Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ποίηση: Ανθή Τσεκρέκου, Ικανές και αναγκαίες συνθήκες, Εκδόσεις Όστρια

Παρου­σιά­ζει ο Ειρη­ναί­ος Μαρά­κης //

Η πρώ­τη ατο­μι­κή ποι­η­τι­κή συλ­λο­γή της Ανθής Τσε­κρέ­κου, που φέρει τον τίτλο “Ικα­νές και ανα­γκαί­ες συν­θή­κες” κυκλο­φό­ρη­σε από τις εκδό­σεις Όστρια το 2021. Ο τίτλος θυμί­ζει μαθη­μα­τι­κούς όρους και παράλ­λη­λα δεί­χνει την κατεύ­θυν­ση που ακο­λου­θεί η δημιουρ­γός στην πρώ­τη της ποι­η­τι­κή παρέμ­βα­ση. Όπως η επι­στή­μη των μαθη­μα­τι­κών στο­χεύ­ει στην ανα­ζή­τη­ση κοι­νών προ­τύ­πων που μπο­ρούν στη συνέ­χεια να οδη­γή­σουν σε μια θεω­ρία και τελι­κά σ’ έναν νόμο, αντί­στοι­χα και η ποι­ή­τρια ανα­ζη­τά την ισορ­ρο­πία στον υλι­κό κόσμο και στα πέλα­γη που «έγι­ναν αφι­λό­ξε­να νεκροταφεία/ συναισθημάτων/ σαν άλλοι φιλό­δο­ξοι ποιητές/ με πλοία μινια­τού­ρες που ναυά­γη­σαν» (Συναι­σθή­μα­τα, σελ. 14–15).

Με λίγα λόγια, οι “Ικα­νές και ανα­γκαί­ες συν­θή­κες” μελε­τούν τη σχέ­ση μετα­ξύ των σκέ­ψε­ων του καθη­με­ρι­νού, αλλο­τριω­μέ­νου ανθρώ­που και των πρά­ξε­ων που συχνά τις ακο­λου­θούν. Παράλ­λη­λα, η ποι­ή­τρια θέτει ένα ερώ­τη­μα τόσο στον εαυ­τό της, όσο και στους ανα­γνώ­στες: ποιες είναι οι ικα­νές και ανα­γκαί­ες συν­θή­κες ώστε να προ­χω­ρή­σου­με πέρα από την αλλο­τρί­ω­ση των προ­σω­πι­κών και κοι­νω­νι­κών σχέσεων;

Η αγω­νία για την εύρε­ση του «ικα­νού άρτιου» (Συν­θή­κες, σελ. 31), στον κόσμο, στα υλι­κά συστή­μα­τα και στις ανθρώ­πι­νες σχέ­σεις — με τους τόσους συμ­βι­βα­σμούς και προ­στρι­βές αλλά και με την άδο­λη αλλη­λεγ­γύη — εκφρά­ζε­ται με μια σει­ρά ποι­η­μά­των μικρού μεγέ­θους. Όμως η ανα­ζή­τη­ση  δεν προ­σφέ­ρει πάντα την ισο­τι­μία ανά­με­σα στους ανθρώπους.

Η ποι­ή­τρια ανα­φέ­ρει χαρα­κτη­ρι­στι­κά ότι «η ισορ­ρο­πία που μπο­ρώ σχε­τι­κά να ορί­σω, όταν υπήρχε,/ ήταν άδι­κη για κάποιον και συμ­φέ­ρου­σα για τον άλλον.» (χωρίς τίτλο, σελ. 33). Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα έχου­με ένα φαι­νό­με­νο που δεν μπο­ρεί να προ­σεγ­γι­στεί με μαθη­μα­τι­κούς όρους αλλά με κοι­νω­νι­κούς. Η ποι­ή­τρια ανα­γνω­ρί­ζει ότι αυτοί οι όρο δεν έχουν ακό­μα γεν­νη­θεί. Παράλ­λη­λα παρου­σιά­ζει στους ανα­γνώ­στες την επί­πο­νη κυο­φο­ρία τους. Η ίδια, ως πρό­σω­πο και μέρος της κοι­νω­νί­ας και μέσα από «μια μαθη­τεία σιω­πη­λή» (Μια μου­σι­κή αγέν­νη­τη, σελ. 45) συμ­με­τέ­χει σε αυτή την προ­σπά­θεια. Προς το τέλος, ταυ­τί­ζε­ται μαζί της: «είμαι η βρο­χή στη θύελλα,/ στ’ ανέ­μου την οργή,/ η ώρα η καρποφόρα/ ενός αργού θανάτου,/ μια μου­σι­κή αγέννητη/ που πάει να γεννηθεί/ και σε καλεί» (ο.π., σελ. 45).

Κλεί­νο­ντας την παρου­σί­α­ση, θέλω να τονί­σω ότι οι “Ικα­νές και ανα­γκαί­ες συν­θή­κες” απο­τε­λούν ένα από τα αξιό­λο­γα ποι­η­τι­κά βιβλία που κυκλο­φό­ρη­σαν τα τελευ­ταία χρό­νια. Η ποι­ή­τρια έχει ήδη δια­μορ­φώ­σει μια ανε­ξάρ­τη­τη, ολο­κλη­ρω­μέ­νη ποι­η­τι­κή φωνή με το δικό της χρώ­μα και κι ενώ, προ­σέξ­τε, βρί­σκε­ται ακό­μα στο πρώ­το σκα­λί της ποί­η­σης. Θέλω να πω, ότι οι δυνα­τό­τη­τες της είναι ακό­μα μεγα­λύ­τε­ρες. Περι­μέ­νω με ενδια­φέ­ρον τη συνέχεια.

ΠΟΙΗΜΑΤΑ

ΕΡΗΜΟΙ ΠΛΑΝΗΤΕΣ

Βλέμ­μα ευθεί­ας βολής λεπιδιού,

Εισπνέω και βου­τάω στην κόψη του.

Τα μάτια μας δεμένα

Με αόρα­τες τεντω­μέ­νες κλωστές,

Μικροί έρη­μοι πλανήτες

Που στα­μά­τη­σαν να περι­στρέ­φο­νται για λίγο.

Οι μύες μου σφιγ­μέ­νοι στα δόντια

Εγκα­τέ­λει­ψαν το σώμα

Ασά­λευ­το σαν εκκρεμές.

Η τρο­μα­κτι­κή δύναμη

Των ματιών μου στα μάτια σου

Με κάνει να μη βλέ­πω πια

Παρά τα δικά μου μάτια.

Συνέρ­χε­σαι πριν την ασφυ­ξία μου.

Εισπνέω και βου­τάω στην ανά­σα μου.

Οι μικροί μας πλανήτες

Περι­στρέ­φο­νται δει­λά και πάλι,

Το σώμα μου ανακτά

Την αίσθη­ση της βαρύτητας.

Μια από­κο­σμη χαρά

Και μια υπό­γεια θλίψη

Πλημ­μυ­ρί­ζουν μέσα μου.

Η εκκω­φα­ντι­κή σου σιωπή

Με κατα­κλύ­ζει.

 

ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΑ

 

Σκέ­φτη­κα να ταξι­νο­μή­σω τις σκέ­ψεις μου

Για να τις δια­χει­ρί­ζο­μαι καλύτερα,

Σκέ­φτη­κα ακόμα

Να τις στρι­μώ­ξω σε μια γωνιά

Για να βρί­σκω ελεύ­θε­ρο χώρο,

Μα για και­νούρ­γιες, τι άλλο„

Θα ’ταν μια ευχά­ρι­στη ανανέωση,

Ίσως αν τις απε­λευ­θέ­ρω­να συντεταγμένα

Βοη­θού­σε,

Σκέ­φτη­κα, σκέφτηκα,

Πάλι μπά­χα­λο τα έκανα.

 

ΣΥΝΘΗΚΕΣ

Όλες οι προτάσεις

Ήταν μη ικα­νές για τις συνθήκες

Και το ζητού­με­νο χ

Ήταν υπό­θε­ση σε άλυ­τη εξίσωση.

Τίπο­τα δεν έβγαι­νε στις πράξεις,

Μάταιοι κι οι συμψηφισμοί

Ανό­μοιων στην ίδια ζυγαριά.

Ζητού­με­να,

Προ­σφε­ρό­με­να,

Κρα­τού­με­να,

Ένα ζητού­με­νο άρρητο

Σε πλή­θος ρητών

Και ένας περιτ­τός αριθμός

Ν’ ανα­ζη­τά το ικα­νό άρτιό του,

Πλη­ρώ­ντας βαριά

Μισή ανά­γκη

Μιας κατά συν­θή­κη ύπαρξης.

 

ΜΑΚΡΙΑ ΑΠ’ ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Σε χρό­νια κατάρρευσης

Συμπα­ντι­κά κομ­μά­τια του χθες,

Σ’ ένα ταξί­δι αποσύνθεσης,

Γυρεύ­ουν να κολ­λή­σουν κάπου.

Κοι­τά­ζω προσεκτικά

Τους μεγά­λους τίτλους,

Εγώ που δού­λε­ψα τους μικρούς

Και τις λεζάντες.

Κρα­τάω γερά την ιστο­ρία μου,

Τα σφι­χτα­γκα­λια­σμέ­να όνειρα

Που τα συντρό­φευ­σα πιστά,

Στα πόδια μου τρίβονται

Και­νού­ριες πλη­γω­μέ­νες ελπίδες.

Μακριά απ’ τα γεγονότα,

Να είμαι μέρος

Μιας άλλης ανθρώ­πι­νης ιστορίας

Μα και να ζήσω

Τα μικρά τα ανθρώπινα.

 

ΚΥΟΦΟΡΙΑ

Η υπο­δο­χή μου,

Δώρο ανε­πι­στρε­πτί που παρακράτησες

Μαζί με κάποια σχό­λια σου αψυχολόγητα,

Συρ­τά­ρι πού άνοιξες,

Μια πόρ­τα που ξεχαρβαλώθηκε

Απ’ τη δικιά σου αδέ­ξια μαστορική.

Κι άφη­σες σκόρ­πια τα αιχ­μη­ρά σου σύνεργα.

Νευ­ρω­τι­κά,

Μια δύσκο­λη κυο­φο­ρία ολοκληρώθηκε,

Μα δεν ανα­γνω­ρί­ζεις πια το πτώμα.

Ζώνη νεκρή που πέρασες

Με μιαν αψή­φι­στη και αφε­λή βιασύνη.

Κρα­τώ μες στο συρτάρι

Όλα μαζί τα σύνερ­γα σου,

Οργα­νω­μέ­νο σχέ­διο εκδίκησης,

Η πόρ­τα που διορ­θώ­θη­κε όπως-όπως,

Μια προ­σεγ­μέ­νη, απα­ρα­τή­ρη­τη παγίδα.

Το τέρας που έφερα

Κρύ­βε­ται πίσω από τη χάρη

Της τρυ­φε­ρής μου όψης.

Σε περι­μέ­νω,

Είμα­στε εκεί που εσύ γελιέσαι

Απ’ την ανθρώ­πι­νη παρωδία.

Βιογραφικό σημείωμα

Η Ανθή Τσε­κρέ­κου γεν­νή­θη­κε το 1973, κατά­γε­ται από το Άργος και έζη­σε εκεί τα σχο­λι­κά της χρό­νια. Σπού­δα­σε Οικο­νο­μι­κές Επι­στή­μες στη Νομι­κή Αθή­νας. Στην Αθή­να έζη­σε είκο­σι χρό­νια και τέσ­σε­ρα χρό­νια στη Γερ­μα­νία όπου μετα­νά­στευ­σε για εύρε­ση εργα­σί­ας. Είναι μητέ­ρα ενός παι­διού. Έχει εκδώ­σει μια ποι­η­τι­κή συλ­λο­γή με τον τίτλο “Ικα­νές και ανα­γκαί­ες συν­θή­κες” που κυκλο­φό­ρη­σε τον Γενά­ρη του 2019 από τις εκδό­σεις Όστρια. Μετέ­φρα­σε το βιβλίο “Arditi del Popolo – Η ιστο­ρία της πρώ­της αντι­φα­σι­στι­κής οργά­νω­σης και η απο­τρέ­ψι­μη άνο­δος του  Μου­σο­λί­νι” του Tom Behan που κυκλο­φό­ρη­σε το 2012 από τις εκδό­σεις Μαρ­ξι­στι­κό Βιβλιοπωλείο.

Ειρη­ναί­ος Μαρά­κης: «Όλα είναι όπλα»

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο