Σε ισχύ τέθηκαν από σήμερα 5 Νοέμβρη οι νέες κυρώσεις των ΗΠΑ εναντίον του Ιράν, σε μία προσπάθεια της Ουάσιγκτον να εντείνει την πίεση στο θεοκρατικό καθεστώς, που αποτελεί βασικό εμπόδιο στην υλοποίηση των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών στην περιοχή.
Η κυβέρνηση Τραμπ επανέφερε όλες τις κυρώσεις που καταργήθηκαν στο πλαίσιο της συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, στοχεύοντας τόσο το Ιράν όσο και τα κράτη που συναλλάσσονται με αυτό. Στόχος των κυρώσεων είναι οι εξαγωγές πετρελαίου, η ναυτιλία και οι τράπεζες, βασικά τμήματα μιας καπιταλιστικής οικονομίας, όπως είναι αυτή του Ιράν.
Χιλιάδες Ιρανοί φωνάζοντας «Θάνατος στην Αμερική» συσπειρώθηκαν την Κυριακή, απορρίπτοντας τις προσκλήσεις για συνομιλίες. Ο Ιρανός πρόεδρος Χασάν Ρουχάνι έχει υποσχεθεί να πουλήσει το πετρέλαιο της χώρας του και να σπάσει τις κυρώσεις.
Το Ιράν εδώ και μήνες αντιμετωπίζει μια πολύ σοβαρή οικονομική κρίση. Το εθνικό νόμισμα έχει χάσει το ήμισυ της αξίας του από τον περασμένο Απρίλιο. Ένα δολάριο αντιστοιχεί σε 170.000 ριάλ. Πριν από ένα χρόνο η ισοτιμία ήταν ακόμα στα 32.000 ριάλ. Οι τιμές των τροφίμων έχουν εκτοξευθεί και οι επαπειλούμενες αμερικανικές κυρώσεις αναμένεται να έχουν σοβαρές επιπτώσεις στις εξαγωγές πετρελαίου. Περίπου το 40% των κρατικών εσόδων προέρχεται από τις εξαγωγές πετρελαίου. Ακόμη, από τις κυρώσεις αναμένεται να πληγεί η αυτοκινητοβιομηχανία, η οποία αποτελεί τον σημαντικότερο οικονομικό πυλώνα της χώρας μετά το πετρέλαιο.
Οι κυρώσειςπλήττουν κυρίως τον απλό κόσμο. Τα φάρμακα δεν περιλαμβάνονται στις κυρώσεις, ωστόσο η εισαγωγή πρώτων υλών για τη φαρμακοβιομηχανία και την παρασκευή ειδικών φαρμάκων θα είναι ιδιαίτερα δύσκολη. Η μη κυβερνητική οργάνωση «Κέντρο για τα ανθρώπινα δικαιώματα» με έδρα στη Νέα Υόρκη ζητά από τη διεθνή κοινότητα να λάβει μέτρα που θα διασφαλίζουν την εισαγωγή ανθρωπιστικής βοήθειας προς τη χώρα, διαφορετικά η οικονομική και κοινωνική κατάσταση εκατομμυρίων Ιρανών αναμένεται να επιδεινωθεί.
«Δεν φοβόμαστε τις αμερικανικές κυρώσεις» τονίζει από την άλλη πλευρά ο πρόεδρος του Ιράν Χασάν Ρουχανί και δηλώνει πως «οι ΗΠΑ θέλουν μέσω ενός ψυχολογικού και οικονομικού πολέμου να υπονομεύσουν το ιρανικό σύστημα».
Η ιρανική κυβέρνηση έχει συστήσει διάφορες επιτροπές εργασίας, οι οποίες θα μελετήσουν τις συνέπειες των αμερικανικών κυρώσεων. Ο Χασάν Ρουχανί είχε παραδεχθεί την περασμένη Τετάρτη ότι «η κατάσταση είναι δύσκολη για τον κόσμο και αναμένεται να παραμείνει ακόμα πιο δύσκολη τους επόμενους μήνες».
Ο στρατός αναφέρθηκε επίσης στο γεγονός ότι θα πραγματοποιήσει ασκήσεις αεροπορικής άμυνας τη Δευτέρα και την Τρίτη για να αποδείξει τις δυνατότητες της χώρας.
Σε δηλώσεις του πριν μεταβεί σε προεκλογική συγκέντρωση για τις αυριανές μεσοπρόθεσμες εκλογές στις ΗΠΑ, ο Τραμπ δήλωσε ότι «οι κυρώσεις (…) είναι πολύ ισχυρές, είναι οι ισχυρότερες κυρώσεις που έχουμε επιβάλει ποτέ».
Περισσότεροι από 700 άτομα, οντότητες, ακόμη και πλοία και αεροσκάφη βρίσκονται πλέον στον κατάλογο κυρώσεων, συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων ιρανικών τραπεζών, των εξαγωγέων πετρελαίου και των ναυτιλιακών εταιρειών.
Επιπλέον, το δίκτυο «Swift», που χρησιμοποιείται για την πραγματοποίηση διεθνών πληρωμών αναμένεται να διακόψει τους δεσμούς με στοχευμένα ιρανικά θεσμικά όργανα, απομονώνοντας το Ιράν από το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Οι κυρώσεις βρίσκουν αντίθετες το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γερμανία και τη Γαλλία, οι οποίες συγκαταλέγονται στις πέντε χώρες (μαζί με Ρωσία και Κίνα) που εξακολουθούν να δεσμεύονται για τη διατήρηση της πυρηνικής συμφωνίας.
Υποσχέθηκαν να υποστηρίξουν τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις που κάνουν «νόμιμες επιχειρήσεις» με το Ιράν και έχουν δημιουργήσει έναν εναλλακτικό μηχανισμό πληρωμών ‑ή ειδικό όχημα ειδικού σκοπού (SPV)- που θα βοηθήσει τις εταιρείες να εμπορευτούν χωρίς να αντιμετωπίζουν κυρώσεις από τις ΗΠΑ.
Ωστόσο, οι αναλυτές αμφιβάλλουν ότι αυτό θα μειώσει ουσιαστικά τον αντίκτυπο των κυρώσεων στο Ιράν.
Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάικ Πομπέο ανακοίνωσε ότι προσωρινές εξαιρέσεις για το ιρανικό πετρέλαιο χορηγούνται στην Κίνα, την Ινδία, την Νότια Κορέα, την Τουρκία, την Ιταλία, την Ελλάδα, την Ιαπωνία και την Ταϊβάν, στις οποίες θα επιτρέπεται να συνεχίσουν να αγοράζουν ιρανικό πετρέλαιο.
Ο Μάικ Πομπέο δήλωσε ότι περισσότερες από 20 χώρες έχουν ήδη διακόψει τις εισαγωγές πετρελαίου από το Ιράν, μειώνοντας τις ιρανικές εξαγωγές κατά 1 εκατομμύριο βαρέλια ημερησίως.