Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ο ματωμένος Μάης του ’36: Μνήμη και διδάγματα

Γρά­φει ο Νίκος Μότ­τας //

“Μέρα μαγιού μου μίσε­ψες, μέρα μαγιού σε χάνω,
άνοι­ξη γιέ π’ αγά­πα­γες κι’ ανέ­βαι­νες επάνω”.

Γιάν­νης Ρίτσος, Επιτάφιος

Μάης 1936. Ημε­ρο­μη­νία-σταθ­μός για την ιστο­ρία του ελλη­νι­κού εργα­τι­κού κινή­μα­τος. Η χώρα βιώ­νει πρω­το­φα­νείς στιγ­μές αγω­νι­στι­κής έξαρ­σης. Απερ­για­κές κινη­το­ποι­ή­σεις, οι οποί­ες έχουν ξεκι­νή­σει από τον Απρί­λη, παίρ­νουν στα­δια­κά τα χαρα­κτη­ρι­στι­κά μιας λαϊ­κής εξέ­γερ­σης η οποία έρχε­ται αντι­μέ­τω­πη με τη βαρ­βα­ρό­τη­τα του φασι­στι­κού Μετα­ξι­κού καθεστώτος.

Το επί­κε­ντρο των λαϊ­κών δια­δη­λώ­σε­ων είναι η Θεσ­σα­λο­νί­κη όπου, από το Μάρ­τη, ξεσπούν απερ­γί­ες σε διά­φο­ρους κλά­δους εξαι­τί­ας των άθλιων όρων και συν­θη­κών εργα­σί­ας. Στις 29 Απρί­λη οι καπνερ­γά­τες κυρήσ­σουν απερ­γία διαρ­κεί­ας προ­βάλ­λο­ντας, μετα­ξύ άλλων, αιτή­μα­τα για καλύ­τε­ρα μερο­κά­μα­τα, βελ­τί­ω­ση των παρο­χών του Ταμεί­ου ασφα­λί­σε­ως καπνερ­γα­τών κ.α. Οι κινη­το­ποι­ή­σεις τους προ­κα­λούν κύμα αλλη­λεγ­γύ­ης και εργα­τι­κού ξεση­κω­μού. Μέχρι την πρω­το­μα­γιά του 1936 οι απερ­γί­ες επε­κτεί­νο­νται και σε άλλες πόλεις, απ’ τις Σέρ­ρες και το Βόλο μέχρι την Καρ­δί­τσα και την Αθή­να. Στις 7 του Μάη η απερ­γία έχει πλέ­ον λάβει πανελ­λα­δι­κό χαρα­κτή­ρα με την συμ­με­το­χή δεκά­δων χιλιά­δων εργα­τών. Το Μετα­ξι­κό κρά­τος βίας και τρο­μο­κρα­τί­ας έχει πλέ­ον ένα και μόνο στό­χο: τη με κάθε τρό­πο διά­λυ­ση των απεργών.

Στις 8 Μάη έφιπ­ποι χωρο­φύ­λα­κες επι­τί­θε­νται σε απερ­για­κή συγκέ­ντρω­ση και αρχί­ζουν να πυρο­βο­λούν ενά­ντια στο πλή­θος. Την επό­με­νη- σημα­δια­κή- μέρα, η ΓΣΕΕ κηρύσ­σει 24ωρη απερ­γία. Η κυβέρ­νη­ση επι­στρα­τεύ­ει πλή­θος κλά­δους (σιδη­ρο­δρο­μι­κούς, τρο­χιο­δρο­μι­κούς, ηλε­κτρο­λό­γους κα) αλλά χωρίς απο­τέ­λε­σμα: οι απερ­γοί αγνο­ούν την επι­στρά­τευ­ση και τις τρο­μο­κρα­τι­κές απει­λές του Μετα­ξά και πραγ­μα­το­ποιούν μαζι­κό­τα­τη, πρω­το­φα­νή για τα τότε δεδο­μέ­να, απερ­για­κή συγκέ­ντρω­ση με επί­κε­ντρο τη Θεσ­σα­λο­νί­κη. Την ώρα που η απερ­γία παίρ­νει το χαρα­κτή­ρα λαϊ­κής εξέ­γερ­σης ενά­ντια στο φασι­στι­κό καθε­στώς, ο Μετα­ξάς μετα­τρέ­πει την πόλη σε στρα­το­κρα­τού­με­νη περιο­χή με ακρο­βο­λι­σμέ­νους χωρο­φύ­λα­κες και στρα­τιώ­τες σε κάθε γωνιά και κτίριο.

Η σύγκρου­ση δεν θ’ αργή­σει να έρθει. Η πανερ­γα­τι­κή συγκέ­ντρω­ση της 9ης Μάη δέχε­ται δολο­φο­νι­κή επί­θε­ση. Πρώ­τος νεκρός ο εργά­της Τάσος Τού­σης, στη δια­σταύ­ρω­ση των δρό­μων Συγ­γρού και Πτο­λε­μαί­ων, μπρο­στά στο ξενο­δο­χείο «Μητρό­πο­λις». Οι σύντρο­φοι του τοπο­θε­τούν το άψυ­χο σώμα του σε μια πόρ­τα που έχουν ξηλώ­σει από διπλα­νό για­πί. Σε εκεί­νο το σημείο τον βρί­σκει η μητέ­ρα του – η συγκλο­νι­στι­κή φωτο­γρα­φία του θρή­νου της δημο­σιεύ­ε­ται την επό­με­νη μέρα στο «Ριζο­σπά­στη». Η τρα­γι­κή αυτή εικό­να θα απο­τυ­πω­θεί στο μυα­λό του νεα­ρού τότε Γιάν­νη Ρίτσου και θα του εμπνεύ­σει το αθά­να­το ποί­η­μα, πνευ­μα­τι­κό «κει­μή­λιο» ενός ολό­κλη­ρου λαού, τον «Επι­τά­φιο».

Οι δολο­φο­νι­κές επι­θέ­σεις της χωρο­φυ­λα­κής και του στρα­τού δε μπο­ρούν να εμπο­δί­σουν τη δια­δή­λω­ση, ενώ πλή­θος λαού – ακό­μη και στρα­τιώ­τες που αρνού­νται να πυρο­βο­λή­σουν — ενώ­νε­ται με τους απερ­γούς. Το σύν­θη­μα «κάτω ο φασι­σμός» δονεί την πόλη. Η εργα­τι­κή τάξη θρη­νεί 9 νεκρούς (άλλες πλη­ρο­φο­ρί­ες κάνουν λόγο για 12) ενώ οι τραυ­μα­τί­ες ανέρ­χο­νται σε εκατοντάδες.

Την επό­με­νη μέρα, η κηδεία των νεκρών εργα­τών μετα­τρέ­πε­ται σε άλλη μια λαϊ­κή δια­δή­λω­ση – ένα τερά­στιο πλή­θος 200.000 ανθρώ­πων τιμούν τα θύμα­τα του αιμα­το­βαμ­μέ­νου μετα­ξι­κού καθε­στώ­τος. Τις επό­με­νες ώρες ακο­λου­θεί όργιο διωγ­μών και συλ­λή­ψε­ων, ενώ στρα­τιω­τι­κές δυνά­μεις κατα­πλέ­ουν στο λιμά­νι της Θεσ­σα­λο­νί­κης με σκο­πό την «επι­βο­λή της τάξης». Στις 13 Μάη άλλη μια πανελ­λα­δι­κή πανερ­γα­τι­κή απερ­γία λαμ­βά­νει χώρα και χιλιά­δες λαού καταγ­γέ­λουν τις δολο­φο­νι­κές επι­θέ­σεις των δυνά­με­ων ασφα­λεί­ας. Η κυβέρ­νη­ση Μετα­ξά, κάτω από τη λαϊ­κή πίε­ση και τις καταγ­γε­λί­ες συν­δι­κα­λι­στι­κών οργα­νώ­σε­ων και κομ­μά­των της αντι­πο­λί­τευ­σης, μοι­ρά­ζει ψευ­δαι­σθή­σεις πως τα αιτή­μα­τα των εργα­τών θα ικα­νο­ποι­η­θούν. Μόνο που ο Μετα­ξάς, η ελλη­νι­κή αστι­κή τάξη (των Μπο­δο­σά­κη­δων, των Χατζη­κυ­ριά­κων, των Κανελ­λό­που­λων και των λοι­πών πλου­το­κρα­τών της επο­χής), το Παλά­τι και οι ιμπε­ρια­λι­στές σύμ­μα­χοι τους είχαν άλλα πράγ­μα­τα στο μυα­λό τους…

mahs2

Στις 4 Αυγού­στου η κρα­τι­κή εξου­σία του φασί­στα πρω­θυ­πουρ­γού απεκ­δύ­ε­ται του κοι­νο­βου­λευ­τι­κού της μαν­δύα και κατα­λύ­ει τη «δημο­κρα­τία», κηρύσ­σο­ντας δικτα­το­ρία. Ακο­λου­θεί όργιο διώ­ξε­ων και φυλα­κί­σε­ων κομ­μου­νι­στών (μετα­ξύ αυτών και ο ΓΓ του ΚΚΕ Νίκος Ζαχα­ριά­δης) και δημο­κρα­τι­κών αγω­νι­στών που αργό­τε­ρα θα παρα­δο­θούν απ’ το Μετα­ξι­κό καθε­στώς στους γερ­μα­νούς κατακτητές.

Από τον αστι­κό κοι­νο­βου­λευ­τι­σμό στην… 4η Αυγούστου

«Ο Μετα­ξάς είναι ο πιο ραφι­να­ρι­σμέ­νος φασίστας
με καθα­ρά χιτλε­ρι­κό, φασι­στι­κό πρόγραμμα».

«Ριζο­σπά­στης», 6 Μάρ­τη 1936

Ο Μάης του 1936, αυτή η λαμπρή σελί­δα της ιστο­ρί­ας του ελλη­νι­κού εργα­τι­κού κινή­μα­τος που πνί­γη­κε στο αίμα, θα μπο­ρού­σε, πιθα­νό­τα­τα, να απο­τε­λέ­σει την αρχή του τέλους της δια­κυ­βέρ­νη­σης της χώρας από τον Ι. Μετα­ξά εφό­σον τα αστι­κά κόμ­μα­τα της επο­χής αντα­πο­κρί­νο­νταν στο κάλε­σμα της ΚΕ του ΚΚΕ η οποία σε από­φα­ση της τόνι­ζε: «Ο δολο­φό­νος Μετα­ξάς, εκπρό­σω­πος των πιο τρο­μο­κρα­τι­κών, πλου­το­κρα­τι­κών κύκλων, του βασι­λιά και της φασι­στι­κής στρα­το­κρα­τί­ας, επι­τα­χύ­νει τις προ­σπά­θειές του για να εγκα­θι­δρύ­σει στην Ελλά­δα μοναρ­χο­φα­σι­στι­κή δικτα­το­ρία» («Το ΚΚΕ- Επί­ση­μα κεί­με­να», Σύγ­χρο­νη Επο­χή, τόμος 4ος, σελ. 373).

Το ΚΚΕ είχε πολ­λα­πλώς τονί­σει τον κίν­δυ­νο εγκα­θί­δρυ­σης μοναρ­χο­φα­σι­στι­κού δικτα­το­ρι­κού καθε­στώ­τος. Στις 28 Μάρ­τη 1936, λίγες βδο­μά­δες μετά τη δολο­φο­νία από την αστυ­νο­μία του φοι­τη­τή ιατρι­κής Α.Σωτηριάδη, σε μανι­φέ­στο του το ΚΚΕ σημεί­ω­νε: «Εργα­ζό­με­νοι! Μπρος στα μάτια σας, κάτω από τη σκέ­πη της μοναρ­χί­ας, εξυ­φαί­νε­ται η πιο αντι­λαϊ­κή, η πιο άτι­μη, η πιο εγκλη­μα­τι­κή συνω­μο­σία. Αρχη­γός της συνω­μο­σί­ας αυτής είναι ο Μετα­ξάς. Συνερ­γά­τες του και συνέ­νο­χοι του είναι όλα τα πλου­το­κρα­τι­κά κόμ­μα­τα, από τα αντι­βε­νι­ζε­λι­κά που πλειο­δο­τούν στα αντι­λαϊ­κά μέτρα και σχέ­δια της κυβέρ­νη­σης, ίσα­με τα βενι­ζε­λι­κά, που στη­ρί­ζουν την κυβέρ­νη­ση και την αντι­λαϊ­κή πολι­τι­κή της». (Μάκη Μαϊ­λη, «Από την 4η Αυγού­στου ως τις μέρες μας», Σύγ­χρο­νη Επο­χή, σελ. 14). Την ίδια στιγ­μή, παρά τα δημο­σιεύ­μα­τα του Τύπου για τον κίν­δυ­νο δικτα­το­ρι­κής λύσης, ο κεντρώ­ος ηγέ­της του κόμ­μα­τος των φιλε­λευ­θέ­ρων Θεμι­στο­κλής Σοφού­λης δήλω­νε: «Ο κ. Πρω­θυ­πουρ­γός δεν σκέ­πτε­ται τοιού­τον τι. Περί αυτού είμαι πεπει­σμέ­νος και ο κόσμος πρέ­πει να ησυ­χά­ση και να μη δίδη πίστιν εις τοιαύ­τας σκο­πί­μους διαδόσεις».

Οι αστι­κές πολι­τι­κές δυνά­μεις γύρι­σαν την πλά­τη στο ΚΚΕ και ο Μετα­ξάς – που αναρ­ρι­χή­θη­κε στην εξου­σία με την στή­ρι­ξη τους – απεκ­δύ­θη­κε πλή­ρως το κοι­νο­βου­λευ­τι­κό του προ­σω­πείο, φανε­ρώ­νο­ντας το πραγ­μα­τι­κό του πρό­σω­πο. Ποιό πρό­σω­πο; Αυτό του – σύμ­φω­να με τον Μπρεχτ — «πιο ωμού, πιο κατα­πιε­στι­κού, πιο θρα­σύ, πιο δόλιου καπι­τα­λι­σμού», του Φασι­σμού. Το καθε­στώς Μετα­ξά, αυτό που σήμε­ρα υμνεί η εγκλη­μα­τι­κή, ναζι­στι­κή Χρυ­σή Αυγή, γεν­νή­θη­κε απ’ τη μήτρα της αστι­κής εξου­σί­ας, του εκμε­ταλ­λευ­τι­κού συστή­μα­τος, της δικτα­το­ρί­ας του Κεφα­λαί­ου. Ο ίδιος ο Μετα­ξάς δεν έκρυ­βε το χαρα­κτή­ρα της 4ης Αυγού­στου (οι επι­ση­μάν­σεις δικές μας): «Εστη­ρί­ξα­μεν το αστι­κόν καθε­στώς της Ελλά­δος και του εδώ­σα­μεν να εννο­ή­σει ότι το πρώ­τον καθή­κον ενός τιμί­ου και πραγ­μα­τι­κού πατριω­τι­κού αστι­κού κόσμου, είναι, το να είναι αλλη­λέγ­γυος με τους δύο κλά­δους, τον κόσμον τον εργα­τι­κόν και τον κόσμον τον αγρο­τι­κόν και εζη­τή­σα­μεν από τους αστούς, από τους βιο­μή­χα­νους… θυσί­ας τας οποί­ας ο αστι­κός κόσμος μας τας έδω­σε προ­θύ­μως» (Σπ. Λιναρ­δά­του, «4η Αυγού­στου», «Π.Λ.Ε.», 1967).

Ποιό είναι, λοι­πόν, το συμπέ­ρα­σμα; Πως η εργα­τι­κή τάξη, ο εργα­ζό­με­νος λαός, τα λαϊ­κά στρώ­μα­τα, οφεί­λουν να στη­ρι­χθούν μονά­χα στις δικές τους δυνά­μεις. Γνω­ρί­ζο­ντας πως στην κορύ­φω­ση της ταξι­κής πάλης, η αστι­κή εξου­σία, η εξου­σία του Κεφα­λαί­ου, θα κάνει τα πάντα προ­κει­μέ­νου να δια­σφα­λί­σει τα συμ­φέ­ρο­ντα της. Στη­ρί­ζο­ντας ακό­μη και «Μετα­ξά­δες» όπως έκα­νε κατά το παρελ­θόν. Ο Μάης του ’36 και όσα ακο­λού­θη­σαν απο­τε­λούν παρα­κα­τα­θή­κη για το ελλη­νι­κό εργα­τι­κό κίνη­μα και πολύ­τι­μη πηγή διδαγ­μά­των για τις νέες γενιές.

Πρό­τα­ση: Μάκης Μαϊ­λης, «Ο αστι­κός πολι­τι­κός κόσμος και η 4η Αυγού­στου», Κομ­μου­νι­στι­κή Επι­θε­ώ­ρη­ση, 2001 Τεύ­χος 4.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο