Ψάχνω λέξεις για σένα να βρω
μήνες πολλούς
ή μήπως χρόνια;
Μέσα στη σκέψη μου.
Βλαδίμηρε Μαγιακόφσκι,
ποιος άνθρωπος διανοήθηκε,
αν δεν λέγεται Χικμέτ ή Μπρεχτ
Ρίτσος ή Νερούντα,
να σ’ αναφέρει σε στίχους,
παρεκτός κι αν έγραφε σε τοίχους:
Μαγιακόφσκι, Ζεις !!!
Που είσαι τώρα;
Τρανέ ποιητή,
η ‘Poderosa’ του μυαλού μου
έκαψε τα λάδια της
σε κακοτράχαλους δρόμους
ανάμεσα σε λέξεις άγρια ειρωνικές,
τρυφερές κι ευσαίσθητες,
λέξεις των χαρτοπαιχτικών καταγωγίων,
λέξεις ζαριών πάνω σε τσόχες πράσινες,
λέξεις μυστικές ερωτικές
σε ατμόσφαιρα λαγνείας κρυφών καταφυφυγίων.
Μαγιακόφσκι,
Του Ουλιάνοφ φέρνεις τ’ όνομα
Επάξια !!!
Ο ήχος της μηχανής του Κόκκινου Τρένου
της Προλέτ-Κουλτούρ,
της Επανάστασης
αντηχούσε στα μάρμαρα της Ακρόπολης
κι η στεντόρεια φωή σου,
σαν μίλαγες για το Καινούργιο που είχε έρθει
ακουγόταν μέχρι τη φάμπρικα της ΓΙΟΥΛΑ,
στον Πειραιά, στο διάλειμμα των εργατών για κολατσό,
που άκουγαν μαγεμένοι.
Στα καφενεία των βουλεβάρτων του Παρισιού,
εκστασιασμένοι από το πάθος που εξέπεμπες
σ’ άκουγαν ο Αραγκόν κι ο Ελυάρ,
οι μουσκεμένοι από τον ιδρώτα εργάτες
στην Αμερική,
στο Πεκίνο,
ο κούλης που τράβαγε το καρότσι του
πηγαίνοντας τον κλέφτη έμπορο στο μαγαζί του.
Παγκόσμιε της Ποίησης Γίγαντα,
Εσύ,
ένας φουτουριστής, μαζί με άλλους ομότεχνούς σου,
που κουβαλούσατε ίδια μυαλά και μάτια,
νωρίς βάλατε την τέταρτη διάσταση
στο έργο σας: τον Χρόνο-δίπλα στο ύψος, μήκος, βάθος.
Η ματιά κι η γραφή σας προχώρησε
πέρα από την στατική αναπαράσταση
αυτού που τα μάτια βλέπουν:
όχι μια νεκρή φύση-Nature Morte.
Η σκέψη σου προχώρησε πιο μακριά,
όχι σ’ αυτά που βλέπει το μάτι,
αλλά σαν ‘μαιευτήρας’ δεν είδες
στον υπέρηχο της σκέψης σου
ένα έμβρυο στον πλακούντα,
αλλά το καινούργιο που γεννήθηκε:
έναν εργάτη στα ορυχεία του Μαγκνιτογκόρσκ,
ένα δάσκαλο σ’ ένα απόμακρο χωριό,
ανάμεσα σε φτωχοντυμένα παιδιά,
να τους μαθαίνει τη μαγική λέξη: Σοτσιαλίσμ.
Για το καινούργιο που μόλις είχε γεννηθεί,
Βλαδίμηρε Μαγιακόφσκι,
οργάνωσες χιλιάδες μεταγγίσεις
κόκκινου εργατικού αίματος,
στιχουργικό φάρμακο εργατικής Συνείδησης,
μείγμα Έρωτα κι Επανάστασης,
γιατί μια μορφή Έρωτα
είναι κι ο Έρωτας για την Καινούργια Πατρίδα,
την απελευθερωμένη από την εκμετάλλευση,
άλμα Ελευθερίας από το Εγώ στο κοινωνικό Εμείς.
Αυτό είναι το σημείωμα που βρέθηκε δίπλα στο σώμα σου:
“Σε όλους.
Μην κατηγορήσετε κανέναν για το θάνατο μου και παρακαλώ να λείψουν τα κουτσομπολιά. Ο Μακαρίτης τα απεχθανόταν φοβερά.
Μαμά, αδελφές, και σύντροφοι, σχωρέστε με – αυτός δεν είναι τρόπος (δεν τον συμβουλεύω σε κανένα), μα εγώ δεν έχω διέξοδο. Λιλλή αγάπα με.
Συντρόφισσα κυβέρνηση, η οικογένειά μου είναι η Λιλλή Μπρικ, η μαμά, οι αδελφές και η Βερόνικα Βιτόλνταβνα Πολόνσκαγια. Αν τους εξασφαλίσεις μια ανεκτή ζωή, σ’ ευχαριστώ. Τα αρχινισμένα ποιήματα δώστε τα στους Μπρικ, αυτοί θα τα καθαρογράψουν.
Όπως λένε “Το επεισόδιο έληξε”.
Η βάρκα του έρωτα συντρίφτηκε πάνω στην καθημερινότητα. Έχω ξοφλήσει τους λογαριασμούς μου με τη ζωή. Προς τι, λοιπόν, η απαρίθμηση των αμοιβαίων πόνων, των συμφορών και των προσβολών;
Να ‘στε ευτυχισμένοι.”
Το τελευταίο ‘Κεφάλαιο’ της ζωής σου
το διάβασα αμέτρητες φορές-έχω χάσει το μέτρημα.
Εγώ, είμαι ένας χέστης-
δεν θα τράβαγα ποτέ την σκανδάλη.
Χρειάζεται μεγάλη απόφαση,
η τελευταία σφαίρα στη θαλάμη της ζωής σου.
Απασφάλισε τους ‘κοριούς’
που τόσο ενοχλήθηκαν από το έργο σου,
ρουφούσαν λαίμαργα το αίμα της νέας Εξουσίας,
μασκαρεμένοι με την προβιά του ‘επαναστάτη’.
Χαρές και πανηγύρια έστησαν γύρω
από το σκοτωμένο πελώριο κουφάρι σου.
Και τι δεν άκουσες, Βλαδίμηρε.
Εσύ, δεν χρειάστηκες φιλολογικά και λογοτεχνικά
σεμινάρια και ημερίδες για το πρότυπο
του ‘καινούργιου ανθρώπου’ που αναδυόταν
από τα σπλάχνα της νέας ζωής.
Πριν ακόμα γεννηθεί η ‘νέα ζωή’
είχες ταχτεί στο πλάι της.
‘Ασυγχώητος’ φουτουριστής
έβλεπες χρόνια μακριά.
Η σκέψη του Λένιν δούλευε πυρετωδώς
στο μεγαλοφυή εγκέφαλό σου,
είδες τρακτέρ εκεί που οι άλλοι έβλεπαν χέρσα γη,
έβλεπες ηλεκτρισμό, εκεί που οι άλλοι
έβλεπαν κεριά παντού,
έβλεπες νέους επιστήμονες,
στις αφίσσες, στους λόγους, στους στίχους σου.
εκεί που άλλοι έβλεπαν αναλφαβητισμό.
Ενόχλησες τους ‘κοριούς’,
κινδύνευαν ν’ αποκαλυφθεί ο ρόλος τους.
Το 20ο Συνέδριο έκανε ότι δεν άκουγε
τον ήχο της μηχανής του ‘κόκκινου τρένου’,
της Προλέτ-Κουλτούρ, που σεριάνιζε μέσα
στην Αίθουσα του Συνεδρίου,
νάνοι και προδότες μιας εποχής,
σου ‘έσουραν’ τα εξ αμάξης-
οι ‘αραμπατζήδες’ της Ιστορίας,
οι θιασώτες του συνυπάρχειν ειρηνικώς,
με τους δολοφόνους των 20 εκατομμυρίων θυμάτων
του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου,
που πέθαιναν, τραυματιζόντουσαν
απαγγέλοντας στίχους από τον ‘Λένιν’ και τον Οχτώβρη σου.
Δεν σου συγχώρεσαν-οι νάνοι- ότι
πρώτος εσύ και μοναδικός
φόρεσες στα σύννεφα παντελόνια.
Βλαδίμηρε Μαγιακόσφκι,
Πρώτος Εσύ,
χρησιμοποίησες μεγεθυντικό ποιητικό φακό,
μικροσκοπίου ή τηλεσκοπίου,
κι εμείς θαμπωμένοι από το εκτυφλωτικό Φως,
της στιχουργικής σου δεινότητας,
που τόσο επιδέξια κατεβάζει
στο επίπεδο των δικών μας ματιών
ένα ‘σύννεφο’
και μάλιστα ντυμένο με παντελόνια,
όχι του καθωσπρεπισμού,
αλλά του επελαύνοντος νέου ανθρώπου
που οραματιζόσουν.
Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι,
άφες αυτοίς ου γάρ οίδασιν.…
Ο ‘κριτικός αφηγητής’ της Ιστορίας της Παγκόσμιας Ποίησης,
σ’ έχει βάλει στο πιο ψηλό ράφι της βιβλιοθήκης του…