Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Περί ειρηνικής συνύπαρξης

Γρά­φει ο Σφυ­ρο­δρέ­πα­νος //

Ο Λένιν εισή­γα­γε στην πολι­τι­κή ορο­λο­γία την έννοια της ειρη­νι­κής συνύ­παρ­ξης, ως ειδι­κής μορ­φής ταξι­κής πάλης των δύο αντι­κρουό­με­νων συστη­μά­των, σοσια­λι­σμού και καπι­τα­λι­σμού, σε παγκό­σμια κλί­μα­κα. Το βασι­κό σκε­πτι­κό ήταν πως η σοβιε­τι­κή Ρωσία, που είχε ρημα­χτεί απ’ τις πολύ­χρο­νες πολε­μι­κές συγκρού­σεις, και το νεα­ρό σοσια­λι­στι­κό κρά­τος χρειά­ζο­νταν μια «ανα­κω­χή» και μια ειρη­νι­κή περί­ο­δο, για να επου­λώ­σουν τις πλη­γές τους, να ανα­πτυ­χθούν απρό­σκο­πτα και να πατή­σουν σε γερές βάσεις, χωρίς να εγκα­τα­λεί­πουν το στρα­τη­γι­κό στό­χο της παγκό­σμιας επι­κρά­τη­σης του σοσιαλισμού.

Το φαι­νο­με­νι­κά παρά­δο­ξο είναι ότι η ανά­λυ­ση του Λένιν ξεχά­στη­κε ως ένα βαθ­μό από τους σοβιε­τι­κούς, που ταύ­τι­σαν μετα­πο­λε­μι­κά την τακτι­κή της ειρη­νι­κής συνύ­παρ­ξης με τη δυνα­τό­τη­τα ειρη­νι­κού, κοι­νο­βου­λευ­τι­κού περά­σμα­τος στο σοσια­λι­σμό (και ας βοού­σε περί του αντι­θέ­του η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, πχ στη Χιλή του Αγιέ­ντε) και με τη δια­πλο­κή του ταξι­κού στοι­χεί­ου με τις οικου­με­νι­κές αξί­ες. Ενώ ακο­λου­θή­θη­κε πιστά από το αντί­πα­λο στρα­τό­πε­δο, που διδά­χτη­κε στο δεύ­τε­ρο παγκό­σμιο πως δεν είναι εύκο­λο να νική­σει σε μια κατά μέτω­πο επί­θε­ση με τα όπλα τους σοβιε­τι­κούς και προ­έ­τα­ξε άλλες μεθό­δους, χωρίς προ­φα­νώς να εγκα­τα­λεί­ψει το πεδίο των πολε­μι­κών συγκρού­σε­ων, που είναι σύμ­φυ­το φαι­νό­με­νο με τον ιμπε­ρια­λι­σμό. Αντι­στρέ­φο­ντας μια γνω­στή φρά­ση του φον Κλα­ού­ζε­βιτς, θα λέγα­με πως η ιμπε­ρια­λι­στι­κή πολι­τι­κή και ειρή­νη ήταν συνέ­χεια του ιμπε­ρια­λι­στι­κού πολέ­μου με άλλα μέσα (ή ακό­μα και με τα ίδια, αλλά συγκα­λυμ­μέ­να και σε δεύ­τε­ρο πλάνο).

Η αντι­κει­με­νι­κή συνύ­παρ­ξη των δύο συστη­μά­των επέ­φε­ρε ανα­πό­φευ­κτα μια μετα­ξύ τους αλλη­λε­πί­δρα­ση, την οποία όμως δεν ερμη­νεύ­ουν όλοι με τον ίδιο τρόπο.
Οι κατα­κτή­σεις της σοσια­λι­στι­κής κοι­νω­νί­ας και τα δικαιώ­μα­τα που απο­λάμ­βα­ναν οι σοβιε­τι­κοί πολί­τες φώτι­ζαν, με τη διε­θνή τους ακτι­νο­βο­λία, το δρό­μο και τους αγώ­νες κι άλλων λαών, υπο­χρε­ώ­νο­ντας τις αστι­κές κυβερ­νή­σεις πολ­λών καπι­τα­λι­στι­κών χωρών να κάνουν ευρύ­τα­τες παρα­χω­ρή­σεις, που τις ονο­μά­ζου­με κωδι­κο­ποι­η­μέ­να «κοι­νω­νι­κό κρά­τος». Και οι οποί­ες δεν οφεί­λο­νται απλά στην ύπαρ­ξη ενός αντί­πα­λου δέους γενι­κά και αόρι­στα. Οι ενδοϊ­μπε­ρια­λι­στι­κοί αντα­γω­νι­σμοί των ΗΠΑ και της ΕΕ με τη σημε­ρι­νή Ρωσία και τον ανερ­χό­με­νο κινέ­ζι­κο καπι­τα­λι­σμό, κάθε άλλο παρά δίνουν ώθη­ση στις κατα­κτή­σεις και το βιο­τι­κό επί­πε­δο των λαών –ας μην ξεχνά­με τι σημαί­νει ο όρος «κινε­ζο­ποί­η­ση» για τα μερο­κά­μα­τα και τους… «αντα­γω­νι­στι­κούς μισθούς» των 300 και 400 ευρώ. Δεν είναι τυχαίο άλλω­στε πως το ξήλω­μα του που­λό­βερ για το κοι­νω­νι­κό κρά­τος άρχι­σε πριν από τρεις δεκα­ε­τί­ες, συμπί­πτο­ντας χρο­νι­κά με την τελι­κή εκδή­λω­ση της αντε­πα­νά­στα­σης στις χώρες του υπαρ­κτού σοσια­λι­σμού, για να φτά­σει στην κορύ­φω­σή του με το ξέσπα­σμα της παγκό­σμιας καπι­τα­λι­στι­κής κρί­σης. Ας θυμη­θού­με επί­σης το παρά­δειγ­μα του ασφα­λι­στι­κού στην χώρα μας και τους πρώ­τους αντερ­γα­τι­κούς νόμους που θεσπί­στη­καν τη διε­τία 90–92’.

Το ζήτη­μα είναι πως κάποιοι νοσταλ­γούν αυτή τη μετα­πο­λε­μι­κή κατά­στα­ση ισορ­ρο­πί­ας και τα δικαιώ­μα­τα που εξα­σφά­λι­ζε στους εργα­ζό­με­νους, κάνο­ντας λόγο για μετα­βα­τι­κούς στό­χους ανά­κτη­σής τους, αλλά αγνο­ούν τους παρά­γο­ντες και το διε­θνή συσχε­τι­σμό που καθό­ρι­ζε αυτή την ισορ­ρο­πία, ή –ακό­μα χει­ρό­τε­ρα- απορ­ρί­πτουν συλ­λή­βδην την προ­σφο­ρά της ΕΣΣΔ και την πεί­ρα του σοσια­λι­σμού που γνω­ρί­σα­με, ως αρνητική.

Ένα ακό­μα σχε­τι­κό παρά­δειγ­μα, είναι η υιο­θέ­τη­ση υπο­λο­γι­στι­κών μεθό­δων προ­γραμ­μα­τι­σμού από τις καπι­τα­λι­στι­κές επι­χει­ρή­σεις, που οδή­γη­σε κάποιους ανα­λυ­τές στην επε­ξερ­γα­σία της θεω­ρί­ας της σύγκλι­σης των δύο συστη­μά­των και της τελι­κής τους εξο­μοί­ω­σης. Μια θεω­ρία που υπο­τι­μού­σε σκό­πι­μα την ειδο­ποιό δια­φο­ρά στους σκο­πούς και τα μέσα των δύο παρα­γω­γι­κών μοντέ­λων, καθώς κι ότι ο σχε­δια­σμός μεγά­λης κλί­μα­κας στις καπι­τα­λι­στι­κές επι­χει­ρή­σεις και η συγκέ­ντρω­ση των μονο­πω­λί­ων, δε σημαί­νει τίπο­τα άλλο από την περαι­τέ­ρω όξυν­ση του μετα­ξύ τους αντα­γω­νι­σμού σε δυσθε­ώ­ρη­τα ύψη.

Από την άλλη πλευ­ρά, ούτε ο σοσια­λι­στι­κός σχη­μα­τι­σμός παρέ­μει­νε ανε­πη­ρέ­α­στος από αυτή την παράλ­λη­λη συνύ­παρ­ξη με το καπι­τα­λι­στι­κό μπλοκ. Ανα­γκά­στη­κε πχ να σπα­τα­λή­σει πολ­λούς πόρους για στρα­τιω­τι­κές δαπά­νες (ακρι­βώς για­τί η συνύ­παρ­ξη τελι­κά δεν ήταν, εκ των πραγ­μά­των, και τόσο ειρη­νι­κή), που τους στε­ρή­θη­κε από άλλα πεδία ζωτι­κής σημα­σί­ας για την ανά­πτυ­ξή του. Υπο­χρε­ώ­θη­κε επί­σης σε κάποιες περι­πτώ­σεις να τηρή­σει αμυ­ντι­κή στά­ση και να «κλει­στεί στο καβού­κι του» ‑όπως πχ με την κατα­σκευή του τεί­χους του Βερο­λί­νου- για να υπε­ρα­σπι­στεί τα κεκτη­μέ­να και να στα­μα­τή­σει την αφαί­μα­ξη των πόρων του από την καπι­τα­λι­στι­κή δύση.

Αυτού του είδους ο αντα­γω­νι­σμός δε λει­τουρ­γού­σε ευερ­γε­τι­κά με όρους άμιλ­λας, αλλά επι­βα­ρυ­ντι­κά για την οικο­δό­μη­ση του σοσια­λι­σμού, που χρειά­στη­κε να μετα­χει­ρι­στεί σε αρκε­τές περι­πτώ­σεις μέσα και μεθό­δους από το οπλο­στά­σιο του αντι­πά­λου του. Κι αυτό συνέ­βη για τον ίδιο ακρι­βώς λόγο που ο «ελεύ­θε­ρος αντα­γω­νι­σμός» δημό­σιου κι ιδιω­τι­κού τομέα σε μια καπι­τα­λι­στι­κή οικο­νο­μία δεν οδη­γεί στη βελ­τί­ω­ση και των δύο, αλλά στην υιο­θέ­τη­ση ιδιω­τι­κο-οικο­νο­μι­κών κρι­τη­ρί­ων της αγο­ράς και από τους οργα­νι­σμούς του δημο­σί­ου, προ­κει­μέ­νου να φανούν «αντα­γω­νι­στι­κοί».

Ερχό­μα­στε λοι­πόν στο δια ταύ­τα. Οι λαοί του πλα­νή­τη έχουν ζήσει τη συνύ­παρ­ξη που ανα­λύ­σα­με (κι έχει περά­σει στην ορο­λο­γία του δυτι­κού κόσμου ως ψυχρός πόλε­μος) αλλά και τη «γλύ­κα» της τελευ­ταί­ας 25ετίας, μετά το «τέλος της ιστο­ρί­ας» και τη σχε­δόν καθο­λι­κή επι­κρά­τη­ση των αστι­κών δυνά­με­ων, που τη συνο­ψί­ζει εύγλωτ­τα αυτή η αφί­σα με το Λένιν να ρωτά στα ρωσι­κά: «λοι­πόν, πώς τα περ­νά­τε στον καπι­τα­λι­σμό»; Με άλλα λόγια έχου­με πάρει γεύ­ση από καπι­τα­λι­σμό απέ­να­ντι σε σοσια­λι­σμό, με τις απα­ραί­τη­τες φιλο­λαϊ­κές προ­σαρ­μο­γές, κι από καπι­τα­λι­σμό σκέ­το, χωρίς ζάχα­ρη για τα υπο­ζύ­για και τους κυρ-Μέντιους, που τρα­βά­νε το κάρο, χωρίς δηλα­δή “ανθρώ­πι­νο πρό­σω­πο” και λοι­πά προ­σω­πεία. Τίθε­ται λοι­πόν εύλο­γα ένα ερώ­τη­μα (συμπλη­ρω­μα­τι­κό προς αυτό που θέτει η αφί­σα με το Βλαδίμηρο).

Δεν έχου­με άρα­γε περιέρ­γεια να δοκι­μά­σου­με και την τρί­τη επι­λο­γή που μας μένει;

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο