Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ο Θ. Κολοκοτρώνης για την έναρξη της Επανάστασης του ’21 (Ντοκουμέντο)

 Γρά­φει ο Αλέ­κος Χατζη­κώ­στας //

Ο Θόδω­ρος Κολο­κο­τρώ­νης ήταν από τους πρω­τερ­γά­τες της επα­νά­στα­σης το ’21. Ενδια­φέ­ρο­ντα στοι­χεία υπάρ­χουν σχε­τι­κά με την κατά­στα­ση που υπήρ­χε προ­ε­πα­να­στα­τι­κά, τον ρόλο της Φιλι­κής Εται­ρεί­ας αλλά και τα πρώ­τα τη βήμα­τα υπάρ­χουν στο βιβλίο «Διή­γη­σις συμ­βά­ντων της Ελλη­νι­κής φυλής από τα 1770–1836. Υπα­γό­ρευ­σις Θεό­δω­ρος Κων­στα­ντί­νου Κολο­κο­τρώ­νη» (ουσια­στι­κά δηλα­δή τα απο­μνη­μο­νεύ­μα­τά του, υπο­γο­ρευ­μέ­να στον Γεώρ­γιο Τερ­τσέ­τη , βιβλιο­θη­κά­ριο της Βου­λής και νομικό)

Παρου­σιά­ζου­με το σχε­τι­κό από­σπα­σμα (από τη πρό­σφα­τη έκδο­ση του από την εφη­με­ρί­δα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ σε επι­μέ­λεια Ιάκω­βου Δ. Μιχαηλίδη)

«..Η Γαλ­λι­κή επα­νά­στα­σις και ο Ναπο­λέ­ον έκα­με, κατά την γνώ­μην μου να ανοί­ξη τα μάτια του Κόσμου. Προ­τή­τε­ρα τα έθνη δεν εγνώ­ρή­ζο­ντο, τους βασι­λείς τους ενό­μι­ζαν ως θεούς της γης, και ότι και αν έκα­μναν, το έλε­γαν; Καλά καμω­μέ­νο. Δια αυτό και είναι δυσκο­λώ­τε­ρο να διοι­κή­σης τώρα λαόν. Εις τον και­ρό μου, το εμπό­ριο ήταν πολ­λά μικρό, τα χρή­μα­τα ήσαν σπά­νια, το τάλ­λη­ρο το επρό­φτα­σα 3 γρό­σια και όποιος είχε 1.00 γρό­σια ήταν πράγ­μα μεγά­λο και έκα­μνε κανείς δου­λειαίς, όσες τώρα δεν έκα­μνε με χίλια βενέ­τι­κα. Η κοι­νω­νία των ανθρώ­πων ήταν μικρή, δεν είναι παρά η επα­νά­στα­σις μας όπου εσχέ­τι­σε όλους τους Ελληνας.

Ευρί­σκο­ντο άνθρω­ποι όπου δεν εγνώ­ρι­ζαν άλλ χωριό μακρυά μίαν ώραν από το εδι­κό τους. Τη Ζάκυν­θον την ενό­μι­ζαν ως νομί­ζο­μεν τώρα το μακρύ­τε­ρο μέρος του Κόσμου. Η Αμε­ρι­κή μας φαί­νε­ται ως πως τους εφαί­νε­ται αυτών η Ζάκυν­θος έλε­γαν εις την Φραγκιά.

Τέλος πάντων το μυστή­ριον της ετα­ρεί­ας (σ.σ εννο­εί Φιλι­κή Ετα­ρεία) άρχι­σε να δια­δί­δε­ται εις κάθε λογής ανθρώ­πους και καλούς και κακούς, και εβια­σθή­κα­με να κινή­σω­με μίαν ώραν αρχή­τε­ρα την επα­νά­στα­σιν. Ο Ντό­γιος το εμαρ­τύ­ρη­σε εις τον Αλή Πασά. Ετζι λοι­πόν εις τας 3 Ιανουα­ρί­ου ανε­χώ­ρη­σα από την Ζάκυν­θον και εις τας 6 Ιανουα­ρί­ου έφθα­σα εις την Σκαρ­δα­μού­λα εις το πατρι­κόν του φίλου Καπε­τάν Πανα­γιώ­τη Μούρ­τζι­νου (σ.σ γόνος πρου­χου­ντι­κής οικο­γέ­νειας της Μάνης).

Το κινη­μά μας έγει­νε εις τας 22 Μαρ­τί­ου εις την Καλα­μά­ταν. Από τας 6 Ιανουα­ρί­ου έως τας 22 Μαρ­τί­ου επρο­σπά­θη­σα, ενέρ­γη­σα εις την Μάνην να ενώ­σω­μεν διά­φο­ρα σπή­τια Μανά­τι­κα κατά την συνή­θειαν τους και τους ενώ­σα­μεν , του αδελ­φώ­σα­μεν. Εστει­λα και εις τας επαρ­χία της Μεσ­ση­νί­ας, Μιστρός, Καρύ­ται­νας, Φανα­ρί­ου, Λεο­ντα­ρί­ου, Αρκα­δί­ας, της Τρι­πο­λι­τζάς και ήλθαν εκεί οπού ευρ­σκό­μουν και τους έλε­γα, ότι την ημέ­ρα του Ευαγ­γε­λι­σμού να ήναι έτοι­μοι και κάθε Επαρ­χία να κινη­θή ενα­ντί­ον των Τούρ­κων των τοπι­κών και να τους πολιορ­κή­σουν εις τα διά­φο­ρα φρού­ρια, καθώς οι Αρκα­δια­νοί να πολιορ­κή­σουν το Νεό­κα­στρο, οι Μεθω­ναί­οι την Μεθώ­νη και ούτω καθεξής.

Αφού επρο­ε­τοι­μά­σα­μεν και συνα­γροι­κη­θή­κα­μεν ο Ζαϊ­μης με τους άλλους ανα­γκα­σμέ­νοι να υπά­γουν εις την Τρι­πο­λι­τζά ή να μεί­νουν έτσι, εκτύ­πη­σαν τον Βοϊ­βό­δα των Καλα­βρύ­των. Οι Τούρ­κοι με έμα­θαν ότι ήλθα και με ενό­μι­ζαν ότι ήλθα με 5 με 6.000. Εγώ ήμουν με τέσ­σαι­ρους. Ηλθαν Αρκα­δι­νοί και Μιστρώ­ται Τούρ­κοι με βαγιά­τι­κα σκου­τιά ενδυ­δε­μέ­νοι και ήλθαν να ιδούν με πόσους ήμουν και εγώ έπαι­ζα ταις αμά­δαις και εγύ­ρι­σαν οπί­σω και έλε­γαν ότι: ευρή­κα­με ένα γέρο και έπαι­ζε ταις ομά­δαις. Επή­γα εις τον Μούρ­τζι­νο ως φίλο μου πατρι­κόν. Ο Μαυ­ρο­μι­χά­λης είχε το όνο­μα Μπέ­ης, αλλ’ ο Μούρ­τζι­νος είχε την δύνα­μιν εις την Μάνην. Ερω­τή­θη τότε ο Μαυ­ρο­μι­χά­λης δια το ερχο­μόν μου και αυτός απε­κρί­θη ότι εδυ­στύ­χη­σε εις την Ζάκυν­θο και ήλθε εις την Μάνη διά να τον βοη­θή­σουν φίλοι του και αν επι­στρέ­ψη οπί­σω. Και εις αυτό εφέρ­θη­κε πολ­λά καλά, αλλά δεν ήναι αλη­θι­νό ότι δεν με επρό­δω­σε εις τους Τούρ­κους. Δεν είχε την δύνα­μιν να το κάμη και αν ήθλε και εκτός της φιλί­ας όπου είχα­μεν με τον Μούρ­τζι­νον είναι συνή­θεια εις την Μάνην να υπε­ρα­σπί­ζω­νται όσους κατα­φεύ­γουν εις την οικί­αν των. Εις τας 23 Μαρ­τί­ου επιά­σα­με τους Τούρ­κους εις την Καλα­μά­ταν, τον Αρνα­ού­το­γλην σημα­ντι­κόν Τούρ­κον της Τρι­πο­λι­τζάς…» (σ.σ 23/3 απε­λεύ­θε­ρω­ση Τρι­πο­λι­τσάς, η πρώ­τη μεγά­λης πόλης)

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο