Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ποιητική συλλογή «Αύριο στάχυα οι λέξεις» — Ζωή Δικταίου

Χαρού­λα Βερίγου
Αύριο, στά­χυα οι λέξεις. Ο τίτλος κρύ­βει την παντο­δυ­να­μία των λέξε­ων, όχι μόνο στο λόγο αλλά και στη ζωή – όπως τα στά­χυα μας δίνουν το ψωμί.
Οι λέξεις που κρύ­βει μέσα της η ποι­ή­τρια είναι αυτές που ακό­μη πιο δημιουρ­γι­κά ερμη­νεύ­ει. Οι λέξεις μετα­μορ­φώ­νο­νται σε όρα­ση και η όρα­ση απο­κα­λύ­πτει τη μαύ­ρη αλή­θεια. Η όρα­ση αυτή γίνε­ται όλο και πιο σκλη­ρή και ξεφτε­λί­ζει ως και τον έρωτα.
Ώσπου, η ανά­γκη της ζωής ξανα­ζω­ντα­νεύ­ει στην επι­κρά­τεια του πάθους, αφού είμα­στε όλοι σκλά­βοι της παντο­δυ­να­μί­ας του Αύριο.
Αυτό το βιω­μα­τι­κό παι­χνί­δι ανά­με­σα στην έντο­νη φαντα­σία και τη σκλη­ρή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα το παί­ζει με εξαι­ρε­τι­κή ευλυ­γι­σία η ποί­η­ση της Ζωής Δικταίου.
Κατε­ρί­να Αγγε­λά­κη — Ρουκ


Χαρούλα Βερίγου Ζωή ΔικταίουΗ Ζωή Δικταί­ου (Χαρού­λα Βερί­γου) είναι ποιήτρια.
Ακό­μα και στα πεζά της, εκφρά­ζε­ται ποι­η­τι­κά. Ο λόγος της ανα­βλύ­ζει με ορμή, χει­μαρ­ρώ­δης, και είναι τόσο πηγαί­ος που σε καθη­λώ­νει. Ένας καταρ­ρά­κτης από λέξεις που βγαί­νουν από την καρ­διά και απευ­θύ­νο­νται στην καρδιά.
Η Ζωή Δικταί­ου είναι ερω­τευ­μέ­νη. Με την ίδια τη ζωή, με την ομορ­φιά της ζωής, με τη δύνα­μη των συναι­σθη­μά­των, με ό,τι θερα­πεύ­ει την ψυχή τού ανθρώπου.
Η Ζωή Δικταί­ου είναι ένας λυγ­μός. Για ό,τι χάθη­κε, για ό,τι δεν άνθι­σε, για ό,τι κινεί­ται στο περι­θώ­ριο της ζωής, για ό,τι δεν αγα­πή­θη­κε στο μέτρο τού προσδοκώμενου.

Η Ζωή Δικταί­ου είναι το άγγιγ­μα της τρυφερότητας.
Είτε μιλά για τον έρω­τα, είτε για τον πόνο, είτε για τον άνθρω­πο, είτε για την ιστο­ρία, οι λέξεις της σχη­μα­τί­ζουν ένα τρυ­φε­ρό χάδι, που αγγί­ζει τις αισθή­σεις μας με μια εκπλη­κτι­κή ευγέ­νεια και μας πεί­θει για τη μονα­δι­κή ευαι­σθη­σία τής δημιουργού.
Η ποί­η­ση της Ζωής Δικταί­ου είναι ερω­τευ­μέ­νη με τις λέξεις και τις εικό­νες. Οι δεύ­τε­ρες ολο­ζώ­ντα­νες, πολύ­χρω­μες, ευω­δια­στές. Πίσω τους φανε­ρώ­νε­ται η μου­σι­κό­τη­τα του ρυθ­μού, που δημιουρ­γεί η επι­λο­γή τών λέξε­ων, καθώς παίρ­νουν ζωή μέσα από το νόη­μα της εκφρα­στι­κής επι­λο­γής τής δημιουρ­γού, αυτό που χαρα­κτη­ρί­ζει το προ­σω­πι­κό της ύφος.
Άγγε­λος Πετρου­λά­κης | Συγ­γρα­φέ­ας – Ποι­η­τήςΧαρούλα Βερίγου Ζωή Δικταίου Έγραψαν για την ποιητική συλλογή 2Σ’ ένα τοπίο λυρι­κό, διεισ­δυ­τι­κής ποί­η­σης εναλ­λα­γών, αρμο­νί­ας με εικό­νες που προ­βάλ­λο­νται με κοσμη­τι­κά επί­θε­τα, λέξεις τόσο αλη­θι­νές, που σε ταξι­δεύ­ουν στο χρό­νο, στις φυσι­κές ομορ­φιές μ’ ένα ρυθ­μό εισβο­λής φορ­τω­μέ­νης πόνο, πάθος, έρω­τα, αγά­πη, στέ­ρη­ση και μου­σι­κές νότες, η ποι­ή­τρια Ζωή Δικταί­ου εμβα­πτί­ζει τις νέες της ποι­ή­σεις «Αύριο, στά­χυα οι λέξεις» .. Κόντρα του και­ρού| .. κόντρα στη λήθη|.. τρέ­χει να ξεγε­λά­σει το χρό­νο|.. να τον γυρί­σει πίσω|
Μέσα από ένα φάσμα συναι­σθη­μά­των κι ανθο­βό­λη­μα ποι­κι­λί­ας πηγών έμπνευ­σης, βγαί­νει στο φως μια αμφί­δρο­μη πραγ­μα­τι­κό­τη­τα …αρχαία γέν­να..| Κύπρος πολύ­πα­θη|.. Θεο­τι­κιά μου Κρή­τη| ..το μέλ­λον σου Ευρώπη|..
Με ανα­πνοή νοσταλ­γί­ας απ’ το παρελ­θόν, δια­τρέ­χει τόπους της πατρώ­ας γης, ξεδι­πλώ­νει ολό­κλη­ρη την ιστο­ρία γραμ­μέ­νη με την μαγεία τής έκφρα­σης. Ακραγ­γί­ζει το απα­ρά­μιλ­λο κάλ­λος της φύσης και τις ευαί­σθη­τες χορ­δές μας. Εξευ­με­νί­ζει όμως και την νοσταλ­γία που ακό­μη δεν ήρθε… δίνο­ντας φτε­ρά στην ελπί­δα να πετά­ξει, εκεί που ανα­γεν­νιέ­ται η ψυχή, με τον έρω­τα της αγάπης.
…|Αμυ­γδα­λιά ανθι­σμέ­νη, κόντρα στο Φλε­βά­ρη|.. τον άθε­ρο τον κάμπο|.. Αύριο να με καλέ­σεις, με την ίδια λέξη….| Αγάπη.
Το δημιούρ­γη­μα της, λογί­ζε­ται ως μια εξέ­χου­σα προ­σφο­ρά στη λογο­τε­χνία μας και τον πολι­τι­σμό! Καλο­τά­ξι­δο. Να συνε­χί­σει να μας χαρί­ζει τα κοι­τά­σμα­τα τού πνευ­μα­τι­κού της μεγαλείου!
Με αγά­πη κι εκτί­μη­ση ξεχω­ρι­στή Μαί­ρη Σουρ­λή Συγ­γρα­φέ­ας – Ποι­ή­τρια Μέλος της Εται­ρί­ας Ελλή­νων Λογο­τε­χνώνΧαρούλα Βερίγου Ζωή Δικταίου ποιητική συλλογή Αύριο στάχυα οι λέξειςΗ Ζωή Δικταί­ου, (σημαί­νον ψευ­δώ­νυ­μο της Χαρού­λας Βερί­γου, αφού η ζωή της στη Δίκτη φαί­νε­ται να χαρα­κτή­ρι­σε την ίδια και το έργο της), επα­νέρ­χε­ται στο λογο­τε­χνι­κό προ­σκή­νιο με μια συλ­λο­γή ποι­η­μά­των τού­τη τη φορά, αν και η γρα­φή της, ακό­μα και όταν ασχο­λεί­ται με την πεζο­γρα­φία χαρα­κτη­ρί­ζε­ται από έντο­νη ποι­η­τι­κό­τη­τα, καθό­τι, χεί­μαρ­ρος συναι­σθή­μα­τος η ίδια, στο­χεύ­ει και απευ­θύ­νε­ται στο δικό μας συναί­σθη­μα. Αυτό που στις μέρες μας παγώ­νει απε­νερ­γο­ποι­η­μέ­νο, ανεκ­δή­λω­το, αμή­χα­νο, υπο­ταγ­μέ­νο στην κυριαρ­χία ενός «φαί­νε­σθαι», δίπλα σ’ ένα «είναι» που ασφυκτιά.

Τού­το το «είναι» έρχε­ται να απε­λευ­θε­ρώ­σει η ποι­ή­τρια με μόνο της όπλο τις λέξεις. Με την άσβε­στη αγά­πη που δια­τη­ρεί για το γενέ­θλιο τόπο και τη δια­σω­σμέ­νη της παι­δι­κό­τη­τα, στή­νει με υπο­μο­νή και επι­μο­νή τα τουρ­λιά της, «κόντρα στην κόντρα του μπα­γιά­τι­κου κόσμου», όπως γρά­φει η ίδια, όπου το «μπα­γιά­τι­κο» δεν ορί­ζε­ται ως παρω­χη­μέ­νο αλλά ως σαθρό. Πάνω στις θαλασ­σι­νές πέτρες απο­τυ­πώ­νει τις πιο σημα­ντι­κές και ουσιώ­δεις από τις λέξεις της, όπως είναι η σιω­πή, η αλμύ­ρα, το καθα­ρό βλέμ­μα… Λέξεις νοτι­σμέ­νες από το δάκρυ του ψυχι­κού γδαρ­σί­μα­τος, λέξεις ιδω­μέ­νες και δικαιω­μέ­νες μέσα από την αγά­πη, την ουσία των οποί­ων φιλο­δο­ξεί να ταξι­δέ­ψει ο άνε­μος ‑όπως ταξι­δεύ­ει το κελά­η­δη­μα των ομώ­νυ­μων που­λιών, των τουρ­λιών ή δεντρο­στα­ρή­θρων αλλιώς- στα τέσ­σε­ρα σημεία του ορί­ζο­ντα, ευελ­πι­στώ­ντας να συνα­ντη­θούν και να ενσω­μα­τω­θούν κάπο­τε με το αιώ­νιο φως.

Η συγ­γρα­φέ­ας άλλω­στε αγα­πά τα ταξί­δια, τα ταξί­δια της μνή­μης, εξ ου και τους αφιε­ρώ­νει την πρώ­τη ενό­τη­τα του έργου της. «Κόντρα στη λήθη», την ονο­μα­τί­ζει και διαρ­ρη­γνύ­ο­ντας το πέπλο της, προ­σκα­λεί με γεν­ναιό­τη­τα, ανά­μι­κτη με νοσταλ­γία, τους αγα­πη­μέ­νους της, οι οποί­οι αντα­πο­κρι­νό­με­νοι στο κάλε­σμα της κατα­φθά­νουν πρό­θυ­μοι να της μιλή­σουν για τον ήλιο και για τον άνε­μο, για το λόγο που βγαί­νει κατευ­θεί­αν από την καρ­διά, για τις χαρές και τις λύπες που κεντούν τη ζωή σταυ­ρο­βε­λο­νιά, ανα­νε­ώ­νο­ντας τα δώρα με τα οποία την προί­κι­σαν. Ταπει­νοί ποι­η­τές οι ίδιοι, γέν­νη­σαν μια ποι­ή­τρια, μια μαγεύ­τρα των λέξε­ων, η οποία πασχί­ζει να αντα­πο­κρι­θεί στην πλού­σια κλη­ρο­νο­μιά που κου­βα­λά, δια­τη­ρώ­ντας κι απο­τυ­πώ­νο­ντας ποι­η­τι­κά το γεφύ­ρω­μα ανά­με­σα στο χθες, το σήμε­ρα και το αύριο,  το πλη­σί­α­σμα στην αρμο­νία. Κι όπο­τε σκο­ντά­φτει, όπο­τε νιώ­θει ευά­λω­τη και θέλει να παρα­πο­νε­θεί ή να γκρι­νιά­ξει για ό,τι την πλη­γώ­νει, επι­στρέ­φει στον τόπο που γεν­νή­θη­κε και ανα­στή­θη­κε, κι απ’ όπου δεν έφυ­γε ποτέ ψυχι­κά, αν και απού­σα ως υλι­κή υπό­στα­ση. Επι­στρέ­φει, ανα­ζη­τώ­ντας την επα­φή με ό,τι έμει­νε αγνό και ουσια­στι­κό στη μνή­μη και στην καρ­διά της. Επι­στρέ­φει, απο­ζη­τώ­ντας την κάθαρ­ση. «Αλά­λη­τα τα χεί­λη μου στου χρό­νου τ’ αργα­στή­ρι, υφαί­νουν και ξυφαί­νου­νε τ’ άγνω­στα πεπρω­μέ­να, με τα παλιά παι­νέ­μα­τα και του και­ρού τα ξόρ­κια». Επι­στρέ­φει, για να πάρει δύνα­μη. «Κορ­φή της περη­φά­νιας μου μ’ αρο­δα­μούς η ρίζα», δηλώ­νει.Χαρούλα Βερίγου Ζωή Δικταίου Έγραψαν για την ποιητική συλλογή 3Η Ζωή δια­σχί­ζει τη ζωή ως ενή­λι­κας, με την ψυχή μιας έφη­βης που αισθά­νε­ται την ανά­γκη να επα­να­προσ­διο­ρί­σει ό,τι παρα­τη­ρεί να φθί­νει και να φθεί­ρε­ται, «όταν όλα γίνο­νται χάρ­τι­να, σ’ ένα χάρ­τι­νο κόσμο», κατα­φεύ­γο­ντας στις λέξεις. «Μόνο οι λέξεις δεν άλλα­ξαν, να δεις, οι λέξεις μόνο δεν θα με προ­δώ­σουν», εξο­μο­λο­γεί­ται κλεί­νο­ντας τα μάτια στην παρα­φθο­ρά που δια­χρο­νι­κά υφί­στα­ται η γλώσ­σα, αφού το ζητού­με­νο της δεν είναι οι λέξεις αυτές καθαυ­τές, αλλά το πολύ­τι­μο φορ­τίο που οι δικές της, «έντι­μες», λέξεις, ταυ­τι­σμέ­νες με μνή­μες κι έμπλε­ες συναι­σθη­μά­των,  κουβαλούν.

Η ποι­ή­τρια μας μοιά­ζει με σπο­ρέα. Περ­πα­τά στη γη σπέρ­νο­ντας λέξεις. Λέξεις που πηγά­ζουν από την ανά­γκη έκφρα­σης ενός απέ­ρα­ντου συναι­σθη­μα­τι­κού πλού­του και τον πόθο κλη­ρο­δό­τη­σης μιας αέναης ελπί­δας και πίστης για τα μεγά­λα, τα σπου­δαία, τα αλη­θι­νά, τα παναν­θρώ­πι­να. Κι έχει τον τρό­πο της, αν υπο­θέ­σου­με πως η καρ­διά μας είναι ένα τρια­ντά­φυλ­λο κλει­στό, ένα μπου­μπού­κι, ν’ ανοί­γει, ένα ένα τα πέτα­λα του.

Στά­χυα οι λέξεις, πολύ­τι­μες σαν ράβδοι χρυ­σού, συλ­λέ­γο­νται από τη Ζωή με ευλά­βεια προ­κει­μέ­νου να τρο­φο­δο­τή­σουν ένα λαμπρό­τε­ρο, γονι­μό­τε­ρο αύριο, το οποίο η ίδια ορα­μα­τί­ζε­ται και μας προ­σκα­λεί να μοι­ρα­στού­με μαζί της.

Στην ατε­λεί­ω­τη πορεία που δια­νύ­ει το ανθρώ­πι­νο είδος μέσα στο χρό­νο, υπήρ­χαν πάντο­τε κάποια αστέ­ρια πιο αστρα­φτε­ρά από τα υπό­λοι­πα που του έδει­χναν το δρό­μο. Ανά­με­σα τους συγκα­τα­λέ­γω την κυρία Δικταί­ου και την ευχα­ρι­στώ προ­σω­πι­κά για τη φωτει­νή της παρουσία.
Νού­λη Τσα­γκα­ρά­κη – συγ­γρα­φέ­ας


Ρομα­ντι­κή, επα­να­στά­τρια, ερω­τι­κή, η Ζωή Δικταί­ου είναι μια αισθα­ντι­κή γητεύ­τρα των λέξε­ων. Με την πρώ­τη της συλ­λο­γή που φέρει τον τίτλο «Αύριο, στά­χυα οι λέξεις» μας προ­σφέ­ρει λόγους για διά­βα­σμα. Τα ποι­ή­μα­τα της συλ­λο­γής μπο­ρούν να χαρα­κτη­ρι­στούν και ως μικρο­δι­η­γή­μα­τα (ως προς την έκτα­ση) ενώ οι γρα­φές της είναι γεμά­τες εικό­νες, χρώ­μα­τα, φωνές και αισθή­σεις –θαρ­ρείς κυο­φο­ρεί λέξεις ίσα για να γεν­νή­σει εικό­νες, όχι απλώς ποιήματα!
Άλλο­τε σε αρπά­ζει η αψά­δα του σκλη­ρο­τρά­χη­λου ρεα­λι­σμού κι άλλο­τε αρμε­νί­ζεις αρά­δα την αρά­δα «μαντι­να­δο­τρα­γου­δι­στά» λες κι είναι πέρα­σμα δαχτύ­λου πάνω σε χορ­δές άρπας. Όλες οι ενό­τη­τες της συλ­λο­γής μιλούν για αξί­ες που θαρ­ρείς έρχο­νται από άλλες επο­χές, χρό­νων ριζί­τι­κου ταμπε­ρα­μέ­ντου κι ανυ­πο­χώ­ρη­της αξιοπρέπειας.
Η ποι­ή­τρια σηκώ­νει στην πλά­τη της την πέτρα του αλη­σμό­νη­του (ως γνή­σια Ελλη­νί­δα) και βαθυ­στό­χα­στα μιλά για το παρελ­θόν, το ζυγί­ζει στο παρόν ως διδα­χή και με πένα λέξε­ων-στιγ­μών χαράσ­σει ελπί­δα, ξεκι­νά νέα σελί­δα με τη φωνή της καρ­διάς μέσα στο φως της ανθρώ­πι­νης ψυχής. Λεβε­ντο­φτέ­ρου­γη και καπε­τά­νισ­σα, ζωγρα­φί­ζει με αψά­δα τις ιστο­ρί­ες-ρίμες της και μέσα από τις σελί­δες της μας μιλά­ει για γκρε­μούς επι­λο­γών και μετα­λή­ψεις ελπί­δων σε τόπους όπως η Κρή­τη, τα Ιωάν­νι­να, η Κύπρος.
Χεί­λη δαγκω­μέ­να, δυό­σμοι αγκα­λιές, ημέ­ρες έρω­τα και φωτός, προ­δο­σί­ες γεμά­τες οδύ­νες και όνει­ρα λησμο­νη­μέ­να πια, όμως ολού­θε τα πάθη της ζωής που όλοι βημα­τί­ζου­με, ολού­θε ο τρύ­γος της αγά­πης κι ο σπό­ρος της ζωής.
Η Ζωή Δικταί­ου είναι ένα πλά­σμα γεμά­το φως και αυτό δια­φαί­νε­ται και στα ποι­ή­μα­τά της.
Ένα υπέ­ρο­χα αισθα­ντι­κό ταξί­δι αυτό το βιβλίο, απο­λαύ­στε όχι μόνο λέξη τη λέξη μα συνά­μα ήχο τον ήχο, για­τί ναι… όντως μιλά­νε αυτές οι σελί­δες, ψιθυ­ρί­ζουν ζωές.
Γιώρ­γος Τζι­τζι­κά­κης, συγ­γρα­φέ­ας.φιλντισι logo

Αύριο, στά­χυα οι λέξεις
Εκδό­σεις Φίλ­ντι­σι


Περισ­σό­τε­ρα εδώ & εδώ

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο