Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Στερεότυπα (Κριτήρια αξιολόγησης: Νεοελληνική Γλώσσα — Λογοτεχνία)

Νέα Ελληνική Γλώσσα – Λογοτεχνία Γ΄ Λυκείου

Θεματικό κύκλος: Στερεότυπα

Α. Μη λογοτεχνικό κείμενο

Το πρό­τυ­πο της γυναί­κας και του άντρα στα παρα­μύ­θια, στα παι­δι­κά ποι­ή­μα­τα και τραγούδια

Από τα παι­δι­κά παρα­μύ­θια, ποι­ή­μα­τα και τρα­γού­δια που μελε­τή­θη­καν προ­κύ­πτει για τη γυναί­κα ένα πρό­τυ­πο τελεί­ως δια­φο­ρε­τι­κό από εκεί­νο του άντρα. Στις συγκε­κρι­μέ­νες πηγές δια­φο­ρο­ποιού­νται οι ρόλοι, οι ιδιό­τη­τες, τα ενδια­φέ­ρο­ντα και τα επαγ­γέλ­μα­τα των δύο φύλων.

Η πρώ­τη και σημα­ντι­κό­τε­ρη ιδιό­τη­τα που απο­δί­δε­ται στη γυναί­κα είναι αυτή της νοι­κο­κυ­ρο­σύ­νης. Ρόλος του γυναι­κεί­ου φύλου μέσα στην οικο­γέ­νεια είναι η ευθύ­νη για το νοι­κο­κυ­ριό, την τάξη του σπι­τιού και τη μαγει­ρι­κή. Μόνο το προ­σόν της καλής νοι­κο­κυ­ράς είναι υπε­ραρ­κε­τό για ένα κορί­τσι. Εκτός όμως από νοι­κο­κυ­ρά, η γυναί­κα παρου­σιά­ζε­ται ανό­η­τη, φλύ­α­ρη, δει­λή, πονη­ρή και ανεύ­θυ­νη. Σε αντί­θε­ση ο άντρας είναι ο έξυ­πνος, αυτός που δίνει λύση σε όλα τα προ­βλή­μα­τα, που προ­στα­τεύ­ει τη γυναί­κα. Όσον αφο­ρά στα ενδια­φέ­ρο­ντα της γυναί­κας, περιο­ρί­ζο­νται μόνο στο πώς θα είναι η εξω­τε­ρι­κή της εμφά­νι­ση, ενώ η καλ­λιέρ­γεια του εσω­τε­ρι­κού της κόσμου είναι μια έννοια άγνω­στη γι’ αυτήν. Αντί­θε­τα, η εμφά­νι­ση του άντρα είναι πιο απλή και ατη­μέ­λη­τη. Στα παρα­μύ­θια, ποι­ή­μα­τα και τρα­γού­δια που μελε­τή­θη­καν δε γίνε­ται λόγος για εργα­ζό­με­νη γυναί­κα. Η γυναί­κα είναι η υπεύ­θυ­νη για το νοι­κο­κυ­ριό του σπι­τιού, ενώ ο άντρας είναι αυτός που εργά­ζε­ται έξω από το σπί­τι και προ­σφέ­ρει τα υλι­κά αγα­θά στην οικο­γέ­νεια. Επί­σης, είναι αυτός που ασχο­λεί­ται με τις «τεχνι­κές» δου­λειές το σπι­τιού. Το μόνο γυναι­κείο επάγ­γελ­μα που ανα­φέ­ρε­ται είναι αυτό της πλύ­στρας. Η γυναί­κα παρου­σιά­ζε­ται τελεί­ως ανί­κα­νη να εργα­στεί έξω από το σπί­τι. Επο­μέ­νως, αυτό που χαρα­κτη­ρί­ζει τη γυναί­κα είναι η παθη­τι­κό­τη­τα. Ο άντρας είναι αυτός που ενερ­γεί, ενώ η γυναί­κα δέχε­ται παθη­τι­κά ό,τι συμ­βαί­νει. Απο­δέ­χε­ται αυτή τη θέση, χωρίς να κάνει τίπο­τε για να την αλλά­ξει, για­τί τη θεω­ρεί φυσι­κή και δεδομένη.

Από όσα ανα­φέρ­θη­καν παρα­πά­νω προ­κύ­πτει μια σαφής δια­φο­ρο­ποί­η­ση των ρόλων των δύο φύλων. Τα συμπε­ρά­σμα­τα που προ­κύ­πτουν είναι φανε­ρά. Το πρό­τυ­πο του άντρα που προ­βάλ­λε­ται είναι αυτό του λογι­κού, του έξυ­πνου, του δρα­στή­ριου, του γεν­ναί­ου και του προ­στά­τη της γυναί­κας. Αυτός είναι που κατέ­χει κυρί­αρ­χη θέση μέσα στην οικο­γέ­νεια και στην κοι­νω­νία. Όμως, ο ρόλος της γυναί­κας είναι υπο­δε­έ­στε­ρος. Εκεί­νη παρου­σιά­ζε­ται ευαί­σθη­τη, παθη­τι­κή, αδύ­να­μη, με περιο­ρι­σμέ­να ενδια­φέ­ρο­ντα, που αφο­ρούν κυρί­ως την εξω­τε­ρι­κή της εμφά­νι­ση και το νοι­κο­κυ­ριό. Είναι ένα άβου­λο ον, υπά­κουο στις επι­θυ­μί­ες του άντρα, δεν έχει δική της προ­σω­πι­κό­τη­τα και εξαρ­τά­ται πάντα από τον άντρα. Τέλος, πρέ­πει να σημειω­θεί ότι οι περισ­σό­τε­ρες εκδό­σεις των παρα­μυ­θιών, των ποι­η­μά­των και των τρα­γου­διών που μελε­τή­θη­καν είναι πρό­σφα­τες. Όμως, η χρο­νο­λο­γία της έκδο­σης δεν έχει καμία σημα­σία, εφό­σον τα βιβλία αυτά κυκλο­φο­ρούν σήμε­ρα στις βιβλιο­θή­κες και στα βιβλιο­πω­λεία, πράγ­μα που σημαί­νει ότι δια­βά­ζο­νται από τα παιδιά.

Μ. Ιωαν­νί­δου (1995). Το πρό­τυ­πο της γυναί­κας και του άντρα, όπως προ­βάλ­λε­ται από τα παι­δι­κά παρα­μύ­θια, ποι­ή­μα­τα και τραγούδια.

 Θέματα

Α. Να απο­δώ­σε­τε την περί­λη­ψη της τελευ­ταί­ας παρα­γρά­φου (60 λέξεις).

(μονά­δες 15)

Β1. Με ποιο τρό­πο πει­θούς και ποια συλ­λο­γι­στι­κή πορεία δομεί­ται η δεύ­τε­ρη παρά­γρα­φος του κειμένου;

(μονά­δες 15)

Β2. Να επι­ση­μά­νε­τε δύο διαρ­θρω­τι­κές λέξεις, με τις οποί­ες επι­τυγ­χά­νε­ται η νοη­μα­τι­κή συνο­χή στην τελευ­ταία παρά­γρα­φο («Από όσα … τα παι­διά») του κει­μέ­νου. Ποια σχέ­ση συνο­χής δηλώ­νει η κάθε διαρ­θρω­τι­κή λέξη;

(μονά­δες 10)

Β3. Να δημιουρ­γή­σε­τε από μία πρό­τα­ση, χρη­σι­μο­ποιώ­ντας ένα αντώ­νυ­μο για καθε­μιά από τις λέξεις του κει­μέ­νου με έντο­νη γρα­φή: δια­φο­ρε­τι­κό, φλύ­α­ρη, ανεύ­θυ­νη, ατη­μέ­λη­τη, υπο­δε­έ­στε­ρος. (Μπο­ρεί­τε να δια­φο­ρο­ποι­ή­σε­τε τον γραμ­μα­τι­κό τύπο, δηλα­δή την πτώ­ση, τον αριθ­μό, το πρό­σω­πο, το γένος κ.λπ.).

(μονά­δες 5)

Β4. Με ποιον τρό­πο ανα­πτύσ­σε­ται η δεύ­τε­ρη παρά­γρα­φος του κει­μέ­νου; Να αιτιο­λο­γή­σε­τε την απά­ντη­σή σας.

(μονά­δες 10)

Γ.   Να γρά­ψε­τε ένα άρθρο (200 λέξεις) στο οποίο να δια­τυ­πώ­σε­τε τις από­ψεις σας α) για το αν η γυναί­κα σήμε­ρα έχει κατα­κτή­σει την ισο­τι­μία της με τον άνδρα και β) αν όχι, με ποιούς τρό­πους και στό­χους μπο­ρεί να αγω­νι­στεί για την απε­λευ­θέ­ρω­ση και ισο­τι­μία της;

(μονά­δες 30)

 

Β΄ Λογοτεχνικό κείμενο

Νίκος Εγγο­νό­που­λος

Πρω­ι­νό τραγούδι*

Ερώ­τη­σα
κάπο­τες γιατί
τάχατες
η τραγική
και σεμνή παρθένα
που λέγο­νταν Πουλχερία
την παρα­μο­νή του
γάμου της
σφουγ­γά­ρι­σε προ­σε­χτι­κά όλο
το σπίτι
και την επομένη
απέθανε;

μια
που καθά­ρι­σε και νοικοκέρεψε
τα πάντα
για­τί δε χάρηκε
κι’ αυτή
τις μακρυ­ές λευ­κές νταντέλλες
τους λευ­κούς πολύ­πλο­κους φαρμπαλάδες
και τα πολύχρωμα
μεγάλα
φτερά
του γάμου;

για­τί
ενα­πό­θε­σε έτσι σιωπηλά
χάμω στα
σανίδια
τη μεγά­λη κίτρι­νη πεταλούδα
και τα χάρ­τι­να λουλούδια
που ήτα­νε μέσα
στο κεφά­λι της;
το μπαλσαμωμένο
πουλί
που ήτα­νε μέσα στο κλουβί
του θώρακά
της;

για­τί;

διό­τι
— είπε ίσως ο πατέ­ρας μου —

διό­τι
πρέ­πει να έχη
ο στρα­τιώ­της το τσι­γά­ρο του
το μικρό παιδί
την κού­νια του
κι’ ο ποιητής
τα
μανιτάρια
του

διό­τι πρέπει
να έχη
ο στρα­τιώ­της την
πλε­κτά­νη του
το μικρό παιδί
τον τάφο του
ο ποι­η­τής τη
ροκάνα
του

διό­τι πρέπει
να έχη
ο στραδιώτης
το σκε­πάρ­νι του
το μικρό παι­δί το
βλέμ­μα του
ο ποιητής
το
ροκά­νι του.

*aubade, σαμπαΐ, εωθινόν

Νίκος Εγγο­νό­που­λος, Ποι­ή­μα­τα, Τόμ. Α΄, Ίκα­ρος, Αθή­να 1985

Ερωτήσεις

Α1. Να βρεί­τε και να κατα­γρά­ψε­τε δύο οπτι­κές ρεα­λι­στι­κές εικό­νες και δύο υπερ­ρε­α­λι­στι­κές και να τις ερμη­νεύ­σε­τε νοη­μα­τι­κά (τις οπτι­κές) και ως προς το χαρα­κτή­ρα τους τις υπερρρεαλιστικές.

(μονά­δες 30)

Α2. Ο Νίκος Εγγο­νό­που­λος επι­κρί­θη­κε για­τί πίστευε πως η ελλη­νι­κή γλώσ­σα είναι μία και ενιαία και χρη­σι­μο­ποιού­σε και την καθα­ρεύ­ου­σα και τη δημο­τι­κή. Να βρεί­τε δύο δείγ­μα­τα της γλωσ­σι­κής αυτής ιδιορ­ρυθ­μί­ας, και να εξη­γή­σε­τε (δημο­τι­κή — καθα­ρεύ­ου­σα) αν αυτό το γλωσ­σι­κό μίγ­μα σας ενο­χλεί. Ποια είναι η άπο­ψή σας για τη γλώσ­σα στη μικτή της χρήση;

(μονά­δες 30)

Β1. Ο ποι­η­τής στις δύο τελευ­ταί­ες στρο­φές ανα­φέ­ρει κάποια “πρέ­πει” που συνο­δεύ­ο­νται από προ­τά­σεις ανα­γκα­στι­κής στά­σης ζωής. Αυτά τα “πρέ­πει” τα θεω­ρεί απα­ραί­τη­τα και κανο­νι­κά ή τα καταγ­γέλ­λει ή κάνει και τα δύο;

(μονά­δες 30)

Β2. Τη γερο­ντο­κό­ρη Πουλ­χε­ρία τη βάζει να σφουγ­γα­ρί­ζει όλο το σπί­τι την παρα­μο­νή του γάμου της και να πεθαί­νει. Αυτό το θεω­ρεί φυσι­κή τάξη των πραγ­μά­των ή κατά τη γνώ­μη σας κάθε πράγ­μα δεν έχει τον και­ρό του και μπο­ρεί ο άνθρω­πος να κάνει επι­λο­γές αντί­θε­τα στην κοι­νω­νι­κή τάξη και τα στερεότυπα;

(μονά­δες 10)

Γιώρ­γος Ηρακλέους
φιλόλογος

Απο­ρί­ες ερω­τή­σεις μπο­ρούν να απο­στα­λούν στο [email protected] και θα απα­ντη­θούν με επό­με­νη ανάρτηση.

ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ ΜΑΖΙ ΣΚΕΠΤΟΜΑΣΤΕ ΜΑΖΙ;
Καλός δάσκαλος είναι εκείνος που διακρίνεται για την αγάπη του προς τα παιδιά και τη δουλειά του, που έχει πλατιά σκέψη μεγάλη καρδιά, μ’ ένα λόγο ψυχή.
Καλός δάσκαλος είναι προπαντός εκείνος που ζητάει να ξυπνήσει ψυχές ικανές να καθορίζουν μονάχες τους αύριο τις τύχες τους και όχι νευρόσπαστα που να κινούνται σήμερα με τη θέληση του πρώτου τυχαίου δασκάλου τους και αύριο με του άλλου οποιουδήποτε κυρίου και εργοδότη τους.
Ο δάσκαλος πρέπει να μη δίνει καλούπια σε καμία περιοχή της ζωής και της σκέψης των παιδιών καλούπια που ν αλλάζουν επιφανειακά μονάχα τη ζωή, κι αφήνουν αποκοιμισμένη και στείρα τη συνείδηση έρμαιο στην υποταγή.
Όπου βλέπουμε την ελεύθερη σκέψη, πρέπει να τη σεβόμαστε και να την αγαπάμε οσοδήποτε τολμηρή κι αν είναι. Και να ξυπνάμε το μυαλό των σκλαβωμένων στα δεσμά της υποκρισίας του συστήματος.
Γιατί μαθητές μου εμένα δεν είναι εκείνος που αγαπά την ήρεμη και ακίνδυνη ζωή, τη στρωμένη με ανύπαρκτα λουλούδια, μα εκείνος ου μέσα του έχει ξυπνήσει η ανησυχία και μπορεί να φτάνει στην επικίνδυνη πάλη για να αλλάξει τον εαυτό του και τον κόσμο.
Μίλτος Κουντουράς (1889–1940)
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο