Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Στο σφυρί επιστολή του Μποντλέρ με την οποία ανακοίνωνε την πρόθεσή του να αυτοκτονήσει

Μια συγκι­νη­τι­κή επι­στο­λή του νεα­ρού Σαρλ Μπο­ντλέρ με την οποία ανα­κοί­νω­νε την πρό­θε­σή του να αυτο­κτο­νή­σει, μια από­πει­ρα από την οποία τελι­κά θα επι­βιώ­σει το 1845, θα πωλη­θεί την Κυρια­κή μαζί με 34 ακό­μη επι­στο­λές του συγ­γρα­φέα της ποι­η­τι­κής συλ­λο­γής “Άνθη του κακού” από τον οίκο Osenat.

“Όταν η δεσποι­νίς Ζαν Λεμέρ θα σας παρα­δώ­σει αυτή την επι­στο­λή, θα είμαι νεκρός (…) Μια φρι­κτή αγω­νία με πεθαί­νει (…) Αυτο­κτο­νώ για­τί δεν μπο­ρώ πια να ζω, για­τί η κού­ρα­ση να απο­κοι­μη­θώ και η κού­ρα­ση να ξυπνή­σω μού είναι ανυ­πό­φο­ρες”, γρά­φει απευ­θυ­νό­με­νος στην ερω­μέ­νη του Ζαν Ντι­βάλ ο παρε­ξη­γη­μέ­νος ποι­η­τής που είχε μια συγκρου­σια­κή σχέ­ση με την οικο­γέ­νειά του. Με ένα μαχαί­ρι θα απο­πει­ρα­θεί να δώσει τέλος στη ζωή του, χωρίς ωστό­σο η πρά­ξη του αυτή να έχει σοβα­ρές συνέ­πειες. Τότε ήταν 24 ετών και θα ζήσει άλλα 22 χρόνια.

Η επι­στο­λή αυτή, η αξία της οποί­ας εκτι­μά­ται μετα­ξύ 60.000 και 80.000 ευρώ, θα είναι το σημα­ντι­κό­τε­ρο κομ­μά­τι της δημο­πρα­σί­ας του οίκου που εδρεύ­ει στο Φοντε­νε­μπλό, στο νοτιο­α­να­το­λι­κό Παρί­σι. Άλλα κεί­με­να του Μπο­ντλέρ στα οποία ο “κατα­ρα­μέ­νος” ποι­η­τής δεν κρύ­βει την περί­πλο­κη καλ­λι­γρα­φία του θα βγουν στο σφυ­ρί: το ερω­τι­κό ποί­η­μα “Les promesses d’un visage”, σημειώ­σεις που αμφι­σβη­τούν τις δρι­μεί­ες λογο­τε­χνι­κές κρι­τι­κές για τα “ ‘Ανθη του κακού”, γρα­πτά στα οποία περι­γρά­φει τη στε­να­χώ­ρια του, τις “μαύ­ρες ιδέ­ες” του, την “οργή” του, την απέ­χθειά του για τη γαλ­λι­κή πολι­τι­κή και συγκε­κρι­μέ­να για το καθε­στώς του Ναπο­λέ­ο­ντα Γ΄.

Ο Σαρλ Μπο­ντλέρ, Γάλ­λος συμ­βο­λι­στής ποι­η­τής, γεν­νή­θη­κε στις 9 Απρι­λί­ου 1821 και πέθα­νε στις 31 Αυγού­στου 1867. Στην επα­νά­στα­ση του 1848, στη Γαλ­λία, ο Μπο­ντλέρ βρέ­θη­κε στα οδο­φράγ­μα­τα μαζί με τον εξε­γερ­μέ­νο λαό του Παρι­σιού, ενώ πολ­λά έργα του κατό­πιν απα­γο­ρεύ­τη­καν «για προ­σβο­λή των δημό­σιων και των καλών ηθών».

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο