Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ο Κοντονής, ο Τραμπ και ο Μαρξ: Ας μιλήσουμε για το κράτος

Γρά­φει ο Στά­θης Μαν­δα­λά­κης // 

Σχε­τι­κά με την μαρ­ξι­στι­κή θεω­ρία για το κρά­τος αρκε­τά πράγ­μα­τα είναι γνωστά.

Το πρώ­το είναι ότι ο Μαρξ δεν πρό­λα­βε να μας κλη­ρο­δο­τή­σει με μια συγκρο­τη­μέ­νη ανά­λυ­ση του φαι­νο­μέ­νου, μολο­νό­τι κάτι τέτοιο ήταν στις προ­θέ­σεις του, συνε­πώς ό,τι συνι­στά την θεω­ρία του είναι οι διά­σπαρ­τες ανα­φο­ρές σε διά­φο­ρα έργα τα οποία έχει συγγράψει.

Το δεύ­τε­ρο είναι ότι από τις ανα­λύ­σεις του προ­κύ­πτει η θέα­ση του κρά­τους ως εκεί­νου του στοι­χεί­ου που στο πλαί­σιο της καπι­τα­λι­στι­κής κοι­νω­νί­ας λει­τουρ­γεί ως ο εγγυ­η­τής της ταξι­κής κυριαρ­χί­ας της αστι­κής τάξης αλλά και ως το όργα­νο εξι­σορ­ρό­πη­σης των αντι­τι­θέ­με­νων ενδο­γε­νών αστι­κών συμφερόντων.

Το τρί­το έχει να κάνει με το γεγο­νός ότι πολ­λές από τις ανα­λύ­σεις που πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­καν μετά το θάνα­το του Μαρξ είχαν –αν όχι ως σημείο εκκί­νη­σης- ως κεντρι­κό σημείο το κρά­τος. Από τον Λένιν μέχρι τον Που­λαν­τζά, από τον Αλτου­σέρ μέχρι τον Μίλι­μπαντ αλλά και ένα πλή­θος μελε­τη­τών του έργου του Μαρξ ανέ­λυ­σαν διε­ξο­δι­κά το φαι­νό­με­νο του κρά­τους. Μάλι­στα αυτές τους οι μελέ­τες ήταν τόσο σημα­ντι­κές ώστε καθό­ρι­σαν κατά πολύ την πολι­τι­κή των εργα­τι­κών και κομ­μου­νι­στι­κών κομ­μά­των κατά τον 20ο αιώνα.

kontonis

Προ­κει­μέ­νου να κατα­νο­ή­σει κανείς πως λει­τουρ­γεί το κρά­τος στον καπι­τα­λι­σμό, αρκεί να ρίξει μια ματιά στην επι­και­ρό­τη­τα και συγκε­κρι­μέ­να στο ζήτη­μα που προ­έ­κυ­ψε με τις κυβερ­νη­τι­κές παρεμ­βά­σεις στο χώρο του ποδο­σφαί­ρου. Τα δια­φο­ρε­τι­κά τμή­μα­τα του κεφα­λαί­ου, δηλα­δή οι τέσ­σε­ρις ισχυ­ροί επι­χει­ρη­μα­τί­ες-ιδιο­κτή­τες των ΠΑΕ έχουν αντι­κρουό­με­να συμ­φέ­ρο­ντα. Συνή­θως σε τέτοιες περι­πτώ­σεις επι­κρα­τεί ο ισχυ­ρό­τε­ρος. Ωστό­σο, η κρα­τι­κή παρέμ­βα­ση δεν έρχε­ται για να θεσπί­σει κανό­νες λει­τουρ­γί­ας, να παί­ξει διαι­τη­τι­κό ρόλο όπως θα ονει­ρεύ­ο­νταν κάποιος φιλε­λεύ­θε­ρος, αλλά για να ανα­λά­βει το ρόλο του εγγυ­η­τή των γενι­κό­τε­ρων επι­χει­ρη­μα­τι­κών συμ­φε­ρό­ντων στο χώρο του ποδο­σφαί­ρου, πριν οι μετα­ξύ τους συγκρού­σεις προ­κα­λέ­σουν βλά­βη στην εμπο­ρι­κό­τη­τα του «προ­ϊ­ό­ντος». Παρεμ­βαί­νει επο­μέ­νως, φαι­νο­με­νι­κά εις βάρος ή προς όφε­λος του ενός ή του άλλου, αλλά σε τελι­κή ανά­λυ­ση προς όφε­λος συνο­λι­κά της τάξης των επι­χει­ρη­μα­τιών προ­κει­μέ­νου να μεγα­λώ­σει η κερ­δο­φο­ρία στο συγκε­κρι­μέ­νο πεδίο.

Με παρό­μοιο τρό­πο λει­τουρ­γεί το κρά­τος σε όλες τις περι­πτώ­σεις. Εξα­σφα­λί­ζει ότι με τη δική του παρου­σία τα δια­φο­ρε­τι­κά και αντι­κρουό­με­να συμ­φέ­ρο­ντα των επι­χει­ρη­μα­τι­κών ομί­λων θα μπο­ρέ­σουν με κάποιο τρό­πο να αμβλυν­θούν ώστε από κοι­νού να αντι­με­τω­πι­στεί ο κοι­νός ταξι­κός εχθρός, δηλα­δή η εργα­τι­κή τάξη.  Για να επι­τευ­χθεί αυτή η εναρ­μό­νι­ση και να διαιω­νι­στεί η ταξι­κή κυριαρ­χία του κεφα­λαί­ου, απαι­τεί­ται μια μορ­φή εξου­σια­στι­κής οργά­νω­σης η οποία θα φαί­νε­ται ουδέ­τε­ρη, θα φαί­νε­ται ότι βρί­σκε­ται έξω από το παι­χνί­δι της ταξι­κής κυριαρ­χί­ας, την ίδια ώρα που όχι απλά η παρου­σία της θα επι­βάλ­λει την ταξι­κή κυριαρ­χία, αλλά και θα λει­τουρ­γεί ως όργα­νο της κάθε φορά πιο ισχυ­ρής μερί­δας του κεφα­λαί­ου.[1]

Άλλω­στε ιστο­ρι­κά έχου­με συνα­ντή­σει το φαι­νό­με­νο να εναλ­λάσ­σο­νται στην κυριαρ­χία τα διά­φο­ρα μέρη του κεφα­λαί­ου. Το βιο­μη­χα­νι­κό, το εμπο­ρι­κό, το χρη­μα­το­πι­στω­τι­κό, το τρα­πε­ζι­κό, δεν είναι απα­ραί­τη­το ότι έχουν πάντα τα ίδια άμε­σα συμ­φέ­ρο­ντα. Είναι όμως δεδο­μέ­νο ότι παρά τις όποιες μετα­ξύ τους αντι­θέ­σεις έχουν τον ίδιο αντί­πα­λο, και την ίδια ανά­γκη από ένα μηχα­νι­σμό που θα κατα­φέ­ρει με διά­φο­ρους τρό­πους να εξου­δε­τε­ρώ­σει αυτόν τον αντί­πα­λο. Ο Μαρξ είχε την οξύ­νοια να το κατα­νο­ή­σει πολύ έγκαι­ρα και γι’ αυτό χαρα­κτή­ρι­σε το κρά­τος ως «επι­τρο­πή δια­χεί­ρι­σης των υπο­θέ­σε­ων της αστι­κής τάξης».

marxΆλλω­στε, γρά­φο­ντας την 18η Μπρυ­μαίρ και έχο­ντας δει να εξε­λίσ­σο­νται τα γεγο­νό­τα της εξέ­γερ­σης του Παρι­σιού το 1848 και της Παλι­νόρ­θω­σης, δια­πι­στώ­νει την ανα­γκαιό­τη­τα από την πλευ­ρά της αστι­κής τάξης να δημιουρ­γή­σει έναν μηχα­νι­σμό που θα της αφαι­ρεί (φαι­νο­με­νι­κά) την άμε­ση  πολι­τι­κή εξου­σία για να της δια­σφα­λί­σει την ταξι­κή εξου­σία: «…για να σώσει το πουγ­γί της πρέ­πει να αρνη­θεί το στέμ­μα της…».[2]. Ο Μαρξ απο­τυ­πώ­νει εξαι­ρε­τι­κά την τερά­στια ιστο­ρι­κή αλλα­γή που παρα­τη­ρεί να συντε­λεί­ται: Οι κοι­νω­νι­κές σχέ­σεις στον καπι­τα­λι­σμό είναι πια τόσο σύν­θε­τες που απαι­τεί­ται η απο­κόλ­λη­ση της οικο­νο­μι­κής κυριαρ­χί­ας από την άσκη­ση της πολι­τι­κής εξου­σί­ας. Προ­σο­χή όμως: η πολι­τι­κή εξου­σία δεν χάνε­ται, δεν περ­νά­ει σε άλλα χέρια. Η άσκη­σή της είναι αυτή που μετα­βι­βά­ζε­ται στον «ανε­ξάρ­τη­το» φορέα (άσκη­σης νομι­μο­ποι­η­μέ­νης βίας όπως θα πει αργό­τε­ρα ο Βέμπερ) που είναι το κρά­τος.  Η πολι­τι­κή εξου­σία παρα­μέ­νει στα χέρια της κυρί­αρ­χης κοι­νω­νι­κής τάξης και ασκεί­ται μέσω του φαι­νο­με­νι­κά ουδέ­τε­ρου κρά­τους και των οργά­νων του.

Και αν στην περί­πτω­ση του Βονα­πάρ­τη η ιστο­ρία γρά­φτη­κε με έναν χοντρο­κομ­μέ­να γελοίο τρό­πο λόγω της προ­σω­πι­κό­τη­τας του, φαί­νε­ται το ξανα­γρά­ψι­μό της να επα­να­λαμ­βά­νε­ται ως φάρ­σα ή τρα­γω­δία όπως μας είχε προει­δο­ποι­ή­σει ο Μαρξ από τις πρώ­τες γραμ­μές της Μπρυ­μαίρ. Έτσι, παρα­κο­λου­θού­με με ενδια­φέ­ρον την εξέ­λι­ξη της υπο­ψη­φιό­τη­τας του μεγα­λο­κα­πι­τα­λι­στή Ντό­ναλντ Τράμπ, ο οποί­ος επι­θυ­μεί ως ηγέ­της της τάξης του, να δώσει τη μάχη για τα συμ­φέ­ρο­ντα του κεφα­λαί­ου στις ΗΠΑ.

Ένα από τα επι­χει­ρή­μα­τα που συνο­δεύ­ει την προ­ε­κλο­γι­κή εκστρα­τεία του Τραμπ είναι ότι εφό­σον κατά­φε­ρε να διοι­κή­σει με τέτοια επι­τυ­χία τις επι­χει­ρή­σεις του, τότε θα μπο­ρέ­σει να ασκή­σει σωστή διοί­κη­ση στο κρά­τος. Μεγα­λύ­τε­ρο πρό­βλη­μα για την εργα­τι­κή τάξη από την αδια­με­σο­λά­βη­τη ταξι­κή κυριαρ­χία στο επί­πε­δο της πολι­τι­κής εξου­σί­ας (δηλα­δή την αφαί­ρε­ση του υπο­τι­θέ­με­να ταξι­κά ουδέ­τε­ρου μαν­δύα του κρά­τους) είναι η υιο­θέ­τη­ση της επι­χει­ρη­μα­το­λο­γί­ας που η ίδια η αστι­κή τάξη ανα­πτύσ­σει, ότι δηλα­δή ένας κόσμος ολό­τε­λα παρα­δο­μέ­νος στις ανά­γκες, τις αξί­ες και τον τρό­πο λει­τουρ­γί­ας των επι­χει­ρή­σε­ων είναι ένας κόσμος καλύ­τε­ρος για τους εργα­ζό­με­νους. Είναι περιτ­τό να επε­κτα­θού­με στις συνέ­πειες που  θα έχει η επι­κρά­τη­ση της αντί­λη­ψης που θέλει η πολι­τι­κή να διε­ξά­γε­ται με όρους διοί­κη­σης επι­χεί­ρη­σης και μάνα­τζμεντ. Ωστό­σο αξί­ζει να σημειώ­σου­με ορι­σμέ­να παρά­γω­γα  του ζητήματος.

trump

Η  ανά­δυ­ση στην εξου­σία ενός επι­χει­ρη­μα­τία δεν σημαί­νει απα­ραί­τη­τα ότι με αυτό τον τρό­πο θα εξα­σφα­λί­σει μόνο το δικό του συμ­φέ­ρον και θα ξεχά­σει τα γενι­κό­τε­ρα συμ­φέ­ρο­ντα της τάξης του. Σημαί­νει όμως ότι οι βασι­κές πτυ­χές του πολι­τι­κού λόγου που ανα­πτύσ­σουν έχουν να κάνουν με την εμπέ­δω­ση της ταξι­κής κυριαρ­χί­ας και στο επί­πε­δο των ιδε­ών. Ο Τραμπ αν γίνει πρό­ε­δρος των ΗΠΑ δεν θα το κάνει για να εξυ­πη­ρε­τή­σει τον εαυ­τό του. Ή αλλιώς, το κρά­τος των ΗΠΑ με πρό­ε­δρο τον Τραμπ δεν θα τον ευνο­ή­σει λιγό­τε­ρο από όσο θα τον ευνο­ού­σε αν πρό­ε­δρος ήταν κάποιος Ομπά­μα, Μπους ή Κλί­ντον.  Ασφα­λώς δεν πρέ­πει να μας δια­φεύ­γει ότι στο παρελ­θόν ακό­μα και σε αυτό το επί­πε­δο υπήρ­χαν και προ­σω­πι­κά οφέ­λη για τους επι­χει­ρη­μα­τί­ες που εμπλέ­κο­νταν ενερ­γά με την πολι­τι­κή, αλλά σε κάθε τέτοια περί­πτω­ση  συνή­θως παρα­λεί­πε­ται η υπο­ση­μεί­ω­ση ότι παρό­μοια περι­στα­τι­κά συμ­βαί­νουν και για επι­χει­ρη­μα­τί­ες που δεν έχουν άμε­ση εμπλο­κή με την πολιτική.

Αυτό που επι­χει­ρεί­ται με αυτού του είδους την επι­χει­ρη­μα­το­λο­γία, είναι να συμπιε­στεί ο χώρος της πολι­τι­κής (ακό­μα και της αστι­κής πολι­τι­κής) σε τέτοιο βαθ­μό ώστε να μην επι­τρέ­πε­ται να ανθί­σει οποια­δή­πο­τε δια­φο­ρε­τι­κή, ριζο­σπα­στι­κή αντί­λη­ψη. Με φασι­στι­κά τεχνο­κρα­τι­κό (ή τεχνο­κρα­τι­κά φασι­στι­κό) τρό­πο άσκη­σης της παρα­δο­μέ­νης στις ανά­γκες των επι­χει­ρή­σε­ων και τις επι­τα­γές των αριθ­μών εξου­σί­ας, πασπα­λι­σμέ­νη με επι­κοι­νω­νια­κές κορώ­νες, η πολι­τι­κή τεί­νει να απο­πο­λι­τι­κο­ποι­η­θεί εντελώς.

Αν αφαι­ρέ­σου­με από τον τρό­πο που πολι­τεύ­ε­ται ο Τραμπ τα επι­κοι­νω­νια­κά τεχνά­σμα­τα και τον ρατσι­στι­κό του λόγο, θα μας απο­μεί­νει μόνο η εικό­να του επι­χει­ρη­μα­τία. Αντί­στοι­χα, αν αφαι­ρέ­σου­με από τον Τραμπ την εικό­να του αυτο­δη­μιούρ­γη­του, δισε­κα­τομ­μυ­ριού­χου επι­χει­ρη­μα­τία θα μας μεί­νει μόνο ένας ρατσι­στι­κός λόγος πασπα­λι­σμέ­νος με επι­κοι­νω­νια­κά τρικ. Και αν η επι­κοι­νω­νία απο­τε­λεί πια απα­ραί­τη­το στοι­χείο της πολι­τι­κής, ο ρατσι­στι­κός λόγος απο­τε­λεί μάλ­λον το μονα­δι­κό στοι­χείο που φαί­νε­ται να απο­δί­δει κάποιο ρόλο στην πολι­τι­κή. Με άλλα λόγια, σαν να λέει ότι το μόνο που μπο­ρώ να κάνω είναι να φτιά­ξω τεί­χη και να διώ­χνω μετα­νά­στες, μου­σουλ­μά­νους κτλ. Τα υπό­λοι­πα είναι δου­λειά της ελεύ­θε­ρης οικο­νο­μί­ας.  Ωστό­σο, αν οι δια­κη­ρύ­ξεις του Τραμπ χαρα­κτη­ρί­ζο­νται από ρατσι­σμό, ας μην ξεχνά­με ότι επί προ­ε­δρί­ας Ομπά­μα είναι εκα­το­ντά­δες τα περι­στα­τι­κά αστυ­νο­μι­κής βίας και δολο­φο­νιών ενα­ντί­ων Αφρο­α­με­ρι­κα­νών. Ακό­μα, πρέ­πει να παρα­τη­ρή­σου­με ότι το σκη­νι­κό είναι ίδιο και στην Ευρώ­πη, όπου και εδώ η άσκη­ση πολι­τι­κής από τα κρά­τη περιο­ρί­ζε­ται στα πεδία που δεν έχουν να κάνουν με την οικο­νο­μία και στρέ­φε­ται σχε­δόν απο­κλει­στι­κά σε πεδία που είναι προ­νο­μια­κά για την ανά­πτυ­ξη ενός ρατσι­στι­κού πολι­τι­κού λόγου. Δεν είναι τυχαία άλλω­στε η ραγδαία αύξη­ση της ακρο­δε­ξιάς σε πανευ­ρω­παϊ­κό επίπεδο.

Κάτι ακό­μα που αξί­ζει να παρα­τη­ρή­σου­με είναι ότι η περί­πτω­ση Τραμπ αξιο­ποιεί­ται από αντι­πο­λι­τευό­με­νους του και ως απει­κό­νι­ση του «από­λυ­του κακού» ώστε με την λογι­κή του μη χεί­ρον βέλ­τι­στο, να κρυ­φτούν κάτω από το χαλά­κι οι όποιες πολι­τι­κές απο­φά­σεις κλη­θεί να λάβει μια πιθα­νή ηγε­σία των Δημο­κρα­τι­κών, η οποία σε λίγα πράγ­μα­τα δια­φω­νεί επί της ουσί­ας με τον Τραμπ. Με άλλα λόγια, η εικό­να του Τραμπ, αυτή η γκρο­τέ­σκα έκφρα­ση του κυνι­σμού των αστών, υπη­ρε­τεί την ανά­γκη να εμφα­νι­στεί περί­που ως νίκη της Δημο­κρα­τί­ας ή του κρά­τους πρό­νοιας μια ενδε­χό­με­νη επι­κρά­τη­ση των Δημο­κρα­τι­κών. Μολο­νό­τι γνω­ρί­ζου­με από την εμπει­ρία μας πόσο απα­τη­λές είναι αυτές οι εικα­σί­ες, τεί­νου­με να μένου­με κάθε φορά έκπλη­κτοι με την άνευ ορί­ων δυνα­τό­τη­τα να γίνουν πιστευτές.

Κλεί­νο­ντας, για να επι­στρέ­ψου­με στο ζήτη­μα του κρά­τους, γίνε­ται φανε­ρό ότι ακό­μα και στην επο­χή του περιο­ρι­σμού των κρα­τι­κών λει­τουρ­γιών η πραγ­μα­τι­κή μάχη που δίνει η αστι­κή τάξη για την κατά­λη­ψή του είναι όχι για να το κατα­κτή­σει (αυτό συμ­βαί­νει), αλλά για να το κάνει να φαί­νε­ται ανε­ξάρ­τη­το και ουδέ­τε­ρο. Να κάνει δηλα­δή αόρα­τη την εξου­σία της, ακό­μα και όταν είναι επι­φα­νή της στε­λέ­χη αυτά που την ασκούν. Και αν κάπο­τε η ουδε­τε­ρό­τη­τα εμφα­νι­ζό­ταν με όρους ανα­δια­νο­μής, πρό­νοιας και ισο­νο­μί­ας, σήμε­ρα γίνε­ται με την υιο­θέ­τη­ση των αστι­κών αντι­λή­ψε­ων από εκεί­νους οι οποί­οι πλήτ­το­νται από αυτές καθώς τεί­νει να επι­κρα­τή­σει η αντί­λη­ψη ότι η πραγ­μα­τι­κή ισό­τη­τα βρί­σκε­ται στον κόσμο των ευκαι­ριών που μόνο η ελεύ­θε­ρη οικο­νο­μία μπο­ρεί να δώσει. Τα παρα­δείγ­μα­τα είναι πολ­λά και θα έχου­με την ευκαι­ρία στο μέλ­λον να τα δού­με αναλυτικά.

 

[1] Ακό­μα και οι φιλο­λαϊ­κές πολι­τι­κές που ανα­λαμ­βά­νο­νται από τα κρά­τη πραγ­μα­το­ποιού­νται μόνο υπό την πίε­ση της ταξι­κής πάλης και με στό­χο την εξου­δε­τέ­ρω­ση ή εκτό­νω­ση της δυνα­μι­κής της ταξι­κής πάλης.

[2] Καρλ Μαρξ, Η 18η Μπρυ­μπαιρ του Λου­δο­βί­κου Βονα­πάρ­τη, εκδ. Σύγ­χρο­νη Επο­χή, Αθή­να 1987, σελ. 75

 

 

*Ο Στά­θης Μαν­δα­λά­κης είναι κοι­νω­νιο­λό­γος, υπο­ψή­φιος Διδά­κτο­ρας του Τμή­μα­τος Πολι­τι­κών Επι­στη­μών του Αρι­στο­τε­λεί­ου Πανε­πι­στη­μί­ου Θεσσαλονίκης

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο