Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Πολύ γκρινιάρης αυτός ο Απρίλης…

Γρά­φει ο Ηρα­κλής Κακα­βά­νης //

Γρί­λης (γκρι­νιά­ρης) είναι το παρα­τσού­κλι που έδω­σε ο λαός στον Απρί­λη . Είναι ο μήνας που εξα­ντλού­νταν τα απο­θέ­μα­τα της προη­γού­με­νης συγκο­μι­δής και παρα­μό­νευε το φάσμα της πεί­νας. Αυτό επέ­φε­ρε γκρί­νια στην οικο­γέ­νεια, μια και δεν υπήρ­χαν άλλα απο­θέ­μα­τα. Και τινα­χτο­κο­φι­νί­της, επει­δή τίνα­ζαν τα κοφί­νια για να τα καθα­ρί­σουν από τα υπο­λείμ­μα­τα σιτα­ριού και κρι­θα­ριού που φύλα­γαν σε αυτά. Απρί­λης και άνοι­ξη είναι αξε­χώ­ρι­στα, γι’ αυτό ο λαός τον απο­κα­λεί και «Ανοι­ξιά­τη». Τον λέει και «Λαμπρια­ρή» ή «Λαμπριά­τη», αφού τυχαί­νει και πέφτει η ανά­στα­ση αυτόν το μήνα. Η γιορ­τή του Αγί­ου Γεωρ­γί­ου του δίνει το όνο­μα Αϊγιωρ­γί­της (ή Αϊγιωρ­γά­της). Τέλος, είναι ο Τρια­ντα­φυλ­λάς και Κερα­σά­ρης εκεί όπου πρω­το­βγαί­νουν τα κεράσια.

Είναι ταυ­τι­σμέ­νος με την άνοι­ξη, με το άνοιγ­μα της φύσης, επει­δή τότε ανοί­γουν όλα τα άνθη και μπαί­νουν στη φάση της καρ­πο­φο­ρί­ας, με το κελά­η­δη­μα των που­λιών. Ανοί­γουν τα λου­λού­δια, τα δέντρα, ο και­ρός. «Πάλι γελά ο Απρί­λης / Κι είναι Θεού χαρά,/ Χίλια δια­μά­ντια παίζουν/ Στα γαλα­νά νερά». Κατά την κυρί­αρ­χη εκδο­χή, σε αυτό οφεί­λει το όνο­μά του. Aperio στα λατι­νι­κά σημαί­νει ανοί­γω. Γι’ αυτό οι Ρωμαί­οι τον τέταρ­το μήνα του ημε­ρο­λο­γί­ου τους τον ονό­μα­σαν Απρί­λιο (Aprilius). «Ρωμαί­οι Απρί­λιον οιο­νεί ανοι­κτι­κόν του και­ρού φάσιν», Ιωάν­νης Λαυ­ρέ­ντιος ο Λυδός, περ. 520 μ.Χ.

Αυτή η ετυ­μο­λό­γη­ση είναι η κυρί­αρ­χη και γίνε­ται απο­δε­κτή μέχρι σήμε­ρα. Σύμ­φω­να με άλλη νεό­τε­ρη εκδο­χή, το όνο­μα του μήνα προ­έρ­χε­ται από το υπο­κο­ρι­στι­κό Αφρώ (=Αφρο­δί­τη) και τον ετρου­σκι­κό τύπο apru, απ’ όπου τον πήραν οι Ρωμαί­οι. Η ετυ­μο­λό­γη­ση αυτή ενι­σχύ­ε­ται και από το γεγο­νός ότι οι Ρωμαί­οι αφιέ­ρω­σαν το μήνα στη θεά Αφρο­δί­τη. Την τιμού­σαν όλες οι γυναί­κες την 1η του μήνα κάθε χρό­νο, αλλά όχι με τον ίδιο τρό­πο. «Αι σεμναί γυναί­κες (δηλα­δή οι αρχό­ντισ­σες) «υπέρ ομο­νοί­ας και βίου σώφρο­νος ετί­μων την Αφρο­δί­την», ενώ «αι του πλή­θους γυναί­κες», για να τιμή­σουν την Αφρο­δί­τη, πήγαι­ναν την πρω­τα­πρι­λιά να λου­στούν στα λου­τρά των αντρών — πράγ­μα, φυσι­κά, έξω από τα καθιε­ρω­μέ­να — και στα μαλ­λιά τους φορού­σαν στε­φά­νια από μυρ­σί­νη. Υπάρ­χουν δια­φο­ρε­τι­κές ερμη­νεί­ες για τη μυρ­σί­νη. Ομως, ένα είναι φανε­ρό: Οι γυναί­κες του πλή­θους ήταν πολύ πιο κοντά στη φύση από τις σεμνές γυναί­κες που επι­κα­λού­νταν την Αφρο­δί­τη να τις βοη­θή­σει να ζήσουν «βίον σώφρο­να». Τέλος, ήταν αφιε­ρω­μέ­νος και στο θεό Απόλ­λω­να, από τη λαϊ­κή ονο­μα­σία του οποί­ου (Aperta) ίσως προ­ήλ­θε το όνο­μά του.

Την πρω­τα­πρι­λιά το ‘χου­με σε καλό να λέμε ψέμα­τα εν είδει αστεϊ­σμού. Γελού­με τους φίλους είτε για να προ­κα­λέ­σου­με το γέλιο είτε το πρω­τα­πρι­λιά­τι­κο ψέμα θα ξεγε­λά­σει κάθε επί­φο­βο δαί­μο­να (ή «εχθρό») και θα δώσει την ευτυ­χία στο νικη­τή της ψευ­δο­λο­γί­ας. Είναι ένα είδος μαγι­κής πάλης για την επι­κρά­τη­ση του καλού (νικη­τής είναι ο πιο έξυ­πνος, που δε γελά­στη­κε). Είναι ένα έθι­μο που ήρθε στην Ελλά­δα από τη Γαλ­λία την επο­χή των Σταυροφοριών.

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο