Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Οι εργαζόμενοι στον Σοσιαλισμό και ο υπουργός-εκπρόσωπος του ΣΕΒ

Γρά­φει ο Νίκος Μότ­τας //

Κάθε φορά που έρχο­νται αντι­μέ­τω­ποι με την «ξύλι­νη» γλώσ­σα των κομ­μου­νι­στών – δηλα­δή τη γλώσ­σα της αλή­θειας – οι αστοί πολι­τι­κοί κατα­φεύ­γουν στην παλιά, δοκι­μα­σμέ­νη, γνώ­ρι­μη τακτι­κή τους: αυτήν του αντικομμουνισμού.

Σε αυτήν την τακτι­κή κατέ­φυ­γε χθες, στη Βου­λή, ο υπουρ­γός εργα­σί­ας Γ. Βρού­τσης όταν βρέ­θη­κε «στρι­μωγ­μέ­νος» από τις ερω­τή­σεις του βου­λευ­τή του ΚΚΕ Χρ. Κατσώτη.

Αφού, λοι­πόν, ανα­μά­ση­σε τις – χρυ­σαυ­γί­τι­κης κοπής- αθλιό­τη­τες σε βάρος των ταξι­κών συν­δι­κά­των για τη Ναυ­πη­γο­ε­πι­σκευα­στι­κή Ζώνη, αφού υπε­ρα­σπί­στη­κε τις νοθεί­ες του εκφυ­λι­σμέ­νου, εργο­δο­τι­κού συν­δι­κα­λι­σμού της ηγε­σί­ας της ΓΣΕΕ και αφού πασπά­λι­σε το παρα­λή­ρη­μα του με ρατσι­στι­κές ανα­φο­ρές για τους αλλο­δα­πούς εργά­τες Γης, προ­χώ­ρη­σε ένα βήμα παρα­πέ­ρα χύνο­ντας το αντι­κομ­μου­νι­στι­κό του δηλητήριο.

«Αν επι­κρα­τού­σε η άπο­ψη σας, κύριε Κατσώ­τη, το μέλ­λον των εργα­ζο­μέ­νων θα ήταν η εξα­θλί­ω­ση», είπε μετα­ξύ άλλων κατη­γο­ρώ­ντας το ΚΚΕ ότι «θέλει να επι­βά­λει δικτα­το­ρι­κά την άπο­ψή του».

Κατα­νο­ού­με την πρε­μού­ρα του υπουρ­γού εργα­σί­ας να αντα­πο­κρι­θεί όσο καλύ­τε­ρα μπο­ρεί στο ρόλο του εκπρο­σώ­που του ΣΕΒ – των μεγα­λο­βιο­μη­χά­νων και της μεγα­λο­ερ­γο­δο­σί­ας – μέσα στη Βου­λή. Όπως επί­σης κατα­νο­ού­με και την έμφυ­τη απο­στρο­φή του για το εργα­τι­κό κίνη­μα, την αλλερ­γία του για τις διεκ­δι­κή­σεις και τους αγώ­νες των εργαζόμενων.

Οφεί­λου­με, ωστό­σο, να θυμί­σου­με ορι­σμέ­νες αλή­θειες στον υπουρ­γό της ΝΔ και στους ομοϊ­δε­ά­τες του. Γι’ αυτό και στα­χυο­λο­γού­με κάποια βασι­κά στοι­χεία για τη ζωή των εργα­ζό­με­νων στην Σοβιε­τι­κή Ένω­ση, τότε που ο εργά­της ήταν αφέ­ντης του πλού­του που παρή­γα­γε και η εργα­τι­κή δύνα­μη δεν ήταν εμπό­ρευ­μα-βορά για τα κέρ­δη των κεφαλαιοκρατών:

1. Ο ημε­ρή­σιος εργά­σι­μος χρό­νος ήταν στα­θε­ρός, 7 ώρες – 5 μέρες/εβδομάδα.

2. Μειω­μέ­νη διάρ­κεια εργά­σι­μου χρό­νου είχε καθιε­ρω­θεί για τους δασκά­λους, τους για­τρούς και ορι­σμέ­νες άλλες ειδι­κό­τη­τες. Κατά τη νυχτε­ρι­νή εργα­σία, η διάρ­κεια της δου­λειάς ήταν μειω­μέ­νη κατά μια ώρα.

3. Σε όλους τους εργα­ζό­με­νους εξα­σφα­λί­ζο­νταν μέρες εβδο­μα­διαί­ας ανά­παυ­σης και ετή­σιες άδειες με απο­δο­χές. Για την αξιο­ποί­η­ση του ελεύ­θε­ρου χρό­νου είχαν δημιουρ­γη­θεί ανά­λο­γες προϋποθέσεις/υποδομές, όπως κατοι­κί­ες ανά­παυ­σης, σανα­τό­ρια, κατα­σκη­νώ­σεις, δια­μο­νή σε υγειο­νο­μι­κά ιδρύ­μα­τα, κλπ. 

4. Η Κοι­νω­νι­κή Ασφά­λι­ση στην ΕΣΣΔ κάλυ­πτε όλους τους εργα­ζό­με­νους και τα μέλη των οικο­γε­νειών τους, ήταν καθο­λι­κή και χωρίς εισφο­ρές από το μισθό των εργα­ζο­μέ­νων. Οι εισφο­ρές προ­έρ­χο­νταν από τα κον­δύ­λια των (κρα­τι­κών) επι­χει­ρή­σε­ων, ιδρυ­μά­των και κολ­χόζ και τον κρα­τι­κό προ­ϋ­πο­λο­γι­σμό. Το όριο ηλι­κί­ας συντα­ξιο­δό­τη­σης για τους άνδρες ήταν τα 60 χρό­νια και για τις γυναί­κες τα 55 έτη. 

5. Οι εργάτες/υπάλληλοι σε βαριές και ανθυ­γιει­νές εργα­σί­ες έπαιρ­ναν σύντα­ξη στα 50 χρό­νια οι άνδρες και στα 45 οι γυναί­κες. Συμπλη­ρω­μα­τι­κά ευερ­γε­τή­μα­τα παρέ­χο­νταν κατά την συντα­ξιο­δό­τη­ση των γυναι­κών που γέν­νη­σαν πάνω από 5 παι­διά και τα μεγά­λω­σαν ως τα 8 τους χρόνια.

Τα παρα­πά­νω είναι ενδει­κτι­κά των πλε­ο­νε­κτη­μά­των και της ανω­τε­ρό­τη­τας του Σοσια­λι­σμού για τους εργα­ζό­με­νους. Στον αντί­πο­δα των σπου­δαί­ων εργα­τι­κών και κοι­νω­νι­κών κατα­κτή­σε­ων της λαϊ­κής εξου­σί­ας βρί­σκε­ται η εκμε­τάλ­λευ­ση, η μιζέ­ρια και η σαπί­λα του απάν­θρω­που καπι­τα­λι­στι­κού συστή­μα­τος που υπη­ρε­τούν οι «Βρού­τση­δες».

Αυτοί που τσα­κί­ζουν τα εργα­σια­κά δικαιώ­μα­τα, που καταρ­γούν τις Συλ­λο­γι­κές Συμ­βά­σεις, που προ­ω­θούν συστή­μα­τα τύπου «Πινο­σέτ» στην Ασφά­λι­ση, που κόβουν τη 13η και 14η σύντα­ξη, που αβα­ντά­ρουν τον εργο­δο­τι­κό συν­δι­κα­λι­σμό σε βάρος του εργα­τι­κού κινή­μα­τος, δεν τους παίρ­νει να κου­νά­νε επι­δει­κτι­κά το δάχτυ­λο στους κομμουνιστές. 

Θα πάρουν, αργά ή γρή­γο­ρα, την απά­ντη­ση τους από τον ίδιο το λαό.

Νίκος Μόττας Γεννήθηκε το 1984 στη Θεσσαλονίκη. Είναι υποψήφιος διδάκτορας (Phd) Πολιτικής Επιστήμης, Διεθνών Σχέσεων και Ιστορίας. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Westminster του Λονδίνου και είναι κάτοχος δύο μεταπτυχιακών τίτλων (Master of Arts) στις διπλωματικές σπουδές (Παρίσι) και στις διεθνείς διπλωματικές σχέσεις (Πανεπιστήμιο Τελ Αβίβ). Άρθρα του έχουν δημοσιευθεί σε ελληνόφωνα και ξενόγλωσσα μέσα.
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο