Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Πιο ζωντανός κι από εμάς τους ζωντανούς

Γρά­φει ο Σφυ­ρο­δρέ­πα­νος //

Ξέρου­με ότι η ιστο­ρία δια­λέ­γει κι ανα­δει­κνύ­ει εκεί­να τα πρό­σω­πα που μπο­ρούν να εκφρά­σουν την επο­χή τους, το πνεύ­μα και τις αντι­κει­με­νι­κές τάσεις των και­ρών τους. Ακό­μα κι αν κάποια σπου­δαία προ­σω­πι­κό­τη­τα εξέ­λι­πε από το ιστο­ρι­κό προ­τσές, αυτό θα προ­χω­ρού­σε στο επό­με­νο ηγε­τι­κό πρό­σω­πο, που θα ανα­πλή­ρω­νε το κενό της. Αλλά αν η Οκτω­βρια­νή επα­νά­στα­ση ήταν μια “επα­νά­στα­ση ενά­ντια στο Κεφά­λαιο του Μαρξ”, όπως είπε μετα­ξύ σοβα­ρού και αστεί­ου ο Γκράμ­σι (για­τί ο αδύ­να­μος κρί­κος της ιμπε­ρια­λι­στι­κής αλυ­σί­δας έσπα­σε στην ημι­φε­ου­δαρ­χι­κή Ρωσία και όχι σε μια ανε­πτυγ­μέ­νη χώρα της καπι­τα­λι­στι­κής Δύσης), τότε ο Λένιν θα μπο­ρού­σε να είναι ο επα­να­στά­της ενά­ντια στα όρια του ρόλου της προ­σω­πι­κό­τη­τας στην ιστορία.

Για­τί κανείς δε θα μπο­ρού­σε να φαντα­στεί τον κόκ­κι­νο Οχτώ­βρη, χωρίς τον ιθύ­νο­ντα νου που το “σκη­νο­θέ­τη­σε” και πρω­τα­γω­νί­στη­σε στην υλο­ποί­η­σή του, χωρίς τις θέσεις του Απρί­λη, τη θεω­ρία για τον Ιμπε­ρια­λι­σμό και τον αδύ­να­μο κρί­κο, χωρίς το βασι­κό δίδαγ­μα για το τσά­κι­σμα της αστι­κής κρα­τι­κής μηχα­νής στο Κρά­τος κι Επα­νά­στα­ση. Κανείς δεν ξέρει πόσο δια­φο­ρε­τι­κή θα ήταν η ροή των γεγο­νό­των κι η επα­νά­στα­ση, ή αν θα γινό­ταν αυτή η τελευ­ταία χωρίς τη δική του καθο­ρι­στι­κή συμ­βο­λή, τη διο­ρα­τι­κή ανά­λυ­ση των συν­θη­κών και της συγκε­κρι­μέ­νης κατά­στα­σης. Ή από την ανά­πο­δη, πόσο δια­φο­ρε­τι­κός θα ήταν ο παγκό­σμιος συσχε­τι­σμός και πόσα θα άλλα­ζαν αν υπήρ­χε ένας δεύ­τε­ρος Λένιν, πχ στη Γερ­μα­νία της ίδιας περιόδου.

Ο Λένιν μπο­ρεί να μην ήταν ο μεγα­λύ­τε­ρος θεω­ρη­τι­κός, κυρί­ως για­τί τον απορ­ρο­φού­σαν τα πρα­κτι­κά καθή­κο­ντα κι επέ­λε­γε να γρά­φει εκλαϊ­κευ­τι­κές μπρο­σού­ρες για το ρώσι­κο προ­λε­τα­ριά­το, κατα­λη­πτές και από τον τελευ­ταίο ρώσο εργά­τη. Δεν ήταν ο πιο μπα­ρου­το­κα­πνι­σμέ­νος πολε­μι­στής, με φυσε­κλί­κια, στο­λή και μπε­ρέ ή γού­νι­νο σκού­φο ‑οι σύντρο­φοί του άλλω­στε τον απο­κα­λού­σαν χαϊ­δευ­τι­κά “γέρο”, ήδη πριν από τον και­ρό της επα­νά­στα­σης- ούτε ο πιο φλο­γε­ρός ρήτο­ρας, όπως διη­γού­νται κάποιοι σύγ­χρο­νοί του.

Ήταν όμως ο φόβος και τρό­μος του σάπιου κόσμου της εκμε­τάλ­λευ­σης και των παρά­σι­των, που προ­σπα­θούν ακό­μα να ξορ­κί­σουν το όνο­μά του, και συνε­χί­ζουν να τον φοβού­νται, ακό­μα και μέσα στο μαυ­σω­λείο του. Ο επα­να­στά­της που συν­δύ­α­ζε με τον πιο ιδα­νι­κό τρό­πο επα­να­στα­τι­κή θεω­ρία και δρά­ση, και το παρά­δειγ­μά του ακτι­νο­βο­λεί ως τις μέρες μας, καθώς παρα­μέ­νει ανυ­πέρ­βλη­τος, πιο ζωντα­νός και από εμάς τους ζωντα­νούς, όπως έλε­γε και ένας στί­χος του Μαγια­κόφ­σκι για το θάνα­τό του, μια μέρα σαν σήμε­ρα, πριν από 92 χρόνια.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο