Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ούτε «θύτες» ούτε «θύματα»: σχολική ζωή χωρίς ετικέτες

Γρά­φει η Ανα­στα­σία Ζήση //
Ανα­πλη­ρώ­τρια Καθη­γή­τρια Ψυχι­κής Υγεί­ας, Τμή­μα Κοι­νω­νιο­λο­γί­ας, Παν/μιο Αιγαίου

Την τελευ­ταία δεκα­ε­τία, ο «σχο­λι­κός εκφο­βι­σμός» ανα­δεί­χθη­κε στο δημό­σιο λόγο αλλά και εντός των επι­στη­μών σε δια­κρι­τό κοι­νω­νι­κό ζήτη­μα, αντι­κεί­με­νο κατα­γρα­φής και δια­χεί­ρι­σης από ειδι­κούς και επαγ­γελ­μα­τί­ες. Ως τεχνι­κός όρος ταυ­τί­στη­κε με την περι­γρα­φή επι­θε­τι­κών και βίαιων συμπε­ρι­φο­ρών μετα­ξύ μαθη­τών οι οποί­οι ‑κατά την σχε­τι­κή βιβλιο­γρα­φία- συγκε­ντρώ­νουν ειδι­κά ψυχο­λο­γι­κά χαρα­κτη­ρι­στι­κά που τους κατα­τάσ­σουν είτε στους «ντα­ή­δες» του σχο­λεί­ου είτε στα «θύμα­τα». Η κατα­νο­μή χαρα­κτη­ρι­σμών και ιδιο­τή­των από τον ενή­λι­κο κόσμο των ειδι­κών συν­δέ­θη­κε με την κατάρ­τι­ση κρι­τη­ρί­ων και κατα­λό­γων από περι­γρα­φές κοι­νω­νι­κά «ακα­τάλ­λη­λων» και «δυσ-προ­σαρ­μο­στι­κών» συμπε­ρι­φο­ρών που συγκρο­τούν το ψυχο­λο­γι­κό προ­φίλ των «μεν» (Θύτες) και των «δε» (Θύμα­τα). Σ’ αυτό το διε­θνι­κό, επι­στη­μο­νι­κό υπό­δειγ­μα βασί­στη­καν οι επί­ση­μες καμπά­νιες ενη­μέ­ρω­σης, όπως και οι καταρ­τί­σεις των «χει­ρι­στών» του ζητή­μα­τος (εκπαι­δευ­τι­κοί, σύμ­βου­λοι, θερα­πευ­τές). Τα συμπε­ρι­φο­ρι­κά πρό­τυ­πα που οργά­νω­σαν τις κυρί­αρ­χες λογι­κές «εξή­γη­σης» αλλά και της «αντι­με­τώ­πι­σης» του θέμα­τος εδραιώ­θη­καν στις παρα­δο­χές ενός άμε­σου συσχε­τι­σμού μετα­ξύ «ψυχι­σμού» και «συμπε­ρι­φο­ράς» επι­ση­μαί­νο­ντας σε κάποιες περι­πτώ­σεις το ρόλο και την ισχύ από παθο­λο­γι­κά περι­βάλ­λο­ντα αγω­γής και ανα­τρο­φής (οικο­γέ­νεια).

Ωστό­σο, πλη­θώ­ρα ερευ­νών έχει κατα­δεί­ξει την πολυ­πλο­κό­τη­τα των εξω­τε­ρι­κών και των εσω­τε­ρι­κών δυνά­με­ων που δια­μορ­φώ­νουν τη δια­λε­κτι­κή των ανθρώ­πι­νων σχέ­σε­ων και καθι­στούν ψευ­δή την σύν­δε­ση ειδι­κών ψυχο­λο­γι­κών χαρα­κτη­ρι­στι­κών, ως στα­θε­ρών και μονί­μων, με μοτί­βα κοι­νω­νι­κής συμπε­ρι­φο­ράς. Ειδι­κά, όταν οι εσω­τε­ρι­κοί κόσμοι βρί­σκο­νται υπό δια­μόρ­φω­ση, όπως συμ­βαί­νει στα μικρά παι­διά. Οι ψυχο­λο­γι­κές ερμη­νεί­ες οι οποί­ες επι­κρά­τη­σαν, λογο­θε­τι­κά αλλά και ως θεσμο­ποι­η­μέ­νες πρα­κτι­κές, για την ερμη­νεία του «σχο­λι­κού εκφο­βι­σμού» οδή­γη­σαν στο φαι­νό­με­νο της ψυχο­λο­γιο­ποί­η­σης με σοβα­ρές, αλλά αδιό­ρα­τες τις επι­πτώ­σεις. Με άλλα λόγια, μια σύν­θε­τη κοι­νω­νι­κή κατά­στα­ση φάνη­κε να ανά­γε­ται σε ψυχο­λο­γι­κές και συμπε­ρι­φο­ρι­στι­κού τύπου ερμη­νεί­ες οι οποί­ες και συχνά προ­σαρ­τώ­νται των ηθι­κών αξιο­λο­γή­σε­ων, όπως για παρά­δειγ­μα «δια­λυ­μέ­νη οικο­γέ­νεια». Η ανα­πα­ρα­γω­γή στε­ρε­ο­τύ­πων για την «προ­βλη­μα­τι­κή» οικο­γέ­νεια που φέρει την απο­κλει­στι­κή ευθύ­νη της «απο­κλί­νου­σας» ή «παρα­βα­τι­κής» συμπε­ρι­φο­ράς του παι­διού της εύκο­λα βρή­κε χώρο στο περι­βάλ­λον του ψυχο­λο­γι­κού αναγωγισμού.

Οι σοβα­ρές επι­πτώ­σεις αυτών των ιδε­ο­λο­γη­μά­των που λαμ­βά­νουν στη­ρίγ­μα­τα εντός του θετι­κι­στι­κού, ψυχο­με­τρι­κού μοντέ­λου κατα­σκευ­ής της «κανο­νι­κό­τη­τας» που επι­βλή­θη­κε με τρό­πο πολυ­μέ­τω­πο και μαζι­κό δεν αφο­ρούν μόνο την δια­νο­μή ετι­κε­τών που οδη­γούν παι­διά και γονείς σε έναν κοι­νω­νι­κό στιγ­μα­τι­σμό με βλα­πτι­κές συνέ­πειες στην συναι­σθη­μα­τι­κή και την κοι­νω­νι­κή τους υγεία, αλλά απο­τυγ­χά­νουν να αφου­γκρα­στούν τις πραγ­μα­τι­κές ανά­γκες των θιγό­με­νων όπως και τις πραγ­μα­τι­κές αιτί­ες της πιο βαθιάς απο­ξέ­νω­σης στην πιο τρυ­φε­ρή ηλι­κία. Οι συνο­πτι­κές δια­δι­κα­σί­ες μιας αντι­στοί­χη­σης ψυχο­λο­γι­κών χαρα­κτη­ρι­στι­κών και εξω­τε­ρι­κών συμπε­ρι­φο­ρών είναι πολύ απο­μα­κρυ­σμέ­νες από την κατα­νό­η­ση της σύν­θε­της ψυχι­κής ζωής, και των δυνά­με­ων που την δια­μορ­φώ­νουν. Η «προ­βλη­μα­τι­κή» συμπε­ρι­φο­ρά, όπως συχνά ονο­μά­ζε­ται η απο­τυ­χία της αρμο­νι­κής συνύ­παρ­ξης, δεν είναι παρά μια έκφρα­ση ενός ανε­πε­ξέρ­γα­στου ψυχι­κού πόνου που βαθαί­νει ακό­μη περισ­σό­τε­ρο με την ετι­κέ­τα, και το κοι­νω­νι­κό δια­συρ­μό που αυτή πάντα προ­κα­λεί. Η πλειο­νο­τι­κή επιρ­ροή που εμφα­νί­ζε­ται σε μικρές κοι­νό­τη­τες, όπως τις σχο­λι­κές, διευ­κο­λύ­νει την αλυ­σι­δω­τή τρο­πή των κατα­στά­σε­ων που συνή­θως κατα­λή­γει σε εκτρο­πή, όπως η απο­μό­νω­ση των παι­διών που θεω­ρού­νται οι «ντα­ή­δες» και τον εγκλω­βι­σμό των γονέ­ων σε μια βαθιά ενο­χή, απελ­πι­σία που τους οδη­γεί είτε σε μετω­πι­κές διαρ­κείς δια­πραγ­μα­τεύ­σεις διορ­θώ­σε­ων είτε σε αμυ­ντι­κές στρα­τη­γι­κές αποφυγής.

Όλοι συμ­φω­νού­με ότι καμία μορ­φή βίας δεν είναι επι­τρε­πτή και δεν μπο­ρεί να γίνει ανε­κτή. Για να να την αντι­με­τω­πί­σου­με με εγρή­γορ­ση και αίσθη­μα ατο­μι­κής και συλ­λο­γι­κής ευθύ­νης χρειά­ζε­ται να στα­θού­με ο ένας δίπλα στον άλλο με ένα πνεύ­μα «δια­μοι­ρα­σμέ­νης αλλη­λεγ­γύ­ης» και να ανα­πτύ­ξου­με μέσω ενός ισό­τι­μου και ανοι­χτού δια­λό­γου την συνεί­δη­ση όλων εκεί­νων των μεγά­λων και μικρό­τε­ρων παρα­γό­ντων που βρί­σκο­νται στην ρίζα της βίας που διαρ­ρη­γνύ­ει τους δεσμούς της κοι­νω­νί­ας και οδη­γεί στην εξα­το­μί­κευ­ση, την αποξένωση.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο