Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Οι ταινίες της εβδομάδας: Βουνά, μπλε καφτάνια και δράκοι

Με ρυθ­μούς πολυ­βό­λου συνε­χί­ζο­νται οι πρε­μιέ­ρες κι ενώ οδεύ­ου­με προς την τελι­κή ευθεία της χει­με­ρι­νής σεζόν. Ακό­μη εννέα ται­νί­ες έρχο­νται να προ­στε­θούν στις ήδη βαρυ­φορ­τω­μέ­νες προ­θή­κες των κινη­μα­το­γρά­φων, ενώ ξεχω­ρί­ζουν ελα­φρώς τα δρά­μα­τα «Το Μπλε Καφτά­νι» από το Μαρό­κο και «Τα Οχτώ Βου­νά», μια ιτα­λο­βελ­γι­κή παρα­γω­γή. Το νεα­νι­κό κοι­νό ανα­μέ­νε­ται να τρα­βή­ξει το περι­πε­τειώ­δες μπλογκ­μπά­στερ «Dungeons & Dragons: Εντι­μό­τη­τα Μετα­ξύ Κλε­φτών», που βασί­ζε­ται σε ένα επι­τρα­πέ­ζιο παι­χνί­δι, ενώ αξιο­πρό­σε­χτο είναι και το ντο­κι­μα­ντέρ της Βάλε­ρυ Κοντά­κου «Η Βασί­λισ­σα της Νέας Υόρκης».

Τα Οχτώ Βουνά

(“Le Otto Montagne”) Δρα­μα­τι­κή ται­νία, ιτα­λι­κής και βελ­γι­κής παρα­γω­γής 2022, σε σκη­νο­θε­σία Φελίξ Βαν Γκρό­νιν­γκεν και Σάρ­λοτ Βαντερ­μίς, με τους Λού­κα Μαρι­νέ­λι, Αλε­σά­ντρο Μπόρ­γκι, Λού­πο Μπαρ­μπιέ­ρο, Φιλί­πο Τίμι, Έλε­να Λιέ­τι κα.

Η κατά­κτη­ση των βου­νο­κορ­φών μοιά­ζει με μία δικαί­ω­ση, καθώς απαι­τεί­ται προ­σπά­θεια και μεγά­λο ρίσκο. Η θέα από ψηλά ανοί­γει την καρ­διά, το μυα­λό καθα­ρί­ζει από τα περιτ­τώ­μα­τα των κάμπων και των πόλε­ων, όπως και η ψυχή από τα μικρά και ασή­μα­ντα που τη βαρυφορτώνουμε.

Ο Βέλ­γος σενα­ριο­γρά­φος και σκη­νο­θέ­της Φελίξ Φαν Γκρό­νιν­γκερ («Ένα Όμορ­φο Αγό­ρι» και «Ραγι­σμέ­να Όνει­ρα») μαζί με την ηθο­ποιό και σύντρο­φό του Σαρ­λότ Βάντερ­μις — στην πρώ­τη της σκη­νο­θε­τι­κή προ­σπά­θεια — μαγε­μέ­νοι από το μπεστ σέλερ του Ιτα­λού συγ­γρα­φέα Πάο­λο Κονιέ­τι, ερω­τεύ­τη­καν την Ιτα­λία. Έμα­θαν μέχρι και ιτα­λι­κά για να γυρί­σουν στις ιτα­λι­κές Άλπεις το φιλμ, που κέρ­δι­σε το βρα­βείο της Κρι­τι­κής Επι­τρο­πής στο περ­σι­νό Φεστι­βάλ των Καννών.

Το ζεύ­γος πρέ­πει, όμως, να γοη­τεύ­τη­κε υπερ­βο­λι­κά και από την ιστο­ρία της αντρι­κής φιλί­ας, των παι­δι­κών τραυ­μά­των, της ψυχο­λο­γι­κής περι­πλά­νη­σης των δυο ηρώ­ων, την ανά­γκη για κάθαρ­ση, την απο­θέ­ω­ση της άγριας φύσης και των βουνών.

Ο Μπρού­νο είναι ένας βου­νί­σιος, που δεν θέλει να φύγει από το ορει­νό χωριό του, εν αντι­θέ­σει με τον πατέ­ρα του, που τον παρά­τη­σε για να δου­λέ­ψει ως οικο­δό­μος στις πόλεις. Θέλει να μεί­νει στο χωριό του, να χτί­ζει σπί­τια με τα χέρια και να ασχο­λη­θεί και με την κτη­νο­τρο­φία. Ο Πιέ­τρο, θέλει να ξεφύ­γει και δου­λεύ­ει περι­στα­σια­κά σε διά­φο­ρες δου­λειές, για να μπο­ρεί να ταξι­δεύ­ει — να φτά­σει μέχρι τα Ιμα­λάια. Μετα­ξύ τους θα ανα­πτυ­χθεί μια αθώα και βαθιά φιλία, μια αλλη­λο­ε­κτί­μη­ση και αλλη­λεγ­γύη για τις προ­βλη­μα­τι­κές σχέ­σεις με τους γονείς τους.

Δρά­μα για ευαί­σθη­τες ψυχές, που γυρί­στη­κε με πάθος και ευγε­νι­κές προ­θέ­σεις, ανα­δει­κνύ­ο­ντας τα οικο­γε­νεια­κά τραύ­μα­τα σε δυο νέους, αλλά και την αξία μίας γνή­σιας φιλί­ας, που οι άντρες δυσκο­λεύ­ο­νται να εκφρά­σουν με λόγια κι εκεί έρχο­νται οι εικό­νες να δώσουν όλο το συναί­σθη­μα, να φανε­ρώ­σει με διαύ­γεια τα ανεί­πω­τα. Ταυ­τό­χρο­να, τα υπέ­ρο­χα πλά­να των βου­νών, τα οποία έχουν πρω­τα­γω­νι­στι­κό ρόλο στο φιλμ, για­τρεύ­ουν την ψυχή των δυο ηρώ­ων και των θεα­τών, προ­σφέ­ρο­ντας το απα­ραί­τη­το οξυ­γό­νο στην καρ­διά. Ένα οξυ­γό­νο που λαμ­βά­νουν και οι δυο πρω­τα­γω­νι­στές και μετα­δί­δουν με τις υπο­βλη­τι­κές ερμη­νεί­ες τους.

Όμως, τα ωραία εδώ κάπου τελειώ­νουν, καθώς το σκη­νο­θε­τι­κό ζεύ­γος, παρα­συρ­μέ­νο από τη γοη­τεία που άσκη­σε πάνω τους το κεί­με­νο του Πάο­λο Κονιέ­τι, θα πέσουν θύμα της υπερ­βο­λής, με τη λογο­τε­χνία να μπαί­νει πάνω από την κινη­μα­το­γρα­φι­κή αφή­γη­ση (το voiceover του Πιέ­τρο είναι μάλ­λον περιτ­τό, του­λά­χι­στον στην έκτα­σή του), ενώ η επι­κή διάρ­κεια του φιλμ, που φτά­νει τις 2,5 ώρες, στο τέλος κρε­μά­ει τη δρα­μα­τουρ­γία, ξεχει­λώ­νει τον αρχι­κό πλού­το των συναι­σθη­μά­των. Με λίγα λόγια, η ται­νία δίνει την αίσθη­ση ότι οι σκη­νο­θέ­τες αρχι­κά κατέ­κτη­σαν την κορ­φή ενός ψηλού και άγριου βου­νού, αλλά το τελι­κό απο­τέ­λε­σμα μοιά­ζει περισ­σό­τε­ρο με έναν λόφο της Ρώμης. Ε, δεν είναι και λίγο, για­τί υπάρ­χει και το ίσω­μα του Βελγίου…

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Πιέ­τρο είναι ένα παι­δί που έρχε­ται από την πόλη, το βιο­μη­χα­νι­κό Τορί­νο, ο Μπρού­νο είναι το μονα­δι­κό παι­δί ενός σχε­δόν εγκα­τα­λειμ­μέ­νου χωριού στο βου­νό. Η γνω­ρι­μία τους ένα καλο­καί­ρι θα ενώ­σει για πάντα τις εντε­λώς δια­φο­ρε­τι­κές ζωές τους.

Το Μπλε Καφτάνι

(“Le Bleu du Caftan”) Δρα­μα­τι­κή ται­νία, μαρο­κι­νής και γαλ­λι­κής παρα­γω­γής του 2022, σε σκη­νο­θε­σία Μαριάμ Του­ζα­νί, με τους Λού­μπνα Αζα­μπάλ, Σαλέχ Μπα­κρί, Αγιούμπ Μισιούι κα.

Κινη­μα­το­γρα­φι­κές ψιλο­βε­λο­νιές από την ηθο­ποιό και σκη­νο­θέ­τι­δα Μαριάμ Του­ζα­νί, που με αυτή τη δεύ­τε­ρη ται­νία της, κέρ­δι­σε το βρα­βείο FIPRESCI στο τμή­μα Ένα Κάποιο Βλέμ­μα των Καν­νών, ενώ απο­τέ­λε­σε και επί­ση­μη πρό­τα­ση του Μαρό­κου για το Διε­θνές Όσκαρ.

Ένα δρά­μα, φτιαγ­μέ­νο με αγά­πη, που μιλά για την κινη­τή­ρια δύνα­μη της αγά­πης, τη δίνη συναι­σθη­μά­των που προ­κα­λεί. Φτιαγ­μέ­νη από απλά υλι­κά, αλλά με ευγέ­νεια και καλές προ­θέ­σεις, είναι μια ανθρω­πο­κε­ντρι­κή ται­νία, με πλού­σια εσω­τε­ρι­κό­τη­τα και έμπλεη συναι­σθη­μά­των, που αγκα­λιά­ζει την ψυχή σαν ένα καλο­ραμ­μέ­νο καφτά­νι. Καθα­ρή ματιά, συγκι­νη­σια­κά φορ­τι­σμέ­νη, αλλά όχι μελο­δρα­μα­τι­κή, δίνει πνοή στους ήρω­ές της, με εικό­νες που εμφα­νί­ζουν τα κρυμ­μέ­να μυστι­κά, την ψυχι­κή κατα­πί­ε­ση και την ανά­γκη για συντροφικότητα.

Το στό­ρι μας πάει σε μια από τις παλαιό­τε­ρες συνοι­κί­ες του Μαρό­κου, όπου ένα ζευ­γά­ρι δια­τη­ρεί ένα παρα­δο­σια­κό ραφείο και μαζί ένα γάμο, ο οποί­ος πλέ­ον στε­ρεί­ται του έρω­τα. Με την υγεία της σε άσχη­μη κατά­στα­ση, απ’ τη γυναί­κα λεί­πει η τρυ­φε­ρό­τη­τα, ενώ ο άνδρας της, παλεύ­ει με την κατα­πιε­σμέ­νη ομο­φυ­λο­φι­λία του. Ένας νεα­ρός μαθη­τευό­με­νος στο ραφτά­δι­κο, θα τρυ­πώ­σει ανά­με­σα στο ζευ­γά­ρι, με την κου­ρα­σμέ­νη σύζυ­γο να δυσπι­στεί για τις προ­θέ­σεις του.

Σκη­νο­θε­τι­κά, η ται­νία της Του­ζα­νί φτά­νει σε υψη­λά επί­πε­δα, καθώς η ατμο­σφαι­ρι­κή κινη­μα­το­γρά­φη­ση, οι έντο­νες αντι­θέ­σεις φωτός πάνω στα σκο­τά­δια, τα κοντι­νά πλά­να πάνω στα πρό­σω­πα των χαρα­κτή­ρων προσ­δί­δουν μία έντα­ση, ανα­δει­κνύ­ουν τα βαθιά συναι­σθή­μα­τα. Η χρω­μα­τι­κή παλέ­τα παί­ζει με αμμώ­δεις απο­χρώ­σεις, ται­ρια­στά με το φυσι­κό περι­βάλ­λον μιας Μεδί­νας, με τη γήι­νη προ­σέγ­γι­ση του θέμα­τος και την ανα­ζω­ο­γο­νη­τι­κή οπτι­κή αντί­θε­ση του μπλε καφτα­νιού, της χρυ­σής κλω­στής που δένει την ιστο­ρία ενός τρι­γώ­νου που δεν έχει να ελπί­ζει παρά μόνο στην αγάπη.

Ένα φιλμ που ξεχει­λί­ζει από θλί­ψη και λυτρω­τι­κή απε­λευ­θέ­ρω­ση συναι­σθη­μά­των, αλλά και ταγ­μέ­νο στις νέες επι­τα­γές, στα νέα στε­ρε­ό­τυ­πα που δια­μορ­φώ­νει ένα ευρύ καλ­λι­τε­χνι­κό κύκλωμα.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Χαλίμ και η Μίνα έχουν ένα παρα­δο­σια­κό ραφείο σε μια από τις παλαιό­τε­ρες γει­το­νιές του Μαρό­κου. Για να κατα­φέ­ρουν να αντα­πε­ξέλ­θουν στις εντο­λές των απαι­τη­τι­κών πελα­τών, προ­σλαμ­βά­νουν τον Γιου­σέφ. Ο ταλα­ντού­χος μαθη­τευό­με­νος δεί­χνει τη μέγι­στη αφο­σί­ω­ση στην εκμά­θη­ση της τέχνης του κεντή­μα­τος και της ραπτι­κής από τον Χαλίλ και πολύ σύντο­μα τρυ­πώ­νει κατα­λυ­τι­κά ανά­με­σά τους.

Ο Άρχο­ντας των Μυρμηγκιών

(“Il Signore Delle Formiche”) Δρα­μα­τι­κή ται­νία, ιτα­λι­κής παρα­γω­γής του 2022, σε σκη­νο­θε­σία Τζιά­νι Αμέ­λιο, με τους Λουί­τζι Λο Κάσιο, Έλιο Τζερ­μά­νο, Σάρα Σεραϊ­ό­κο, Ρίτα Μπο­σέ­λο κα.

Ένα γράμ­μα προς όλους αυτούς που κατα­πιέ­στη­καν και έζη­σαν τη σκλη­ρό­τη­τα μιας ολό­κλη­ρης επο­χής, μιας καθυ­στε­ρη­μέ­νης συγ­γνώ­μης προς τα θύμα­τα απ’ αυτούς που δεν μίλη­σαν, δεν τόλ­μη­σαν να αντι­στα­θούν στην υπο­κρι­σία και στην εκδι­κη­τι­κό­τη­τα των απο­γό­νων του Μου­σο­λί­νι, που εισχώ­ρη­σαν στις αρθρώ­σεις της εξουσίας.

Ο βετε­ρά­νος Ιτα­λός σκη­νο­θέ­της, που με εξαί­ρε­ση το δυνα­τό και μακρι­νό «L’ America» κινεί­ται σχε­δόν πάντα κοντά και γύρω από τη μετριό­τη­τα, με την τελευ­ταία του ται­νία, που προ­βλή­θη­κε πέρ­σι στο επί­ση­μο πρό­γραμ­μα του Φεστι­βάλ Βενε­τί­ας, κατα­πιά­νε­ται με μία αλη­θι­νή ιστο­ρία, που τον πλή­γω­σε στη νεό­τη­τά του και πιθα­νώς ήταν ο λόγος που έκρυ­βε για χρό­νια την ομο­φυ­λο­φι­λία του.

Πρό­κει­ται για την συγκλο­νι­στι­κή ιστο­ρία του Ιτα­λού ποι­η­τή και θεα­τρι­κού συγ­γρα­φέα και σκη­νο­θέ­τη Άλντο Μπραϊ­μπά­ντι, ο οποί­ος κατα­δι­κά­στη­κε για τη σχέ­ση του με έναν κατά πολύ νεό­τε­ρό του άντρα στην Ιτα­λία του ’60, παρό­τι ο ιτα­λι­κός ποι­νι­κός κώδι­κας δεν θεω­ρού­σε ποτέ την ομο­φυ­λο­φι­λία παρά­νο­μη, για­τί τότε θα ανα­γνώ­ρι­ζε την ύπαρ­ξή της. Αυτό, όμως, δεν εμπό­δι­σε κάποιους αξιω­μα­τού­χους να βρει τρό­πους τιμω­ρί­ας των ανθρώ­πων που «ενο­χλού­σαν» με τη δια­φο­ρε­τι­κό­τη­τά τους και με αυτά που υπο­στή­ρι­ζαν. Έτσι, θα ανα­κα­λύ­ψουν ότι ο Μπραϊ­μπά­ντι έκα­νε το «έγκλη­μα» της «plagia», της πλά­γιας επιρ­ρο­ής και παρα­βί­α­σης της προ­σω­πι­κό­τη­τας ενός άλλου ανθρώ­που και τον κατα­δί­κα­σαν με 14 χρό­νια φυλάκιση.

Ο Αμέ­λιο, έμπλε­ος συναι­σθη­μά­των και μίας πίκρας, για το παρελ­θόν της χώρας του, θα κρα­τή­σει ως ένα βαθ­μό το μέτρο, δια­τη­ρώ­ντας και την κλα­σι­κή αφή­γη­ση, αν και ορι­σμέ­νες φορές οι αρκε­τά αργοί ρυθ­μοί κου­ρά­ζουν, ενώ οι δια­νο­ου­με­νί­στι­κες παρεμ­βο­λές του, θα θολώ­σουν το δρά­μα και την τρα­γι­κό­τη­τα του ήρωά του. Ωστό­σο, το συγκι­νη­τι­κό του μήνυ­μα και οι πολι­τι­κές τους προ­ε­κτά­σεις θα φτά­σουν στον προ­ο­ρι­σμό τους και παρά τις όποιες ενστά­σεις, θα βάλει ακό­μη ένα λιθα­ρά­κι στην προ­σπά­θεια για την κατα­δί­κη ενός άτεγ­κτου κόσμου, που επι­βά­λει τους δικούς του κανό­νες, κρυμ­μέ­νος πίσω από νόμους και νομι­κά τερτίπια.

Πει­στι­κός στο ρόλο τού θύμα­τος ο Λουί­τζι Λο Κάσιο, ενώ συμπα­θη­τι­κές γενι­κά είναι και οι υπό­λοι­πες ερμηνείες.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η αλη­θι­νή ιστο­ρία του Ιτα­λού ποι­η­τή και θεα­τρι­κού συγ­γρα­φέα και σκη­νο­θέ­τη Άλντο Μπραϊ­μπά­ντι, ο οποί­ος κατα­δι­κά­στη­κε για τη σχέ­ση του με έναν νεό­τε­ρό του άντρα στην Ιτα­λία του ’60, παρό­τι η ομο­φυ­λο­φι­λία δεν υπήρ­ξε ποτέ παράνομη.

Dungeons & Dragons: Εντι­μό­τη­τα Μετα­ξύ Κλεφτών

(“Dungeons & Dragons: Honor Among Thieves”) Περι­πέ­τεια φαντα­σί­ας, αμε­ρι­κά­νι­κης και κανα­δι­κής παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Τζον Φράν­σις Ντέι­λι και Τζό­να­θαν Γκόλν­τστιν, με τους Κρις Πάιν, Μισέλ Ροντρί­γκεζ, Ρέγκε-Ζαν Πέιτζ, Τζά­στις Σμιθ, Σοφία Λίλις, Χιου Γκραντ κα.

Τι να περι­μέ­νεις από μία ται­νία που βασί­ζε­ται σε ένα επι­τρα­πέ­ζιο παι­χνί­δι ρόλων φαντα­σί­ας, το Dungeons & Dragons και μάλι­στα όταν έχει στό­χο να πιά­σει όλη την οικο­γέ­νεια, να περά­σει στο ευρύ κοινό;

Τίπο­τα περισ­σό­τε­ρο από μία θεα­μα­τι­κή περι­πέ­τεια φαντα­σί­ας, που προ­σπα­θεί να εντυ­πω­σιά­σει και να χαρί­σει πάνω από δυο ώρες εύπε­πτης δια­σκέ­δα­σης. Ένα ακό­μη αμε­ρι­κά­νι­κο μπλογκ­μπά­στερ, απ’ αυτά που στο­χεύ­ουν στη μεγά­λη γκά­μα των φανα­τι­κών του παι­χνι­διού και της περι­πέ­τειας, δου­λεύ­ο­ντας με ακρί­βεια τις συντα­γές επι­τυ­χί­ας, χωρίς να ενο­χλεί ιδιαί­τε­ρα, αλλά και χωρίς να προ­σφέ­ρει τίπο­τα άλλο.

Για μια ακό­μη φορά, ένας χαρι­σμα­τι­κός κλέ­φτης και μια ομά­δα από ετε­ρό­κλη­τους τυχο­διώ­κτες μπαί­νουν σε μια μεγά­λη περι­πέ­τεια με στό­χο την ανα­κά­λυ­ψη ενός χαμέ­νου λει­ψά­νου, αλλά στο διά­βα τους θα βρουν επι­κίν­δυ­να εμπό­δια και απρό­σμε­νους αντιπάλους.

Όπως εύκο­λα γίνε­ται αντι­λη­πτό, η δομή της ται­νί­ας ακο­λου­θεί πιστά το παι­χνί­δι, καθώς της περι­πέ­τειας ηγεί­ται ένας γοη­τευ­τι­κός ήρω­ας, η «μάνα» και οι υπό­λοι­ποι σύντρο­φοί του, δια­φο­ρε­τι­κοί χαρα­κτή­ρες είναι οι παί­χτες και οι εχθροί τα εμπόδια.

Το μόνο που λεί­πει είναι το ζάρι, αλλά αυτό το έχουν ανα­λά­βει οι δημιουρ­γοί της ται­νί­ας, που ξέρουν να «τσι­μπούν» τα ζάρια και να βγά­ζουν τερά­στια κέρ­δη για την Paramount και την πολυ­ε­θνι­κή εται­ρεία ψυχα­γω­γί­ας Entertainment One.

Στην καλο­δου­λε­μέ­νη ται­νία πρω­τα­γω­νι­στεί με επάρ­κεια ο Κρις Πάιν, που μπο­ρεί να μην είναι ο Χάρι­σον Φορντ αλλά είναι ται­ρια­στός με το κλί­μα και τις απαι­τή­σεις. Από το υπό­λοι­πο καστ ξεχω­ρί­ζουν η Μισέλ Ροντρί­γκεζ και ο Ρέγκε Ζαν Πέιτζ, ενώ το πέρα­σμά του το κάνει και ο Χιου Γκραντ.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ…. Ένας γοη­τευ­τι­κός κλέ­φτης και μια ομά­δα απί­θα­νων τυχο­διω­κτών ανα­λαμ­βά­νουν μια επι­κών δια­στά­σε­ων απο­στο­λή για να εντο­πί­σουν ένα χαμέ­νο απο­μει­νά­ρι του παρελ­θό­ντος, αλλά τα πράγ­μα­τα ανα­τρέ­πο­νται επι­κίν­δυ­να όταν έρχο­νται αντι­μέ­τω­ποι με τους λάθος ανθρώπους.

Η Βασί­λισ­σα της Νέας Υόρκης

(“Queen of the Deuce”) Ντο­κι­μα­ντέρ, ελλη­νι­κής και κανα­δι­κής παρα­γω­γής του 2022, σε σκη­νο­θε­σία Βάλε­ρυ Κοντάκου.

Και μόνο δυο παρά­γρα­φοι από την ταρα­χώ­δη πολυ­κύ­μα­ντη ζωή της Ελλη­νο­ε­βραί­ας Τσέ­λι Γουίλ­σον, θα ήταν αρκε­τά για να εμπνευ­στεί κάποιος ένα επι­κό δρά­μα, που να ανοί­γει δρό­μους για την εμπο­ρι­κή εκμε­τάλ­λευ­ση του ερω­τι­σμού, τη μισαλ­λο­δο­ξία, το χρή­μα, το πάθος για τη ζωή, την οικο­γέ­νεια, το «αμε­ρι­κά­νι­κο όνειρο».

Αντι­θέ­τως, η Βάλε­ρυ Κοντά­κου, μια ελλη­νο­α­με­ρι­κα­νί­δα σκη­νο­θέ­τρια και παρα­γω­γός ντο­κι­μα­ντέρ, που τα τελευ­ταία δέκα χρό­νια ζει στην Ελλά­δα, θα προ­τι­μή­σει να ανα­δεί­ξει την ομι­χλώ­δη προ­σω­πι­κό­τη­τα της βασί­λισ­σας της Νέας Υόρ­κης, μέσα από ένα φιλμ τεκ­μη­ρί­ω­σης, απο­φεύ­γο­ντας την αγιο­γρα­φι­κή προ­σέγ­γι­ση και ταυ­τό­χρο­να φωτί­ζο­ντας τις σκο­τει­νές πτυ­χές μιας μακράς πολυ­τά­ρα­χης δια­δρο­μής, μία ιστο­ρία επι­βί­ω­σης και δόξας, άρρη­κτα συν­δε­δε­μέ­νες με την ίδια την Ιστορία.

Πρό­κει­ται για τη ζωή της Τσέ­λι Γουίλ­σον, μίας Ελλη­νο­ε­βραί­ας από τη Θεσ­σα­λο­νί­κη, που γλύ­τω­σε από τις γερ­μα­νι­κές θηριω­δί­ες στον Β’ Παγκό­σμιο Πόλε­μο, για να εγκα­τα­στα­θεί στη Νέα Υόρ­κη και από τα τέλη της δεκα­ε­τί­ας του ’60 να καθιε­ρω­θεί ως το κορυ­φαίο όνο­μα στο κύκλω­μα του πορ­νο­σι­νε­μά, με έδρα την περί­φη­μη Times Square. Δαι­μό­νιο επι­χει­ρη­μα­τι­κό δαι­μό­νιο, η Τσέ­λι ζού­σε ακρι­βώς πάνω από το θρυ­λι­κό γκέι πορ­νο­σι­νε­μά Eros, που ήταν δικό της και ήταν φυσι­κά η αδιαμ­φι­σβή­τη­τη αρχη­γός της οικο­γέ­νειας, με τις σακού­λες γεμά­τες δολά­ρια χύμα στο γρα­φείο της. Εκεί που στρι­μώ­χνο­νταν καλ­λι­τέ­χνες, συνερ­γά­τες και αρκε­τοί τζο­γα­δό­ροι, εκμε­ταλ­λευό­με­νοι το δικό της πάθος για τον τζό­γο. Και μαζί τα εγγό­νια της, αλλά και οι ερω­μέ­νες της, μία απί­στευ­τη πινα­κο­θή­κη ανθρώ­πων, που ανα­γνώ­ρι­ζαν την αξία της και την εξου­σία της, αλλά δεν γνώ­ρι­ζαν τι πέρα­σε για να επι­βιώ­σει, να φτά­σει επι­χει­ρη­μα­τι­κά στην κορυ­φή, να δώσει την πορ­νό εκδο­χή του «αμε­ρι­κά­νι­κου ονείρου».

Αξιο­πρό­σε­κτο ντο­κι­μα­ντέρ, που δεν χάνει το ενδια­φέ­ρον του στιγ­μή και θυμί­ζει ταυ­τό­χρο­να επο­χές που έχουν περά­σει ανε­πι­στρε­πτί. Και πώς μπο­ρεί να χάσει το ενδια­φέ­ρον του, όταν υπάρ­χει μια τόσο γεμά­τη και σχε­δόν απί­στευ­τη ιστο­ρία, μία προ­σω­πι­κό­τη­τα απ’ αυτές που, χωρίς να το δια­τυ­μπα­νί­ζει, χάρι­σαν αυτο­πε­ποί­θη­ση στη γυναί­κα, έδω­σαν υπό­στα­ση στο φεμι­νι­στι­κό κίνη­μα και έφτια­ξαν ένα μύθο;

Προ­βάλ­λο­νται ακό­μη οι ταινίες:

Ζλά­ταν

(“I Am Zlatan”) Βιο­γρα­φι­κό δρά­μα, σου­η­δι­κής παρα­γω­γής του 2021, βασι­σμέ­νο στην ιστο­ρία ενη­λι­κί­ω­σης του διά­ση­μου ποδο­σφαι­ρι­στή Ζλά­ταν Ιμπρα­ΐ­μο­βιτς και σε σκη­νο­θε­σία του Γιενς Σιέ­γκεν. Φιλμ, που έχει όλα τα συστα­τι­κά ενός βιο­γρα­φι­κού αθλη­τι­κού δρά­μα­τος, αλλά και όχι τόσο πει­στι­κό για το ιδιο­φυ­ές και ταρα­χο­ποιό ποδο­σφαι­ρι­κό ταλέ­ντο του Ζλά­ταν. Το ενδια­φέ­ρον επι­κε­ντρώ­νε­ται στα παι­δι­κά και νεα­νι­κά του χρό­νια (σε ένα άγριο σου­η­δι­κό προ­ά­στιο), πριν γίνει ο διά­ση­μος ποδο­σφαι­ρι­στής, όταν αρχί­ζουν και τα επι­κίν­δυ­να όσο και μεγά­λα παι­χνί­δια εμπο­ρευ­μα­το­ποί­η­σης του ονό­μα­τός του, το σοβα­ρό­τε­ρο κομ­μά­τι της ιστο­ρί­ας του, που αφή­νει πολ­λά κενά και δεν φωτί­ζει τα σκο­τει­νά σημεία του ποδο­σφαί­ρου ως εμπο­ρι­κού προ­ϊ­ό­ντος, μίας μπίζ­νας δισεκατομμυρίων.

Ανθρω­πο­παύ­ση

Ελλη­νι­κό ντο­κι­μα­ντέρ πάνω στη σχέ­ση του ανθρώ­που με την πίστη και τη γνώ­ση, αλλά και την Anthropause, μια λέξη που επέ­λε­ξε το λεξι­κό της Οξφόρ­δης για τα όσα συνέ­βη­σαν στον πλα­νή­τη, με αφορ­μή τη δια­κο­πή της ανθρώ­πι­νης δρα­στη­ριό­τη­τας, εξαι­τί­ας της παν­δη­μί­ας. Το ντο­κι­μα­ντέρ του Χρή­στου Γόδα, ξεκι­νά με υπέ­ρο­χα πλά­να από τη Σύμη, όπου οι άνθρω­ποι πιστεύ­ουν στα θαύ­μα­τα, στο μετα­φυ­σι­κό και στη συνέ­χεια μάς μετα­φέ­ρει στη Νέα Υόρ­κη, όπου οι άνθρω­ποι πιστεύ­ουν ότι βλέ­πουν στο κινη­τό τους τηλέφωνο.

Demon Slayer: Kimetsu No Yaiba — To The Swordsmith Village

Σίκου­ελ στο περι­πε­τειώ­δες animation φαντα­σί­ας του 2019, από τον εξει­δι­κευ­μέ­νο στο είδος Ιάπω­να σκη­νο­θέ­τη Χαρούο Σοτο­ζά­κι. Φιλ­μά­κι — συρ­ρα­φή από επει­σό­δια της δημο­φι­λούς σει­ράς στην Ιαπω­νία και στις ΗΠΑ, που είναι άγνω­στο αν θα αγκα­λιά­σει και το παι­δι­κό — νεα­νι­κό κοι­νό στην Ελλά­δα. Όταν η οικο­γέ­νεια του σκο­τώ­νε­ται από έναν δαί­μο­να, ο Ταν­τζί­ρο θα εντα­χθεί στους Δαί­μο­νες Ανώ­τα­της Βαθ­μί­δας για να επα­να­φέ­ρει την αδελ­φή του στη ζωή…

Μεγα­λέ­ξα­ντρος

Ιστο­ρι­κό έπος του Θόδω­ρου Αγγε­λό­που­λου (1980) που προ­βάλ­λε­ται σε επα­νέκ­δο­ση και σε ψηφια­κά απο­κα­τε­στη­μέ­νη κόπια. Ένα σημα­ντι­κό πολι­τι­κό αλλη­γο­ρι­κό φιλμ, για την πορεία της Αρι­στε­ράς, που κέρ­δι­σε το Ειδι­κό Βρα­βείο της Κρι­τι­κής Επι­τρο­πής στο φεστι­βάλ Βενε­τί­ας. Μέσα από το φακό του Γιώρ­γου Αρβα­νί­τη, που κάνει και πάλι σπου­δαία δου­λειά, ο Αγγε­λό­που­λος σιω­πη­ρά και με την έντα­ση του αμε­τα­κί­νη­του βλέμ­μα­τός του, θα περι­γρά­ψει υπο­βλη­τι­κά την ιστο­ρία ενός επι­κίν­δυ­νου ληστή, τον Μεγα­λέ­ξα­ντρο, όπως τον απο­κα­λεί ο λαός, που δρα­πε­τεύ­ει το 1900 από τη φυλα­κή και θα απά­γει μια ομά­δα Άγγλων διπλω­μα­τών. Τους κρα­τά­ει ομή­ρους, ζητώ­ντας από την κυβέρ­νη­ση αμνη­στία και την επι­στρο­φή της γης στους χωρι­κούς. Όμως, ο Μεγα­λέ­ξα­ντρος θα απο­μο­νω­θεί από τους συγ­χω­ρια­νούς του και θα μεί­νει μόνος του με τους συντρό­φους του και τις επι­λη­πτι­κές του κρίσεις.Συνειδητοποιεί ότι η ουτο­πία του δεν έχει μέλ­λον και η απε­λευ­θέ­ρω­σή του μπο­ρεί να γίνει μόνο μέσα από την αυτο­κα­τα­στρο­φή και τον αφα­νι­σμό του. Η ται­νία των τεσ­σά­ρων ωρών, μαγεύ­ει με τα πλά­να της και προ­κα­λεί τερά­στιο ενδια­φέ­ρον με τις αλλη­γο­ρι­κές της πολι­τι­κές θέσεις, αλλά δεν είναι τυχαίο ότι προ­κα­λεί και αφό­ρη­τη πλή­ξη ειδι­κά στους αμύ­η­τους του κινη­μα­το­γρα­φι­κού σύμπα­ντος του Αγγε­λό­που­λου. Πρω­τα­γω­νι­στεί ο Ομέ­ρο Αντε­νού­τι (πρω­τα­γω­νι­στής σε ται­νί­ες των αδελ­φών Ταβιά­νι) και εμφα­νί­ζο­νται ακό­μη οι Λάου­ρα ντε Μάρ­κι, Εύα Κοτα­μα­νί­δου, Μιχά­λης Γιαν­νά­τος, Τού­λα Στα­θο­πού­λου, Χρι­στό­φο­ρος Νέζερ κα.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο