Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Πρόσκληση σε παρουσιάση ποιητικής συλλογής

«Μνή­μες της Πέτρας και της Σιω­πής» είναι ο τίτλος της ποι­η­τι­κής συλ­λο­γής του Γιώρ­γου Δ. Μπί­μη, που θα παρου­σια­στεί την Πέμ­πτη 17 Δεκεμ­βρί­ου, στην «Αλκυο­νί­δα» (Ιου­λια­νού 42–46, πλ. Βικτω­ρί­ας, τηλ. 210.8220.008, 210.8220.023, στις 6:30 μμ, με ελεύ­θε­ρη είσοδο.
Για το έργο θα μιλή­σουν, η συγ­γρα­φέ­ας — δημο­σιο­γρά­φος Σοφία Αδα­μί­δου και ο ζωγρά­φος Πανα­γιώ­της (Τάκης) Βαρε­λάς. Μελο­ποι­η­μέ­να ποι­ή­μα­τα της συλ­λο­γής θα παρου­σιά­σουν: Ο συν­θέ­της και τρα­γου­δι­στήςΠαντε­λής Θαλασ­σι­νός και η σολίστ κιθά­ρας Εύα Φάμπα. Συμ­με­τέ­χουν οι μου­σι­κοί: Μανώ­λης Μητσά­κος,φωνή-μπου­ζού­κι και Λάζα­ρος Σαβ­βί­δης, κρου­στά. Ποι­ή­μα­τα δια­βά­ζουν οι ηθο­ποιοί: Βασί­λης Κολο­βός καιΚατε­ρί­να Κουτροκόη.
Ο Γιώρ­γος Δ. Μπί­μης γεν­νή­θη­κε στον Αγιο Γεώρ­γιο Βοιω­τί­ας και ζει στη Λιβα­δειά. Εχει φοι­τή­σει στην Πρό­τυ­πη Σχο­λή Εργο­δη­γών Μηχα­νο­λό­γων της ΣΕΛΕΤΕ, στα ΤΕΙ του Πει­ραιά και στην Παιδαγωγική.
Ο Γιώρ­γος Δ. Μπί­μης ποι­η­τής της ανα­ζή­τη­σης και της ανη­συ­χί­ας, δυνα­μι­κός και τρυ­φε­ρός ανα­τό­μος των ταπει­νών αλλά ανυ­πό­τα­κτων ανθρώ­πων, τολ­μά, παρα­τη­ρεί και ανα­συν­θέ­τει τη ζωή. Η ποί­η­σή του είναι μια ανα­δρο­μή προς την αφε­τη­ρία, ένα βάπτι­σμα στην αρχέ­γο­νη αθω­ό­τη­τα και παράλ­λη­λα ο χώρος της ανα­κά­λυ­ψης του τρό­που, με τον οποίο τόσο η ζωή όσο και ο θάνα­τος δε χάνουν τη γεύ­ση τους. 
«Είναι η ίδια η ζωή που συντρί­βε­ται στο αφι­λό­ξε­νο τοπίο της από­γνω­σης και της μονα­ξιάς, είναι οι βρο­χε­ρές μέρες που πλα­ταί­νουν στον ορί­ζο­ντα, που θρυμ­μα­τί­ζουν τη θλί­ψη και σκορ­πούν τα δάκρυα, είναι η επι­νό­η­ση μιας αυτα­πά­της που εξα­ντλή­θη­κε στην ανε­πάρ­κεια ενός αστό­χα­στου καιρού…»
Μια περί­ερ­γη θλί­ψη θέτει σε κίνη­ση τη λει­τουρ­γία μιας απαι­τη­τι­κής δρά­σης με τρό­πο μάχι­μο και δρα­μα­τι­κά αποτελεσματικό. 
«Ομως ο άνθρω­πος υπάρ­χει για να ματώ­νει τον πόνο όταν η ελπί­δα του εξο­ρί­ζε­ται κι η ζωή για να υπεν­θυ­μί­ζει σ’ αυτόν, αυτό που έχει συντε­λε­στεί: τη θυσία και το αίμα …»
Ο λυρι­σμός, σ’ ένα επι­τυ­χές σύμπλεγ­μα με ρεα­λι­στι­κά στοι­χεία ανα­δει­κνύ­ει τη φαντα­σία και την επι­δε­ξιό­τη­τα του ποιητή. 
«Κι απ’ την ομο­λο­γία της ψυχής θ’ ανα­τεί­λει το και­νού­ριο φως… Η αβά­στα­χτη πορεία του ανθρώ­που για το αύριο. Κι εκεί σ’ αυτή την υπέρ­τα­τη ηθι­κή του μέλ­λο­ντος θα ανα­ζη­τή­σου­με το μέτρο της αλη­θι­νής ζωής… Σ΄ αυτόν το ανή­φο­ρο θ’ απο­κα­λύ­ψου­με τα μεγά­λα φτε­ρά της ψυχής, την άβυσ­σο της δικαιο­σύ­νης, το ήθος των χεριών, τον άπει­ρο πλού­το και την ταπει­νή φτώ­χεια, τον παρά­δει­σο και την κόλαση…»


Οι φίλοι και συνο­δοι­πό­ροι του ποι­η­τή Γιώρ­γου Δ Μπίμη

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο