Να αντιδράσουν «με όποιο πρόσφορο τρόπο, κατά της νέας, πιο ύπουλης και απαράδεκτης επιχείρησης παραχάραξης της Ιστορίας με το Πρόγραμμα “Μνήμες Κατοχής στην Ελλάδα”, μέσα από τη διδασκαλία, στην Εκπαίδευση» αλλά και να δραστηριοποιηθούν ενάντια σε κάθε προσπάθεια υλοποίησης αυτού του αντιεπιστημονικού Προγράμματος, καλεί τις Ομοσπονδίες, τους Συλλόγους των Εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων της Εκπαίδευσης, την ΑΣΓΜΕ, τις Ομοσπονδίες, τις Ενώσεις, τους Συλλόγους Γονιών η ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ.
Όπως επισημαίνει, οι εμπνευστές του Προγράμματος «Μνήμες Κατοχής στην Ελλάδα» επανήλθαν, με επιστράτευση καθηγητών Πανεπιστημίων, διοργανώνοντας ημερίδα, με στόχο να επιβάλουν την εφαρμογή αυτού του Προγράμματος ως διδασκαλία της Ιστορίας στα σχολεία, επιμένοντας στην αναγκαιότητα καθιέρωσής του σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες και τονίζει ότι αυτή «η επιμονή τους να γίνει αποδεκτή μια υποτιθέμενη εύληπτη μέθοδος γνώσης, εκμάθησης και κατανόησης της ιστορίας της ναζιστικής κατοχής στην Ελλάδα και της λαϊκής, αντιστασιακής, απελευθερωτικής πάλης είναι σκόπιμη και στοχοπροσηλωμένη στις πολιτικές επιδιώξεις των αστικών δυνάμεων στις σύγχρονες συνθήκες».
«Άλλωστε το είπε ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Αιγαίου, που είχε την πρωτοβουλία της συνδιοργάνωσης της ημερίδας πολύ συγκεκριμένα, μιλώντας για “πολιτικές και ιδεολογικές αντιστάσεις τις οποίες συναντά το Πρόγραμμα”. Αντιστάσεις εναντίον της εφαρμογής “μιας διμερούς και αμφοτεροβαρούς συνεργασίας, με στόχο την ιστορική αυτογνωσία, που θα προετοίμαζε το έδαφος για την υλοποίηση πρακτικών απονομής ιστορικής δικαιοσύνης για τα ζητήματα που δημιούργησε η γερμανική κατοχή στην Ελλάδα… Οφείλουμε να προσεγγίσουμε το Πρόγραμμα απερίσπαστοι από ιδεοληψίες ως ένα εξαιρετικό μαθησιακό πλαίσιο και ταυτόχρονα ως μια πλούσια εργαλειοθήκη προσομοιωμένων ιστορικών πρακτικών… αποβλέποντας στην προώθηση των φλεγόμενων ζητημάτων της ιστορικής δικαιοσύνης, που διαταράσσουν τις σχέσεις των δύο κρατών ή και των δύο λαών”» αναφέρει χαρακτηριστικά και συμπληρώνει ότι στόχος είναι να «κατανοήσουν» οι μαθητές και την άλλη πλευρά, τους ναζιστές κατακτητές του λαού και της χώρας μας, οι οποίοι παρουσιάζουν τα γεγονότα από τη δική τους σκοπιά.
«Είναι αδύνατον ο μαθητής ή ο φοιτητής να κατακτήσει την ιστορική γνώση, να προσεγγίσει την ιστορική αλήθεια στη βάση της υποκειμενικής και συναισθηματικής προσέγγισης των μαρτυριών και όχι των ιστορικών γεγονότων» υπογραμμίζει και προσθέτει πως «ομολόγησαν οι ακαδημαϊκοί που συμμετείχαν στην ημερίδα ότι το Πρόγραμμα που προωθούν δέχεται “πολεμική” από μεγάλο μέρος της κοινωνίας και προσπαθούν να το εντάξουν στα Πανεπιστήμια, μέσω πρωτοβουλιών ορισμένων καθηγητών, ώστε να περάσουν το Πρόγραμμα, αρχικά τουλάχιστον, στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση».
Επίσης στέκεται στο ότι το Πρόγραμμα μεριμνά για τη μεθοδική καταλλαγή της δίκαιης αγανάκτησης και της αδιέξοδης μνησικακίας μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας στη ναζιστική κατοχή, πως από την ημερίδα οι ομιλητές «τόνισαν ότι οι κυβερνώντες θα πρέπει να επιδείξουν πολιτική βούληση για την εφαρμογή του Προγράμματος, παρά την αρνητική επίδραση που ενδέχεται να έχουν οι λαϊκές αντιδράσεις» και πως στόχος του όλου εγχειρήματος της ημερίδας ήταν ο ολοκληρωτικός εξαγνισμός του Προγράμματος, καθώς και η διατήρηση της θέσης των ίσων αποστάσεων στο θέμα των γερμανικών επανορθώσεων.
Υπενθυμίζει πως το συγκεκριμένο πρόγραμμα χρηματοδοτείται από το υπουργείο Εξωτερικών της Γερμανίας, το ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος», το Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου και το γερμανικό ίδρυμα «Μνήμη, Ευθύνη και Μέλλον» σε συνεργασία με το Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και βασίζεται στην προσέγγιση της Ιστορίας της Κατοχής αποκλειστικά μέσα από προσωπικές αναμνήσεις ηλικιωμένων ανθρώπων, αποκλείοντας ιστορικά τεκμήρια και ντοκουμέντα, για να είναι υποτίθεται πιο ελκτική η μελέτη της Ιστορίας, ενώ παραβλέπει ότι η κάθε μαρτυρία διακατέχεται από αποσπασματικότητα και υποκειμενικότητα.
Υπογραμμίζει ακόμα πως «η κάθε μια μαρτυρία είναι μια επιμέρους υποκειμενική προσέγγιση της Ιστορίας και είναι αδύνατο να συμβάλει αντικειμενικά στην ολόπλευρη γνώση της ιστορικής εξέλιξης της περιόδου στην οποία αναφέρεται» και ξεκαθαρίζει ότι «η γνώση είναι δύναμη. Η κατάκτηση της ιστορικής αλήθειας είναι όπλο του λαού και της νεολαίας μας απέναντι στις αντιλαϊκές και αντιεκπαιδευτικές πολιτικές, απέναντι στη βαρβαρότητα του συστήματος της εκμετάλλευσης, που καταπιέζει και εξοντώνει με τα αντεργατικά — αντιδραστικά μέτρα και με τους άδικους ιμπεριαλιστικούς πολέμους. Είναι όπλο για την οργάνωση του αγώνα του λαού μας, που μπορεί να δώσει λύση, όταν έχει στόχευση να ανατρέψει τον αρνητικό συσχετισμό, να ενισχύσει την προοπτική για τη λαϊκή ευημερία, με την ανατροπή της αστικής εξουσίας, με ριζικά διαφορετικό τρόπο οργάνωσης της κοινωνίας, της παιδείας, της οικονομίας, που θα έχει σκοπό την ικανοποίηση των σύγχρονων ανθρώπινων αναγκών, με εργατική εξουσία» (διαβάστε εδώ αναλυτικά).