Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ο πολιτικός Αρκάς

Γρά­φει ο Σφυ­ρο­δρέ­πα­νος //

Σήμε­ρα θα κατα­πια­στού­με με μία από τις παρά­πλευ­ρες υπο­θέ­σεις των ημερών.

Τα άλμπουμ του Αρκά είναι κομ­μά­τι της κλα­σι­κής παι­δεί­ας, που κάθε παι­δί (μικρό ή μεγα­λύ­τε­ρο σε ηλι­κία) πρέ­πει να απο­κτή­σει. Ο Αρκάς είναι ένα φαι­νό­με­νο μόνος του, ποτα­μός γέλιου, ειρω­νεί­ας, μικρών ή μεγα­λύ­τε­ρων ταυ­τί­σε­ων για κάθε ανα­γνώ­στη, σκο­τει­νή φυσιο­γνω­μία που κατα­φέρ­νει να αυξή­σει το γοη­τευ­τι­κό μυστή­ριο γύρω της, απο­φεύ­γο­ντας συστη­μα­τι­κά τη δημο­σιό­τη­τα και τις συνε­ντεύ­ξεις. Κατά συνέ­πεια, έχουν ειπω­θεί σχε­δόν τα πάντα γύρω από το πρό­σω­πό του, σαν εικα­σί­ες. Ότι είναι ψυχί­α­τρος, ότι έχει βγει στη σύντα­ξη, ότι έχει πεθά­νει και τον αντι­κα­θι­στούν άλλοι (αλί­μο­νο αν δεν υπήρ­χε και κάποια θεω­ρία συνω­μο­σί­ας) ή πως στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα είναι παρα­πά­νω από ένα πρό­σω­πο, κάτι σαν συλ­λο­γι­κός ήρω­ας-δημιουρ­γός ηρώ­ων. Τα πιο πολ­λά, πιθα­νό­τα­τα ράδιο-αρβύ­λα, μέχρι απο­δεί­ξε­ως του εναντίου.

Ποια είναι όμως η σχέ­ση του Αρκά με την πολιτική;
Δια­θέ­τει αναρ­χι­κό χιού­μορ, πιο πολύ όμως με την έννοια του βιτριο­λι­κού, παρά οτι­δή­πο­τε άλλο. Στον «κόκ­κο­ρα», ο βασι­κός ήρω­ας απο­τυγ­χά­νει πατα­γω­δώς με τις γυναί­κες-κότες (που δε συμ­βο­λί­ζει κάποιο μισο­γυ­νι­σμό) και ανα­ρω­τιέ­ται τι μπο­ρεί να αλλά­ξει και μήπως θα ήταν καλή ιδέα να το έβα­φε πρά­σι­νο. Η αλλα­γή ήταν τότε της μόδας, άλλο αν τελι­κά για τον κυρί­αρ­χο λαό κατέ­λη­ξε κυριο­λε­κτι­κά σε αυτό που έλε­γε ο Κόκ­κο­ρας. Και το ροζ είναι το και­νού­ριο πράσινο.
Σε ένα άλλο αλμπου­μά­κι της σει­ράς, ο Κόκ­κο­ρας τίθε­ται αντι­μέ­τω­πος με τους εφιάλ­τες του και τη φιλο­σο­φία του Χέγκελ, καθώς ένα φάντα­σμα τον απο­στο­μώ­νει με το επι­χεί­ρη­μα: «ό,τι είναι πραγ­μα­τι­κό, είναι και λογικό».
Ο πιο μεστός προ­βλη­μα­τι­σμός έρχε­ται πιθα­νό­τα­τα στα Αδιέ­ξο­δα, από τα οποία προ­σπα­θεί να βγει ο Κόκ­κο­ρας, αλλά δε θυμά­ται από πού ακρι­βώς μπή­κε. Για να κατα­λή­ξει στο απαι­σιό­δο­ξο συμπέ­ρα­σμα πως τελι­κά δεν υπάρ­χει διέ­ξο­δος, για­τί το πρό­βλη­μα είναι ο εαυ­τός μας και από αυτόν δεν μπο­ρού­με να ξεφύ­γου­με ποτέ.

Στις Show Bussiness, όπως είναι φανε­ρό κι από τον τίτλο, ο Αρκάς κάνει ένα σύντο­μο πέρα­σμα απ’ το ερώ­τη­μα πόσο ελεύ­θε­ρα μπο­ρεί να ανα­πτυ­χθεί η καλ­λι­τε­χνι­κή δημιουρ­γία στις σημε­ρι­νές ασφυ­κτι­κές συν­θή­κες. Για να φτά­σει στον «Παντε­λή και το Λιο­ντά­ρι», όπου το δεύ­τε­ρο επι­χει­ρεί να πεί­σει το φύλα­κά του στο ζωο­λο­γι­κό κήπο να το απε­λευ­θε­ρώ­σει, κατα­φεύ­γο­ντας ακό­μα και στο Μαρξ, για να απο­τύ­χει εκ νέου και να κατα­λή­ξει στο συμπέ­ρα­σμα πως πρέ­πει να ανα­νε­ώ­σει την επι­χει­ρη­μα­το­λο­γία του –στο κλί­μα της επο­χής άλλωστε.

Ακο­λου­θεί ο Ισο­βί­της κι η ατμό­σφαι­ρα της φυλα­κής, που δεν ευνο­εί την αισιο­δο­ξία και την ενα­σχό­λη­ση με τα κοι­νά. Ο φυλα­κι­σμέ­νος ρωτά­ει να μάθει το απο­τέ­λε­σμα των εκλο­γών, αλλά συνει­δη­το­ποιεί πως αυτό δεν πρό­κει­ται να αλλά­ξει στο παρα­μι­κρό την κατά­στα­ση στη φυλα­κή και προ­τι­μά τελι­κά να του πουν ποιος πήρε το πρω­τά­θλη­μα. Ο Μοντε­χρή­στος ενσαρ­κώ­νει τον άκρα­το αμο­ρα­λι­σμό της περιό­δου και χαί­ρε­ται, καθώς πάντα πίστευε ότι η ιδε­ο­λο­γία του έχει εντυ­πω­σια­κό όνο­μα. Μια άλλη βινιέ­τα ανα­πα­ρά­γει τα κλα­σι­κά στε­ρε­ό­τυ­πα εκεί­νων των χρό­νων για τους δει­νό­σαυ­ρους-πολι­τι­κούς αρχη­γούς, που βλέ­πουν την εξου­σία ως αφρο­δι­σια­κό και από κάποια ηλι­κία και έπει­τα, κατα­λή­γουν να κάνουν στη χώρα αυτό που δεν μπο­ρούν να κάνουν πια στη γυναί­κα τους. Ενώ το ποντί­κι καταρ­ρα­κώ­νει το ηθι­κό του Ισο­βί­τη, λέγο­ντάς του: για μένα η φυλα­κή είναι όλος ο κόσμος, ενώ για σένα όλος ο κόσμος είναι μια φυλακή.

Στη σει­ρά αυτή, λόγω και της θεμα­το­λο­γί­ας, κορυ­φώ­νε­ται ο κοι­νω­νι­κός (με ψήγ­μα­τα πολι­τι­κού, για­τί τα πάντα είναι πολι­τι­κά) προ­βλη­μα­τι­σμός του Αρκά. Θα ακο­λου­θή­σει η κατα­ξί­ω­ση με τις Χαμη­λές Πτή­σεις που εντρυ­φούν στη σχέ­ση πατέ­ρα-γιου (ίσως παράλ­λη­λα με κάποια αντί­στοι­χη εξέ­λι­ξη στην προ­σω­πι­κή ζωή του σκι­τσο­γρά­φου) και συγκί­νη­σαν πρό­σφα­τα πολ­λούς ανα­γνώ­στες, όταν κυκλο­φό­ρη­σε ένα υστε­ρό­γρα­φο με το μικρό σπουρ­γί­τι να έχει μεγα­λώ­σει, να απο­κτά γιο και να τρα­βά­ει τα ίδια και χει­ρό­τε­ρα που περ­νού­σε με αυτόν ο πατέ­ρας του. Η δεκα­ε­τία του 90’ φέρ­νει την εμφά­νι­ση του Αρκά σε περιο­δι­κά μεγά­λης κυκλο­φο­ρί­ας (το Έψι­λον της Ελευ­θε­ρο­τυ­πί­ας και αργό­τε­ρα στο Μετρό με τις ιστο­ρί­ες του Καστρά­το –και βασι­κά της Λου­κρη­τί­ας), την γνω­ρι­μία του με το ευρύ κοι­νό, που τον αγκά­λια­σε αμέ­σως, αλλά και μια ανα­πό­φευ­κτη τυπο­ποί­η­ση, ως λογι­κό επα­κό­λου­θο της «μαζι­κής παρα­γω­γής», καθώς πρέ­πει να έχει έτοι­μη του­λά­χι­στον μία ιστο­ρία κάθε εβδομάδα.

Ο Αρκάς γίνε­ται προς στιγ­μήν λιγό­τε­ρο σκο­τει­νός, κάπως πιο mainstream (συμ­βα­τι­κός), επιρ­ρε­πής σε εύκο­λα αστεία και λογο­παί­γνια που θα μπο­ρού­σαν να δίνουν υλι­κό στο Σεφερ­λή και που έφτα­σαν, κατά την υπο­κει­με­νι­κή μου γνώ­μη, στο από­γειό τους, στη «Ζωή Μετά», με το μακα­ρί­τη που πηγαί­νει στον παρά­δει­σο και συνα­ντά τον Άγγε­λο. Εκεί όπου η ατά­κα γίνε­ται αυτο­σκο­πός και όλη η ιστο­ρία δομεί­ται γύρω της, αντί να τη χρη­σι­μο­ποιεί ως ένα απλό όπλο, για να περά­σει τα μηνύ­μα­τα που θέλει.

Με αυτή τη σει­ρά ο Αρκάς αρχί­ζει να ασχο­λεί­ται με το ζήτη­μα του θανά­του –βλέ­πο­ντας ίσως και το δικό του βιο­λο­γι­κό τέλος να πλη­σιά­ζει- που τον απα­σχο­λεί πιο έντο­να στη σει­ρά με τους «Συνο­μή­λι­κους» (μάλ­λον από τις πιο αδιά­φο­ρες δου­λειές του). Παράλ­λη­λα όμως αντι­με­τω­πί­ζει αυτές τις φυσιο­λο­γι­κές ανη­συ­χί­ες με όπλο το μαύ­ρο χιού­μορ, που είναι το βασι­κό στοι­χείο στα «Πει­ρα­μα­τό­ζωα» αλλά και τα «Επι­κίν­δυ­να Νερά» με το δολο­φό­νο-καρ­χα­ρία και το ψάρι-οδη­γό του, που συνε­χί­ζουν αυτή τη «στρο­φή». Εκεί απο­τυ­πώ­νε­ται, μετα­ξύ άλλων, η «έμφυ­τη» απαι­σιο­δο­ξία του Αρκά για τη δυνα­τό­τη­τα των πολ­λών μικρών ψαριών να ενω­θούν και να νική­σουν το μεγά­λο, καθώς όταν ενώ­νο­νται σε ενιαίο σχη­μα­τι­σμό, γίνο­νται απλά ευκο­λό­τε­ρος στό­χος για τα σαγό­νια του καρχαρία.

arkas-1

Πριν από τα Πει­ρα­μα­τό­ζωα, ο Αρκάς είχε βγά­λει για μια σόλο εμφά­νι­ση και τον Καλό Λύκο, που ενσάρ­κω­νε προ­φη­τι­κά τις αυτα­πά­τες που έχουν πολ­λοί για τη λυκο­συμ­μα­χία της ΕΕ και το ενδε­χό­με­νο να αλλά­ξει από μέσα και να αρχί­σει να ερω­τεύ­ε­ται τα πρό­βα­τα, αντί να τα τρώει.

Τον τελευ­ταίο χρό­νο, ο Αρκάς έβγα­λε δύο αλμπου­μά­κια. Το ένα μοιά­ζει με ψυχο­λο­γι­κό τεστ κι έχει ερω­το­α­πα­ντή­σεις ολι­κής άγνοιας, κλει­στού τύπου, «ναι ή όχι», που κολ­λού­σαν γάντι με την επι­και­ρό­τη­τα του δημο­ψη­φί­σμα­τος (αν εξαι­ρέ­σει κανείς την αντί­στρο­φη σει­ρά στα κου­τά­κια με τις απα­ντή­σεις, «όχι ή ναι», που ούτε ο Αρκάς δε θα μπο­ρού­σε να τη φαντα­στεί). Το δεύ­τε­ρο αλμπου­μά­κι είναι τα «Θηρία ενή­με­ρα», που χωρίς να έχουν αυστη­ρά καθο­ρι­σμέ­νη θεμα­το­λο­γία, περι­λαμ­βά­νουν κάποια πιο πολι­τι­κά σκί­τσα, όπως μια ανε­λέ­η­τη σάτι­ρα των δια­πραγ­μα­τευ­τι­κών χαρ­τιών της κυβέρ­νη­σης, που μετα­χει­ρί­ζε­ται άκρως πει­στι­κά επι­χει­ρή­μα­τα προς τους δανειστές.

arkas1_5

Με αυτά τα τελευ­ταία σκί­τσα, ο Αρκάς μπή­κε στο στό­χα­στρο κάποιων χρη­στών του facebook, υπο­στη­ρι­κτών της «Πρώ­της Φοράς Αρι­στε­ρά», αν κι η ιστο­ρία είναι αρκε­τά μπερ­δε­μέ­νη, καθώς εμπλέ­κο­νται μάλ­λον και οι δια­χει­ρι­στές της προ­σω­πι­κής του ιστο­σε­λί­δας, που προ­σπά­θη­σαν να αξιο­ποι­ή­σουν τα σκί­τσα του για τους προ­πα­γαν­δι­στι­κούς σκο­πούς της εφη­με­ρί­δας στην οποία εργά­ζε­ται τον τελευ­ταίο καιρό.

Ανε­ξάρ­τη­τα από τις σκο­τει­νές πλευ­ρές αυτής της υπό­θε­σης πάντως, μπο­ρού­με να κρα­τή­σου­με ως ουσία το εξής. Είναι παρά­λο­γο να ζητά­με από τον Αρκά να γίνει κάτι που μάλ­λον ποτέ δεν ήταν: μαρ­ξι­στής-επα­να­στά­της-αρι­στε­ρός, όσο κι αν καμιά φορά ανα­κα­λύ­πτου­με (ή θέλου­με να ανα­κα­λύ­πτου­με) ψήγ­μα­τα ριζο­σπα­στι­κής πολι­τι­κής σκέ­ψης σε κάποια σκί­τσα του. Είναι όμως δέκα φορές πιο παρά­λο­γο να τρέ­φει κανείς αντί­στοι­χες πολι­τι­κές προσ­δο­κί­ες από την «πρώ­τη φορά αρι­στε­ρά» ή από τους δια­δι­κτυα­κούς της Ταλι­μπαν, που εφαρ­μό­ζουν το δόγ­μα «όποιος δεν είναι μαζί μας, είναι ενα­ντί­ον μας». Όσο για το παρα­μύ­θι της «αρι­στε­ράς και της ενό­τη­τας», κολ­λά­ει, παρα­φρα­σμέ­νη, μια ατά­κα από τον Καλό Λύκο του Αρκά.

Ποια είναι η δια­φο­ρά ανά­με­σα στη σημε­ρι­νή κυβέρ­νη­ση και τους κομ­μου­νι­στές; Είναι κι οι δυο με τα λαϊ­κά συμ­φέ­ρο­ντα και το σοσια­λι­σμό, με τη δια­φο­ρά ότι οι πρώ­τοι δεν είναι. Αλλά αυτό είναι το θέμα ενός άλλου κειμένου.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο