Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΟΚΤΩΒΡΗΣ ΞΑΝΑ — Μια αναδρομή με αφορμή ένα βιβλίο (A’ Μέρος)

Γρά­φει η Άννε­κε Ιωαν­νά­του //

«Μετά την ανα­τρο­πή από τα μέσα και από τα έξω της Σοβιε­τι­κής Ένω­σης και των άλλων σοσια­λι­στι­κων χωρών, με την αχα­λί­νω­τη καπι­τα­λι­στι­κή προ­πα­γάν­δα, ένα μαύ­ρο σκο­τά­δι πολι­τι­κής αμορ­φω­σιάς, άγνοιας και απο­προ­σα­να­το­λι­σμού, καλύ­πτει στο μεγα­λύ­τε­ρο μέρος του έναν κόσμο σήμε­ρα, που τον συνή­θι­σαν να μη σκέ­φτε­ται, να θαυ­μά­ζει ψεύ­τι­κα είδω­λα, να προ­σκυ­νά προ­φή­τες και εικό­νες και να μην ορθώ­νει το αντρί­κειο ανά­στη­μά του για διεκ­δι­κη­τι­κούς αγώ­νες, αγώ­νες για τη λύτρω­σή του από την πλά­νη και τη μιζέ­ρια του…»

Έτσι αρχί­ζει ο πρό­λο­γος στο βιβλίο του γεω­πό­νου Βασί­λη Μπου­φί­δη (1921–2015 ), Σοβιε­τι­κή Ένω­ση 1917 Ανόρ­θω­ση και 1991 Ανα­τρο­πή. Στό­χος του πονή­μα­τος αυτού είναι να φωτί­σει την «επι­με­λώς κρυμ­μέ­νη και κακο­ποι­η­μέ­νη αλή­θεια από το πολι­τι­κό, κοι­νω­νι­κό και πολι­τι­στι­κό ελλη­νι­κό κοι­νό». Πέρα­σαν 15 χρό­νια από τη δημο­σί­ευ­ση του βιβλί­ου και το «μαύ­ρο σκο­τά­δι πολι­τι­κής αμορ­φω­σιάς, άγνοιας και απο­προ­σα­να­το­λι­σμού» έχει εντα­θεί προ­κλη­τι­κά με την κλι­μα­κού­με­νη παρα­χά­ρα­ξη της ιστο­ρί­ας και την εξί­σω­ση του κομ­μου­νι­σμού με το φασι­σμό. Η παρα­χά­ρα­ξη ετοι­μά­ζε­ται να γίνει μέχρι και ανα­πο­δο­γύ­ρι­σμα με στην παρα­τρα­βηγ­μέ­νη, αλλά ήδη εμφα­νι­ζό­με­νη μορ­φή του την ενο­χο­ποί­η­ση των κομ­μου­νι­στών και δη του Στά­λιν σαν μονα­δι­κούς εγκλη­μα­τί­ες και απαλ­λα­γή έως και δόξα­ση σε ορι­σμέ­νες περι­πτώ­σεις των φασι­στών. Το ότι υπάρ­χουν αντι­δρά­σεις σε αυτή την εξέ­λι­ξη είναι ελπι­δο­φό­ρο σημά­δι. Όταν ο Βασί­λης Μπου­φί­δης έγρα­φε το βιβλίο του, δεν είχαν φτά­σει τα πράγ­μα­τα μέχρι εκεί. Στο πόνη­μά του απο­δεί­χνει μέσω απο­φθεγ­μά­των πολι­τι­κών, στρα­τη­γών, οικο­νο­μο­λό­γων καπι­τα­λι­στι­κών δυνά­με­ων της επο­χής αμέ­σως μετά τον Β’ Παγκό­σμιο Πόλε­μο, ότι η εκτί­μη­ση για τη Σοβιε­τι­κή Ένω­ση και τους ηγέ­τες της ήταν πολύ πιο ειλι­κρι­νής έως και αρκε­τά θετική.

Όταν η αλήθεια περπατούσε στους δρόμους

Ο Βασί­λης Μπου­φί­δης δεν ήταν ο μόνος που μετά τις ιστο­ρι­κές ανα­τρο­πές του 1989–91 παρα­κο­λου­θού­σε με βαθύ­τα­τη ανη­συ­χία τη νέα εκσυγ­χρο­νι­σμέ­νη ιστο­ρι­κή αμορ­φω­σιά να εξα­πλώ­νε­ται ραγδαία και να αρχί­ζει να κυριεύ­ει στο νου και στην ψυχή των λαϊ­κών μαζών. Κρού­ει με το βιβλίο του αυτό τον κώδω­να κιν­δύ­νου, διό­τι η ιστο­ρι­κή άγνοια ή/και στρε­βλή και ψευ­δής «γνώ­ση» απο­τε­λούν ένα θανά­σι­μο κίν­δυ­νο για την ανθρω­πό­τη­τα. Ήθε­λε να βάλει ένα λιθα­ρά­κι στην από­κτη­ση γνώ­σης της ιστο­ρι­κής πραγ­μα­τι­κό­τη­τας, να μην μεί­νει ανε­νερ­γός, παθη­τι­κός θεα­τής μιας άθλιας καθο­δι­κής πορεί­ας. Και άρχι­σε να ψάχνει και να ανα­ζη­τεί. ‘Οχι επει­δη θεω­ρού­σε για τον εαυ­τό του ότι είχε το μονο­πώ­λιο της αλή­θειας, αλλά επει­δή ο ίδιος, όπως και τόσοι της γενιάς του τη γνώ­ρι­ζαν από πρώ­το χέρι. Δηλα­δή από την ίδια την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα που έζη­σαν συνει­δη­το­ποιώ­ντας ότι έρχο­νταν γενιές που δεν θα είχαν πια στη διά­θε­σή τους αυτό το «από πρώ­το χέρι». Ήταν τα χρό­νια που η αλή­θεια περ­πα­τού­σε στους δρό­μους, ήταν επι­βλη­τι­κά παρού­σα στα βου­νά, στις φυλα­κές, στα ξερο­νή­σια, στους τόπους εξο­ρί­ας. Και ο κόσμος την έβλε­πε, τη βίω­νε από κοντά ή ακό­μα από μακριά, για­τί ήταν γυμνή, αδυ­σώ­πη­τη, σκλη­ρή, επι­βλη­τι­κή. Αλλά ήταν τότε και η αλή­θεια της αντι­φα­σι­στι­κής νίκης, το λαμπρό μήνυ­μα από τη χώρα των σοβιέτ που ανα­πτέ­ρω­σε την ανθρω­πό­τη­τα. Αυτή που μετά σε μια πορεία δεκα­ε­τιών άρχι­σαν να τη σκε­πά­ζουν κάτω από ένα βου­νό ψεμά­των, για­τί είχε ξυπνή­σει πολύ μαζι­κά πια τις συνει­δή­σεις. Η ανθρω­πό­τη­τα είχε κάνει μέσα από τις εκα­τόμ­βες των θυμά­των ένα τερά­στιο βήμα μπρο­στά εμπνευ­σμέ­νη από τα μηνύ­μα­τα του Οκτώ­βρη και ο παλαιός κόσμος της αντί­δρα­σης βάλ­θη­κε να ανα­κό­ψει τη φόρα αυτή με κάθε μέσο.

Πώς να σβηστεί η φωτιά της προόδου;

Το σβή­σι­μο από τον ιστο­ρι­κό, πολι­τι­κό και ιδε­ο­λο­γι­κό χάρ­τη της Σοβιε­τι­κής Ένω­σης είχε σχε­δια­στεί από την ίδια την αρχή της δημιουρ­γί­ας της. Με πολ­λά στρα­τεύ­μα­τα, με εισβο­λές, με ραδιουρ­γί­ες, με σκέ­τη βία και πονη­ριά από τα μέσα και τα έξω. Η ίδια η ύπαρ­ξή της απο­τε­λού­σε μια ολο­ζώ­ντα­νη από­δει­ξη για το ότι οι λαοί μπο­ρούν να τα βάλουν με τους πιο δυνα­τούς δυνά­στες, ακό­μα και όταν αυτοί είναι μέχρι τα δόντια οπλι­σμέ­νοι με τα πιο σύγ­χρο­να όπλα της επο­χής. Όσο πιο επί­και­ρο γίνε­ται σήμε­ρα αυτό το μήνυ­μα σ’ έναν κόσμο που ξεγλι­στρά­ει στην παρακ­μή και τη δυσο­σμία, τόσο πιο πολύ προ­σπα­θούν να το κρύ­ψουν. Το 1950 ο Τρού­μαν είχε δηλώ­σει: «Το έργο των Αμε­ρι­κα­νών ιστο­ρι­κών έχει κολοσ­σιαία σημα­σία στον αγώ­να κατά του κομ­μου­νι­σμού». Στον πρό­λο­γο του ως άνω βιβλί­ου του Βασί­λη Μπου­φί­δη υπάρ­χει αυτό το από­φθεγ­μα, μαζί με διά­φο­ρα άλλα απο­κα­λυ­πτι­κά. Σχο­λιά­ζει ο συγ­γρα­φέ­ας: «Αυτή την ασέ­βεια ζητού­σε από τους ιστο­ρι­κούς του ο Τρού­μαν. Πόσοι γνω­ρί­ζουν ότι το 1965 στις ΗΠΑ και την Αγγλία, στον Κανα­δά και την Αυστρα­λία κυκλο­φό­ρη­σαν 4.500 τίτλοι αντι­κομ­μου­νι­στι­κών βιβλί­ων; Ότι στις ΗΠΑ δημιουρ­γή­θη­καν 150 ιδρύ­μα­τα για την ιδε­ο­λο­γι­κή πάλη κατά του κομ­μου­νι­σμού και σε 30 πανε­πι­στή­μια της Αγγλί­ας υπάρ­χουν τέτοια κέντρα;» Και που να δει ο Βασί­λης Μπου­φί­δης τους σημε­ρι­νούς αριθ­μούς, που όσο ζού­σε , έβλε­πε τον αριθ­μό των ανά­λο­γων τίτλων, ιδρυ­μά­των κλπ να αυξά­νε­ται δρα­μα­τι­κά και με εντα­τι­κούς ρυθ­μούς παρα­χά­ρα­ξης; Η παρά­θε­ση τέτοιων απο­φθεγ­μά­των σε ένα βιβλίο συγκε­ντρω­μέ­να, ήταν ήδη τότε, μια σημα­ντι­κή προ­σφο­ρά, μια συμ­βο­λή στην αντί­κρου­ση της παρα­χά­ρα­ξης. Το βιβλίο περι­λαμ­βά­νει πολ­λά απο­κα­λυ­πτι­κά απο­φθέγ­μα­τα. Όπως και του Καρα­μαν­λή, που τον Απρί­λη του 1957 προ­σχω­ρεί στο δόγ­μα Αϊζεν­χά­ου­ερ, όπου συμ­φω­νεί­ται η ανά­γκη αντι­με­τώ­πι­σης από κοι­νού των «κιν­δύ­νων της ελευ­θε­ρί­ας και ανε­ξαρ­τη­σί­ας των λαών από τον κομ­μου­νι­σμό». Η ψευ­δής ιστο­ριο­γρα­φία δημιουρ­γεί μια ψευ­δή ιστο­ρι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα του παρελ­θό­ντος στο παρόν. Γι’ αυτό, ο βασα­νι­στι­κός προ­βλη­μα­τι­σμός που συνα­ντού­με στον πρό­λο­γο είναι δικαιο­λο­γη­μέ­νος από άνθρω­πο της γενιάς του συγ­γρα­φέα: πόσοι γνω­ρί­ζουν, πόσοι θυμού­νται και πόσοι θα θυμού­νται και θα γνω­ρί­ζουν; Η ιστο­ρι­κή άγνοια παίρ­νει τρα­γι­κές δια­στά­σεις στις νεό­τε­ρες γενιές όπου αρχί­ζει να ξεθω­ριά­ζει η άμε­σα διά­δο­ση των βιω­μέ­νων ιστο­ρι­κών κατα­στά­σε­ων από τους παλαιούς. Αύριο δεν θα υπάρ­χει πια η ζωντα­νή πηγή και οι νέοι άνθρω­ποι θα αφε­θούν στο έλε­ος των σχο­λι­κών βιβλί­ων και της προ­πα­γάν­δας του επι­ση­μου κράτους.

Μια ματιά στο περιεχόμενο

Μια ματιά στο περιε­χό­με­νο ήδη δεί­χνει την ευρύ­τη­τα της προ­σέγ­γι­σης. Το πρώ­το κεφά­λαιο δεν εστιά­ζει στη Σοβιε­τι­κή Ένω­ση, αλλά στις Ηνω­μέ­νες Πολι­τεί­ες της Αμε­ρι­κής. Καλώς, για­τί βλέ­πο­ντας πώς ξεκί­νη­σε και πώς ανα­πτύ­χθη­κε αυτή η κατ’ εξο­χήν καπι­τα­λι­στι­κή χώρα που κάπο­τε ήταν αποι­κία της Μεγά­λης Βρε­τα­νί­ας και πάλε­ψε για την ανε­ξαρ­τη­σία της, διευ­κο­λύ­νε­ται για τον ανα­γνώ­στη η σύγκρι­ση με την ανά­πτυ­ξη του πρώ­του σοσια­λι­στι­κού κρά­τους στον κόσμο. Απο­μυ­θο­ποιεί­ται και το όνει­ρο του λεγό­με­νου ελεύ­θε­ρου κόσμου.

Το δεύ­τε­ρο κεφά­λαιο μας πάει στην τσα­ρι­κή Ρωσία και μάλι­στα εστιά­ζε­ται στην περί­ο­δο 1861–1917. Έπο­νται στο 3ο και στο 4ο κεφά­λαιο οι κατα­στρο­φές του εμφυ­λί­ου πολέ­μου, η γιγα­ντο­μα­χία της εργα­τι­κής τάξης και της αγρο­τι­κής φτω­χο­λο­γιάς για τη στε­ρέ­ω­ση της εθνι­κής, σοσια­λι­στι­κής οικο­νο­μί­ας και του σοσια­λι­στι­κού κρά­τους. Μιλά­με για την περί­ο­δο 1920–1928. ‘Επει­τα η πραγ­μα­τι­κή εκρη­κτι­κή ανά­πτυ­ξη της Σοβιε­τι­κής Ένω­σης της περιό­δου 1928–1941και μάλι­στα σε όλους τους τομείς της ανθρώ­πι­νης δρα­στη­ριό­τη­τας. Το 5ο κεφά­λαιο πραγ­μα­τεύ­ε­ται το πολύ ενδια­φέ­ρον ζήτη­μα του τί έδω­σε το σοβιε­τι­κό κρά­τος στις 16 εθνό­τη­τες και στις 48 λαό­τη­τες που βρί­σκο­νταν στη σύν­θε­σή της. Καλό είναι να τονι­στεί αυτό, διό­τι όχι μόνο δεν είναι ευρύ­τε­ρα γνω­στά τα κοι­νω­νι­κά δικαιώ­μα­τα εκεί, αλλά έχει δια­δο­θεί –το συνα­ντού­με σαν ένα από τα στοι­χεία της δυτι­κής αντι­προ­πα­γάν­δας – ότι η Σοβιε­τι­κή Ένω­ση αφαι­ρού­σε από διά­φο­ρες εθνό­τη­τες και λαό­τη­τες τη γλώσ­σα τους, την ταυ­τό­τη­τά τους και προ­σπα­θού­σε να τους κάνει όλους λίγο πολύ Ρώσους. Έτσι, από κάποιο ρεύ­μα στα προ­πα­γαν­δι­στι­κά ιδε­ο­λο­γή­μα­τα υπο­βάλ­λε­ται η εντύ­πω­ση, ότι η Σοβιε­τι­κή Ένω­ση ήταν κάτι σαν τις δυτι­κές αποι­κιο­κρα­τι­κές δυνά­μεις. Από άλλους έχει χαρα­κτη­ρι­στεί ως κομ­μου­νι­στι­κή αυτο­κρα­το­ρία. Η Σοβιε­τι­κή Ένω­ση, όμως, έκα­νε το αντί­θε­το, όπως απο­δεί­χνει ο Βασί­λης Μπου­φί­δης παίρ­νο­ντας πολ­λά στοι­χεία από την εργα­σία Η νίκη του σοσια­λι­σμού της Ακα­δη­μί­ας Επι­στη­μών της ΕΣΣΔ. Για όποιον θα πει : φυσι­κά, τι περι­μέ­νεις να πουν οι ίδιοι για τον εαυ­τό τους; — έχου­με να απα­ντή­σου­με, ότι κανείς δεν έχει βρει ανα­κρί­βειες στα στοι­χεία αυτά της Ακα­δη­μί­ας η οποία είχε μεγά­λο κύρος διε­θνώς. ‘Αλλω­στε, τα στοι­χεία αυτά μπο­ρεί να τα βρει κανείς και σε δυτι­κές πηγές.

Μια έμπρακτη αλληλεγγύη

Η ΕΣΣΔ επέν­δυ­σε πολ­λά στην ανά­πτυ­ξη των σοβιε­τι­κών Δημο­κρα­τιών. Σε ορι­σμέ­νες περι­πτώ­σεις έδω­σε αλφά­βη­το και γρα­φή που δεν υπήρ­χαν σε όλες τις λαό­τη­τες, βγά­ζο­ντάς τις από την ιστο­ρι­κή αφά­νεια. Η ανά­πτυ­ξη στον τομέα της παι­δεί­ας και της κουλ­τού­ρας ήταν θεα­μα­τι­κή και πρω­τό­γνω­ρη στην ιστο­ρία της ανθρω­πό­τη­τας. Έτσι δια­βά­ζου­με στο 5ο κεφά­λαιο: «Με την εγκα­θί­δρυ­ση της σοβιε­τι­κής εξου­σί­ας η πολι­τι­κή και οικο­νο­μι­κή ανι­σό­τη­τα μετα­ξύ των εθνών της ΕΣΣΔ εξα­λεί­φθη­κε, οπως και το σύστη­μα κατα­πί­ε­σης και εκμε­τάλ­λευ­σης ανθρώ­που από άνθρω­πο. Από τα 170 εκα­τομ­μύ­ρια του πλη­θυ­σμού της Σοβιε­τι­κής Ένω­σης (το 1950 ο πλη­θυ­σμός είναι 208 εκατ.) τα 25 εκατ. των μακρι­νών περι­φε­ρειών (‘Απο Ανα­το­λή, Άνω Σιβη­ρία, Μέση Ασία), βρί­σκο­νταν σε φεου­δαρ­χι­κό στά­διο και τα έξι από αυτά σε πρω­τό­γο­νη κατά­στα­ση με πατριαρ­χι­κό καθε­στώς γενών, ήταν κτη­νο­τρο­φι­κές φυλές που δεν είχαν ακό­μα γνω­ρί­σει τη γεωρ­γία. Οι λαοί αυτοί βοη­θή­θη­καν από το σοβιε­τι­κό κρά­τος και προ­σπερ­νώ­ντας το φεου­δαρ­χι­κό-καπι­τα­λι­στι­κό στά­διο οικο­νο­μί­ας, ανα­πτύ­χθη­καν γρή­γο­ρα πλάι στις άλλες ανα­πτυγ­μέ­νες εθνό­τη­τες. Το μεγα­λύ­τε­ρο μέρος του πλη­θυ­σμού των μακρι­νών αυτών περι­φε­ρειών ήταν παντε­λώς αγράμ­μα­το, ενώ μέχρι το 1939 όλοι έμα­θαν ανά­γνω­ση και γρα­φή. Στις εθνό­τη­τες της Μέσης Ασί­ας (Καζαχ­στάν, Ουζ­μπε­κι­στάν, Αρμε­νία, Κιρ­γι­σία, Τατζι­κι­στάν) και άλλες καθυ­στε­ρη­μέ­νες εθνό­τη­τες, ο αριθ­μός των μαθη­τών της δημο­τι­κής και της μέσης εκπαί­δευ­σης αυξή­θη­κε κατά 10 φορές στο Καζαχ­στάν, μέχρι 822 φορές στο Τατζι­κι­στάν, ενώ 48 λαό­τη­τες για πρώ­τη φορά απέ­κτη­σαν γρα­φή στην εθνι­κή τους γλώσσα».

Μάλ­λον αυτά ανα­γνω­ρί­στη­καν από τους λαούς αυτούς. Του­λά­χι­στον στο δημο­ψή­φι­σμα του Μάρ­τη του 1991 που έγι­νε με το ερώ­τη­μα, αν θέλουν να συνε­χί­ζει να υπάρ­χει η Σοβιε­τι­κή Ένω­ση, η μεγά­λη πλειο­ψη­φία απά­ντη­σε «ναι». Τα ποσο­στά του «ναι» στις ασια­τι­κές σοβιε­τι­κές Δημο­κρα­τί­ες ανήλ­θαν σε ψηλό­τε­ρα ποσο­στά από το μέσον όρο, φτά­νο­ντας δηλα­δή τα 90% και άνω. Την έκφρα­ση αυτή της λαϊ­κής θέλη­σης λίγους μήνες αργό­τε­ρα ο Γιέλ­τσιν της Ρωσί­ας, ο Κρα­φτσούκ της Ουκρα­νί­ας και ο Στα­νι­σλάβ της Λευ­κο­ρω­σί­ας την πέτα­ξαν κατ’ ευθεί­αν στο καλά­θι αχρή­στων υπο­γρά­φο­ντας τη διά­λυ­ση της ΕΣΣΔ.

Ο άθλος του Β’ Παγκο­σμί­ου Πολέ­μου είναι το αντι­κεί­με­νο του 6ου κεφα­λαί­ου, ενώ στο 7ο κεφά­λαιο ο συγ­γρα­φέα στέ­κε­ται πιο ανα­λυ­τι­κά στις τρεις απο­φα­σι­στι­κές μάχες του πολέ­μου: τη μάχη της Μόσχας, τη μάχη του Στά­λιν­γκραντ και τη μάχη του Βερο­λί­νου τονί­ζο­ντας για­τί μετά το Στά­λιν­γκραντ οι λεγό­με­νοι Σύμ­μα­χοι ενδια­φέρ­θη­καν να μπουν ενερ­γά στον πόλε­μο. Και φυσι­κά δεν μπο­ρού­σε να λεί­πει η πολιορ­κία του Λένιν­γκραντ. Το 8ο έως το 11ο κεφά­λαιο είναι αφιε­ρω­μέ­να στην κρί­σι­μη για τη μετέ­πει­τα εξέ­λι­ξη και τελι­κή ανα­τρο­πή της ΕΣΣΔ στην περί­ο­δο από τον Χρου­τσιόφ μέχρι τον Γιέλ­τσιν. Στο 8ο κεφά­λαιο παρου­σιά­ζε­ται η περί­ο­δος Χρου­τσιόφ με ένα ειδι­κό υπο­κε­φά­λαιο για την εξω­τε­ρι­κή πολι­τι­κή του, αλλά και σελί­δες απο­κα­λυ­πτι­κές για την οικο­λο­γι­κή κατα­στρο­φή από τους Χρου­τσιόφ-Μπρέζ­νιεφ, Στα κεφά­λαια 9, 10 και 11 παρα­κο­λου­θεί ο ανα­γνώ­στης από πιο κοντά τα πρό­σω­πα των Μπρέζ­νιεφ, Γκορ­μπα­τσόφ και Γιέλ­τσιν με στοι­χεία για την κατα­γω­γή και τη ζωή τους που δεν είναι ευρύ­τε­ρα ή/και καθό­λου γνω­στά και που ρίχνουν ένα άλλο φως στη μετέ­πει­τα πορεία τους.

Στο δεύ­τε­ρο μέρος θα ανα­φερ­θού­με στα επι­τεύγ­μα­τα στην επι­στή­μη, στην οικο­νο­μία και στον πόλε­μο που προ­κά­λε­σαν απα­νω­τά «σοκ» στις καπι­τα­λι­στι­κές χώρες δεί­χνο­ντας ότι δεν ήταν μόνο δέκα μέρες που συγκλό­νι­σαν τον κόσμο, αλλά του­λά­χι­στον κάτι δεκα­ε­τί­ες. Επί­σης θα ανα­φερ­θούν κάποια εντυ­πω­σια­κά απο­φθέγ­μα­τα ψηλά στε­κού­με­νων προ­σω­πι­κο­τή­των του καπι­τα­λι­στι­κού κόσμου χαρα­κτη­ρι­στι­κά για το ιδε­ο­λο­γι­κό κλί­μα στον κόσμο τα πρώ­τα χρό­νια μετά τον πόλε­μο, κλί­μα θετι­κό που γρή­γο­ρα, με τον Ψυχρό Πολε­μο, θα το μετέ­τρε­παν οι ιδε­ο­λο­γι­κές «φάμπρι­κες» του αντι­κομ­μου­νι­σμού σε αρνητικό.

(Συνε­χί­ζε­ται)

_______________________________________________________________________________________________________

Άννεκε Ιωαννάτου, Doctoral κλασικής φιλολογίας, νεοελληνικής και συγκριτικής γλωσσολογίας του Πανεπιστημίου της Ουτρέχτης. Κριτικός λογοτεχνίας, μεταφράστρια. Μετέφρασε το «Η εξέγερση του Σπάρτακου» του Ρίγκομπερτ Γκίντερ, καθώς και το «Αντι-Ντίρινγκ» του Φρίντριχ Ενγκελς. Από τον Απρίλη του 1996 ήταν παραγωγός ραδιοφωνικής εκπομπής για το βιβλίο στον «902 Αριστερά στα FM» και από τον Απρίλη του 2007 τηλεοπτικής εκπομπής για το βιβλίο στον ίδιο σταθμό.
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο