Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Στα πρόστιμα τους απαντάμε με ενίσχυση του ΚΚΕ

Γρά­φει ο Νίκος Μότ­τας //

Η πρό­σφα­τη επι­βο­λή προ­στί­μου (4% επί της κρα­τι­κής επι­χο­ρή­γη­σης) στο ΚΚΕ απο­τε­λεί άλλη μια προ­σπά­θεια να μπουν εμπό­δια στη δρά­ση του Κόμ­μα­τος και του λαϊ­κού κινή­μα­τος. Το αστι­κό πολι­τι­κό σύστη­μα, βου­τηγ­μέ­νο από την κορυ­φή ως τα νύχια στο βούρ­κο της δια­φθο­ράς και των οικο­νο­μι­κών σκαν­δά­λων (από το χρη­μα­τι­στή­ριο και τη Siemens μέχρι τα «γερ­μέ­να υπο­βρύ­χια» και τη Novartis), δεν έπα­ψε να έχει στο στό­χα­στρο του το ΚΚΕ.

Και αυτό διό­τι, σε αντί­θε­ση με αστι­κά κόμ­μα­τα, το ΚΚΕ, σε όλη του την ιστο­ρι­κή πορεία, στη­ρί­χθη­κε και στη­ρί­ζε­ται στο υστέ­ρη­μα του λαού, των εργα­ζό­με­νων, των συντα­ξιού­χων, των ανέρ­γων. Με το «κου­πό­νι στο χέρι» και την ανι­διο­τε­λή προ­σφο­ρά του λαού, το ΚΚΕ εξα­σφα­λί­ζει τα ανα­γκαία μέσα για να δρα, να οργα­νώ­νει τον αγώ­να, να δια­φω­τί­ζει το λαό, να παλεύ­ει μέσα σε αντί­ξο­ες συνθήκες.

Αυτό τους ενο­χλεί. Η οικο­νο­μι­κή αυτο­τέ­λεια του ΚΚΕ που βασί­ζε­ται στους ακα­τά­λυ­τους δεσμούς του με την εργα­τι­κή τάξη, με τις λαϊ­κές οικο­γέ­νειες και τα παι­διά της. Δεσμοί οι οποί­οι έχουν ιστο­ρία δεκα­ε­τιών και που κανέ­να νομο­σχέ­διο, καμιά συκο­φα­ντία και κανέ­να πρό­στι­μο δεν μπο­ρούν να τους καταλύσουν.

Αμέ­τρη­τα είναι τα παρα­δείγ­μα­τα της ανι­διο­τε­λούς στή­ρι­ξης του λαού στο ΚΚΕ σε δύσκο­λες περιό­δους. Ένα τέτοιο παρά­δειγ­μα εξι­στο­ρού­σε στον «Οδη­γη­τή» το 1976 το παλαιό στέ­λε­χος του Κόμ­μα­τος Χρυ­σού­λα Γκόγκογλου:

«Θεσ­σα­λο­νί­κη, χει­μώ­νας ’46… Η τρο­μο­κρα­τία και το παρα­κρά­τος οργιά­ζει στην ύπαι­θρο. Σκορ­πά­ει τον τρό­μο και το θάνατο (…).

Μέσα σ’ αυτήν την κατά­στα­ση άρχι­σε η οικο­νο­μι­κή εισφο­ρά, ο έρα­νος του Κόμ­μα­τος. Ο λαός μας, όμως, έδει­ξε γι’ άλλη μια φορά την αγά­πη, την πίστη και την αφο­σί­ω­σή του στο ηρω­ι­κό του Κόμ­μα, στο ΚΚΕ. Μ’ όλη τη φτώ­χεια και τον κατα­τρεγ­μό έδω­σε με κάθε τρό­πο το συγκι­νη­τι­κό και αγω­νι­στι­κό του “παρών”!

Δε θα ξεχά­σω ποτέ το λεπτό κορί­τσι από το Μεταλ­λι­κό του Κιλ­κίς, που, μεταμ­φιε­σμέ­νη σε ηλι­κιω­μέ­νη γυναί­κα, πέρα­σε από τα μπλό­κα των συμ­μο­ριών των Παπα­δό­που­λων, με κίν­δυ­νο της ζωής της έφτα­σε στη Θεσσαλονίκη.

Λάμπο­ντας από χαρά, γεμά­τη ικα­νο­ποί­η­ση και υπε­ρη­φά­νεια μας παρά­δω­σε το μικρό της “θησαυ­ρό”… Και δεν ήταν μόνο η χρη­μα­τι­κή του αξία. Ηταν αυτή η αυτα­πάρ­νη­ση και η αυτο­θυ­σία που δεν μετριέ­ται παρά μόνο με το μέτρο της αγά­πης και της πίστης προς το Κόμ­μα. Το μικρό σακου­λά­κι είχε μέσα ό,τι πολυ­τι­μό­τε­ρο είχε η κάθε οικο­γέ­νεια: ένα δαχτυ­λί­δι, μια καρ­φί­τσα, οικο­γε­νεια­κά ενθύ­μια, ακό­μα και τους βαφτι­στι­κούς σταυ­ρούς των παι­διών τους και τις βέρες που ‘χουν κιό­λας τρι­φτεί με τα χρό­νια στα τιμη­μέ­να δου­λευ­τά­ρι­κα χέρια…

Λίγο και­ρό αργό­τε­ρα, μια Κυρια­κή μεση­μέ­ρι, βρέ­θη­κα σ’ ένα εργα­τι­κό σπί­τι. Σπά­νιο το κρέ­ας, μια φορά το μήνα.

“Παι­διά μου”, λέει η μητέ­ρα “σήμε­ρα δε θα φάμε κρέ­ας. Αυτό το μήνα δε θα φάμε κρέ­ας… Τα λεφτά θα τα δώσου­με στον θείο το Γιάν­νη που είναι στη φυλα­κή. Σ’ όλους τους θεί­ους και τις θεί­ες που δεν μπο­ρούν να πάνε σπί­τια τους”.

Τα παι­διά έμει­ναν με τα μάτια ορθά­νοι­χτα, απο­ρη­μέ­να. Αρχι­σαν τις ερω­τή­σεις. Μετά από λίγο το μεγα­λύ­τε­ρο με πολ­λή σοβα­ρό­τη­τα λέει:

“Μαμά, τα φασό­λια μάς αρέ­σουν πιο πολύ. Και τον άλλο μήνα να μη φάμε κρέας…”».

Δεκα­ε­τί­ες αργό­τε­ρα, τον Οκτώ­βρη του 1994, η στή­ρι­ξη των απλών ανθρώ­πων του μόχθου, της νεο­λαί­ας αλλά και των γηραιό­τε­ρων προς το ΚΚΕ εκφρά­στη­κε απλό­χε­ρα όταν το ρέμα του Ποδο­νί­φτη υπερ­χεί­λι­σε προ­κα­λώ­ντας τερά­στιες κατα­στρο­φές στην έδρα της Κεντρι­κής Επι­τρο­πής στον Περισ­σό. Εργα­ζό­με­νοι, χαμη­λο­συ­ντα­ξιού­χοι, φοι­τη­τές, μαθη­τές, άνερ­γοι, άνθρω­ποι κάθε ηλι­κί­ας, έσπευ­σαν να δώσουν από το υστέ­ρη­μα τους για την αντι­με­τώ­πι­ση των ζημιών, απο­δει­κνύ­ο­ντας στην πρά­ξη την αγά­πη τους στο Κόμ­μα της εργα­τι­κής τάξης.

Σήμε­ρα, αυτό που ξεχει­λί­ζει είναι η υπο­κρι­σία της κυβέρ­νη­σης και των αστι­κών κομ­μά­των, που ζητούν από το ΚΚΕ να δώσει στη δημο­σιό­τη­τα τα στοι­χεία απλών ανθρώ­πων που το ενι­σχύ­ουν με 2, 5, 10 και 20 ευρώ.

Οι πολι­τι­κοί «ιαβέ­ρη­δες», των οποί­ων τα κόμ­μα­τα βρί­σκο­νται σε μόνι­μη δια­πλο­κή και δοσο­λη­ψί­ες με μεγά­λα επι­χει­ρη­μα­τι­κά συμ­φέ­ρο­ντα, ζητούν τα ονό­μα­τα των «αγιάν­νη­δων» που ενι­σχύ­ουν με λίγα ευρώ το ΚΚΕ! Ποιος έχα­σε άρα­γε τη ντρο­πή για να τη βρει η κυβέρ­νη­ση της ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΙΝΑΛ και οι λοι­ποί πολι­τι­κοί εκπρό­σω­ποι της αστι­κής τάξης;

Το ΚΚΕ – το ξέρουν καλά – δεν υπέ­γρα­ψε ποτέ δήλω­ση μετά­νοιας στην υπε­ρε­κα­το­ντα­ε­τή πορεία της ύπαρ­ξης του. Δεν θα το κάνει ούτε τώρα, όσα πρό­στι­μα κι’ αν επι­βάλ­λουν. Κάθε εργα­ζό­με­νος, κάθε νέος και νέα, κάθε άνθρω­πος που ανα­γνω­ρί­ζει και εκτι­μά την προ­σφο­ρά και τους αγώ­νες του ΚΚΕ οφεί­λει να συμ­βάλ­λει στην οικο­νο­μι­κή στή­ρι­ξή του.

Νίκος Μόττας Γεννήθηκε το 1984 στη Θεσσαλονίκη. Είναι υποψήφιος διδάκτορας (Phd) Πολιτικής Επιστήμης, Διεθνών Σχέσεων και Ιστορίας. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Westminster του Λονδίνου και είναι κάτοχος δύο μεταπτυχιακών τίτλων (Master of Arts) στις διπλωματικές σπουδές (Παρίσι) και στις διεθνείς διπλωματικές σχέσεις (Πανεπιστήμιο Τελ Αβίβ). Άρθρα του έχουν δημοσιευθεί σε ελληνόφωνα και ξενόγλωσσα μέσα.
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο