Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Σαν σήμερα 20 Μαρτίου 1947 η εν ψυχρώ δολοφονία του Γ. Ζέβγου

Στις 2ο Μαρ­τί­ου 1947 δολο­φο­νεί­ται εν ψυχρώ στη Θεσ­σα­λο­νί­κη ο Γιάν­νης Ζέβγος, ανα­πλη­ρω­μα­τι­κό μέλος του ΠΓ του ΚΚΕ.

Ο Γ. Ζέβγος εντά­χθη­κε στο ΣΕΚΕ το 1919, ενώ κατά το 6ο Συνέ­δριο του ΚΚΕ το 1935 ανα­δεί­χθη­κε μέλος της Κεντρι­κής του Επι­τρο­πής. Στη διάρ­κεια της μετα­ξι­κής δικτα­το­ρί­ας πιά­στη­κε, βασα­νί­στη­κε και φυλα­κί­στη­κε στις φυλα­κές της Κέρ­κυ­ρας και κατό­πιν της Ακρο­ναυ­πλί­ας. Το 1943 προ­σλή­φθη­κε στο ΠΓ και τη Γραμ­μα­τεία της ΚΕ του Κόμ­μα­τος. Ηγε­τι­κό στέ­λε­χος του ΕΑΜ, διε­τέ­λε­σε υπουρ­γός Γεωρ­γί­ας στην κυβέρ­νη­ση «Εθνι­κής Ενό­τη­τας» υπό τον Γεώρ­γιο Παπαν­δρέ­ου. Στο 7ο Συνέ­δριο του ΚΚΕ (1945) εκλέ­χθη­κε ανα­πλη­ρω­μα­τι­κό μέλος του ΠΓ.

Ως επι­κε­φα­λής αντι­προ­σω­πεί­ας του ΕΑΜ βρέ­θη­κε από τις πρώ­τες μέρες του Φλε­βά­ρη του 1947 στη Θεσ­σα­λο­νί­κη. «Απο­στο­λή τους ήταν να απο­κα­λύ­ψουν το όργιο της εγκλη­μα­τι­κής τρο­μο­κρα­τί­ας στη διε­θνή Επι­τρο­πή του ΟΗΕ, που, εγκα­τα­στη­μέ­νη εκεί­νη την περί­ο­δο στη συμπρω­τεύ­ου­σα, διε­ρευ­νού­σε… την κατά­στα­ση στην ελλη­νι­κή ύπαι­θρο, όπως αυτή είχε δια­μορ­φω­θεί, μετά τη συμ­φω­νία της Βάρκιζας.

Πράγ­μα­τι, ο Γ. Ζέβγος, από την πρώ­τη μέρα που έφτα­σε στη Θεσ­σα­λο­νί­κη, προ­χώ­ρη­σε σε αλλε­πάλ­λη­λα δια­βή­μα­τα και καταγ­γε­λί­ες στην Επι­τρο­πή του ΟΗΕ. Παρέ­δω­σε πλή­θος συγκε­κρι­μέ­νων στοι­χεί­ων και επώ­νυ­μες μαρ­τυ­ρί­ες, για τρα­μπου­κι­σμούς, ξυλο­δαρ­μούς, κατα­στρο­φές κομ­μα­τι­κών γρα­φεί­ων και γρα­φεί­ων εντύ­πων του ΕΑΜ και του κόμ­μα­τος, κατα­στρο­φές περιου­σιών, βια­σμούς γυναι­κών και άλλες εγκλη­μα­τι­κές ενέρ­γειες, από τις διά­φο­ρες φασι­στι­κές συμ­μο­ρί­ες και τις κρα­τι­κές δυνά­μεις “κατα­στο­λής”. Παρα­θέ­το­ντας σωρεία αδιαμ­φι­σβή­τη­των στοι­χεί­ων απέ­δει­ξε συγκε­κρι­μέ­να ότι, ενώ το ΕΑΜ και η μεγά­λη πλειο­ψη­φία του λαού ζητού­σαν και πάλευαν, για ομα­λές, ειρη­νι­κές και δημο­κρα­τι­κές εξε­λί­ξεις, οι αντι­δρα­στι­κές δυνά­μεις προ­χω­ρού­σαν ήδη σ’ ένα συνε­χώς εντει­νό­με­νο εγκλη­μα­τι­κό και τρο­μο­κρα­τι­κό όργιο, κατα­πα­τώ­ντας ακό­μη και τα στοι­χειώ­δη δημο­κρα­τι­κά δικαιώ­μα­τα του λαού.

Το πρωί της Πέμ­πτης, 20 Μάρ­τη 1947, ο Γ. Ζέβγος βγαί­νει από το ξενο­δο­χείο “Αστό­ρια”, όπου διέ­με­νε και πηγαί­νει στα γρα­φεία της εφη­με­ρί­δας “Αγω­νι­στής”. Εκεί, γρά­φει ένα ακό­μη υπό­μνη­μα προς την Επι­τρο­πή του ΟΗΕ, με νέα στοι­χεία διωγ­μών και αντι­δη­μο­κρα­τι­κών ενερ­γειών των μοναρ­χο­φα­σι­στών και των αρχών και προς το μεση­μέ­ρι πηγαί­νει στο εστια­τό­ριο “Ελβε­τι­κόν”, όπου γευ­μά­τι­ζε κάθε μέρα, αφού πρώ­τα πέρα­σε από το οδο­ντια­τρείο της Στ. Κεφαλίδου.

Βγαί­νο­ντας από το εστια­τό­ριο και καθώς περ­πα­τά στο πεζο­δρό­μιο, λίγα μέτρα από το κτί­ριο, όπου στε­γα­ζό­ταν η διε­θνής Επι­τρο­πή του ΟΗΕ, συνα­ντιέ­ται με το θάνα­το. Εκτε­λε­στής ο Χρ. Βλά­χος, κρε­ο­πώ­λης από τις Σέρ­ρες, πλαι­σιω­μέ­νος από δύο άλλα άτο­μα. Πυρο­βο­λεί, από πολύ κοντά, τρεις φορές τον κομ­μου­νι­στή ηγέ­τη και καθώς αυτός πέφτει θανά­σι­μα πλη­γω­μέ­νος, τον ξανα­πυ­ρο­βο­λεί, για τέταρ­τη φορά, μπρο­στά στα εμβρό­ντη­τα μάτια των περα­στι­κών. Ο δρά­στης, όμως, δε δεί­χνει, να φοβά­ται για την πρά­ξη του και δεν αξιο­ποιεί τη σύγ­χυ­ση, που επι­κρά­τη­σε τις πρώ­τες στιγ­μές, για να εξα­φα­νι­στεί. Ετσι, μετά από λίγη ώρα, συλ­λαμ­βά­νε­ται από πολί­τες, που τον καταδίωξαν.

Η είδη­ση της δολο­φο­νί­ας του Γ. Ζέβγου μαθεύ­τη­κε γρή­γο­ρα και ανα­στά­τω­σε τους πάντες. Ο μοναρ­χο­φα­σι­στι­κός και φιλο­κυ­βερ­νη­τι­κός Τύπος επι­χεί­ρη­σε να παρου­σιά­σει το στυ­γε­ρό έγκλη­μα, σαν ένα “ξεκα­θά­ρι­σμα λογα­ρια­σμών” στους κόλ­πους της Αρι­στε­ράς, εκμε­ταλ­λευό­με­νος το γεγο­νός πως ο δολο­φό­νος είχε κάνει, για ένα διά­στη­μα, στο Μπούλ­κες. Η προ­σπά­θεια, όμως, αυτή των εμπνευ­στών και οργα­νω­τών της δολο­φο­νί­ας έπε­σε στο κενό και στρά­φη­κε σε βάρος τους, όταν ο “Ριζο­σπά­στης”, με συγκε­κρι­μέ­να στοι­χεία και απο­δεί­ξεις απο­κά­λυ­ψε το προ­με­λε­τη­μέ­νο χαρα­κτή­ρα του εγκλή­μα­τος και τους εμπνευ­στές του.

Στις 3 Απρί­λη 1947, δημο­σιεύ­ε­ται στο “Ρ” γράμ­μα του Νίκου Σιδη­ρό­που­λου, ενός από την παρέα του δολο­φό­νου και δρα­πέ­τη επί­σης από το Μπούλ­κες, ο οποί­ος απο­κα­λύ­πτει, ότι η δολο­φο­νία οργα­νώ­θη­κε από τις “εθνι­κό­φρο­νες οργα­νώ­σεις”, το Α2 και την ΕΣΑ του Γ‘ Σώμα­τος Στρα­τού, υπό την υψη­λή επο­πτεία του υπουρ­γού τότε Δημό­σιας Τάξης, Ναπ. Ζέρ­βα. Αλλω­στε, δεν ήταν καθό­λου τυχαίο, ότι βρί­σκο­νταν τις ημέ­ρες εκεί­νες στη Θεσ­σα­λο­νί­κη ολό­κλη­ρο κυβερ­νη­τι­κό κλι­μά­κιο, από τους Ν. Ζέρ­βα και τους υπουρ­γούς Δικαιο­σύ­νης και Βόρειας Ελλά­δας, Αλε­ξαν­δρή και Ροδό­που­λο αντί­στοι­χα. Ο Ν. Σιδη­ρό­που­λος απο­κά­λυ­ψε, επί­σης, ότι το σχέ­διο ήταν ευρύ­τε­ρο, αφού περιε­λάμ­βα­νε και τις δολο­φο­νί­ες των: Γ. Πασα­λί­δη (μετέ­πει­τα προ­έ­δρου της ΕΔΑ) και Αλέξ. Σακε­λα­ρό­που­λου (μετέ­πει­τα προ­έ­δρου του Δικη­γο­ρι­κού Συλ­λό­γου Αθηνών).

Ο δολο­φό­νος του Γ. Ζέβγου κατα­δι­κά­στη­κε — για τα μάτια — σε δύο χρό­νια φυλα­κή, το 1948. Πολύ γρή­γο­ρα, όμως, τον απε­λευ­θε­ρώ­νουν και τον φυγα­δεύ­ουν στην Αργε­ντι­νή. Χώρα, την οποία… προ­τι­μού­σαν ιδιαί­τε­ρα τότε οι απα­ντα­χού φασί­στες. Μετά από αρκε­τά χρό­νια γυρί­ζει στην Ελλά­δα και στις 20 Σεπτέμ­βρη του 1981, ως τρό­φι­μος του ψυχια­τρεί­ου της Λέρου πλέ­ον, δίνει μια συνέ­ντευ­ξη στην “Ακρό­πο­λη της Κυρια­κής”, όπου ομο­λο­γεί και τα εξής: “Ολη μου η ζωή είναι αφιε­ρω­μέ­νη στην πατρί­δα, στους συμ­μά­χους… Εγώ δού­λευα για την ελλη­νι­κή και τη συμ­μα­χι­κή αντι­κα­τα­σκο­πία, πολε­μού­σα τους κομ­μου­νι­στές και τους Τούρ­κους… Ετσι, εκτέ­λε­σα και την εντο­λή που πήρα από τους ανω­τέ­ρους μου, να σκο­τώ­σω τον Γιάν­νη Ζέβγο. Εγώ έτρε­ξα. Επρε­πε να υπα­κού­σω. Η πατρί­δα κιν­δύ­νευε, έπρε­πε να την καθα­ρί­σω από τους κομ­μου­νι­στές και τους Τούρ­κους… Και τον Σουλ­τά­νο του ΚΚΕ έπρε­πε να τον σκο­τώ­σω”» (Ριζο­σπά­στης»).

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο