Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ο καλλιτεχνικός κόσμος της Ελλάδας υποκλίνεται στον Μίκη Θεοδωράκη

Με συγκι­νη­τι­κά λόγια απο­χαι­ρέ­τη­σε τον Μίκη Θεο­δω­ρά­κη και ο Μανώ­λης Μητσιάς, τον οποίο χαρα­κτή­ρι­σε ως «ο μέγι­στος των Ελλή­νων». «Είναι σαν να έφυ­γε μια κολώ­να του Παρ­θε­νώ­να. Ο Μίκης ήταν η και­νούρ­για μας Ακρό­πο­λη», είπε μιλώ­ντας στον ΑΝΤ1. Ο Χρή­στος Νικο­λό­που­λος δήλω­σε στον ΑΝΤ1 πως «ό,τι και να πω θα είναι λίγο, η προ­σφο­ρά του είναι τερά­στια. Ανέ­δει­ξε το ελλη­νι­κό τρα­γού­δι παγκό­σμια. Είναι μεγά­λη η απώ­λεια του για το ελλη­νι­κό τρα­γού­δι», είπε και συμπλή­ρω­σε πως επρό­κει­το για μία «παγκό­σμια προσωπικότητα».

Ο Γιάν­νης Μπέ­ζος απο­χαι­ρέ­τη­σε τον Μίκη Θεο­δω­ρά­κη με δήλω­ση του στην ΕΡΤ, καθώς ο ηθο­ποιός είχε συνερ­γα­στεί πολ­λές φορές με τον σπου­δαίο μου­σι­κο­συν­θέ­τη στο παρελ­θόν. «Μιλά­με για μια ουσια­στι­κή απώ­λεια και ένα κλεί­σι­μο μιας πολύ μεγά­λης επο­χής. Ήταν ο τελευ­ταί­ος επι­ζών από μια γενιά που προ­σέ­φε­ρε πάρα πολ­λά στον τόπο και δεν έχουν απο­τι­μη­θεί ακό­μα δεό­ντως. Δεν έχου­με κατα­λά­βει τι ακρι­βώς μας προ­σέ­φε­ραν αυτοί οι άνθρω­ποι και ελπί­ζω κάπο­τε να το κατα­λά­βου­με. Είναι πολύ μεγά­λη η απώ­λεια του Θεο­δω­ρά­κη. Νομί­ζου­με ότι έφυ­γε ένας άνθρω­πος που ανα­κα­τευό­ταν με την πολι­τι­κή ή έκα­νε κάποιες συναυ­λί­ες, το έργο του το εμπε­ριέ­χου­με χωρίς να το κατα­λα­βαί­νου­με. Ο Μίκης μας έφε­ρε σε επα­φή με μεγά­λα κεί­με­να, με μεγά­λες μελω­δί­ες και μαζί με τον Μάνο Χατζι­δά­κι δημιούρ­γη­σαν μια πολύ μεγά­λη επο­χή. Το έργο τους και οι προ­σω­πι­κό­τη­τές τους. Αυτά θα μας ακο­λου­θούν και θα πρέ­πει να στοι­χι­ζό­μα­στε πίσω από τέτοιες προ­σω­πι­κό­τη­τες και όχι πίσω από ανό­η­τους. Να συλ­λυ­πη­θού­με την οικο­γέ­νεια και ας τον έχου­με και στη μνή­μη και στην καρ­διά μας» ανέ­φε­ρε μετα­ξύ άλλων, ο Γιάν­νης Μπέζος.

Ο γιος του αεί­μνη­στου Γρη­γό­ρη Μπι­θι­κώ­τση μίλη­σε στο MEGA για τον πατέ­ρα του και τον μεγά­λο Μίκη Θεο­δω­ρά­κη. «Όσο ζού­με κι ανα­πνέ­ου­με θα ακού­με Μίκη Θεο­δω­ρά­κη, όσο θα υπάρ­χει Ελλά­δα. Οι δυο τους ξεδί­ψα­σαν μια ολό­κλη­ρη Ελλά­δα με τα τρα­γού­δια τους. Οι δυο τους αγα­πή­θη­καν πολύ. Θυμή­θη­κα ένα αρχεια­κό υλι­κό που ο Μίκης ανα­φέ­ρει ότι με τον “Γρη­γό­ρη είμα­στε συνέ­ται­ροι και στη ζωή και στον θάνα­το”» δήλω­σε μετα­ξύ άλλων ο Γρη­γό­ρης Μπι­θι­κώ­τσης και πρόσθεσε:

«Ο Θεο­δω­ρά­κης ήταν ένας άνθρω­πος ανή­συ­χος που πάντα στη ζωή του έψα­χνε. Κου­ρά­στη­κε, πολε­μή­θη­κε κι έφυ­γε ήσυ­χα. Αλλά αυτό που θέλω να πω είναι ότι στην Ελλά­δα μας, οι άνθρω­ποι σαν το Μίκη είναι η σημαία μας, η κλη­ρο­νο­μία μας, το DNA μας. Και πρέ­πει να είμα­στε όλοι μας πολύ υπε­ρή­φα­νοι, που γεν­νή­θη­κε , έζη­σε και μεγα­λούρ­γη­σε ένας τέτοιος άνθρω­πος ανά­με­σα μας», τόνισε.

«Όταν έφυ­γε ο πατέ­ρας μου, ο Μίκης δεν μπο­ρού­σε να μιλή­σει από τη συγκί­νη­σή του. Οι δυο τους είχαν μια σχέ­ση στορ­γής. Και είμαι σίγου­ρος ότι θα ξανα­συ­να­ντη­θούν και θα ξανα­δη­μιουρ­γή­σουν. Εμείς δεν θα τα βλέ­που­με, αλλά αυτοί θα τα κάνουν. Γνω­ρί­στη­καν παι­διά στην Μακρό­νη­σο. Ο Μίκης σπού­δα­ζε μου­σι­κή και γνω­ρί­στη­καν εντε­λώς συμ­πτω­μα­τι­κά. Ο πατέ­ρας μου τον είχε απο­κα­λέ­σει Μέγα Αλέ­ξαν­δρο της Ελλάς», υπογράμμισε.

Στη σελί­δα του στο facebook ο συν­θέ­της Θέμης Καρα­μου­ρα­τί­δης ανα­φέ­ρει :«Ξύπνη­σα με την είδη­ση θανά­του του Μίκη Θεο­δω­ρά­κη. Και δεν μπο­ρώ κι ούτε θέλω να ελέγ­ξω τα δάκρυα μου. Βαθιά συγκί­νη­ση για έναν από τους σημα­ντι­κό­τε­ρους Έλλη­νες, απέ­ρα­ντη ευγνω­μο­σύ­νη για το κολοσ­σιαίο μου­σι­κό έργο και την κοι­νω­νι­κή και πολι­τι­κή του επι­δρα­στι­κό­τη­τα. Δεν θα υπάρ­ξει άλλος Μίκης Θεο­δω­ρά­κης. Όμως υπήρ­ξε, και ένα κομ­μά­τι της ελπί­δας που ένιω­σε αυτός ο τόπος ‚του ανή­κει εις τους αιώ­νες των αιώ­νων», σημεί­ω­σε. «Καλό ταξί­δι φίλε, σύντρο­φε και δάσκα­λε. Τώρα μόνο σιωπή…Η Ελλά­δα πεν­θεί. Έφυ­γε ο Μίκης Θεο­δω­ρά­κης…», έγρα­ψε στη δική του σελί­δα ο τρα­γου­δι­στής Γιάν­νης Κότσιρας.

«Μίκη μου αγά­πη της ψυχής μου. Μορ­φή Θεϊ­κή ελλη­νι­κή. Παρου­σία της πατρί­δας Σε όλο το κόσμο. Σ’ ευχα­ρι­στώ με τη καρ­διά και το μυα­λό μου, αλλά και με τη γνώ­ση μου, που είσαι η καθο­ρι­στι­κό­τε­ρη προ­σω­πι­κό­τη­τα της. Υπο­κλί­νο­μαι στο βαθύ έργο σου. Που έχει ρίζες στην ελλη­νι­κή φιλο­σο­φία στο δίκαιο που έκα­νες ιδε­ο­λο­γία. Η Ελλά­δα χωρίς εσέ­να στην καθη­με­ρι­νό­τη­τα θα ήταν αλλιώς. Με λιγό­τε­ρη ποί­η­ση, με δια­φο­ρε­τι­κούς ρυθ­μούς. Σ ευχα­ρι­στού­με» σημειώ­νει ο Γιάν­νης Ζου­γα­νέ­λης στην προ­σω­πι­κή του σελί­δα στο facebook.

«Δεν έχου­με δύνα­μη να γρά­ψου­με τίπο­τα», έγρα­ψαν στο facebook οι Φίλοι του Μίκη Θεο­δω­ρά­κη- μια σελί­δα αφιε­ρω­μέ­νη στον κορυ­φαίο συν­θέ­τη από φίλους και θαυ­μα­στές του, λίγη ώρα μετά την γνω­στο­ποί­η­ση του θανά­του του, ενώ την ίδια στιγ­μή, ο Γιώρ­γος Ντα­λά­ρας σημειώ­νει στη δική του σελί­δα: «Για λίγο τώρα ΣΙΓΗ».

«Ο μόνος άνθρω­πος που είδα να πετά­ει», τιτλο­φο­ρεί ο Φοί­βος Δελη­βο­ριάς το δικό του απο­χαι­ρε­τι­στή­ριο μήνυ­μα στον Μίκη Θεο­δω­ρά­κη. «Δεν θα ξεχά­σω ποτέ που οι γονείς μου ‑ο πατέ­ρας μου δεν αγά­πη­σε ποτέ άλλη μου­σι­κή περισ­σό­τε­ρο απ’ τη δική του- με πήγαν στο Ηρώ­δειο 14 χρο­νών να ακού­σου­με το “ ‘Αξιον Εστί”, που θα παι­ζό­ταν για πρώ­τη φορά εκεί» σημειώ­νει ο Φοί­βος Δεληβοριάς.

«Ο Μίκης στα 60 του δεν είχε ακό­μα τη χαρά να του παρα­χω­ρη­θεί το Ηρώ­δειο. Του το αρνού­νταν σθε­να­ρά οι διά­φο­ρες εκλεγ­μέ­νες καρέ­κλες. Μόλις ξεκί­νη­σε η συναυ­λία, κατα­λά­βα­με όλοι γιατί.

Σταύρος Ξαρχάκος

«Ως μου­σι­κός, προ­σκυ­νώ. Ως Έλλην, θρη­νώ. Ως ιχθύς, σιω­πώ», έγρα­ψε πριν λίγα λεπτά στο Facebook ο Σταύ­ρος Ξαρ­χά­κος, με αφορ­μή τον θάνα­το του Μίκη Θεο­δω­ρά­κη. Την ανάρ­τη­ση συνό­δε­ψε με μια φωτο­γρα­φία του μαζί με τον κορυ­φαίο συνθέτη.

Μαρία Φαραντούρη

«Η Ελλά­δα σήμε­ρα ορφάνεψε.

Ο Μίκης είναι η έκφρα­ση της ελλη­νι­κής ψυχής και με το έργο του έδει­ξε σε όλο τον κόσμο ότι ελλη­νι­σμός σημαί­νει πολιτισμός.

Γεν­νή­θη­κε με την ευλο­γία των Μου­σών. Μίλη­σε με την οικου­με­νι­κή γλώσ­σα της μου­σι­κής και της ποί­η­σης για τον άνθρω­πο, τους αγώ­νες, τις χαρές και τους καη­μούς του.

Ο Μίκης είναι παγκό­σμιος, μα πάνω απ’ όλα είναι Έλλη­νας κι απο­τε­λεί την αντά­ξια συνέ­χεια των μεγά­λων παρα­δό­σε­ών μας.

Αγω­νί­στη­κε κι υπέ­φε­ρε υπε­ρα­σπι­ζό­με­νος την ελευ­θε­ρία, τη δημο­κρα­τία και την αξιο­πρέ­πεια του ανθρώπου.

Είχα τη χαρά και την τιμή να υπη­ρε­τή­σω το μεγά­λο του έργο, μια ολό­κλη­ρη ζωή, να μοι­ρα­στώ μαζί του συγκι­νη­τι­κές στιγ­μές, την επα­φή με τόσους λαούς, τους αγώ­νες και την ιστο­ρία τους δίνο­ντας συναυ­λί­ες σε ελλη­νι­κά και παγκό­σμια ακροατήρια.

Ο Μίκης είχε την τύχη πριν φύγει να ζήσει την αθα­να­σία του.

Μας χάρι­σε το ωραίο ταξί­δι, για αυτό θα είναι πάντα κοντά μας σαν να μην έφυ­γε ποτέ.

Με τη μου­σι­κή και τα τρα­γού­δια του θα ενώ­νει τις καρ­διές μας, θα μας ανοί­γει και­νούρ­γιους κόσμους όπως κάνει κάθε μεγά­λη τέχνη που συνο­μι­λεί με την επο­χή της και την Ιστορία.

Μίκη μου, με τα χέρια-φτε­ρά σου, όσο ζω θα σε βλέ­πω πάντα να διευ­θύ­νεις τα τρα­γού­δια μας και τα όνει­ρά μας.».

Διονύσης Σαββόπουλος

Δήλω­ση για τον θάνα­το του Μίκη Θεο­δω­ρά­κη έκα­νε ο Διο­νύ­σης Σαβ­βό­που­λος. «Έφυ­γε σήμε­ρα ο τελευ­ταί­ος των μεγά­λων. Των τελευ­ταί­ων μεγά­λων Ελλή­νων. Είναι ημέ­ρα πέν­θους, βαθιάς συγκί­νη­σης αλλά και πνευ­μα­τι­κής ανά­τα­σης νομί­ζω, για­τί μετά τον θάνα­το του Μάνου Χατζη­δά­κι, του Γιώρ­γου Σεφέ­ρη, του Γιάν­νη Ρίτσου, του Οδυσ­σέα Ελύ­τη, και όλων των άλλων πνευ­μα­τι­κών ηγε­τών μας, έρχε­ται τώρα και η ανα­χώ­ρη­ση του Μίκη Θεο­δω­ρά­κη, στην 200ή επέ­τειο της Ανε­ξαρ­τη­σί­ας, σαν να μας λέει “κοι­τάξ­τε τι έχει πραγ­μα­τι­κή αξία σε όλη αυτή την πορεία και αφή­στε τα μικρά και τα ασή­μα­ντα”», ανέ­φε­ρε ο γνω­στός συν­θέ­της και ερμηνευτής.

Και συμπλή­ρω­σε: «Ήταν παρά­φο­ρος. Δεν τον χωρού­σε ο τόπος. Ξεχεί­λι­ζε από μου­σι­κή, αιώ­νια νιά­τα, πάθος και ρομα­ντι­σμό. Ήταν ένας μεγα­λο­φυ­ής, ένας λεο­ντό­καρ­δος, ένας άνθρω­πος ανα­γεν­νη­σια­κός. Ένας οικου­με­νι­κός άνθρω­πος. Θα ζει πάντα στη μνή­μη της Αντί­στα­σης, στην τρα­γι­κή μνή­μη του εμφυ­λί­ου και της εξο­ρί­ας, στους αγώ­νες της δεκα­ε­τί­ας του ΄60, στη φυλα­κή του αντι­δι­κτα­το­ρι­κού αγώ­να. Μα πάνω από όλα θα ζει πάντα στο αιώ­νιο τρα­γού­δι της ελλη­νι­κής λαλιάς με την συναρ­πα­στι­κή και θυελ­λώ­δη μου­σι­κή του.

“O Captain, my Captain

Η δάφ­νη κερδήθηκε

Ποτέ δεν θα πεθάνεις”».

Λουκάς Καρυτινός

«Ο Μίκης είναι από τους ανθρώ­πους που δεν φεύ­γουν ποτέ από τη ζωή μας. Θα είναι συνέ­χεια δίπλα μας. Εμείς, ιδιαί­τε­ρα από την Κρα­τι­κή Ορχή­στρα Αθη­νών, τού οφεί­λου­με πάρα πολ­λά διό­τι υπη­ρέ­τη­σε την Ορχή­στρα μας από την θέση του μου­σι­κού κι από την θέση του αρχι­μου­σι­κού και από τη θέση του συν­θέ­τη, φωτί­ζο­ντας συνέ­χεια τον δρό­μο μας» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο διευ­θυ­ντής της ΚΟΑ , Λου­κάς Καρυτινός .

«Μαζί με όλο τον κόσμο κι όλη την Ελλά­δα θα εμπνε­ό­μα­στε συνέ­χεια από την παρ­τι­τού­ρα της ζωής του η οποία ήταν γεμά­τη νότες, ορά­μα­τα, πρά­ξη, κι απέ­ρα­ντη αγά­πη για την Ελλάδα».

Για τον Λου­κά Καρυ­τι­νό, οι πρώ­τες προ­σω­πι­κές εμπει­ρί­ες με τον Μίκη Θεο­δω­ρά­κη ήταν το 1990 στην Αρέ­να της Βερό­νας όπου διηύ­θυ­ναν και οι δύο το μπα­λέ­το του Μίκη «Ζορ­μπάς», με ακρο­α­τή­ριο 20.000 κόσμο. «Το ίδιο κοι­νό το οποίο το προη­γού­με­νο βρά­δυ χει­ρο­κρο­τού­σε την όπε­ρα Τόσκα, παρα­λη­ρού­σε μισή ώρα μετά τη λήξη του “Ζορ­μπά” θυμά­ται ο Λου­κάς Καρυ­τι­νός και υπογραμμίζει:

«Όταν διηύ­θυ­νε ο Μίκης, ήταν ολό­κλη­ρος ένας ρυθ­μός που τον μετέ­δι­δε στο κοι­νό. Επά­λε­το ο ίδιος, εσω­τε­ρι­κά και εξω­τε­ρι­κά. Είχε αυτή τη μεγά­λη επι­κοι­νω­νια­κή δυνα­τό­τη­τα να μετα­φέ­ρει αυτή τη ρυθ­μο­δό­τη­ση, σ’ όλο το κοι­νό, τον κόσμο με συγκίνηση».

Μαρίζα Κωχ

“Σήμε­ρα πεν­θού­με όλοι”, δήλω­σε για τον θάνα­το του Μίκη Θεο­δω­ρά­κη στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Μαρί­ζα Κωχ. «Θέλω να πω συλ­λυ­πη­τή­ρια σε όλους μας. Έφυ­γε αυτός ‑και μαζί με άλλους για­τί δεν έπα­ψε ποτέ η Ελλά­δα να δίνει τέτοιες μορ­φές- που μας ανέ­βα­σε λίγο ψηλό­τε­ρα. Είμαι καθη­λω­μέ­νη για­τί τα σπί­τια μας είναι απέ­να­ντι και βλέ­πω τον κόσμο να συγκε­ντρώ­νε­ται και πώς κλαί­ει… ‘Ανθρω­ποι που κλαί­νε με ανα­φι­λη­τά για το τι συμ­βο­λί­ζει, τι ανα­φο­ρές υπάρ­χουν στη μορ­φή του Μίκη», συμπλή­ρω­σε η ίδια. «Χρό­νια ερχό­ντου­σαν μαζί με τον Νίκο Κούν­δου­ρο στο σπί­τι που είμαι εδώ απέ­να­ντι, για χρό­νια ήμα­σταν πολύ καλή συντρο­φιά και με άλλους πολ­λούς. Κάνα­με πολύ καλή παρέα, τα μεση­μέ­ρια, όταν οι άλλοι έκα­ναν σιέ­στα εμείς καθό­μα­σταν στο τρα­πέ­ζι και το κρα­τού­σα­με ως το βρά­δυ. Για­τί είχα­με πολ­λά να πού­με», σημεί­ω­σε η Μαρί­ζα Κωχ, εμφα­νώς συγκινημένη.

Όσο για το τι θυμά­ται πιο πολύ από τον Μίκη, η γνω­στή ερμη­νεύ­τρια ανέ­φε­ρε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ: «Πάντα ζωντα­νή είναι η στιγ­μή που με άκου­σε να τρα­γου­δώ σε μια μπουάτ το 1966 και μου λέει ‘από σήμε­ρα είσαι δική μου τρα­γου­δί­στρια’. Και με πήρε, μαζί με τη Μαρία Φαρα­ντού­ρη, μικρές κοπέ­λες και οι δυο τότε, και κάνα­με έναρ­ξη και συνε­χί­σα­με ως τη νύχτα του πρα­ξι­κο­πή­μα­τος, το ΄67. Τρα­γου­δή­σα­με στην πρώ­τη μπουάτ που έκα­νε ο Μίκης με τα δικά του τρα­γού­δια. Την προη­γού­με­νη χρο­νιά, στον χώρο αυτό που λεγό­ταν “Τζά­κι”, στην οδό Μου­ρού­ζη, δίπλα στη ρώσι­κη πρε­σβεία, ήταν ο Χατζι­δά­κις με τη Μού­σχου­ρη και την επό­με­νη το σχή­μα του Μίκη με δυο πρω­τό­βγαλ­τες τρα­γου­δί­στριες και το συγκρό­τη­μά του».

«Τσε Γκε­βά­ρα, πρε­σβευ­τής της Επα­νά­στα­σης», του Νίκου Μόττα

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο