Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Ο ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ  ΜΕΣ ΣΤΟ ΛΑΒΥΡΙΝΘΟ ΤΟΥ»

Γρά­φει η Άννε­κε Ιωαν­νά­του //

ΓΚΑΜΠΡΙΕΛ  ΓΚΑΡΣΙΑ  ΜΑΡΚΕΣ

Ο ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ  ΜΕΣ ΣΤΟ ΛΑΒΥΡΙΝΘΟ ΤΟΥ

Εκδόσεις Νέα Σύνορα – Α.Α. Λιβάνη

Μετάφραση: Κλαίτη Σωτηριάδου-Μπαράχας

 

Αφού οι ημε­ρο­μη­νί­ες γέν­νη­σης ή θανά­του απο­τε­λούν συνή­θως αφορ­μή να στα­θού­με στη ζωή και στο έργο ενός συγ­γρα­φέα, η παρού­σα βιβλιο­πα­ρου­σί­α­ση θα έχει σαν θέμα έργο του Γκα­μπριέλ Γκαρ­σία Μάρ­κες, ο οποί­ος πέθα­νε στις 17 Απρί­λη. Και μάλι­στα όχι στο πιο γνω­στό του έργο, που είναι ασφα­λώς το «Εκα­τόν Χρό­νια Μονα­ξιάς», αλλά σ’ ένα έργο που είναι αφιε­ρω­μέ­νο στις τελευ­ταί­ες μέρες της ζωής του μεγά­λου ελευ­θε­ρω­τή της Λατι­νι­κής Αμε­ρι­κής, τον Σιμόν Μπο­λί­βαρ (1783–1830), εμβλη­μα­τι­κή ιστο­ρι­κή προ­σω­πι­κό­τη­τα της υποη­πεί­ρου αυτής. Ο Μπο­λί­βαρ είναι «ο στρα­τη­γός μες στο λαβύ­ριν­θό του» και το βιβλίο περι­γρά­φει το τελευ­ταίο ταξί­δι του Μπο­λί­βαρ στον ποτα­μό Μαγδα­λέ­να.  Ο Μάρ­κες ομο­λο­γεί: «Περισ­σό­τε­ρο από τις δόξες του ήρωα με ενδιέ­φε­ρε ο ποτα­μός Μαγδα­λέ­να, που πρω­το­γνώ­ρι­σα παι­δί καθώς ταξί­δευα από τις ακτές της Καραϊ­βι­κής, όπου είχα την καλή τύχη να γεν­νη­θώ, μέχρι την πόλη της Μπο­γκο­τά, από­μα­κρη και κατα­χνια­σμέ­νη, όπου από την αρχή ένοιω­σα πιο ξένος απ’ οπου­δή­πο­τε αλλού. Στα φοι­τη­τι­κά μου χρό­νια τον διέ­σχι­σα έντε­κα φορές και προς τις δύο κατευ­θύν­σεις μ’ εκεί­να τα ατμό­πλοια που έβγαι­ναν από τα ναυ­πη­γεία του Μισι­σι­πή κατα­δι­κα­σμέ­να στη νοσταλ­γία με τέτοια μυθι­κή έλξη ώστε κανέ­νας συγ­γρα­φέ­ας να μην μπο­ρεί να τους αντι­στα­θεί» (σελ. 283/84).

Στο γρά­ψι­μο του βιβλί­ου προη­γή­θη­καν δύο χρό­νια απροσ­δό­κη­της ιστο­ρι­κής έρευ­νας, πράγ­μα με το οποίο ο Μάρ­κες δεν είχε καθό­λου εμπει­ρία. Απροσ­δό­κη­τη έρευ­να, διό­τι η ιστο­ρι­κή βάση λίγο τον απα­σχο­λού­σε μια και το τελευ­ταίο ταξί­δι του Μπο­λί­βαρ είναι το λιγό­τε­ρο τεκ­μη­ριω­μέ­νο. Μόνο λίγα γράμ­μα­τα έγρα­ψε σ’ αυτές τις τελευ­ταί­ες δεκα­τέσ­σε­ρις μέρες της ζωής του ο Μπο­λί­βαρ και κανέ­νας από τους συνο­δούς του δεν άφη­σε μαρ­τυ­ρία. Οπό­τε ο Μάρ­κες τελι­κά ανα­γκά­στη­κε ήδη από το πρώ­το κεφά­λαιο να ψάξει κάποια πράγ­μα­τα σχε­τι­κά με τον τρό­πο ζωής του Μπο­λί­βαρ. Η έρευ­να αυτή τον οδή­γη­σε σε άλλη κι αυτή με τη σει­ρά της σε άλλη. Με λίγα λόγια ο Μάρ­κες ερευ­νού­σε επί δύο χρό­νια δια­βά­ζο­ντας στοι­χεία, απο­κόμ­μα­τα εφη­με­ρί­δων μέχρι και τους τριά­ντα τέσ­σε­ρις τόμους του Ιρλαν­δού Daniel O’ Leary (Δανιέλ Ο’ Λία­ρι, 1802–1854, στρα­τη­γός κάτω από τον Μπο­λί­βαρ). Μεγά­λη βοή­θεια έλα­βε ο Μάρ­κες από επι­στή­μο­νες σαν τους Κολομ­βια­νούς ιστο­ρι­κούς Εου­χέ­νιο Γκου­τιέ­ρες Σέλι (Eugenio Gutiérrez Cely), Φάμπιο Πού­γιο (Fabio Puyo) και Γκου­στά­βο Βάρ­γας (Gustavo Vargas), καθη­γη­τή στο Αυτό­νο­μο Εθνι­κό Πανε­πι­στή­μιο του Μεξι­κού και τον Βενε­ζου­ε­λά­νο μπο­λι­βα­ρι­στή ιστο­ρι­κό Βινί­σιο Ρομέ­ρο Μαρ­τί­νες (Vinicio Romero Martinez, 1940–2007). Στις «Ευχα­ρι­στί­ες» ο Μάρ­κες ανα­φέ­ρε­ται και σε σει­ρά άλλων προ­σω­πι­κο­τή­των, που τον βοή­θη­σαν να βρει το δρό­μο του στο λαβύ­ριν­θο των ιστο­ρι­κών στοι­χεί­ων σχε­τι­κά με τη ζωή και τη δρά­ση του Σιμόν Μπο­λί­βαρ έτσι δίνο­ντάς του τη δυνα­τό­τη­τα να γρά­ψει το βιβλίο, που κυκλο­φό­ρη­σε στα ισπα­νι­κά το 1989.

Η ρεαλιστική μαγεία μιας ιστορικής πραγματικότητας

Η μορ­φή του Μπο­λί­βαρ, όπως βγαί­νει από το βιβλίο, είναι πέρα για πέρα ανθρώ­πι­νη. Ο Μπο­λί­βαρ, στις τελευ­ταί­ες μέρες της ζωής του, είναι εξα­ντλη­μέ­νος από αρρώ­στια και χωρίς εξου­σία πια. Το ιδα­νι­κό του να ενώ­σει τη Λατι­νι­κή Αμε­ρι­κή, έχει απο­τύ­χει. Το μεγά­λο του κατόρ­θω­μα ήταν η δημιουρ­γία της Μεγά­λης Κολομ­βί­ας απε­λευ­θε­ρώ­νο­ντας και ενώ­νο­ντας έξι χώρες: τη Βενε­ζου­έ­λα (ο ίδιος ήταν Βενε­ζου­ε­λά­νος, γεν­νη­μέ­νος στο Καρά­κας), την Κολομ­βία, το Εκουα­δόρ, το Περού, τη Βολι­βία και τον Πανα­μά. Το όρα­μά του μιας κοι­νω­νί­ας δικαί­ου κατάρ­ρευ­σε. Οι ταξι­κές ανι­σό­τη­τες παρέ­μει­ναν ισχυ­ρές. Πέθα­νε απο­γοη­τευ­μέ­νος. Διά­φο­ρες πόλεις, στις οποί­ες είχε θριαμ­βεύ­σει, τον υπο­δέ­χο­νται στο τελευ­ταίο αυτό ταξί­δι με ενθου­σια­σμό αγνο­ώ­ντας ότι δεν έχει πλέ­ον καμία εξου­σία. Νοε­ρά ξανα­ζεί τις νίκες, τις δόξες, τις μάχες της απε­λευ­θέ­ρω­σης, αλλά και την ιστο­ρία της Λατι­νι­κής Αμε­ρι­κής.    Ωστό­σο, ο Μάρ­κες δεν γρά­φει ιστο­ρι­κό μυθι­στό­ρη­μα, ούτε μυθι­στο­ρη­μα­τι­κή βιο­γρα­φία. Όπως το δια­τυ­πώ­νει ο ίδιος: μετα­χει­ρί­ζε­ται την ιστο­ρία «χωρίς να παραι­τη­θεί από τις ακραί­ες φωτιές του μυθι­στο­ρή­μα­τος». Με τα λόγια του σπου­δαί­ου Περου­βια­νού κρι­τι­κού λογο­τε­χνί­ας, καθη­γη­τή πανε­πι­στη­μί­ου Χοσέ Μιγέλ Οβιέ­δο (José Miguel Oviedo) στον 4ο τόμο της «Ιστο­ρί­ας της Ισπα­νο­α­με­ρι­κα­νι­κής Λογο­τε­χνί­ας»: «Οι αντι­θέ­σεις και μικρό­τη­τες του ήρωα δεν τον κάνουν μονά­χα πιο ανθρώ­πι­νο, αλλά τονί­ζουν –ειρω­νι­κώς – την ορα­μα­τι­κή σχε­δόν  υπε­ραν­θρώ­πι­νη ποιό­τη­τα του αμε­ρι­κα­νί­στι­κου ιδα­νι­κού του, που του προσ­δί­δει ένα τρα­γι­κό κιχω­τι­κό προ­φίλ: ο Μπο­λί­βαρ είναι ο φτω­χός τρε­λός που έχει δίκιο. Τού­το το σχέ­διο εμπο­δί­ζει το βιβλίο να παγώ­σει και να γίνει μια σκέ­τη βιο­γρα­φι­κή ή αγιο­γρα­φι­κή ανα­πα­ρά­στα­ση και του επι­τρέ­πει να μας δώσει την εικό­να του προ­σώ­που που πέρα από πιθα­νό είναι τέλεια απτό και επί­και­ρο. ‘Ετσι, τα ζητή­μα­τα που ανη­συ­χού­σαν τον Μπο­λί­βαρ το 1830 προ­βάλ­λο­νται πάνω στη σημε­ρι­νή κατά­στα­ση μιας Λατι­νι­κής Αμε­ρι­κής σε κρί­ση που εξα­κο­λου­θεί να ψάχνει την ενό­τη­τά της» (σελ. 300). Δηλα­δή, ο Μάρ­κες μετα­τρέ­πει τον Μπο­λί­βαρ σε ζωντα­νό πρό­σω­πο της επο­χής μας.

Το ταξίδι που συνεχίζεται

Γνω­ρί­ζο­ντας την επι­θυ­μία του Μάρ­κες να βγά­λει τη Λατι­νι­κή Αμε­ρι­κή από την «μονα­ξιά» της και να πάψει η ήπει­ρος αυτή να είναι για τους Ευρω­παί­ους «ένας άντρας με μου­στά­κια, κιθά­ρα και περί­στρο­φο» και να πάψει να «μας αρνιού­νται  με κάθε είδος καχυ­πο­ψιών την πρω­το­τυ­πία στις τόσο δύσκο­λές μας προ­σπά­θειες της κοι­νω­νι­κής αλλα­γής» , νομί­ζου­με ότι μπο­ρού­με να πάρου­με αλλη­γο­ρι­κά το ταξί­δι του Μπο­λί­βαρ και να του προσ­δώ­σου­με τη διά­στα­ση του ταξι­διού μέσα στο χρό­νο σαν πορεία προς το μεγά­λο ιδα­νι­κό της πραγ­μα­τι­κής ανε­ξαρ­τη­σί­ας και χειραφέτησης.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο