Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Σαν σήμερα 26 Οκτωβρίου 1957 πεθαίνει ο Νίκος Καζαντζάκης

Σαν σήμε­ρα 26 Οκτω­βρί­ου 1957 πέθα­νε ο λογο­τέ­χνης Νίκος Καζαν­τζά­κης. Με αφορ­μή αυτή την επέ­τειο ανα­δη­μο­σιεύ­ου­με κεί­με­νο του Κώστα Βάρ­να­λη στην «Αυγή» για τον Νίκο Καζαντζάκη.

* * *

Νίκος Καζαντζάκης

ΜΕΤΑ θάνα­τον φιλο­τι­μή­θη­κε η Πατρί­δα (το καθε­στώς της υπο­τε­λεί­ας) να τιμή­σει ένα Ελεύ­θε­ρο τέκνο της, τον Καζαν­τζά­κη. Να τόνε θάψει δημο­σία δαπά­νη! Να τον τιμή­σει νεκρόν, για­τί, όσο ήτα­νε ζωντα­νός και την τιμούσ’ εκεί­νος και μέσα κ’ έξω απ’  τα σύνο­ρά μας, η Πατρί­δα (το καθε­στώς της υπο­τε­λεί­ας) τον απο­κή­ρυτ­τε και τον πολε­μού­σε με όλες του τις εξου­σί­ες: υπουρ­γεία, Εκκλη­σία, Ακα­δη­μία. Ευτυ­χώς που ζού­σε στην ξενι­τιά. Αν ήταν εδώ κ’ έγραφ’ εδώ, θα τον κυνη­γού­σε πιο απο­τε­λε­σμα­τι­κά ως αντί­χρι­στο κλπ.

Στον τάφο του μόνο δάφ­νες ται­ριά­ζου­νε τώρα. Πολ­λά, πρό­ωρ’ ακό­μα, κι αντι­φα­τι­κά γρα­φτή­κα­νε στις εφη­με­ρί­δες αυτών των ημε­ρών για τον άνθρω­πο και για το έργο του. Κι αυτός και κεί­νο έχουν αντι­φάσεις. Ζού­σα­νε διπλή ζωή. Μιαν Αλη­θι­νή και μια φκιαχτή.

Ο Καζαν­τζά­κης ήταν όχι τόσον ένας δημιουρ­γός ηρώ­ων παρά, πολύ περισ­σό­τε­ρο, ήρω­ας ο ίδιος! Ηρω­ας της δου­λειάς, της μάθη­σης, των ταξι­διών, της σκέ­ψης και της αυτο­κυ­ριαρ­χί­ας. Θα μεί­νει μονα­δι­κό παρά­δειγ­μα αδιά­κο­πης προ­σπά­θειας για την κατά­χτη­ση της κορυ­φής. Ο Σικε­λια­νός ήτα­νε πηγαί­ος πλη­θω­ρι­κός τύπος — εκρη­κτι­κός και στη ζωή του και στους στί­χους του. Εφτα­νε με άλμα­τα στο τέρ­μα. Ήτα­νε προι­κι­σμέ­νος από τη Φύση μέσα στη Φύση — αυτός το κέντρο. Ο Καζαν­τζά­κης κατά­φερ­νε ν’ αντι­κα­τα­σταί­νει τον αυθορ­μη­τι­σμό με τον και­ρό και με τον κόπο — κατα­πώς ήθε­λε δ Σολω­μός. Ομως κι ο και­ρός κι ο κόπος αφή­σα­νε τα ίχνη τους στα κεί­με­να του.

Ολη του η αγω­νία, όπως φαί­νε­ται και στα βιβλία του και στα ιδιω­τι­κά του γράμ­μα­τα, ήτα­νε να κατα­πλή­ξει με την εντυ­πω­σια­κή, την απροσ­δό­κη­τη την υπερ­βο­λι­κή φρά­ση — την αλή­θεια του περιε­χο­μέ­νου την είχε για δεύ­τε­ρο πρά­μα. Γι’ αυτόν το λόγο το έργο του κάνει εντύ­πω­ση, μα δεν πεί­θει. Δεν κινεί την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα — για­τί μένει έξω απ’  τη φλε­γό­με­νη βάτο, την πραγματικότητα.

Αλλω­στε, στην ουσία της, η φιλο­σο­φία του είναι άρνη­ση της πραγ­μα­τι­κό­τη­τας: του φαι­νο­μέ­νου! Είναι πέρα κι από τις αλη­θειες κι από τα ψέμα­τα, όπως ο Νίτσε πέρ’ απ’ το καλό και το κακό. Ο θάνα­τος — η τελευ­ταία πρά­ξη. Και αρχή.

Αυτός ο μηδε­νι­σμός του τον εμπό­δι­σε να πάρει θέση που­θε­νά. Έμει­νε πάντα έξω απ’ όλα — έκτος αν κάπο­τε κάπου ερα­σιτεχνικά και περα­στι­κός. Μόνο στο δημο­τι­κι­σμό έμει­νε πάντα πιστός αγω­νι­στής κ’ ένας από τους τελευ­ταί­ους, που απο­μεί­να­με, οπα­δούς του Κανόνα.

Μόνον έξω από τα πράγ­μα­τα ένιω­θε τον εαυ­τό του λεύ­τε­ρο: απο­δε­σμευ­μέ­νον από μάταιες ευθύ­νες. Στα παλιά του τα χρό­νια βρή­κε τη θεω­ρία του μετα­κομ­μου­νι­σμού — μια θεω­ρία που τον ευκό­λυ­νε να ξεφορ­τω­θεί το παρόν. Ανά­λο­γη θεω­ρία είχε λαν­σά­ρει τότε και ο κ. Παπαν­δρέ­ου: τη θεω­ρία του μετακαπιταλισμού.

Αυτός ο μηδε­νι­σμός κ’ εξω­πραγ­μα­τι­σμός του ήταν ίσως φυσι­κή εκδή­λω­ση μιας πικρα­μέ­νης ιδιο­συ­γκρα­σί­ας. Αλλά του μεγά­λω­σε την απελ­πι­σία και τον οδή­γη­σε στο μυστι­κι­σμό και στη θεο­λη­ψία. Αυτά τα δια­λυ­τι­κά πνευ­μα­τι­κά στοι­χεία αφαι­ρούν από το έργο του τη δύνα­μη, που πρέ­πει να έχουν όλα τα ζωντα­νά έργα: να κινού­νε την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, να φρο­νη­μα­τί­ζου­νε τα νιά­τα και να φωτί­ζου­νε το δρό­μο του μέλλοντος.

Ανε­ξάρ­τητ’ απ’  όλα αυτά, το έργο του όλο είναι κατα­πλη­χτι­κό σε ποσό­τη­τα και σε ποιό­τη­τα. Σ’ όλα τα είδη του εντέ­χνου Λόγου στά­θη­κε θαυ­μα­στός, αλλά πάντο­τες έντε­χνος. Έγρα­ψε δεκά­δες χιλιά­δες στί­χους και πεζά. Κι όλα με την αγω­νία της έκφρα­σης μη περαι­τέ­ρω. (Ετσι ορί­ζει το λογο­τε­χνι­κόν ωραίο ο Μπε­νε­ντέ­το Κρό­τσε. Μα ο ορι­σμός του είναι μισός. Πρέ­πει και το περιε­χό­με­νο να ναι αλή­θεια μη περαι­τέ­ρω — του­λά­χι­στο βίωμα).

Οι νέοι (κ’ οι γέροι) έχου­νε να πάρου­νε πολ­λά διδάγ­μα­τα απ’ τον Καζαν­τζά­κη: Να χου­νε φιλο­σο­φι­κές περιέρ­γειες, να μην είναι αδιά­βα­στοι και προ­χει­ρο­λό­γοι, να δίνουν όλη τους τη ζωή στην Τέχνη και στο δού­λε­μα της έκφρα­σης — αλλά και στην ανα­ζή­τη­ση της αλή­θειας, του δίκιου και της ελευ­θε­ρί­ας. Για­τί κι αν είναι το έργο του μάλ­λον αρνη­τι­κό, έχει δυο μεγά­λα προ­τε­ρή­μα­τα, που το σώζουν από κάθε χαλα­σμό: την ελευ­θε­ρία της συνεί­δη­σης και την περη­φά­νια της ελευθερίας.

Είναι περί­ερ­γη σύμ­πτω­ση (υπάρ­χει και λόγος!) που οι μεγα­λύ­τε­ροι συγ­γρα­φείς και φωτο­δό­τες του Εθνους έζη­σαν ή έδρα­σαν στο εξω­τε­ρι­κό. Από το Ρήγα ως τον Κοραή, από το Σολω­μό (τα Εφτά­νη­σα τότες ήταν… εξω­τε­ρι­κό) και τον Κάλ­βο ίσα­με τον Ψυχά­ρη και τον Πάλλη,

Η μοί­ρα των εδώ είναι η μοί­ρα του Παπα­δια­μά­ντη και του Βου­τυ­ρά — ή ακό­μα χει­ρό­τε­ρα — του Λασκα­ρά­του και του Ροΐ­δη. Κανέ­να ελεύ­θε­ρο πνεύ­μα δεν είναι δεχτό εδώ. Προ­σέξ­τε ποιοι στέ­κο­νται στα ψηλό­τε­ρα πόστα της πνευ­μα­τι­κής μας ζωής και θα καλο­τυ­χί­σε­τε τον Καζαν­τζά­κη, που μπό­ρε­σε να ζήσει και να δου­λέ­ψει και να μεγα­λυν­θεί στο εξω­τε­ρι­κό, για να ταφεί στο τέλος εδώ δημο­σία δαπάνη.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

Θα αντι­κα­τα­στή­σει ο Ν. Καζαν­τζά­κης τον δαφ­νο­στε­φα­νω­μέ­νο έφη­βο στη φανέ­λα του Ολυμπιακού;

Τρί­λε­πτο από­σπα­σμα από την τελευ­ταία τηλε­ο­πτι­κή συνέ­ντευ­ξη του Καζαντζάκη

Ο Καζαν­τζά­κης της «Ιλιά­δας»

Πότε και για­τί έγι­νε η δίκη Γλη­νού – (Καζαν­τζά­κη;)

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο