Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Πέντε τραγούδια του Μάνου Ελευθερίου

Γρά­φει κι επι­με­λεί­ται ο Ειρη­ναί­ος Μαρά­κης //

Πέντε τρα­γού­δια του Μάνου Ελευ­θε­ρί­ου από τις δεκα­ε­τί­ες του ’70 και του ’80 παρου­σιά­ζω σήμε­ρα στο περιο­δι­κό Ατέ­χνως ως μία ελά­χι­στη συν­δρο­μή μνή­μης στον ακού­ρα­στο εργά­τη του λόγου που υπήρ­ξε για πολ­λά χρό­νια ο αγα­πη­μέ­νος λογοτέχνης.

Θα μου επι­τρέ­ψε­τε να μην προ­χω­ρή­σω σε αυτό το σημεί­ω­μα στις συνη­θι­σμέ­νες μου ανα­λύ­σεις και σχο­λια­σμούς. Θα ήθε­λα μόνο να σημειώ­σω πως ο Μάνος Ελευ­θε­ρί­ου δεν ήταν ένας απλός δημιουρ­γός, όσο “απλός” μπο­ρεί αν είναι ένας δημιουρ­γός που την ζωή και τον πόνο των ανθρώ­πων αλλά και το έρω­τα έκα­νε τρα­γού­δι, αλλά ένας δάσκα­λος για όσους και όσες τον γνώ­ρι­σαν είτε προ­σω­πι­κά, πολ­λές οι μαρ­τυ­ρί­ες σχε­τι­κά, είτε τον γνώ­ρι­σαν μέσα από άλλες μορ­φές επι­κοι­νω­νί­ες όπως το ραδιό­φω­νο. Δεν θα ξεχά­σω πιστεύω ποτέ την ανα­μο­νή για εκεί­νες τις ραδιο­φω­νι­κές Τετάρ­τες, στο Δεύ­τε­ρο Πρό­γραμ­μα τα απο­γεύ­μα­τα, που ο Μάνος Ελευ­θε­ρί­ου με την γλυ­κιά, σχε­δόν ασκη­τι­κή φωνή του, μας ταξί­δευε στους χώρους του έντε­χνου και του λαι­κού ελλη­νι­κού τρα­γου­διού καθώς και σε όμορ­φα και σπου­δαία κεί­με­να της λογο­τε­χνί­ας μας, χωρίς να κρύ­βει κατά περί­πτω­ση το συναί­σθη­μα και τους προ­βλη­μα­τι­σμούς του πάντα όμως με φει­δώ και σύνε­ση. Ακό­μα θαρ­ρώ έχω κάπου φυλαγ­μέ­νες κάποιες κασέ­τες με ηχο­γρα­φη­μέ­να απο­σπα­σμα­τα ή και εκπο­μπές ολόκληρες…

Όπως και να έχει σε αυτό το αφιέ­ρω­μα παρα­θέ­τω κάποια τρα­γού­δια του από τις σημα­ντι­κό­τα­τες συνερ­γα­σί­ες του με συν­θέ­τες (Θάνο Μικρού­τσι­κο, Δήμο Μού­τση, Θανά­ση Γκαϊ­φύλ­λια, Θανά­ση Πολυ­καν­δριώ­τη, Χρή­στο Νικο­λό­που­λο) και ερμη­νευ­τές (Μαρία Δημη­τριά­δη, Δημή­τρη Μητρο­πά­νο, Θανά­ση Γκαϊ­φύλ­λια , Μαρί­ζα Κωχ, Στέ­λιο Καζαν­τζί­δη, Γιώρ­γο Σαρ­ρή) και με τα ανά­λο­γα στοι­χεία στο τέλος κάθε τραγουδιού.

Θα κλεί­σω με μια παρά­κλη­ση: ακό­μα και εσείς που δεν έχε­τε ιδές για το έργο του Μάνου Ελευ­θε­ρί­ου – είναι άρα­γε δυνα­τό κάτι τέτοιο; – ανα­ζη­τή­στε το και ακού­στε ή δια­βά­στε το, κατά προ­τί­μη­ση σε μια μικρή αυλή ή έστω, στην ύστα­τη περί­πτω­ση, στο υπνο­δω­μα­τίο σας, μακριά από την πολυ­κο­σμία και την αστι­κή αλλο­τρί­ω­ση των κου­ρα­σμέ­νων μας πόλε­ων και κυρί­ως μακριά από τηλε­ο­πτι­κά ή και ραδιο­φω­νι­κά αφιε­ρώ­μα­τα που θυμού­νται τον κάθε δημιουρ­γό για τις πρώ­τες ώρες μετά την απο­δη­μία του και για να τον ξεχά­σουν ορι­στι­κά αργό­τε­ρα καθώς πλέ­ον δια­φή­μι­ση δεν θα προ­σφέ­ρει η απου­σία του…

ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ

Τα παγώ­νια της θάλασσας

Τον άγγε­λο που ντύ­θη­κες με νύχτα
τον είδα να φυλά­ει μια σκεπή.
Στα πόδια φώτα και στα χέρια νύχτα,
σημά­δευε τα λόγια στη σιωπή,
που­λί μαλα­μα­τέ­νιο μες στα δίχτυα.

Της θάλασ­σας παλεύ­ουν τα παγώνια,
τον ύπνο φαρ­μα­κώ­νουν του ψαρά.
Μετά­ξι φέρ­νουν απ’ την Καρχηδόνα
και της παρά­δει­σός μου τα νερά
βου­λιά­ξα­νε κι ετού­το τον αιώνα.

Ποιος είναι ο φονιάς και ποιος δικάζει,
ποιος λιγο­στεύ­ει τ’ άνθος απ’ τη γη;
Ποιος ρήμα­ξε στου κόσμου το μαράζι
και στα βαθιά τον πήρε η ζωή
να μάθει καθα­ρά να λογαριάζει;

Στα χέρια σου κεντή­σα­νε καράβι
για να ξεχνάς του πόντου τ’ ανοιχτά.
Σε σκο­τει­νό σε ρίξα­νε πηγάδι
μ’ Απρί­λη μήνα και με θανατά
να βρεις την πλη­ρω­μή μες στο σκοτάδι.

Μου­σι­κή: Θάνος Μικρούτσικος
Ερμη­νεία: Μαρία Δημητριάδη
Τρο­πά­ρια για φονιά­δες (1977)

Η σού­στα πήγαι­νε μπροστά

Η σού­στα πήγαι­νε μπροστά
κι ο μάγκας τοίχο-τοίχο
δεν έτυ­χε στα χρό­νια αυτά
τίπο­τα να πετύχω

Ανά­βου­νε φωτιές στις γειτονιές
του Αη-Γιάν­νη αχ πόσα ξέρεις και μου λες
αχ πόσα τέτοια ξέρεις και μου λες
που ‘χουν πεθάνει

Με βάλαν πάνω στην κορφή
στ’ αγριε­μέ­νο κύμα
στης Σμύρ­νης την καταστροφή
στ’ άδι­κο και στο κρίμα

Ανά­βου­νε φωτιές στις γειτονιές
του Αη-Γιάν­νη αχ πόσα ξέρεις και μου λες
αχ πόσα τέτοια ξέρεις και μου λες
που ‘χουν πεθάνει

Μου­σι­κή: Δήμος Μούτσης
Πρώ­τη δισκο­γρα­φη­μέ­νη ερμη­νεία: Δημή­τρης Μητροπάνος
Άγιος Φεβρουά­ριος (1972)

Εκδρο­μή

Γαλά­ζια πεύ­κα τρέ­χουν στο μυα­λό μου
σε τού­τη την αξέ­χα­στη εκδρομή,
τα σύνερ­γα σκου­ριά­σαν στο γυλιό μου,
βαρέ­θη­κα να είμαι στη γραμμή.
Στη γραμ­μή σαν στρα­τιώ­τες που πηγαίνουν
στον άλλο κόσμο, που γυρ­νούν και δεν πεθαίνουν.

Γυναί­κες μαύ­ρες κι είναι τρομαγμένες,
τσι­γκέ­λι ο κόσμος δίχως ουρανό.
Στραγ­γί­ζει το κορ­μί μου στους μπαξέδες,
με γδέρ­νουν σαν μοσχά­ρι και πονώ.
Δεν είμαι εδώ γι’ αυτούς που με ζητάνε
είναι κλει­στό το μαγα­ζί και δεν πουλάμε.

Αρά­ζουν οι χωριά­τες στα βαγόνια
και τρώ­νε το κασέ­ρι με ψωμί,
στα μάτια τους τα τρο­μαγ­μέ­να χρόνια,
χάρ­τι­να χρό­νια, χάρ­τι­νη ζωή.
Δεν είμαι εγώ αυτός που κυνηγάτε
λάθος η πόρ­τα και ο αριθ­μός μη με ρωτάτε.

Πικρός αέρας μέσα στη ζωή μου
παρα­μο­νεύ­ει ο θάνα­τος κρυφά
μη μου χαλάς αυτή την εκδρο­μή μου
μη με γυρί­ζεις πίσω στα στενά.
Αυτά που θέλω να σου πω δεν τα θυμάσαι
κλεί­νεις τα μάτια, μα το ξέρω δεν κοιμάσαι.

Μου­σι­κή — Ερμη­νεία: Θανά­σης Γκαϊφύλλιας
συμ­με­τέ­χει η Μαρί­ζα Κωχ
Ατέ­λειω­τη Εκδρο­μή (1975)

Αν ρωτάς να σου πω

Αν ρωτάς να σου πω
πώς υπάρ­χω και ζω
και με πόσες ανέσεις,
σου το λέω απλά:
έχω δάκρυα πολλά
ταχτι­κές καταθέσεις.

Έχω τόσες πολλές
από σένα πληγές
κι από άλλους ανθρώπους
που εισπράτ­τω πολλά
κι από σένα διπλά
με χρυ­σά­φι τους τόκους.

Γι’ αυτό ό,τι σου πω
και με όποιο σκοπό
θα τ’ ακούς λυπημένα,
αφού οι λέξεις που κλαιν
στα τρα­γού­δια μου αυτά
έχουν κάτι από σένα.

Μου­σι­κή: Θανά­σης Πολυκανδριώτης
Ερμη­νεία: Στέ­λιος Καζαντζίδης
Ελεύ­θε­ρος (1988)


Ούτε φωνή κι ακρόαση

Ζητιά­νου ρού­χα φόρεσα
και του ορφα­νού την πίκρα,
μπας και βρω ανταπόκριση
στο σπί­τι σου που μπήκα.

Κι ούτε φωνή κι ακρόαση
κι ούτε φωνή και λέξη.
Αγά­πη που ήσουν όαση
σε δίχτυα μ’ έχεις μπλέξει.

Απέ­να­ντι απ’ το σπί­τι σου
υπάρ­χει καφενείο.
Εκεί βρα­διά­στη­κα και χτες
κι έμει­να ως τις δύο.

Κι ούτε φωνή κι ακρόαση
κι ούτε φωνή και λέξη.
Αγά­πη που ήσουν όαση
σε δίχτυα μ’ έχεις μπλέξει.

Μου­σι­κή: Χρή­στος Νικολόπουλος
Ερμη­νεία: Γιώρ­γος Σαρρής
Ντα­λί­κες (1983)

 _______________________________________________________________________________________________________

Ο Ειρηναίος Μαράκης γεννήθηκε στα Χανιά το 1986, απόφοιτος της τεχνικής εκπαίδευσης. Συμμετέχει με ποιήματα του στα συλλογικά έργα (e‑books) ενώ ποιήματα του έχουν δημοσιευτεί σε διάφορες λογοτεχνικές σελίδες. Αρθρογραφεί στην εφημερίδα Αγώνας της Κρήτης καθώς και στο διαδικτυακό πολιτικό και πολιτιστικό περιοδικό Ατέχνως. Διατηρεί το ιστολόγιο Λογοτεχνία και Σκέψη.
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο