Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ποια «Ελλάδα» νίκησε το ‘49 στον Γράμμο και στο Βίτσι;

Γρά­φει ο Νίκος Μότ­τας //

Κάθε χρό­νο τέτοια επο­χή, ενώ­σεις από­στρα­των αξιω­μα­τι­κών, ακρο­δε­ξιές-εθνι­κι­στι­κές οργα­νώ­σεις και γκρου­πού­σκου­λα, φασι­στοει­δή και φιλο­βα­σι­λι­κά απο­μει­νά­ρια, συγκε­ντρώ­νο­νται στο Γράμ­μο και στο Βίτσι για να γιορ­τά­σουν τη «νίκη του εθνι­κού στρα­τού κατά των κομ­μου­νι­στο­συμ­μο­ρι­τών» τον Αύγου­στο του 1949.

Πρό­κει­ται για εκεί­νες τις «εκδη­λώ­σεις» όπου «ευυ­πό­λη­πτοι» κεντρο­δε­ξιοί και πατε­ντα­ρι­σμέ­νοι ναζί, φιλε­λεύ­θε­ροι και φασί­στες, από τη Νέα Δημο­κρα­τία μέχρι τη ναζι­στι­κή Χρυ­σή Αυγή, γίνο­νται «ένα» απέ­να­ντι στον κοι­νό εχθρό: τους κομμουνιστές!

Μάλι­στα, σε πρό­σφα­το άρθρο του στα «ΝΕΑ» («Γιορ­τές», 27 Αυγ. 2020), ο γνω­στός και μη εξαι­ρε­τέ­ος Γ. Πρε­τε­ντέ­ρης μας ενη­με­ρώ­νει πως «στον Εμφύ­λιο δεν νίκη­σαν οι ακρο­δε­ξιοί» αλλά «όλη η Ελλά­δα πλην κομ­μου­νι­στών»! Διό­τι, όπως γρά­φει ο Πρε­τε­ντέ­ρης, «στο ίδιο στρα­τό­πε­δο βρέ­θη­καν ο βασι­λιάς κι ο Παπά­γος, ο Πλα­στή­ρας κι ο Σοφο­κλής Βενι­ζέ­λος, ο Παπαν­δρέ­ου κι ο Κανελ­λό­που­λος, ο Καρ­τά­λης κι ο Ζέρ­βας».

Λες και όλοι αυτοί δεν απο­τε­λού­σαν το πολι­τι­κό προ­σω­πι­κό συνο­λι­κά της αστι­κής τάξης που, παρά τις επί μέρους δια­φο­ρές τους, αγω­νί­ζο­νταν για τη δια­τή­ρη­ση της εξου­σί­ας του κεφα­λαί­ου. Διό­τι η ένο­πλη σύγκρου­ση που ονο­μά­ζε­ται «εμφύ­λιος» και είχε ξεκι­νή­σει ήδη από την περί­ο­δο της Κατο­χής, ήταν η κορύ­φω­ση της ταξι­κής πάλης, είχε ταξι­κά χαρα­κτη­ρι­στι­κά, είτε αρέ­σει είτε δεν αρέ­σει στους ιστο­ριο­γρά­φους και δημο­σιο­λό­γους της αστι­κής τάξης.

Ποιος νίκη­σε, λοι­πόν, στον Εμφύ­λιο; Ποιους τιμά­ει στις αντι­κομ­μου­νι­στι­κές συνά­ξεις στο Γράμ­μο και το Βίτσι ο εσμός της ακρο­δε­ξιάς-φασι­στι­κής σαπί­λας, από κοι­νού με στε­λέ­χη του κυβερ­νώ­ντος κόμ­μα­τος της ΝΔ;

Το 1949 στο Γράμ­μο ηττή­θη­κε ο ηρω­ϊ­κός Δημο­κρα­τι­κός Στρα­τός Ελλά­δας (ΔΣΕ) που απο­τέ­λε­σε τέκνο της ανά­γκης σε συν­θή­κες ραγδαί­ας όξυν­σης της ταξι­κής πάλης. Ηττή­θη­κε όμως ταυ­τό­χρο­να και η εργα­τι­κή τάξη της χώρας, ο ίδιος ο ελλη­νι­κός λαός. Ποιοι νίκησαν;

Νίκη­σε η ντό­πια αστι­κή τάξη, οι έλλη­νες τρα­πε­ζί­τες, μεγα­λέ­μπο­ροι και εφο­πλι­στές, αυτοί που ο — απε­σταλ­μέ­νος του Τρού­μαν — Πωλ Πόρ­τερ είχε απο­κα­λέ­σει  στην περί­φη­μη έκθε­ση του ως «αόρα­τη εξου­σία της Ελλά­δας».

Νίκη­σαν οι ιμπε­ρια­λι­στές, ο αρχι­σφα­γέ­ας Τρού­μαν, ο εγκλη­μα­τί­ας πολέ­μου Βαν Φλιτ («Στρα­τη­γέ μου, ιδού ο στρα­τός σας») και οι βόμ­βες ναπάλμ που κατέ­κα­ψαν τις βου­νο­κορ­φές του Γράμμου.

Νίκη­σε το πολι­τι­κό προ­σω­πι­κό της αστι­κής τάξης που, κατά τη διάρ­κεια της τρι­πλής φασι­στι­κής Κατο­χής, έκα­νε… «αντί­στα­ση» από τη Ρώμη και το Κάϊ­ρο. Νίκη­σαν αυτοί που αιμα­το­κύ­λη­σαν το λαό της Αθή­νας και του Πει­ραιά στα Δεκεμ­βρια­νά το 1944.

Νίκη­σαν αυτοί που μετά τη Βάρ­κι­ζα εξα­πέ­λυ­σαν όργιο τρο­μο­κρα­τί­ας και ανε­λέ­η­των διωγ­μών κατά εκα­το­ντά­δων χιλιά­δων αγω­νι­στών της ΕΑΜι­κής Αντί­στα­σης. Οι ίδιοι που, μετά τη λήξη του Εμφυ­λί­ου, εγκα­θί­δρυ­σαν το κρά­τος των ανη­λε­ών διώ­ξε­ων, των εκτε­λέ­σε­ων, των εξο­ριών, των φυλα­κί­σε­ων, των βασα­νι­στη­ρί­ων, των πιστο­ποι­η­τι­κών κοι­νω­νι­κών φρο­νη­μά­των, κ.α.

Νίκη­σαν οι δολο­φό­νοι του Μπε­λο­γιάν­νη, του Πλου­μπί­δη, του Λαμπρά­κη, του Πέτρου­λα, του Τσα­ρού­χα, κ.α. Οι δοσί­λο­γοι και οι ταγ­μα­τα­σφα­λί­τες της Κατο­χής που βρή­καν «θαλ­πω­ρή» στους μηχα­νι­σμούς του μετεμ­φυ­λια­κού αστι­κού κράτους.

Πέρα­σαν έκτο­τε πάνω από 70 χρό­νια. Η αστι­κή εξου­σία και τα επι­τε­λεία της, μέσω της αστι­κής και οπορ­του­νι­στι­κής ιστο­ριο­γρα­φί­ας, δεν στα­μά­τη­σε ούτε στιγ­μή την προ­σπά­θεια συκο­φά­ντη­σης του αγώ­να του ΔΣΕ, του ΚΚΕ, των μαχη­τών και μαχη­τριών που έδω­σαν τη ζωή τους για μια Ελλά­δα λεύ­τε­ρη από τα δεσμά της καπι­τα­λι­στι­κής εκμετάλλευσης.

Για­τί, λοι­πόν, 70 χρό­νια μετά συνε­χί­ζε­ται η ιδε­ο­λο­γι­κο­πο­λι­τι­κή επί­θε­ση των αστι­κών επι­τε­λεί­ων απέ­να­ντι στον «συμ­μο­ρι­το­πό­λε­μο» του ΔΣΕ; Τι φοβούνται;

Η απά­ντη­ση είναι ξεκά­θα­ρη: Το κάνουν αυτό διό­τι ξέρουν – κι’ ας καμώ­νο­νται για το αντί­θε­το – πως η νίκη τους απέ­να­ντι στο ΔΣΕ το 1949 ήταν προ­σω­ρι­νή. Γνω­ρί­ζουν καλά ότι, παρά τις αντε­πα­να­στα­τι­κές ανα­τρο­πές και τα πισω­γυ­ρί­σμα­τα της ιστο­ρί­ας, η αντί­θε­ση κεφα­λαί­ου-εργα­σί­ας είναι ανει­ρή­νευ­τη και πως η πάλη για τον σοσια­λι­σμό-κομ­μου­νι­σμό δεν είναι «τελειω­μέ­νη υπό­θε­ση» όπως ισχυ­ρί­ζο­νται. Χτυ­πούν το παρελ­θόν έχο­ντας στραμ­μέ­νο το βλέμ­μα στο μέλλον.

Η αλα­ζο­νεία των «νικη­τών» του 1949 δε μπο­ρεί κρύ­ψει τους βαθύ­τε­ρους φόβους της αστι­κής τάξης: Πως την ιστο­ρία τη γρά­φουν με την πάλη τους οι λαοί και πως η τελευ­ταία λέξη δεν ειπώ­θη­κε ακόμα.

Νίκος Μόττας Γεννήθηκε το 1984 στη Θεσσαλονίκη. Είναι υποψήφιος διδάκτορας (Phd) Πολιτικής Επιστήμης, Διεθνών Σχέσεων και Ιστορίας. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Westminster του Λονδίνου και είναι κάτοχος δύο μεταπτυχιακών τίτλων (Master of Arts) στις διπλωματικές σπουδές (Παρίσι) και στις διεθνείς διπλωματικές σχέσεις (Πανεπιστήμιο Τελ Αβίβ). Άρθρα του έχουν δημοσιευθεί σε ελληνόφωνα και ξενόγλωσσα μέσα.
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο