Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Στέκι Πολιτισμού της ΚΝΕ: Τίμησαν την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου με αφορμή τη συμπλήρωση 50 χρόνων από τον θάνατό της

Στην Ευτυ­χία Παπα­γιαν­νο­πού­λου, μία από τις πιο σημα­ντι­κές μορ­φές στο λαϊ­κό τρα­γού­δι, ήταν αφιε­ρω­μέ­νη η εκδή­λω­ση που πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε την περα­σμέ­νη Παρα­σκευή στο Στέ­κι Πολι­τι­σμού και Νεα­νι­κής Δημιουρ­γί­ας της ΚΝΕ στην Αθή­να, με αφορ­μή τη συμπλή­ρω­ση 50 χρό­νων από τον θάνα­τό της.

Στην εκδή­λω­ση μίλη­σε ο Στέ­φα­νος Λου­κάς, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ. Τους παρευ­ρι­σκό­με­νους «ταξί­δε­ψε» σε αγα­πη­μέ­να τρα­γού­δια, σε μεγά­λες επι­τυ­χί­ες της Ευτυ­χί­ας Παπα­γιαν­νο­πού­λου, ο Κώστας Τρια­ντα­φυλ­λί­δης.

Ο Σ. Λου­κάς στά­θη­κε αρχι­κά στη ζωή και στο έργο της μεγά­λης στι­χουρ­γού. Οπως ανέ­φε­ρε, «η Παπα­γιαν­νο­πού­λου έχει γρά­ψει και στί­χους σε τρα­γού­δια που γρα­τζου­νά­νε ευαί­σθη­τες χορ­δές της ζωής των ανθρώ­πων του μόχθου και του καθη­με­ρι­νού αγώ­να τους, ανα­δει­κνύ­ο­ντας την αντί­θε­ση πλού­του — φτώ­χειας και ανα­μο­χλεύ­ο­ντας την ανά­γκη για καλύ­τε­ρη ζωή. Ανα­ζη­τού­σε “μια και­νούρ­για κοι­νω­νία άλλη­νε” όπως έγρα­ψε στον “Γυά­λι­νο Κόσμο”, ανε­ξάρ­τη­τα αν δεν μπο­ρού­σε να την προσδιορίσει».

Ανα­φε­ρό­με­νος στη ζωή της σημεί­ω­σε ότι «υπάρ­χουν ακό­μα δύο σημα­ντι­κά ζητή­μα­τα για την δημιουρ­γό Ευτυ­χία Παπα­γιαν­νο­πού­λου και την ικα­νό­τη­τα, το ταλέ­ντο της να γρά­φει στί­χους που έγι­ναν λαϊ­κά τρα­γού­δια και άφη­σαν επο­χή. Δεν εννοώ αυτό που τη χαρα­κτή­ρι­ζε ως γυναί­κα, δηλα­δή ότι με έναν δικό της τρό­πο είχε επι­βά­λει με τις επι­λο­γές της τη χει­ρα­φέ­τη­σή της από το άλλο φύλο και από κάποιες συντη­ρη­τι­κές αντι­λή­ψεις της επο­χής της. Αυτό το πάλε­ψε σε δύσκο­λες συν­θή­κες και το είχε κατακτήσει.

Τα δύο σημα­ντι­κά ζητή­μα­τα που επέ­δρα­σαν στην δημιουρ­γό Ευτυ­χία Παπα­γιαν­νο­πού­λου είναι η προ­σφυ­γιά, που ήταν και η αφε­τη­ρία ώστε να συμπο­ρευ­τεί με τον λαό, και η μόρ­φω­ση. Ηταν μορ­φω­μέ­νη, δασκά­λα, αγα­πού­σε πολύ το διά­βα­σμα. Αυτά τα δύο απο­τέ­λε­σαν γερά θεμέ­λια για την πορεία της. Λέγε­ται ότι θαύ­μα­ζε τον Παπα­δια­μά­ντη και τον Καβ­βα­δία. Η σχέ­ση της με την ποί­η­ση, τη λογο­τε­χνία και τη δημο­τι­κή παρά­δο­ση συνέ­βα­λαν στην επι­τυ­χία της δημιουρ­γί­ας του έργου της».

Στη συνέ­χεια στά­θη­κε ανα­λυ­τι­κά σε αυτό που ονο­μά­ζε­ται λαϊ­κό τρα­γού­δι, για να γίνει δυνα­τό να κατα­νοη­θεί και το έργο της Παπα­γιαν­νο­πού­λου σε μεγα­λύ­τε­ρο βάθος, δίνο­ντας ένα «πανό­ρα­μα» του λαϊ­κού τρα­γου­διού, της θεμα­το­λο­γί­ας του από τις απαρ­χές της ανά­πτυ­ξής του έως και τις μέρες μας.

Επι­στρέ­φο­ντας στην Ευτυ­χία Παπα­γιαν­νο­πού­λου ο ομι­λη­τής, με οδη­γό τους στί­χους της, έδει­ξε «ότι βρι­σκό­ταν στα­θε­ρά στην ίδια όχθη με τους ανθρώ­πους του μόχθου και τους αγώ­νες τους για μια νέα ζωή σε μια και­νούρ­για κοινωνία».

Ανα­φέρ­θη­κε στα τρα­γού­δια «Φάτε πλού­σιοι παρά­δες», «Ενο­χο χρή­μα ένο­χο», «Στα λεφτά δεν έχω μάτι», και τα τρία σε μου­σι­κή του Θόδω­ρου Δερ­βε­νιώ­τη, που κατα­γρά­φουν την αντί­θε­ση πλού­του — φτώ­χειας. Ενω μέσα από τα τρα­γού­δια της «Για μια γυναί­κα χάθη­κα», σε μου­σι­κή Βασί­λη Τσι­τσά­νη, και «Μια φυλα­κή στε­νά­ζει», σε μου­σι­κή Από­στο­λου Καλ­δά­ρα, μίλη­σε για τους εξό­ρι­στους και φυλα­κι­σμέ­νους κομ­μου­νι­στές και άλλους αγω­νι­στές στη μετεμ­φυ­λιο­πο­λε­μι­κή περί­ο­δο. Δεν θα μπο­ρού­σε να μην ανα­φερ­θεί και το πιο γνω­στό τρα­γού­δι της Παπα­γιαν­νο­πού­λου, το πιο ταξι­κό, ο «Γυά­λι­νος Κόσμος»:

«Ποιος θα μου δώσει δύνα­μη τον κόσμο αυτό ν’ αλλάξω,

Να σου δώσω μια να σπά­σεις, αχ βρε κόσμε γυάλινε,

και να φτιά­ξω μια και­νούρ­για κοι­νω­νία άλληνε.

Τα βάσα­να και οι καη­μοί να λεί­ψου­νε απ’ τη ζωή

κι όμορ­φη να κυλάει».

Η Ευτυ­χία με τους στί­χους της μας προ­τρέ­πει να αλλά­ξου­με τον κόσμο, να φτιά­ξου­με μια και­νούρ­για κοι­νω­νία, χωρίς βάσα­να και καη­μούς για τους ανθρώ­πους του μόχθου, και σ’ αυτήν την κοι­νω­νία η ζωή θα κυλά­ει όμορ­φη», σημεί­ω­σε χαρα­κτη­ρι­στι­κά ο Σ. Λουκάς.

902.gr.

«Τσε Γκε­βά­ρα, πρε­σβευ­τής της Επα­νά­στα­σης», του Νίκου Μόττα

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο