Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Παναγιώτης Καρατζάς, λαϊκός ηγέτης, αυτός που σήκωσε τη σημαία της Επανάστασης και ο Π. Πατρών Γερμανός

«Ψέμα, λοι­πόν, πως ο Γερ­μα­νός ύψω­σε πρώ­τος τη σημαία της Επα­νά­στα­σης», γρά­φει ο Γιάν­νης Κορ­δά­τος στην Ιστο­ρία του. «Τη σημαία την ύψω­σε ο Καρα­τζάς μαζί με τους δικούς του που όλοι τους ανή­κα­νε στη μέση τάξη, στο λαό και όχι στο αρχοντολόγι».

Ο Φιλι­κός Πανα­γιώ­της Καρα­τζάς στις 21 Μάρ­τη κάλε­σε στα όπλα το λαό της Πάτρας, ο οποί­ος με αρχη­γό τον Καρα­τζά την απε­λευ­θέ­ρω­σαν την άλλη μέρα. Αυτή είναι η πρώ­τη ένο­πλη εξέ­γερ­ση που έγι­νε στην Πάτρα και η πρώ­τη επα­να­στα­τι­κή πρά­ξη που έγι­νε στο Μοριά και σε όλη την Ελλάδα.

Ο Πανα­γιώ­της Καρα­τζάς, , Φιλι­κός, πολύ αγα­πη­τός στις λαϊ­κές μάζες και ατρό­μη­τος αγω­νι­στής, επα­νήλ­θε στην επι­και­ρό­τη­τα στις 14 Μαρ­τί­ου 2013, όταν σε επι­στο­λή του ΠΑΜΕ Εκπαι­δευ­τι­κών προς τους μαθη­τές για την επέ­τειο της 25 Μαρ­τί­ου ανα­φε­ρό­ταν, μετα­ξύ άλλων, ότι «είναι ψέμα ότι ο Παλαιών Πατρών Γερ­μα­νός ύψω­σε πρώ­τος τη σημαία της επα­νά­στα­σης του 1821. Τη σημαία στην Πάτρα την ύψω­σε ο λαϊ­κός ηγέ­της Πανα­γιώ­της Καρα­τζάς, τον οποίο δολο­φό­νη­σαν οι πρό­κρι­τοι της Πάτρας».

Η λαϊ­κή μού­σα απα­θα­νά­τι­σε τη δολο­φο­νία του παλι­κα­ριού με το ακό­λου­θο τραγούδι:

Τρεις περ­δι­κού­λες κάθο­νταν στης Κού­κου­ρης τη ράχι
η μια τηρά­ει τα πέλα­γα κι άλλη κατά την Πάτρα
κι η τρί­τη η καλύ­τε­ρη μοι­ρο­λο­γά­ει και λέει:
Θε μου ο Καρα­τζάς τι γίνη­κε, αυτός ο καπετάνιος;
Μάι­δε στην Πάτρα φαί­νε­ται μάι­δε στο Σαραβάλι.
Μας είπαν πως τον σκό­τω­σαν μεσ’ στου Ομπλού την πόρτα.

«Ο Πανα­γιώ­της Ανα­στα­σό­που­λος, όπως ήταν το πραγ­μα­τι­κό του όνο­μα, γεν­νή­θη­κε στις 1776 στην Πάτρα. Έμει­νε στην ιστο­ρία με το προ­σω­νύ­μιο Καρα­τζάς, το οποίο στα τουρ­κι­κά σημαί­νει το ζαρ­κά­δι και τον μελα­χρι­νό άνδρα, ίσως εξαι­τί­ας του ατί­θα­σου χαρα­κτή­ρα του ή του χρώ­μα­τος του δέρ­μα­τός του. Από τα νεα­νι­κά του χρό­νια άρχι­σε να δημιουρ­γεί επει­σό­δια με τους κατα­κτη­τές και ουδέ­πο­τε έμε­νε αδιά­φο­ρος για την κακο­με­τα­χεί­ρι­ση των χρι­στια­νών από τους Τούρκους.

Το 1805 παντρεύ­τη­κε και απέ­κτη­σε πολυ­με­λή οικο­γέ­νεια. Τον Σεπτέμ­βριο του 1809, έπει­τα από συμπλο­κή στην αγο­ρά της Πάτρας, ανα­γκά­στη­κε να κατα­φύ­γει στη Ζάκυν­θο, όπου άσκη­σε το επάγ­γελ­μα του υπο­δη­μα­το­ποιού. Λίγους μήνες αργό­τε­ρα κατα­τά­χθη­κε στην Ελλη­νι­κή Λεγε­ώ­να, που είχαν συστή­σει στη Ζάκυν­θο οι Άγγλοι. Χάρη στις ικα­νό­τη­τές του έφθα­σε στο βαθ­μό του ανθυ­πο­λο­χα­γού, αλλά το 1812 παραι­τή­θη­κε και τον Οκτώ­βριο του ίδιου χρό­νου επέ­στρε­ψε στην Πάτρα και στο παλαιό του επάγγελμα.

Στις 21 Μαρ­τί­ου 1821 εκα­τό Τούρ­κοι από τη φρου­ρά του Ρίου εισήλ­θαν στην Πάτρα και άρχι­σαν να δια­πράτ­τουν φόνους και λεη­λα­σί­ες. Στη συνέ­χεια ανα­ζή­τη­σαν το σπί­τι του πρό­κρι­του Ιωάν­νη Παπα­δια­μα­ντό­που­λου. Το βρή­καν άδειο και αφού σκό­τω­σαν τον φύλα­κα το πυρ­πό­λη­σαν. Τότε ανέ­λα­βε δρά­ση ο Καρα­τζάς, που ανή­κε στο περι­βάλ­λον του Παπα­δια­μα­ντό­που­λου. Δια­πνε­ό­με­νος από επα­να­στα­τι­κό πνεύ­μα και βοη­θού­με­νος από τους Βασί­λειο Λιβα­δά και Νικό­λαο Γερα­κά­ρη, κατόρ­θω­σε να απο­κρού­σει τους εισβο­λείς και να τους ανα­γκά­σει να κατα­φύ­γουν στο φρού­ριο της Πάτρας. Τρεις ημέ­ρες αργό­τε­ρα, οι πρού­χο­ντες της Αχα­ΐ­ας με τον Παλαιών Πατρών Γερ­μα­νό εισήλ­θαν στην Πάτρα και σχη­μά­τι­σαν το «Αχαϊ­κόν Διευ­θυ­ντή­ριον» χωρίς την παρου­σία του Καρα­τζά, ο οποί­ος, προ­φα­νώς, θεω­ρή­θη­κε παρα­κα­τια­νός, αν και είχε κατα­θέ­σει στο πεδίο της μάχης τα στρα­τιω­τι­κά του προσόντα.

Ο παρα­γκω­νι­σμός του Καρα­τζά ανα­πτέ­ρω­σε το ηθι­κό των Τούρ­κων, οι οποί­οι με τον ερχο­μό του Γιου­σούφ Πασά ανά­γκα­σαν του Έλλη­νες επα­να­στά­τες να λύσουν την πολιορ­κία της Πάτρας (3 Απρι­λί­ου 1821). Λίγες ημέ­ρες αργό­τε­ρα, το στρα­τό­πε­δο των επα­να­στα­τών ανα­διορ­γα­νώ­θη­κε και στον Καρα­τζά ανα­τέ­θη­κε η φύλα­ξη της στρα­τη­γι­κής θέσης Ζωνι­τά­δα. Παράλ­λη­λα, ο Καρα­τζάς πραγ­μα­το­ποιού­σε νυχτε­ρι­νές επι­θέ­σεις στην Πάτρα, απο­σπώ­ντας λάφυ­ρα και σκορ­πώ­ντας τον τρό­μο στους Τούρ­κους. Γρά­φει σχε­τι­κά ο Παλαιών Πατρών Γερμανός:

Ο Καρα­τζάς τους επρο­ξέ­νει φρί­κην, επει­δή όχι μόνον εις το πεδί­ον του πολέ­μου εδεί­κνυε την ανδρεί­αν του και την στρα­τη­γι­κή του επι­δε­ξιό­τη­τα, αλλά δια νυκτός εισήρ­χε­το συνε­χώς εις την πόλιν με ολί­γους στρα­τιώ­τας, ήρπα­ζεν αιχ­μα­λώ­τους και εφό­νευ­εν εξ αυτών, εχα­λού­σε τους μύλους και ενί λόγω τους έβλα­πτε καιρίως.

Στις 15 Ιου­λί­ου 1821 οι Τούρ­κοι κατέ­λα­βαν τη Μονή της Πανα­γί­ας της Γηρο­κο­μί­τισ­σας (Μονή του Γηρο­κο­μεί­ου, όπως είναι πιο γνω­στή), στους πρό­πο­δες του Πανα­χαϊ­κού. Ο Καρα­τζάς με 300 άνδρες επε­χεί­ρη­σε την ανα­κα­τά­λη­ψή της με τη βοή­θεια του ρου­με­λιώ­τη οπλαρ­χη­γού Θοδω­ρά­κη Γρί­βα. Την 1η Αυγού­στου άρχι­σε την επί­θε­ση με μεγά­λες απώ­λειες για τους Τούρ­κους, που είχαν πάνω από 100 νεκρούς. Στις 6 Αυγού­στου οι Τούρ­κοι ενι­σχύ­θη­καν από τον ίδιο τον Γιου­σούφ Πασά, αλλά την επο­μέ­νη ο Καρα­τζάς με τους άνδρες του κατόρ­θω­σε να κατα­λά­βει τη Μονή, αφού προ­ξέ­νη­σε μεγά­λη φθο­ρά στο στρα­τό­πε­δο των Τούρκων.

Η μεγά­λη επι­τυ­χία του Καρα­τζά προ­κά­λε­σε τον φθό­νο κάποιων οπλαρ­χη­γών, με τους οποί­ους δεν είχε καλές σχέ­σεις, επει­δή εθε­ω­ρεί­το άνθρω­πος των προ­κρί­των. Εκτός αυτού, οι αδελ­φοί Κου­μα­νιώ­τη (Χρυ­σαν­θα­κό­που­λος το πραγ­μα­τι­κό όνο­μα της οικο­γέ­νειας από το Κού­μα­νι Αχα­ΐ­ας), πίστευαν ότι ο Καρα­τζάς ήταν υπεύ­θυ­νος για τον θάνα­το του αδελ­φού τους Στα­μά­τη κατά τις συγκρού­σεις με τους Τούρ­κους στις 23 Μαρ­τί­ου 1821 στην Πάτρα. Ο Στα­μά­της Κου­μα­νιώ­της είχε βρε­θεί χτυ­πη­μέ­νος πισώ­πλα­τα, προ­φα­νώς από απρο­σε­ξία των συμπο­λε­μι­στών του. Αλλά η υπο­ψία και συκο­φα­ντία οργί­α­ζαν τότε μετα­ξύ των Ελλή­νων, όπως παρα­τη­ρεί ο ιστο­ρι­κός Διο­νύ­σιος Κόκ­κι­νος στην «Ιστο­ρία της Ελλη­νι­κής Επαναστάσεως».

Ο Παλαιών Πατρών Γερ­μα­νός και οι πρό­κρι­τοι δεν έκα­ναν και πολ­λά πράγ­μα­τα για να απο­φευ­χθεί η εμφύ­λια σύγκρου­ση. Στις 4 Σεπτεμ­βρί­ου 1821, ο Θάνος Κου­μα­νιώ­της περί­με­νε τον Καρα­τζά στη Μονή Ομπλού, στα νοτιο­α­να­το­λι­κά της Πάτρας επί του ομω­νύ­μου όρους. Μόλις ο Καρα­τζάς πέρα­σε τη σιδε­ρέ­νια πύλη του μονα­στη­ριού και ήλθε αντι­μέ­τω­πος με τον Κου­μα­νιώ­τη και τους άνδρες του άρχι­σε να χορεύ­ει με τα οπί­σθιά του γυρι­σμέ­να προς αυτούς και γενι­κά να κινεί­ται με τρό­πο χλευα­στι­κό για να τους πει­ρά­ξει και να τους δεί­ξει ότι περι­φρο­νεί τις απει­λές τους. Οι άνδρες του Κου­μα­νιώ­τη εξε­μά­νη­σαν κι ένας από αυτούς, ονό­μα­τι Τσα­λα­μη­δάς, τον πυρο­βό­λη­σε πισώ­πλα­τα και τον σκότωσε.

Η δολο­φο­νία Καρα­τζά είχε δια­λυ­τι­κή επί­δρα­ση στο αχαϊ­κό στρα­τό­πε­δο κι έπλη­ξε την ενό­τη­τα των αγω­νι­στών για μεγά­λο χρο­νι­κό διάστημα».

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο