Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Οι ζευγάδες φεύγουν…!

Γρά­φει ο Βασί­λης Λιό­γκα­ρης //

(15 χρό­νια από τότε, ένα μικρό αφιέ­ρω­μα στον σύντρο­φο Χαρίλαο)

Εύκο­λο ήταν από την Καρ­δί­τσα να ακο­λου­θή­σεις το δρό­μο προς τα Αγρα­φιώ­τι­κα Λημέ­ρια, τον δρό­μο για τη Ραχού­λα. Κόκ­κι­νες σημαί­ες δεξιά πάνω στους στύ­λους σαν φωτει­νοί σημα­το­δό­τες, σε κατατόπιζαν.

Απλό, φιλο­σο­φη­μέ­νο, ανθρώ­πι­νο το από­σταγ­μα, μέσα από το λόγο και τη σκέ­ψη του Σ. Χαρί­λαο «Οι ζευ­γά­δες φεύ­γουν μωρέ…».

Αλλά η σπο­ρά μένει. Και φου­ντώ­νει, και μεγα­λώ­νει και καρ­πί­ζει. Και ρίχνει νέους σπό­ρους στη γη…που από γενιά σε γενιά θα γίνο­νται καλύ­τε­ροι. Τα νιά­τα θα απο­δε­χθούν καλύ­τε­ρα από την γενιά των πατε­ρά­δων και των παπ­πού­δων τους.

Και θα σηκώ­σουν την σημαία του μέχρι τον ήλιο…! Μέχρι ψηλά στο ήλιο.

Εμπρός λοι­πόν σύντρο­φοι, να βάλου­με μαζί ένα χεράκι…

Έπε­σε κατα­χνιά και κορο­νο­ϊ­ός και λάσπη και βού­λια­ξαν οι ρόδες…

Εμπρός και είναι βαρύς και ασή­κω­τος ο ήλιος!

Μεγά­λη η κλη­ρο­νο­μιά στη πλά­τη του Άτλα­ντα λαού. Εσύ όρθω­σες το ανά­στη­μα, τον λόγο, την δρά­ση και την θυσία… εσύ συνε­χι­στής των μεγά­λων και ιστο­ρι­κών ζευ­γά­δων που άφη­σαν πέλ­μα­τα ματω­μέ­να και οριο­θέ­τη­σαν μακρι­νούς και φωτι­σμέ­νους ορίζοντες.

Οι κομ­μου­νι­στές δεν έχου­νε ανά­γκη να δημιουρ­γή­σουν μύθους. Στο πρό­σω­πο και την πρά­ξη χιλιά­δων κομ­μου­νι­στών ξεπε­ρά­στη­κε κάθε μύθος με την προ­σφο­ρά σε κάθε φάση και στιγ­μή της ταξι­κής πόλης! Όλη η ιστο­ρία των 102 χρό­νων του κόμ­μα­τος είναι πρά­ξη ανδρεί­ας, πίστης και αφο­σί­ω­σης στο μεγά­λο ιδα­νι­κό του σοσια­λι­σμού στην κατάρ­γη­ση της εκμε­τάλ­λευ­σης ανθρώ­που από άνθρωπο…!

Παρά­νο­μοι σε χρό­νους χαλε­πούς, όταν στα σταυ­ρο­δρό­μια του κόσμου φυσού­σε λίβας καυ­τός, φύτρα της ανά­γκης και ώρι­μο τέκνο της οργής και του καημού.

Ατε­λεί­ω­τοι και σκλη­ροί αγώ­νες συν­θλιμ­μέ­νοι από αδι­κί­ες και κοι­νω­νι­κές ανι­σό­τη­τες. Κυνη­γη­μέ­νοι και περι­θω­ριο­ποι­η­μέ­νοι από εξουσίες.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο