Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Πέθανε ο Νίκος Ξανθόπουλος

Την τελευ­ταία του πνοή άφη­σε την Κυρια­κή 22 Ιανουα­ρί­ου του 2023 ο ηθο­ποιός Νίκος Ξανθόπουλος.

Ο Νίκος Ξαν­θό­που­λος γεν­νή­θη­κε στην Νέα Ιωνία της Αθή­νας στις 14 Μαρ­τί­ου του 1934. Παι­δί Ποντί­ων προ­σφύ­γων μεγά­λω­σε φτω­χι­κά μαζί με τη μητέ­ρα του. Ο πατέ­ρας του ήταν τσα­γκά­ρης, ψαράς και αντι­στα­σια­κός, ανά­με­σα σε όλα τ’ άλλα. Η μητέ­ρα του τον μεγά­λω­σε μόνη της καθώς ο πατέ­ρας του απου­σί­α­ζε για μεγά­λα χρο­νι­κά διαστήματα.

Κατά τα εφη­βι­κά του χρό­νια υπήρ­ξε αθλη­τής της ΑΕΚ. Πέραν του αθλη­τι­σμού, λάτρευε το διά­βα­σμα. Μεγα­λώ­νο­ντας απο­φά­σι­σε να ασχο­λη­θεί με το θέα­τρο παρό­τι αρχι­κά τον γοή­τευε η ιδέα να γίνει φιλό­λο­γος. Ίνδαλ­μά του τότε υπήρ­ξε ο Μάνος Κατράκης.

Σπού­δα­σε στη Δρα­μα­τι­κή Σχο­λή του Εθνι­κού Θεά­τρου. Ηθο­ποιός της σκη­νής από το 1957 έως το 1963, αφο­σιώ­θη­κε τελι­κά στον κινη­μα­το­γρά­φο. Το 1970 ίδρυ­σε δικό του θία­σο και περιό­δευ­σε στην Ελλάδα.

Στα τέλη του 2005 εκδί­δει σε βιβλίο την αυτο­βιο­γρα­φία του “Όσα θυμά­μαι και όσα αγά­πη­σα” και διορ­γα­νώ­νει εμφα­νί­σεις σε διά­φο­ρα μέρη ανά την Ελλά­δα για την προ­ώ­θη­ση του έργου του. Η ιδέα για το βιβλίο δημιουρ­γή­θη­κε μετά από συνέ­ντευ­ξή του στο περιο­δι­κό Εικόνες.

Ο Νίκος Ξαν­θό­που­λος παντρεύ­τη­κε δύο φορές και έχει τέσ­σε­ρα παι­διά και πέντε εγγόνια.

Η κινηματογραφική του πορεία

Σπού­δα­σε στη Σχο­λή του Εθνι­κού Θεά­τρου. Έκα­νε την πρώ­τη επαγ­γελ­μα­τι­κή του εμφά­νι­ση στο θέα­τρο το 1957 με τον “Θία­σο Κατε­ρί­νας” στην κομε­ντί “Βιρ­γι­νία”. Έως τα μέσα της δεκα­ε­τί­ας του ’60 είχε παί­ξει διά­φο­ρους ρόλους, μετα­ξύ των οποί­ων τον Ορέ­στη στην «Ηλέ­κτρα» του Σοφο­κλή, σε σκη­νο­θε­σία Δημή­τρη Ροντή­ρη, ενώ συνερ­γά­στη­κε και με τον θία­σο του Μάνου Κατρά­κη στο «Τρα­γού­δι του νεκρού αδελ­φού» του Μίκη Θεο­δω­ρά­κη. Επί­σης έπαι­ξε για λίγο στο μου­σι­κό θέα­τρο. Συμ­με­τεί­χε σε 24 θεα­τρι­κές παρα­γω­γές και έπαι­ξε όλα τα είδη του θεά­τρου. Το 1970 ίδρυ­σε δικό του θία­σο και περιό­δευ­σε στην Ελλάδα.

Από τα μέσα της δεκα­ε­τί­ας του ’60 τον κέρ­δι­σε ο κινη­μα­το­γρά­φος. Η πρώ­τη του κινη­μα­το­γρα­φι­κή εμφά­νι­ση ήταν το 1958 στην κωμω­δία του Φίλιπ­πα Φυλα­κτού “Το Εισπρα­κτο­ρά­κι”, στο πλευ­ρό του Βασί­λη Αυλω­νί­τη και του Νίκου Ρίζου. Ως κινη­μα­το­γρα­φι­κός πρω­τα­γω­νι­στής καθιε­ρώ­θη­κε από τον σκη­νο­θέ­τη-παρα­γω­γό Από­στο­λο Τεγό­που­λο (Κλακ Φιλμ), με τον οποίο είχε απο­κλει­στι­κή συνερ­γα­σία από το 1964 έως το 1971, σε μου­σι­κές δρα­μα­τι­κές ται­νί­ες. Στις ται­νί­ες της νεο­σύ­στα­της Κλακ Φιλμ συμ­με­τεί­χε πρώ­τη φορά το 1963 με τις “Πλη­γω­μέ­νες καρ­διές” στον ρόλο του κακού κου­νιά­δου. Η αρχή της τυπο­ποί­η­σής του ως παι­δί του λαού έγι­νε έναν χρό­νο αργό­τε­ρα στην ται­νία “Αγά­πη­σα και πόνε­σα”. Σ’ αυτές τις ται­νί­ες ο Νίκος Ξαν­θό­που­λος συνή­θι­ζε να τρα­γου­δά, ενώ συν­θέ­τες όπως ο Από­στο­λος Καλ­δά­ρας έγρα­ψαν τρα­γού­δια γι’ αυτόν. Η παρου­σία του στη δισκο­γρα­φία περι­λαμ­βά­νει 9 μεγά­λους δίσκους και 55 σιν­γκλ. Εμφα­νί­στη­κε ως τρα­γου­δι­στής σε μεγά­λα νυχτε­ρι­νά κέντρα και πραγ­μα­το­ποί­η­σε πολ­λές περιο­δεί­ες στο εξω­τε­ρι­κό στα κέντρα της ελλη­νι­κής δια­σπο­ράς. Τελευ­ταία κινη­μα­το­γρα­φι­κή εμφά­νι­ση έκα­νε το 1995 στην ται­νία του Γιώρ­γου Ζερ­βου­λά­κου “Με τον Ορφέα τον Αύγουστο”.

 Τηλεόραση — Εποχή Βιντεοκασετών

Στην τηλε­ό­ρα­ση πρω­το­εμ­φα­νί­στη­κε το 1973 στη σει­ρά Αγρίμια.

Οκτώ χρό­νια μετά τα Αγρί­μια, το 1981, παί­ζει στο σήριαλ του Ερρί­κου Θαλασ­σι­νού “Το ημε­ρο­λό­γιο ενός θυρω­ρού”. Υπο­δύ­ε­ται τον καπε­τά­νιο που θέλει να μπαρ­κά­ρει και δεν μπο­ρεί να βρει κάπου να αφή­σει τον γιο του. Ο ρόλος ήταν αφορ­μή να ξαναρ­χί­σει το κάπνισμα.

Το 1994 έπαι­ξε στην τηλε­ο­πτι­κή δρα­μα­τι­κή σει­ρά “Στην κόψη του ξυραφιού”.

Το 1989 συνερ­γά­ζε­ται με τον Από­στο­λο Τεγό­που­λο και τον Πάνο Κοντέ­λη στο “Μινό­ρε μιας καρ­διάς” που κυκλο­φό­ρη­σε σε 3 κασέ­τες και κατό­πιν παί­χτη­κε στην ΕΡΤ σε 16 επει­σό­δια. Κατό­πιν προ­έ­κυ­ψε το “Η αγά­πη που δε γνώ­ρι­σε σύνο­ρα” της οποί­ας τα γυρί­σμα­τα έγι­ναν στην Αθή­να, την Κων­στα­ντι­νού­πο­λη και το Παρί­σι. Κυκλο­φό­ρη­σε σε δύο κασέ­τες. Αργό­τε­ρα προ­βλή­θη­κε σε 8 επει­σό­δια στο MEGA.

Ακο­λού­θη­σαν άλλες δύο βιντε­ο­πα­ρα­γω­γές, “Η καρ­διά του πατέ­ρα” και “Έρω­τας στο περι­θώ­ριο” που παί­χτη­κε και στην τηλε­ό­ρα­ση στο κανά­λι ΑΝΤ1, το 1992.

Τραγούδι

Για τις ανά­γκες των ται­νιών έγι­νε τρα­γου­δι­στής υπό την καθο­δή­γη­ση του Από­στο­λου Καλ­δά­ρα και της Ευτυ­χί­ας Παπαγιαννοπούλου.

Μετά το 1971 στα­μά­τη­σε τις εμφα­νί­σεις του στον κινη­μα­το­γρά­φο και μετα­πή­δη­σε σε νέα καριέ­ρα στο λαϊ­κό τρα­γού­δι. Συνο­λι­κά έχει κυκλο­φο­ρή­σει 9 άλμπουμ και 55 σιν­γκλς. Η δισκο­γρα­φία του περι­λαμ­βά­νει γύρω στα 300 τρα­γού­δια. Τα τρα­γού­δια του υπο­γρά­φουν μετα­ξύ άλλων οι Ακης Πάνου, Χρή­στος Νικο­λό­που­λος, Ξαρ­χά­κος και άλλοι.

Στην μακρά απο­χή του από κινη­μα­το­γρά­φο και τηλε­ό­ρα­ση είχε την ευκαι­ρία να επι­σκε­φθεί και περιο­δεύ­σει σε ΗΠΑ, Αυστρα­λία και σχε­δόν όλη την Ευρώ­πη, γνω­ρί­ζο­ντας πάντα την απο­δο­χή και την απο­θέ­ω­ση από την Ελλη­νι­κή ομογένεια.

«Ναι, αλλά ο Στά­λιν…», του Νίκου Μόττα

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο