Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Σαν σήμερα 27 Δεκεμβρίου 1947 τίθεται εκτός νόμου το ΚΚΕ

Επι­μέ­λεια Αλέ­κος Χατζη­κώ­στας //

27/12/1947: Υπογράφεται ο Α.Ν. 509 περί «Ασφαλείας του Κράτους, του πολιτεύματος, του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών»

 Το μετα­πο­λε­μι­κό αστι­κό κρά­τος, προ­κει­μέ­νου να αντι­με­τω­πί­σει τον «εχθρό λαό» ‑που ένο­πλα πλέ­ον ζητά το δίκιο του- θωρα­κί­ζε­ται και νομι­κά με  μια σει­ρά αντι­δρα­στι­κά νομο­θε­τή­μα­τα ενί­σχυ­σης της κρα­τι­κής κατα­σταλ­τι­κής δράσης.

an509-eleyueriaΑνα­φέ­ρου­με χαρα­κτη­ρι­στι­κά το δια­βό­η­το Γ΄ Ψήφι­σμα, του Ιού­νη 1946, που τιμω­ρού­σε με ισό­βια κάθειρ­ξη την «από­πει­ραν συνω­μο­σί­ας» και με θάνα­το την «εφαρ­μο­γήν συνω­μο­σί­ας», και ο μετα­ξι­κός Ανα­γκα­στι­κός Νόμος 375, της 18ης του Δεκέμ­βρη 1936, αλλά και άλλα νομι­κά κατα­σκευά­σμα­τα (συνή­θως μέσω «Ανα­γκα­στι­κών Νόμων» , που κατα­δί­κα­ζαν τη σκέ­ψη, παρέ­τει­ναν επ’ αόρι­στο το χρό­νο εκτό­πι­σης των «υπό­πτων» και επε­ξέ­τει­ναν τις διώ­ξεις σε συγ­γε­νείς των εν λόγω «υπό­πτων» πρώ­του, δευ­τέ­ρου, αλλά και τρί­του βαθ­μού. Με το Νόμο «Περί Τύπου», που ψήφι­σε η κυβέρ­νη­ση Σοφού­λη στις 17 Οκτώ­βρη 1947, απα­γο­ρεύ­τη­κε η έκδο­ση του «Ριζο­σπά­στη» και άλλων δημο­κρα­τι­κών εφημερίδων.

an509-simerini

an509-emprosΣταθ­μό ωστό­σο στην ιστο­ρία των λεγο­μέ­νων «εκτά­κτων μέτρων» απο­τέ­λε­σε ο ανα­γκα­στι­κός νόμος 509/1947, που εγκαι­νιά­ζει την περί­ο­δο της κυβερ­νη­τι­κής αντε­πί­θε­σης (Κυβέρ­νη­ση του «κεντρώ­ου» Σοφού­λη για να μην ξεχνιό­μα­στε) μετά και την ανα­κή­ρυ­ξη της Προ­σω­ρι­νής Δημο­κρα­τι­κής Κυβέρ­νη­σης (ΠΔΚ) του Δ.Σ.Ε. Ο ΑΝ 509, ερχό­ταν να δώσει τη «νομι­κή κάλυ­ψη» για τα όσα είχαν προη­γη­θεί στην πρά­ξη όλο το προη­γού­με­νο χρο­νι­κό διά­στη­μα, αλλά και να επε­κτεί­νει και να ολο­κλη­ρώ­σει ένα καθε­στώς στυ­γνής ταξι­κής δικτα­το­ρί­ας. Με την εφαρ­μο­γή του οι διώ­ξεις πολ­λα­πλα­σιά­στη­καν. Τα έκτα­κτα στρα­το­δι­κεία «εργά­ζο­νταν» νυχθη­με­ρόν, αυξά­νο­ντας κατα­κό­ρυ­φα τους κατα­δι­κα­σμέ­νους σε θάνα­το κομ­μου­νι­στές: από 116 το 1946 σε 688 το 1947 και 1.547 μόνο το α’ εξά­μη­νο του 1948.

Φυσι­κά στη συνέ­χεια μια σει­ρά νομο­θε­τή­μα­τα που ακο­λού­θη­σαν τον ΑΝ 509 ολο­κλή­ρω­σαν το οικο­δό­μη­μα, του οποί­ου αυτός απο­τε­λού­σε τη βάση. (Χαρα­κτη­ρι­στι­κό παρά­δειγ­μα ο ΑΝ 516/1948 μέσω του οποί­ου θεσπί­στη­κε το καθε­στώς «ελέγ­χου νομι­μο­φρο­σύ­νης των δημο­σί­ων υπαλ­λή­λων και υπη­ρε­σιών» κ.α)

Στο σημε­ρι­νό μας αφιέ­ρω­μα, παρου­σιά­ζου­με ολό­κλη­ρο τον «Ανα­γκα­στι­κό Νόμο»,καθώς και φωνο­γρα­φι­κό υλι­κό από την παρου­σί­α­ση του από εφη­με­ρί­δες της επο­χής (ΕΜΠΡΟΣ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΠΑΤΡΩΝ, καθώς και το ΦΕΚ του Α.Ν)

Στην αιτιο­λο­γι­κή έκθε­ση του Α.Ν 509/1947 (27/12)  «ο επί της Δικαιο­σύ­νης Υπουρ­γός»  Χρή­στος Λαδάς ανα­φέ­ρει χαρακτηριστικά: 

«Προς την Α.Μ. Το Βασι­λέα των Ελλήνων

Από και­ρού χρη­σι­μο­ποιού­με­νοι οι απο­τε­λού­ντες ελά­χι­στην αντε­θνι­κήν μειο­νό­τη­τα ανα­τρο­πείς, ως πρω­το­πό­ρον τάγ­μα θανά­του υπό των προ­αιω­νί­ων εχθρών του Γένους καθ’ ας στιγ­μάς οι Ελλη­νες, καθη­μαγ­μέ­νοι εκ της διαρ­κούς υπέρ βωμών και εστιών πάλης, ητοι­μά­ζο­ντο να μετα­βώ­σιν εις τας εκκλη­σί­ας των διά να εορ­τά­σω­σιν τη μεγά­λην εορ­τήν, οι αρνη­ταί της πατρί­δος, την οικο­γε­νεί­ας και της θρη­σκεί­ας εσκέ­πτο­ντο το έγκλη­μα και δεν εδί­στα­σαν να το ολοκληρώσουν.

Εις αυτούς απα­ντά ο Ελλη­νι­κός λαός, έτοι­μος εις κάθε θυσί­αν και απο­φα­σι­σμέ­νος να προ­α­σπί­ση τα πάτρια χώμα­τα και τας ελευ­θε­ρί­ας του εις μίαν ακα­τά­βλη­τον εθνι­κήν ενό­τη­τα με τα παι­διά του εις τας επάλ­ξεις του καθήκοντος.

Εφ’ οις η εκ του Λαού προ­ελ­θού­σα Κυβέρνησις,εν απου­σία  της Βου­λής, εκπλη­ρού­σα υπέρ­τα­τον προς την Ελλά­δα καθή­κον, δια του Ανα­γκα­στι­κού Νόμου, ον έχει την τιμήν να συνυ­πο­βά­λη, κηρύσ­σει τη διά­λυ­σιν των Κομ­μά­των και των Οργα­νώ­σε­ων που πράγ­μα­τι δεν υπη­ρέ­τη­σαν ποτέ την Ελλά­δα και τα οποία έθε­σαν  δια των από μακρού πρά­ξε­ών των αυτά εαυ­τά εκτός  νόμου και λαμ­βά­νει τα πρέ­πο­ντα μέτρα προς  προ­στα­σί­αν του Κρά­τους, του Πολι­τεύ­μα­τος, του Κοι­νω­νι­κού Καθε­στώ­τος και των πραγ­μα­τι­κών ελευ­θε­ριών του Λαού. Συγ­χρό­νως δε προ­βαί­νει εις την εκκα­θά­ρι­σιν των δημο­σίω νυπη­ρε­σιών από των δημο­σί­ων υπαλ­λή­λων και υπη­ρε­τών οίτι­νες-ανε­ξαρ­τή­τως ποι­νι­κής ευθύ­νης-προ­πα­γαν­δί­ζουν καθ’ οιον­δή­πο­τε τρό­πον την επι­κρά­τη­ισν των σκο­πών  των εχθρών του τόπου και γίνο­νται συνει­δη­τά όργα­να αυτών.

Προ­τεί­νου­σα τα μέτρα ταύτα,η εκ του Λαού προ­ελ­θού­σα Κυβέρ­νη­σις υπο­βάλλ­λει την ευλα­βή παρά­κλη­σιν όπως η Υμε­τέ­ρα μεγα­λειό­της κυρώ­ση αυτά δια της υπο­γρα­φής της και επα­να­λαμ­βά­νει την ακλό­νη­τον πίστην της ότι «το Έθνος είναι απο­φα­σι­σμέ­νο να νική­ση πρέ­πει να νκή­ση και θα νικήση».

***

Ολό­κλη­ρος ο Α.Ν 509

«Ἄρθρον 1.

  1. Τὸ Κομ­μου­νι­στι­κὸν Κόμ­μα Ἑλλά­δος, τὸ Ἐθνι­κὸν Ἀπε­λευ­θε­ρω­τι­κὸν Μέτω­πον (ΕΑΜ) καὶ ἡ Ἐθνι­κὴ Ἀλλη­λεγ­γύη προ­πα­ρα­σκευά­σα­ντα καὶ ἐνερ­γο­ῦντα τὴν κατὰ τῆς ἀκε­ραιό­τη­τος τῆς Χώρας προ­δο­τι­κὴν ἀνταρ­σί­αν δια­λύ­ο­νται. Ἐπί­σης δια­λύ­ε­ται καὶ πᾶν ἄλλο πολι­τι­κὸν κόμ­μα, σωμα­τε­ῖον ἢ ὀργά­νω­σις, ἥτις ἤθε­λε θεω­ρη­θῇ, κατὰ τὰς δια­τά­ξεις τῆς ἑπο­μέ­νης παρα­γρά­φου, ὡς συνερ­γα­ζό­με­νη μετ’ αὐτῶν ἢ ἐπι­διώ­κου­σα ἀμέ­σως ἢ εμμέ­σως τὴν ἐφαρ­μο­γὴν ἰδε­ῶν ἐχου­σῶν ὡς σκο­πὸν τὴν διὰ βιαί­ων μέσων ἀνα­προ­πὴν τοῦ πολι­τεύ­μα­τος, τοῦ κρα­το­ῦντος κοι­νω­νι­κοῦ συστή­μα­τος ἢ τὴν ἀπό­σπα­σιν μέρους ἐκ τοῦ ὅλου τῆς Ἐπικρατείας.
  2. Κόμ­μα­τα, σωμα­τε­ῖα, ἢ ὀργα­νώ­σεις μὴ μνη­μο­νευό­με­ναι ἀνω­τέ­ρω, ὡς καὶ αἱ τυχὸν συστα­θη­σό­με­ναι μετὰ τὴν ἰσχὺν τοῦ παρό­ντος Νόμου, διαρ­κού­σης τῆς ἀνταρ­σί­ας, χαρα­κτη­ρί­ζο­νται ὡς ὑπα­γό­με­ναι εἰς τὰς δια­τά­ξεις τῆς προη­γου­μέ­νης παρα­γρά­φου δι’ ἀπο­φά­σε­ως τοῦ Ὑπουρ­γι­κοῦ Συμ­βου­λί­ου μεν, ἐφ’ ὅσον πρό­κει­ται περὶ κόμ­μα­τος, εἰς πᾶσαν δ’ ἄλλην περί­πτω­σιν δι’ ἀπο­φά­σε­ως τῶν κατὰ τόπους πρω­το­βαθ­μί­ων Ἐπι­τρο­πῶν Δημ. Ἀσφα­λεί­ας, μὴ ὑπο­κει­μέ­νης εἰς οὐδὲν ἔνδι­κον μέσον.
  3. Τὰ γρα­φε­ῖα τῶν δια­λυο­μέ­νων κομ­μά­των, σωμα­τεί­ων ἢ ὀργα­νώ­σε­ων κλεί­ο­νται, λυο­μέ­νης τῆς μισθώ­σε­ως, ἅπα­σα δὲ ἡ περιου­σία καὶ τὰ ἀρχε­ῖα αὐτῶν κατά­σχο­νται ὑπὸ τῆς οἰκί­ας Εἰσαγ­γε­λι­κῆς Ἀρχῆς.
  4. Τὰ κατὰ τὴν προη­γου­μέ­νην παρά­γρα­φον κατα­σχό­με­να δημεύ­ο­νται διὰ βου­λεύ­μα­τος τοῦ συμ­βου­λί­ου τῶν Πλημ­με­λειο­δι­κῶν τοῦ τόπου τῆς κατα­σχέ­σε­ως. Ἐν τῷ βου­λεύ­μα­τι ὁρί­ζε­ται τίνα ἐκ τῶν δημευο­μέ­νων ἀντι­κει­μέ­νων δύνα­ται νὰ ἐκποι­η­θο­ῦν. Τὸ προϊ­ὸν τῆς ἐκποι­ή­σε­ως τού­των δια­τί­θε­ται ἀπο­κλει­στι­κῶς πρὸς ἐνί­σχυ­σιν τῶν θυμά­των τῆς ἀνταρσίας.

 

Ἄρθρον 2.

  1. Ὅστις ἐπι­διώ­κει τὴν ἐφαρ­μο­γὴν ἰδε­ῶν ἐχου­σῶν ὡς ἔκδη­λον σκο­πὸν τὴν διὰ βιαί­ων μέσων ἀνα­τρο­πὴν τοῦ Πολι­τεύ­μα­τος, τοῦ κρα­τού­ντος κοι­νω­νι­κοῦ συστή­μα­τος ἢ τὴν ἀπό­σπα­σιν μέρους ἐκ τοῦ ὅλου τῆς ἐπι­κρα­τεί­ας, ἢ ἐνερ­γεῖ ὑπὲρ τῆς ἐφαρ­μο­γῆς αὐτῶν προ­ση­λυ­τι­σμὸν τιμω­ρε­ῖται ἐὰν μὲν εἶναι ἀρχη­γὸς ἢ ὁδη­γὸς διὰ τῆς ποι­νῆς τῶν προ­σκαί­ρων δεσμῶν, εἰς ἰδί­ως δὲ βαρεί­ας περι­πτώ­σεις διὰ τῆς ποiνῆς τῶν ἰσο­βί­ων δεσμῶν ἢ τοῦ θανά­του, ἐὰν δὲ εἶναι ἁπλο­ῦς συστα­σιώ­της διὰ ποι­νῆς φυλα­κί­σε­ως, εἰς ἰδί­ως δὲ βαρεί­ας περι­πτώ­σεις διὰ τῆς ποι­νῆς τῆς εἱρ­κτῆς ἢ τῶν προ­σκαί­ρων δεσμῶν.
  2. Ὡς ἰδιαι­τέ­ρα ἐπι­βα­ρυ­ντι­κὴ περί­πτω­σις θεω­ρε­ῖται ἡ ἐκτέ­λε­σις τῆς πρά­ξε­ως ἐν δημο­σίῳ τόπῳ, παρό­ντων πολ­λῶν, ἢ διὰ τοῦ τύπου, ἢ ἐὰν ὁ προ­ση­λυ­τι­σμὸς ἐνερ­γε­ῖται διὰ χρη­μά­των, ἢ ἀπευ­θύ­νε­ται πρὸς ἀνη­λί­κους, στρα­τιω­τι­κο­ὺς ἐν γένει ἢ δημο­σί­ους λειτουργούς.

 

Ἄρθρον 3.

  1. Ἐὰν τὸ ἐν τῷ προη­γου­μέ­νῳ ἄρθρῳ ἀδί­κη­μα τελε­σθῆ διὰ τοῦ τύπου, ὑπέ­χου­σιν εὐθύ­νην ὃ τε συγ­γρα­φε­ὺς ἢ συντά­κτης τοῦ δημο­σιεύ­μα­τος, ὁ διευ­θυ­ντὴς ἢ ἐκδό­της τοῦ ἐντύ­που, καὶ ὁ ἐν γνώ­σει ἀνα­λα­βών τὴν κυκλο­φο­ρί­αν τοῦ τοιού­του ἐντύ­που, ἀγνώ­στου δὲ ὄντος τοῦ ἐκδό­του, ὁ τυπογράφος.
  2. Κατὰ τῶν ἐν τῇ προη­γου­μέ­νῃ παρα­γρά­φῳ ἀπαγ­γέλ­λε­ται πρὸς τού­τοις παῦσις τοῦ ἐπι­τη­δεύ­μα­τος τοῦ δημο­σιο­γρά­φου ἢ τυπο­γρά­φου ἢ ἐκδό­του του­λά­χι­στον ἑνὸς ἔτους καὶ ἐν ὑπο­τρο­πῇ ὁρι­στι­κὴ τοιαύτη.
  3. Ὁ παρὰ τὴν παῦσιν ταύ­την ἐξα­σκῶν τὸ ἐπάγ­γελ­μα αὐτοῦ τιμω­ρε­ῖται διὰ φυλα­κί­σε­ως καὶ ἐν ὑπο­τρο­πῇ δι’ εἱρκτῆς.

 

Ἄρθρον 4.

  1. Ἀπα­γο­ρεύ­ο­νται αἱ ἐν ὑπαί­θρῳ εἴτε ἐν κλει­στῷ χώρῳ συνα­θροί­σεις προ­σώ­πων ἐπι­διω­κό­ντων τὴν ἐφαρ­μο­γήν τῶν ἐν ἄρθρῳ 2 ἰδεῶν.
  2. Ὁ ἐν γνώ­σει προ­σερ­χό­με­νος εἰς τοιαύ­την συνά­θροι­σιν τιμω­ρε­ῖται διὰ φυλα­κί­σε­ως τοὐλά­χι­στον ἓξ μηνῶν.
  3. Ὁ ἐν γνώ­σει δεχό­με­νος εἰς τὴν οἰκί­αν του ἢ τὸ κατά­στη­μά του συνά­θροι­σιν περὶ ἧς ἡ παρά­γρα­φος 1 τοῦ παρό­ντος ἄρθρου, τιμω­ρε­ῖται διὰ φυλα­κί­σε­ως τοὐλά­χι­στον ἓξ μηνῶν. Διὰ τῆς κατα­δι­κα­στι­κῆς ἀπο­φά­σε­ως ἀπαγ­γέλ­λε­ται ὑπο­χρε­ω­τι­κῶς ἡ λύσις τῆς μισθώ­σε­ως τοῦ κατα­λύ­μα­τος καὶ ἡ ἄρσις τῆς προ­στα­σί­ας τοῦ ἐνοικιοστασίου.
  4. Ὅστις κακο­βού­λως δια­τα­ράσ­σει πολι­τι­κὴν συγκέ­ντρω­σιν ἐπι­τρε­πο­μέ­νου σκο­ποῦ τιμω­ρε­ῖται διὰ τῆς ποι­νῆς τῆς φυλακίσεως.

 

Ἄρθρον 5.

  1. Ἡ κατα­δί­κη τῶν δημο­σί­ων ὑπαλ­λή­λων καὶ ὑπη­ρε­τῶν ἐπί τινι τῶν ἀδι­κη­μά­των τοῦ παρό­ντος νόμου συνε­πά­γε­ται τὴν ἀπὸ τῆς ὑπη­ρε­σί­ας ἔκπτω­σιν, ἀπαγ­γε­λο­μέ­νην ὑπὸ τῆς κατα­δι­κα­σι­κῆς ἀπο­φά­σε­ως, δι’ ἦς ὡσαύ­τως ὁρί­ζε­ται ἀνι­κα­νό­της πρὸς ἀνά­κτη­σιν ἀρχῆς ἢ ἄλλης δημο­σί­ας ὑπη­ρε­σί­ας ἐπὶ πέντε τοὐλά­χι­στον ἔτη.
  2. Στρα­τιω­τι­κοὶ παντὸς βαθ­μοῦ, ὡς καὶ οἱ ἀνή­κο­ντες εἰς τὰ Σώμα­τα Ἀσφα­λεί­ας, κατα­δι­κα­ζό­με­νοι ἐπί τινι τῶν ἀδι­κη­μά­των τοῦ παρό­ντος Νόμου, ἐκπί­πτουν τῆς ὑπη­ρε­σί­ας καὶ στε­ρο­ῦνται ὅλων τῶν μετὰ τῆς ἀρχῆς ἢ ὑπη­ρε­σί­ας συνημ­μέ­νων δικαιω­μά­των καὶ πλε­ο­νε­κτη­μά­των. Ἡ τοιαύ­τη κατα­δί­κη συνε­πι­φέ­ρει καὶ διαρ­κῆ ἀνι­κα­νό­τη­τα πρὸς ἀνά­κτη­σιν ἀρχῆς ἢ ἄλλης δημο­σί­ας ὑπη­ρε­σί­ας. Αἱ συνέ­πειαι αὗται ἐπέρ­χο­νται καὶ ἂν δὲν ἀπαγ­γέλ­λω­νται ἐν τῇ ἀποφάσει.

 

Ἄρθρον 6.

  1. Δημό­σιοι ὑπάλ­λη­λοι καὶ ὑπη­ρέ­ται καί­τοι μὴ ὑπο­πε­σό­ντες εἰς ἀξιό­ποι­νον πρᾶξιν τοῦ παρό­ντος Νόμου, προ­πα­γαν­δί­ζο­ντες ἐν τού­τοις κομ­μου­νι­στι­κὰς Ἀρχάς ἢ προ­σβάλ­λο­ντες τὴν ἰδέ­αν τῆς Πατρί­δος ἢ τὰ Ἐθνι­κὰ Σύμ­βο­λα, ἀπο­λύ­ο­νται ὁρι­στι­κῶς τῆς ὑπη­ρε­σί­ας, μετ’ ἀπό­φα­σιν τοῦ οἰκεί­ου Συμβουλίου.
  2. Στρα­τιω­τι­κοὶ παντὸς βαθ­μοῦ καὶ οἱ ἀνή­κο­ντες εἰς τὰ Σώμα­τα Ἀσφα­λεί­ας, καί­τοι μὴ ὑπο­πε­σό­ντες εἰς ἀξιό­ποι­νον πρᾶξιν τοῦ παρό­ντος Νόμου, δια­δί­δο­ντες ἐν τού­τοις ἀρχὰς ἀνα­τρε­πτι­κὰς τοῦ κρα­το­ῦντος κοι­νω­νι­κοῦ καθε­στῶτος, ἢ προ­σβάλ­λο­ντες τὴν ἰδέ­αν τῆς Πατρί­δος καὶ τὰ Ἐθνι­κὰ Σύμ­βο­λα ἀπο­λύ­ο­νται ὁρι­στι­κῶς τῆς ὑπη­ρε­σί­ας μετ’ ἀπό­φα­σιν τοῦ οἰκεί­ου Συμ­βου­λί­ου. Οἱ ἐκ τού­των ἔφε­δροι ἀξιω­μα­τι­κοὶ καὶ ὑπα­ξιω­μα­τι­κοὶ παρα­πέ­μπο­νται εἰς ἀνα­κρι­τι­κὸν Συμ­βού­λιον πρὸς ἔκπτω­σιν ἀπὸ τοῦ βαθμοῦ.

 

Ἄρθρον 7.

  1. Τὰ ὑπὸ τοῦ παρό­ντος Νόμου προ­βλε­πό­με­να ἀδι­κή­μα­τα ἀνα­κρί­νο­νται καὶ ἐκδι­κά­ζο­νται κατὰ τὰς δια­τά­ξεις τοῦ Γʹ ψηφί­σμα­τος «περὶ ἐκτά­κτων μέτρων ἀφο­ρώ­ντων τὴν δημο­σί­αν τάξιν καὶ ἀσφά­λειαν». Κατὰ τὰς δια­τά­ξεις τοῦ αὐτοῦ ψηφί­σμα­τος γίνε­ται καὶ ἡ ἐκτέ­λε­σις τῶν ποινῶν.
  2. Τὰ Στρα­το­δι­κε­ῖα, ἐπι­βάλ­λο­ντα ποι­νὴν φυλα­κί­σε­ως δι’ ἀδι­κή­μα­τα προ­βλε­πό­με­να ὑπὸ τοῦ παρό­ντος Νόμου, δικαιο­ῦνται νὰ ἀνα­στέλ­λουν ταύ­την ὑπὸ ὅρον. Οἱ οὕτως ἀπο­λυό­με­νοι ἐὰν ἤθε­λον ὑπο­πέ­σῃ ἐντὸς τριε­τί­ας εἰς τὸ αὐτὸ ἢ παρεμ­φε­ρὲς ἀδί­κη­μα ἐκτί­ουν ἀρθροι­στι­κῶς μετὰ τῆς νέας ποι­νῆς καὶ τὴν ἀνα­στα­λε­ῖσαν, ἄλλως ἡ ποι­νὴ θεω­ρε­ῖται ὡς ἀπο­τι­θε­ῖσα. Ὡσαύ­τως τὰ Στρα­το­δι­κε­ῖα δύνα­νται, ἐπι­βάλ­λο­ντα ποι­νὴν φυλα­κί­σε­ως νὰ μετα­τρέ­πουν ταύ­την εἰς ποι­νὴν ἐκτο­πί­σε­ως ἰσο­χρό­νου διαρκείας.

 

Ἄρθρον 8.

Αἱ ὑπὸ τοῦ παρό­ντος Νόμου προ­βλε­πό­με­ναι ποι­ναὶ ἐπι­βάλ­λο­νται μόνον ἐφ’ ὅσον ἡ πρᾶξις δὲν τιμω­ρε­ῖται κατὰ τὰς δια­τά­ξεις τῆς ἰσχυού­σης Νομο­θε­σί­ας διὰ βαρυ­τέ­ρων ποινῶν.

 

Ἄρθρον 9.

  1. Πὰσα λεπτο­μέ­ρεια ἀφο­ρῶσα τὴν ἐφαρ­μο­γὴν τοῦ παρό­ντος Νόμου θέλει ὁρι­σθῇ διὰ Βασι­λι­κοῦ Δια­τάγ­μα­τος τῇ προ­τά­σει τῶν Ὑπουρ­γῶν Δικαιο­σύ­νης, Στρα­τιω­τι­κῶν καὶ Δημο­σί­ας Τάξεως.

Ἡ ἰσχὺς τοῦ παρό­ντος ἄρχε­ται ἀπὸ τῆς δημο­σιεύ­σε­ώς του εἰς τὴν Ἐφη­με­ρί­δα τῆς Κυβερ­νή­σε­ως, ὑπο­βλη­θή­σε­ται δὲ εὐθὺς μετὰ τὴν ἐπα­νά­λη­ψιν τῶν ἐργα­σι­ῶν τῆς Βου­λῆς πρὸς κύρωσιν.

 

Ἐν Ἀθή­ναις τῇ 27 Δεκεμ­βρί­ου 1947.

ΠΑΥΛΟΣ         Β.

Τὸ Ὑπουρ­γι­κὸν Συμβούλιον

Ὁ Πρό­ε­δρος
ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ ΣΟΦΟΥΛΗΣ

Τὰ Μέλη
Κ. ΤΣΑΛΔΑΡΗΣ, ΧΡ. ΛΑΔΑΣ, ΣΤ. ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ, Π. ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗΣ, Κ. ΡΕΝΤΗΣ, ΑΝΤ. ΠΑΠΑΔΗΜΟΣ, Δ. ΧΕΛΜΗΣ, Γ. ΒΑΡΒΟΥΤΗΣ, ΣΤΑΥΡΟΣ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΔΗΜ. ΛΟΝΤΟΣ, Α. ΜΠΙΡΑΚΗΣ, Α. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΗΣ, ΦΩΚΙΩΝ ΖΑΪΜΗΣ, ΑΠ. ΠΡΩΤΟΠΑΠΑΔΑΚΗΣ, Γ. ΣΤΡΑΤΟΣ, ΑΛ. ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ, Δ. ΔΙΓΚΑΣ, ΜΙΧ. ΜΑΥΡΟΓΟΡΔΑΤΟΣ.

Ἐθε­ω­ρή­θη καὶ ἐτέ­θη ἡ μεγά­λη τοῦ Κρά­τους σφραγίς.

Ἐν Ἀθή­ναις τῇ 27 Δεκεμ­βρί­ου 1947.

Ὁ ἐπὶ τῆς Δικαιο­σύ­νης Ὑπουργὸς

ΧΡΙΣΤΟΣ ΛΑΔΑΣ»

an509

 

an509-1

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο