύ­ρω­σις του κυριαρ­χι­κού τού­του δικαιώ­μα­τος του Ελλη­νι­κού Λαού, όπως απο­φαν­θή περί του τρό­που της δια­κυ­βερ­νή­σε­ώς του, από πάσαν αντι­δρα­στι­κήν από­πει­ραν, ήτις θα τεί­νη να επι­βά­λη εις τον λαόν λύσεις αντι­θέ­τους προς τας επι­θυ­μί­ας του και η εκμη­δέ­νι­σις δι’ όλων των μέσων του ΕΑΜ και των οργά­νων που το απο­τε­λούν, πάσης τοιαύ­της αποπείρας».

Στις γραμ­μές του ΕΑΜ συσπει­ρώ­θη­καν η πλειο­ψη­φία της εργα­τι­κής τάξης, της φτω­χής και μεσαί­ας αγρο­τιάς, των επαγ­γελ­μα­το­βιο­τε­χνών, τα μεγά­λα τμή­μα­τα της νεο­λαί­ας, καθώς και ένας σημα­ντι­κός αριθ­μός στρα­τιω­τι­κών, όπως και κατώ­τε­ρων κληρικών.

Οργα­νο του ΕΑΜ ήταν η εφη­με­ρί­δα «Ελεύ­θε­ρη Ελλάδα».

Η πάλη του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ, της ΕΠΟΝ έσω­σε την εργα­τι­κή τάξη και τα λαϊ­κά στρώ­μα­τα από την πεί­να, απε­λευ­θέ­ρω­σε μεγά­λες περιο­χές της χώρας από την Κατο­χή και απέ­δει­ξε ότι όταν ο λαός θέλει, μπορεί.

Χάρη στους αγώ­νες του ΕΑΜ δεν στάλ­θη­κε ούτε ένας εργά­της από την Ελλά­δα να δου­λέ­ψει στα γερ­μα­νι­κά εργο­στά­σια, με εξαί­ρε­ση όσους είχαν συλ­λά­βει ως ομή­ρους. Δεν στάλ­θη­κε κανέ­νας Ελλη­νας να πολε­μή­σει κατά της Σοβιε­τι­κής Ενωσης.

Η δρά­ση του ΕΑΜ περι­λάμ­βα­νε όλες τις μορ­φές πάλης: Απερ­γί­ες, δια­δη­λώ­σεις, συλ­λα­λη­τή­ρια, δια­βή­μα­τα, ένο­πλη οργά­νω­ση. Πλα­τιά και πολ­λές φορές πρω­τό­τυ­πη ήταν η μαζι­κή προ­πα­γαν­δι­στι­κή δου­λειά του.

Η οργάνωση της ένοπλης πάλης

Η οργά­νω­ση των πρώ­των ανταρ­το­ο­μά­δων έγι­νε κατά κανό­να με απο­φά­σεις κομ­μα­τι­κών οργά­νων, ήδη από το πρώ­το διά­στη­μα της Κατο­χής. Τον Μάη του 1941, με πρω­το­βου­λία της ΚΟ Αλμυ­ρού και Ευξει­νού­πο­λης, οργα­νώ­θη­καν η συγκέ­ντρω­ση όπλων και η εξεύ­ρε­ση ραδιο­φώ­νου, γρα­φο­μη­χα­νής και πολυ­γρά­φου. Τον Ιού­νη κυκλο­φό­ρη­σαν οι πρώ­τες προ­κη­ρύ­ξεις, ενώ τον Αύγου­στο έκα­νε την εμφά­νι­σή του στη Βόρεια Οθρυ η πρώ­τη ένο­πλη ομά­δα από τους κατα­διω­κό­με­νους κομ­μου­νι­στές του Αλμυ­ρού, με επι­κε­φα­λής τον Μήτσο Τσαρ­δά­κα. Με πρω­το­βου­λία του ΚΚΕ οργα­νώ­θη­καν στην Παρα­μυ­θιά οι πρώ­τες ένο­πλες ομά­δες στα μέσα Ιού­λη του 1941.

Το καλο­καί­ρι του 1941 βγή­κε στον Ταΰ­γε­το μια 12μελής ομά­δα κατα­διω­κό­με­νων. Ανταρ­το­ο­μά­δες είχαν συγκρο­τη­θεί επί­σης στη Μακε­δο­νία με από­φα­ση του Μακε­δο­νι­κού Γρα­φεί­ου, στο Μεσό­βου­νο, στην περιο­χή Μου­ριών — Κιλ­κίς, με την ονο­μα­σία «Αθα­νά­σιος Διά­κος» και καπε­τά­νιο τον δάσκα­λο Χρή­στο Μόσχο (Πέτρος). Στη Νιγρί­τα η ένο­πλη ομά­δα «Οδυσ­σέ­ας Ανδρού­τσος» με καπε­τά­νιο τον δάσκα­λο Θανά­ση Γκέ­νιο (Λασά­νη).

Τον Γενά­ρη — Φλε­βά­ρη του 1942 συγκρο­τή­θη­κε στη Σαϊ­δό­να της μεσ­ση­νια­κής Μάνης ανταρ­το­ο­μά­δα που τον Μάρ­τη έδω­σε νικη­φό­ρα μάχη με έναν λόχο Ιταλών.

Αλλά και όπου δεν υπήρ­ξε κομ­μα­τι­κή από­φα­ση, πάλι με πρω­το­βου­λία κομ­μου­νι­στών οργα­νώ­θη­καν ένο­πλες ομά­δες, που πήραν στη συνέ­χεια σύν­δε­ση με το ΚΚΕ.

Στο μετα­ξύ, από τον Αύγου­στο του 1941 με κομ­μα­τι­κή εντο­λή είχε έρθει στην Αθή­να από την Τήνο ο ταγ­μα­τάρ­χης Θεό­δω­ρος Μακρί­δης, τότε από­τα­κτος λοχα­γός του αστι­κού στρα­τού. Ταυ­τό­χρο­να, ο Δημή­τρης Γλη­νός συνέ­δε­σε με την ΚΕ του ΚΚΕ τον Νίκο Παπα­στα­μα­τιά­δη, αντι­συ­νταγ­μα­τάρ­χη επί­σης του αστι­κού στρατού.

Απο­κο­ρύ­φω­μα αυτής της δρα­στη­ριό­τη­τας απο­τέ­λε­σε η ίδρυ­ση του ΕΛΑΣ τον Φλε­βά­ρη του 1942.

Η όξυνση της ταξικής πάλης

Ο μεγά­λος αγώ­νας είχε ξεκι­νή­σει. Τα επό­με­να δύο χρό­νια, υπό την επί­δρα­ση και των σημα­ντι­κών νικών του Κόκ­κι­νου Στρα­τού, το ΕΑΜ έφτα­σε να αριθ­μεί 1.500.000 μέλη, ενώ ο ΕΛΑΣ είχε απε­λευ­θε­ρώ­σει σημα­ντι­κά τμή­μα­τα των εδα­φών της χώρας, όπου υπό την προ­στα­σία του άρχι­σαν να δια­μορ­φώ­νο­νται λαο­γέν­νη­τοι θεσμοί Τοπι­κής Διοί­κη­σης, Εκπαί­δευ­σης και Δικαιο­σύ­νης. Είναι χαρα­κτη­ρι­στι­κή για την επιρ­ροή που είχαν απο­κτή­σει το ΚΚΕ και το ΕΑΜ, όπως και για το εύρος των απε­λευ­θε­ρω­μέ­νων από τον ΕΛΑΣ περιο­χών, μια ανα­φο­ρά σε έκθε­ση του Βρε­τα­νού ταγ­μα­τάρ­χη Ντέι­βιντ Γουό­λας, ο οποί­ος έδρα­σε υπέρ της Intelligence Service στα ελλη­νι­κά βου­νά, όπου και τελι­κά σκοτώθηκε:

«Πριν αρχί­σω τη λεπτο­με­ρή ανά­λυ­ση των δια­φό­ρων πολι­τι­κών στοι­χεί­ων, αξί­ζει να παρα­τε­θούν ορι­σμέ­νες παρα­τη­ρή­σεις σχε­τι­κά με τις συν­θή­κες γενι­κά στην ημιε­πί­ση­μα ονο­μα­ζό­με­νη Ελεύ­θε­ρη Ελλά­δα. Προ­τού μετα­βώ εκεί ο ίδιος, δεν είχα αντι­λη­φθεί ούτε πόσο εκτε­τα­μέ­νη, ούτε πόσο ελεύ­θε­ρη είναι. Ολό­κλη­ρος ο κεντρι­κός ορει­νός όγκος που σχη­μα­τί­ζει τη ραχο­κο­κα­λιά της Ελλά­δας είναι ολο­κλη­ρω­τι­κά και από­λυ­τα ανε­ξάρ­τη­τος από την επιρ­ροή ή την επα­φή με τις δυνά­μεις κατο­χής και την κυβέρ­νη­ση των Κουί­σλινγκ στην Αθή­να. Τα όριά της στα ανα­το­λι­κά και στα δυτι­κά είναι απροσ­διό­ρι­στα και ποι­κί­λουν κατά και­ρούς, ανά­λο­γα με τη δρα­στη­ριό­τη­τα ή την αδρά­νεια των στρα­τιω­τι­κών μονά­δων του Αξο­να. Υπό ομα­λές συν­θή­κες, όμως, εκτεί­νο­νται από την άκρη των πεδιά­δων της Θεσ­σα­λί­ας, από τη μια πλευ­ρά, έως τις κύριες κοι­λά­δες της Ηπεί­ρου, από την άλλη. Βεβαί­ως υπάρ­χουν σε όλη την Ελλά­δα μεμο­νω­μέ­νες απε­λευ­θε­ρω­μέ­νες περιο­χές, αλλά αυτή απο­τε­λεί τη μεγα­λύ­τε­ρη ενιαία περιο­χή και εκτεί­νε­ται αδιά­σπα­στα από τη Νότια Σερ­βία προς τα κάτω, μέχρι τα βου­νά της Γκιώ­νας και του Παρ­νασ­σού. Στην περιο­χή αυτή κυκλο­φο­ρείς με από­λυ­τη ασφά­λεια. Μπο­ρείς να ταξι­δέ­ψεις από τη Φλώ­ρι­να μέχρι τα περί­χω­ρα των Αθη­νών απλώς με ένα δια­βα­τή­ριο του ΕΑΜ».

Η δια­μορ­φω­μέ­νη κατά­στα­ση απει­λού­σε αντι­κει­με­νι­κά το μέλ­λον της αστι­κής εξου­σί­ας στην Ελλά­δα. Κάτω από αυτόν τον φόβο, το 1943, όταν η πλά­στιγ­γα του πολέ­μου έδει­χνε ότι γέρ­νει ορι­στι­κά σε βάρος των δυνά­με­ων του φασι­στι­κού Αξο­να, οι αστι­κές δυνά­μεις και οι διε­θνείς σύμ­μα­χοί τους ξεπέ­ρα­σαν τις παλιές τους δια­φω­νί­ες και προ­ση­λώ­θη­καν στην αντι­με­τώ­πι­ση του ΚΚΕ και της ΕΑΜι­κής Αντί­στα­σης. Η κυβέρ­νη­ση Ράλ­λη, με τη σύμ­φω­νη γνώ­μη του συνό­λου του αστι­κού πολι­τι­κού κόσμου και σε γνώ­ση του βρε­τα­νι­κού ιμπε­ρια­λι­σμού, προ­χώ­ρη­σε στη συγκρό­τη­ση των Ταγ­μά­των Ασφα­λεί­ας, με βασι­κό σκο­πό το χτύ­πη­μα του ΕΑΜ — ΕΛΑΣ. Οι αστι­κές αντι­στα­σια­κές οργα­νώ­σεις, όπως ο ΕΔΕΣ και η ΕΚΚΑ, στα­μά­τη­σαν να επι­τί­θε­νται στις αρχές κατο­χής και στρά­φη­καν ενα­ντί­ον του ΕΛΑΣ, ενώ η εξό­ρι­στη αστι­κή κυβέρ­νη­ση του Καΐ­ρου ανέ­λα­βε να εκκα­θα­ρί­σει το στρά­τευ­μα από τα μέλη της φιλο­Ε­Α­Μι­κής Αντι­φα­σι­στι­κής Στρα­τιω­τι­κής Οργάνωσης.

Πέρα από το «μαστί­γιο» της κατα­στο­λής η αστι­κή τάξη χρη­σι­μο­ποί­η­σε και το «καρό­το» της ενσω­μά­τω­σης, προ­σπα­θώ­ντας να σύρει το ΚΚΕ και το ΕΑΜ στην ανα­γνώ­ρι­ση της αστι­κής εξου­σί­ας. Οι Συμ­φω­νί­ες του Λιβά­νου και της Καζέρ­τας, που ανά­με­σα στα άλλα προ­έ­βλε­παν την ανα­γνώ­ρι­ση της εξό­ρι­στης κυβέρ­νη­σης από το ΚΚΕ και το ΕΑΜ και τη συμ­με­το­χή τους σε αυτή, είναι χαρα­κτη­ρι­στι­κά παραδείγματα.

Τότε το ΚΚΕ δεν μπό­ρε­σε έγκαι­ρα να διορ­θώ­σει λάθη στη στρα­τη­γι­κή του και συνέ­χι­σε να μιλά στο όνο­μα της εθνι­κής ενό­τη­τας, τη στιγ­μή που η αστι­κή τάξη ήταν απο­φα­σι­σμέ­νη για τη συντρι­βή του.

Διδάγματα

Είναι γεγο­νός λοι­πόν ότι στη διάρ­κεια του Β’ Παγκο­σμί­ου Πολέ­μου το Διε­θνές Κομ­μου­νι­στι­κό Κίνη­μα δεν μπό­ρε­σε να δια­μορ­φώ­σει επα­να­στα­τι­κή στρα­τη­γι­κή για την κατά­κτη­ση της εργα­τι­κής εξου­σί­ας, σε συν­δυα­σμό με την παρέκ­κλι­ση στην εκτί­μη­ση του χαρα­κτή­ρα του πολέ­μου ως αντι­φα­σι­στι­κού — πατριω­τι­κού μετά το 1941, και όχι ως ιμπε­ρια­λι­στι­κού με το ιδιαί­τε­ρο στοι­χείο της επί­θε­σης στη Σοβιε­τι­κή Ενω­ση. Η είσο­δος στον πόλε­μο μιας σοσια­λι­στι­κής χώρας, όπως η Σοβιε­τι­κή Ενω­ση, δεν άλλα­ξε τον ιμπε­ρια­λι­στι­κό χαρα­κτή­ρα του πολέ­μου για όλα τα καπι­τα­λι­στι­κά κρά­τη, ακό­μα και αυτά που περι­στα­σια­κά συμ­μά­χη­σαν με την ΕΣΣΔ.

Ως απο­τέ­λε­σμα, το Κόμ­μα μας δεν αντι­με­τώ­πι­σε τον εθνι­κο­α­πε­λευ­θε­ρω­τι­κό αγώ­να ως κρί­κο για την κατά­κτη­ση της εργα­τι­κής εξου­σί­ας, αλλά αυτο­νό­μη­σε την πάλη ενά­ντια στους κατα­κτη­τές από την πάλη για την ανα­τρο­πή της αστι­κής εξου­σί­ας. Αυτό το οδη­γού­σε σε μια σει­ρά συμ­βι­βα­σμούς με τα πολι­τι­κά κόμ­μα­τα της αστι­κής τάξης και τους διε­θνείς συμ­μά­χους της, στο όνο­μα του κοι­νού αντι­φα­σι­στι­κού αγώνα.

Εδώ οφεί­λε­ται και το ότι το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ δεν μπό­ρε­σαν να ολο­κλη­ρώ­σουν τη λαϊ­κή νίκη, και όχι στην αδυ­να­μία τους να νική­σουν τον ταξι­κό αντί­πα­λο. Επο­μέ­νως, το κύριο δίδαγ­μα είναι ότι η ταξι­κή πάλη συνε­χί­ζε­ται σε όλες τις συν­θή­κες και κατά συνέ­πεια μόνο η απο­φα­σι­στι­κή πάλη για την ανα­τρο­πή της αστι­κής εξου­σί­ας και την οικο­δό­μη­ση του σοσια­λι­σμού — κομ­μου­νι­σμού είναι αυτή που μπο­ρεί να εξα­σφα­λί­σει τη νίκη στο εργα­τι­κό — λαϊ­κό κίνημα.

«Ριζο­σπά­στης», 25–26 Σεπτέμ­βρη 2021.

Το ΚΚΕ νους, ψυχή και αιμο­δό­της της ΕΑΜι­κής αντίστασης

Ν. Μπε­λο­γιάν­νης Ν. Πλου­μπί­δης – Στο σπί­τι των ηρώων

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο