Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ταινίες Πρώτης Προβολής: «Στα Άκρα» ενός επιθετικού ακραίου καπιταλισμού

Το συντα­ρα­κτι­κό κοι­νω­νι­κό θρί­λερ επι­βί­ω­σης του Ισπα­νού Χουάν Μπό­το «Στα Άκρα» και η χαρι­τω­μέ­νη μετα­φο­ρά στη μεγά­λη οθό­νη του παρα­μυ­θιού του Χανς Κρί­στιαν Άντερ­σεν «Η Μικρή Γορ­γό­να», διά χει­ρός Ρομπ Μάρ­σαλ, ξεχω­ρί­ζουν από τις οχτώ συνο­λι­κά ται­νί­ες, που κάνουν από­ψε πρεμιέρα.

Στα Άκρα

(“On the Fringe”) Κοι­νω­νι­κό δρά­μα, ισπα­νι­κής και βελ­γι­κής παρα­γω­γής του 2022, σε σκη­νο­θε­σία Χουάν Ντιέ­γκο Μπό­το, με τους Λουίς Τοσάρ, Πενέ­λο­πε Κρουζ, Αντέλ­φα Κάλ­βο, Κρι­στιάν Τσέ­κα κα.

Κοι­νω­νι­κό δρά­μα, που ο ρεα­λι­σμός του συγκλο­νί­ζει και μετα­τρέ­πε­ται σε ένα θρί­λερ επι­βί­ω­σης, αν και αφο­ρά μια ιστο­ρία καθη­με­ρι­νή, ένα καυ­τό ζήτη­μα που απα­σχο­λεί όλο και μεγα­λύ­τε­ρα κομ­μά­τια του πλη­θυ­σμού σε πολ­λά σημεία του πλα­νή­τη και ιδί­ως, στην Ευρώ­πη. Πρό­κει­ται για το σκη­νο­θε­τι­κό και αρκού­ντως ενθαρ­ρυ­ντι­κό, ντε­μπού­το του Χουάν Ντιέ­γκο Μπό­το, με το οποίο απο­τί­ει φόρο τιμής στο κίνη­μα κατά των εξώ­σε­ων και το δικαί­ω­μα στη στέ­γα­ση, που ξεκί­νη­σε στη Βαρ­κε­λώ­νη το 2009 και που έλα­βε παγκό­σμιες δια­στά­σεις. Μια ται­νία που έκα­νε πρε­μιέ­ρα στο τμή­μα Ορι­ζό­ντων του φεστι­βάλ Βενε­τί­ας πέρ­σι και είχε μια πετυ­χη­μέ­νη πορεία στη συνέχεια.

Η περι­θω­ριο­ποί­η­ση μεγά­λων τμη­μά­των της κοι­νω­νί­ας, τόσο στην Ισπα­νία όσο και σε πολ­λές ευρω­παϊ­κές χώρες, ήρθε με το σοκα­ρι­στι­κό χτύ­πη­μα των θεμέ­λιων της βάσης της ζωής, που είναι ένα πιά­το φαΐ κι ένα κερα­μί­δι πάνω από το κεφά­λι. Τα τρα­γι­κά απο­τε­λέ­σμα­τα των επι­λο­γών, ενός επι­θε­τι­κού ακραί­ου καπι­τα­λι­σμού, που θεω­ρεί το δικαί­ω­μα στη στέ­γα­ση υπερ­βο­λι­κό προ­νό­μιο, όπως καταγ­γέλ­λει, αλλά με έναν ξεχω­ρι­στό τρό­πο, η ται­νία. Η κερ­δο­σκο­πία, τα ανάλ­γη­τα προ­γράμ­μα­τα διά­σω­σης των σπι­τιών και οι ιδιω­τι­κο­ποι­ή­σεις που ακο­λου­θή­θη­καν, πολ­λές φορές έμει­ναν στο περι­θώ­ριο, εξα­φα­νί­στη­καν από τη δημό­σια εικό­να. Μόνο στην Ισπα­νία πάνω 400.000 σπί­τια βγή­καν στο σφυ­ρί τα τελευ­ταία δέκα χρό­νια. Πίσω από τον εντυ­πω­σια­κό αριθ­μό βρί­σκο­νται οικο­γέ­νειες που δια­λύ­θη­καν, κατε­στραμ­μέ­νοι άνθρω­ποι, παι­διά με βαριά ψυχι­κά τραύματα.

Αυτό κατα­γρά­φει με την κάμε­ρά του ο Μπό­το. Και μαζί, τους χιλιά­δες ανθρώ­πους που έδω­σαν μάχες, στά­θη­καν αλλη­λέγ­γυοι στους πλη­γέ­ντες. Ένας απ’ αυτούς είναι και ο κεντρι­κός ήρω­ας της ται­νί­ας, που δίνει καθη­με­ρι­νές μάχες για τη σωτη­ρία των σπι­τιών, αλλά τώρα θα πρέ­πει να κάνει ότι μπο­ρεί μέσα σε ένα 24ώρο για να βρει την κόρη μίας μετα­νά­στριας που πήραν οι αρχές με την αιτιο­λο­γία της αμέ­λειας. Παράλ­λη­λα, ο ίδιος αντι­με­τω­πί­ζει τα δικά του οικο­γε­νεια­κά προ­βλή­μα­τα, καθώς η σύζυ­γός του θεω­ρεί ότι την παρα­με­λεί, τρέ­χο­ντας διαρ­κώς για τους «άλλους», ενώ ο έφη­βος θετός γιος του, αντι­δρά στα πάντα. Όμως, η περι­πέ­τεια που θα ζήσουν μαζί, τη διά­σω­ση του παι­διού από τις δια­λυ­μέ­νες κοι­νω­νι­κές δομές και τη σωτη­ρία του σπι­τιού μιας αγω­νί­στριας φτω­χής μάνας, θα τους φέρει ανέλ­πι­στα κοντά, καθώς το παι­δί θα συνει­δη­το­ποι­ή­σει ότι δεν μπο­ρεί να κλεί­νει τα μάτια σε αυτό που συμβαίνει.

Ο πρω­το­εμ­φα­νι­ζό­με­νος Μπό­το, απο­φεύ­γο­ντας τις ευκο­λί­ες για ένα δακρύ­βρε­χτο δρά­μα και δου­λεύ­ο­ντας με ακρί­βεια πάνω στους χαρα­κτή­ρες, θα αφη­γη­θεί δεξιο­τε­χνι­κά και ψυχω­μέ­να την ιστο­ρία του, θα ανα­πτύ­ξει με μέτρο και οργα­νι­κά το αίσθη­μα της από­γνω­σης, θα βάλει στο επί­κε­ντρο την ευθύ­νη που έχει το άτομο.

Ταυ­τό­χρο­να, συνε­χώς ανε­βά­ζει στρο­φές, αυξά­νει την έντα­ση και την αγω­νία, το φιλμ του μετα­βάλ­λε­ται σε ένα θρί­λερ, που θα μπο­ρού­σε να έχει ως θέμα μια ληστεία, όπως είναι και η αρπα­γή ενός σπιτιού.

Μια ται­νία, που κατα­φέρ­νει και να συγκι­νή­σει με την αυθε­ντι­κό­τη­τα της ανθρω­πιάς της και τη συμ­βο­λή των υπέ­ρο­χων πρω­τα­γω­νι­στών Λουίς Τοσάρ και Πενέ­λο­πε Κρουζ, η οποία συνε­χί­ζει να δεί­χνει την ευαι­σθη­σία της για τα κοι­νω­νι­κά προ­βλή­μα­τα, ενώ θα μπο­ρού­σε να βολ­τά­ρει στα πλα­τό του Χόλι­γουντ, παρι­στά­νο­ντας τον «μελα­χρι­νό πικά­ντι­κο πει­ρα­σμό» και να βγά­ζει εκατομμύρια.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Μια αντί­στρο­φη μέτρη­ση για τρεις δια­πλε­κό­με­νους χαρα­κτή­ρες που προ­σπα­θούν να μην καταρ­ρεύ­σουν και να περά­σουν 24 ζωτι­κές ώρες που θα αλλά­ξουν τη ζωή τους.

Η Μικρή Γοργόνα

(“ The Little Mermaid”) Μιού­ζι­καλ φαντα­σί­ας, αμε­ρι­κά­νι­κης παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Ρομπ Μάρ­σαλ, με τους Χέιλ Μπέι­λι, Τζό­να Χάου­ερ-Κινγ, Ντα­βίντ Ντιγκς, Μελί­σα Μακ­Κάρ­θι, Χαβιέρ Μπαρ­δέμ κα.

Χαρι­τω­μέ­νη δια­σκευή, σε live action της κλα­σι­κής ται­νί­ας κινου­μέ­νων σχε­δί­ων της Disney, από τον έμπει­ρο Ρομπ Μάρ­σαλ («Σικά­γο», «Οι Πει­ρα­τές της Καραϊ­βι­κής: Σε Άγνω­στα Νερά», «Η Μαί­ρη Πόπινς Επι­στρέ­φει») και σε σενά­ριο του ιδί­ου και του Ντέι­βιντ Μαγκί («Η Ζωή του Πι»).

Έτσι, το φημι­σμέ­νο παρα­μύ­θι που έγρα­ψε ο Χανς Κρί­στιαν Άντερ­σεν το 1837 επα­νέρ­χε­ται στη μεγά­λη οθό­νη, αυτή τη φορά με μια πιο σύγ­χρο­νη ματιά, ανα­δει­κνύ­ο­ντας τη γυναι­κεία θέλη­ση για ανεξαρτησία.

Η Άριελ, μια ζωη­ρή γορ­γό­να, που διψά για περι­πέ­τεια, λαχτα­ρά να μάθει περισ­σό­τε­ρα για τον κόσμο έξω από τη θάλασ­σα και ερω­τεύ­ε­ται τον πρί­γκι­πα Έρικ. Αυτό, όμως απα­γο­ρεύ­ε­ται στις γορ­γό­νες, κάτι που θα ανα­γκά­σει την Άριελ να κάνει μία συμ­φω­νία με την κακιά μάγισ­σα της θάλασ­σας Ούρ­σου­λα, για να ακο­λου­θή­σει την καρ­διά της. Μια συμ­φω­νία που θα βάλει σε κίν­δυ­νο την ίδια και το στέμ­μα του πατέ­ρα της, βασι­λιά Τρίτωνα.

Το έξο­χο παρα­μύ­θι για τη δύνα­μη της αγά­πης, εδώ παίρ­νει δια­στά­σεις γυναι­κεί­ας χει­ρα­φέ­τη­σης, ενώ αξιο­πρό­σε­κτη είναι και η τοπο­θέ­τη­ση στον ρόλο της Άριελ μίας αφρο­α­με­ρι­κα­νί­δας, της ανερ­χό­με­νης 23χρονης τρα­γου­δί­στριας της ποπ και της μαύ­ρης μου­σι­κής Χέιλ Μπέι­λι. Μια θετι­κή επι­λο­γή, που δεν επη­ρε­ά­ζει τον μύθο και μετα­δί­δει την πεποί­θη­ση ότι το παρα­μύ­θι ανή­κει σε όλους και ιδιαι­τέ­ρως στους πιο κατα­πιε­σμέ­νους, όπως είναι οι αφρο­α­με­ρι­κά­νοι. Βεβαί­ως, κάποιος καχύ­πο­πτος μπο­ρεί να ισχυ­ρι­στεί ότι πίσω από την επι­λο­γή της ωραιό­τα­της Μπέι­λι, βρί­σκο­νται και οι υπο­λο­γι­σμοί για την εμπο­ρι­κή επι­τυ­χία της ταινίας.

Το φιλμ του Μάρ­σαλ, που τρα­βά λίγο περισ­σό­τε­ρο απ’ όσο θα έπρε­πε φτά­νο­ντας τα 135 λεπτά, δια­θέ­τει όλα τα στοι­χεία του παρα­μυ­θιού, ενώ ταυ­τό­χρο­να δίνει μία αίσθη­ση ανα­νέ­ω­σης, η δου­λειά που έχει γίνει στα γρα­φι­κά και στη φωτο­γρα­φία είναι ικα­νο­ποι­η­τι­κή, τα τρα­γού­δια και η μου­σι­κή του Άλαν Μέν­κεν συμ­βά­λουν στην ατμό­σφαι­ρα και απευ­θύ­νο­νται κατά κύριο λόγο στις νεα­ρές ηλι­κί­ες, ενώ η μετα­γλώτ­τι­ση είναι ελα­φρώς κατώ­τε­ρη από την αυθε­ντι­κή εκτέλεση.

Γλυ­κύ­τα­τη και γεμά­τη ζωντά­νια η Χέιλ Μπέι­λι, επαρ­κέ­στα­τες οι ερμη­νεί­ες του υπό­λοι­που καστ, ενώ τον ρόλο του βασι­λιά Τρί­τω­να κρα­τά ο επι­βλη­τι­κός Χαβιέρ Μπαρδέμ.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η μικρό­τε­ρη από τις κόρες του Βασι­λιά Τρί­τω­να και η πιο τολ­μη­ρή, η ζωη­ρή νεα­ρή γορ­γό­να Άριελ, λαχτα­ρά­ει να μάθει περισ­σό­τε­ρα για τον κόσμο πέρα από τη θάλασ­σα κι ενώ επι­σκέ­πτε­ται την επι­φά­νεια, ερω­τεύ­ε­ται τον γεμά­το ζωντά­νια Πρί­γκι­πα Έρικ. Παρό­λο που οι γορ­γό­νες απα­γο­ρεύ­ε­ται να αλλη­λε­πι­δρούν με τους ανθρώ­πους, η Άριελ πρέ­πει να ακο­λου­θή­σει την καρ­διά της. Κάνει συμ­φω­νία με την κακιά μάγισ­σα της θάλασ­σας Ούρ­σου­λα, αλλά τελι­κά βάζει τη ζωή της — και το στέμ­μα του πατέ­ρα της — σε κίνδυνο.

Απί­στευ­το κι Όμως Αληθινό

(“Incroyable mais Vrai”) Κωμω­δία, γαλ­λι­κής και βελ­γι­κής παρα­γω­γής του 2022, σε σκη­νο­θε­σία Κου­ε­ντίν Ντου­πιέ, με τους Αλέν Σαμπά, Λέα Ντρι­κέρ, Μπε­νουά Μαζι­μέλ κα.

Περί­ερ­γη σκω­πτι­κή κωμω­δία από τον Παρι­ζιά­νο ιδιο­συ­γκρα­σια­κό σκη­νο­θέ­τη Κου­ε­ντίν Ντου­πιέ, που έκα­νε πρε­μιέ­ρα στο Φεστι­βάλ Βερολίνου.

Ένα σύντο­μης διάρ­κειας φιλμ (70 λεπτών), μια ιδιό­τυ­πη σου­ρε­α­λι­στι­κή κωμω­δία, απ’ έναν σκη­νο­θέ­τη που αρέ­σκε­ται να αφη­γεί­ται παρά­ξε­νες εξω­πραγ­μα­τι­κές ιστο­ρί­ες και στο­χεύ­ει περισ­σό­τε­ρο στο κωμι­κό υπο­νο­ού­με­νο, παρά στα όσα δια­δρα­μα­τί­ζο­νται στην οθόνη.

Το στό­ρι, που υπο­γρά­φει ο ίδιος ο Ντου­πιέ, αφο­ρά ένα μεσή­λι­κο ζευ­γά­ρι, που μετα­κο­μί­ζει σε ένα ωραίο σπί­τι και σε ένα ήσυ­χο προ­ά­στιο, με τον μεσί­τη να τους λέει ότι έχει ένα έξτρα κομ­φόρ, μια κατα­πα­κτή, που παί­ζει με τον χρό­νο και χαρί­ζει νεότητα.

Ο Ντου­πιέ μιλά με έναν δικό του τρό­πο για τις ανθρώ­πι­νες σχέ­σεις, την παρακ­μή ενός ζευ­γα­ριού, καυ­τη­ριά­ζει τη θέλη­ση για την αιώ­νια νεό­τη­τα, τη βαρύ­τη­τα που δίνουν κάποιοι στο φαί­νε­σθαι, χωρίς να προ­κα­λεί το ξεκαρ­δι­στι­κό γέλιο, αλλά ένα διαρ­κές μελαγ­χο­λι­κό μει­δί­α­μα, εκτός από τη σου­ρε­άλ και συνά­μα αλη­θο­φα­νή εκμυ­στή­ρευ­ση ενός φίλου του ζεύ­γους, για το ηλε­κτρο­νι­κό πέος που του τοπο­θέ­τη­σαν στην Ιαπω­νία και τις περι­πέ­τειες που είχε με αυτό.

Μια ται­νία, που έχει τη χάρη της και σίγου­ρα δεν μπο­ρεί να περά­σει απα­ρα­τή­ρη­τη, αλλά και αδυ­να­μί­ες στην αφή­γη­ση έχει και είναι φανε­ρό ότι απευ­θύ­νε­ται κυρί­ως στο ενή­λι­κο κοι­νό και για­τί όχι, στη δεξα­με­νή των μεσήλικων.

Το πρω­τα­γω­νι­στι­κό δίδυ­μο των Μανου­έλ Σαμπά και Λεά Ντρι­κέρ δεν απο­κτά ποτέ την απα­ραί­τη­τη χημεία, ενώ εμφα­νώς ξεχω­ρί­ζει ο Μπε­νουά Μαζιμέλ.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Αλέν και η Μαρί μετα­κο­μί­ζουν σε ένα ήσυ­χο προ­ά­στιο. Στα έγκα­τα του νέου τους σπι­τιού, βαθιά στο κελά­ρι, μια μυστη­ριώ­δης κατα­πα­κτή θα ανα­τρέ­ψει τη ζωή τους.

Η Μέθο­δος Κομπρομάτ

(“Kompromat”) Θρί­λερ, γαλ­λι­κής παρα­γω­γής του 2022, σε σκη­νο­θε­σία Ζερόμ Σαλ, με τους Ζιλ Λελούς, Τζο­ά­να Κού­λιγκ, Αλε­ξέι Γκορ­μπού­νοφ, Ελί­σα Λασόφ­σκι, Ιγκόρ Τζι­τζί­κιν κα.

Ψυχρο­πο­λε­μι­κό θρί­λερ, γαλ­λι­κής από­δο­σης, από τον σχε­τι­κά αδιά­φο­ρο σκη­νο­θέ­τη Ζερόμ Σαλ («Το Ακρω­τή­ρι της Βίας», «Η Οδύσ­σεια»), που βασί­ζε­ται σε μία αλη­θι­νή ιστο­ρία. Η παρα­γω­γή, ωστό­σο, δεν κατά­φε­ρε να εξα­σφα­λί­σει την αυτο­βιο­γρα­φία του Γιο­άν Μπαρ­μπε­ρό και απο­φά­σι­σε να μετα­φέ­ρει χαλα­ρά ορι­σμέ­να γεγο­νό­τα της αλη­θι­νής ιστο­ρί­ας και το κυριό­τε­ρο να μετα­τρέ­ψει έναν καφ­κι­κό εφιάλ­τη σε ένα αγω­νιώ­δες αλλά προ­σχη­μα­τι­κό και παρω­χη­μέ­νο θρί­λερ δράσης.

Το στό­ρι θέλει έναν αφο­σιω­μέ­νο Γάλ­λο διπλω­μά­τη, να τοπο­θε­τεί­ται στο παγω­μέ­νο Ιρκού­τσκ, ως επι­κε­φα­λής μιας γαλ­λι­κής εται­ρί­ας της Σιβη­ρί­ας, έχο­ντας προ­βλή­μα­τα με τον γάμο του, να βρί­σκε­ται κατη­γο­ρού­με­νος από τις τοπι­κές αρχές για ένα σοβα­ρό έγκλη­μα (κακο­ποί­η­ση τού παι­διού του και παι­δι­κή πορ­νο­γρα­φία), έχο­ντας δώσει ενο­χο­ποι­η­τι­κή κατά­θε­ση και η ίδια του η σύζυ­γος, που έχει δια­φύ­γει στη Γαλ­λία. Γρή­γο­ρα συνει­δη­το­ποιεί ότι πρό­κει­ται για μια στη­μέ­νη υπό­θε­ση από την Ομο­σπον­δια­κή Υπη­ρε­σία Ασφα­λεί­ας της Ρωσί­ας και έχει μόνο μία επι­λο­γή, να δρα­πε­τεύ­σει και μία μονα­δι­κή βοή­θεια, από μία νεα­ρή Ρωσίδα.

Για τη γαλ­λι­κή παρά­δο­ση, το φιλμ έχει μάλ­λον μια υπερ­βο­λι­κή δόση αμε­ρι­κά­νι­κης επιρ­ρο­ής, ένα ψυχρο­πο­λε­μι­κό μένος, καθώς οι χαρα­κτή­ρες των Ρώσων αξιω­μα­τού­χων είναι τόσο κακοί και μονο­διά­στα­τοι που φτά­νουν στα όρια της καρι­κα­τού­ρας. Ο Σαλ, αντί να ανα­δεί­ξει τους μηχα­νι­σμούς κυβερ­νη­τι­κής κατα­στο­λής, που παρα­τη­ρού­νται σε κάθε γωνιά της γης, στή­νει ένα, ως ένα σημείο αγω­νιώ­δες, κοι­νό­τυ­πο όμως, θρί­λερ, με εξω­φρε­νι­κές κατα­στά­σεις (ο ήρω­ας ξεφεύ­γει από τις πανί­σχυ­ρες μυστι­κές ρωσι­κές υπη­ρε­σί­ες δια­σχί­ζο­ντας τη μισή Ρωσία είτε ως επι­βά­της λεω­φο­ρεί­ου, είτε ως συνε­πι­βά­της στο αυτο­κί­νη­το ενός κλη­ρι­κού και στο τέλος βγαί­νο­ντας ζωντα­νός από ένα άγριο δάσος με λύκους μέσα στα μαύ­ρα σκο­τά­δια!), που προ­κα­λούν γέλια, ενώ η κρι­τι­κή που ασκεί στη συντη­ρη­τι­κή ρωσι­κή κοι­νω­νία, μοιά­ζει με χλια­ρό ανέκδοτο.

Ο πάντα καλός Ζιλ Λελούς, προ­σπα­θεί να είναι ο χιτσκο­κι­κός ήρω­ας, σύμ­φω­να με τον Τρι­φό, «ένας αθώ­ος σε έναν ένο­χο κόσμο», αλλά μάταια, καθώς η ιστο­ρία μπά­ζει απ’ όλες τις μπά­ντες, οι κατα­στά­σεις αγγί­ζουν τη φαι­δρό­τη­τα και οι «ένο­χοι» αθω­ώ­νο­νται λόγω βλακείας.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… O Ματιέ, ένας ασυ­νή­θι­στος και αφο­σιω­μέ­νος διπλω­μά­της δέχε­ται μια από­σπα­ση στο Ιρκού­τσκ ως επι­κε­φα­λής μιας εται­ρεί­ας στη Σιβη­ρία. Ελπί­ζει ότι η αλλα­γή αυτή θα είναι καλή για την οικο­γέ­νειά του και τον γάμο του. Σύντο­μα όμως, οι επι­λο­γές του τον φέρ­νουν σε αντί­θε­ση με τις τοπι­κές αρχές. Ξαφ­νι­κά βρί­σκε­ται κατη­γο­ρού­με­νος για ένα τρο­με­ρό έγκλη­μα και πολύ σύντο­μα συνει­δη­το­ποιεί ότι η υπό­θε­ση είναι κατα­σκευα­σμέ­νη. Η υπε­ρά­σπι­ση του εαυ­τού του είναι αδύ­να­τη, οι γαλ­λι­κές αρχές δεν μπο­ρούν να τον βοη­θή­σουν και έχει μόνο μία επι­λο­γή, να δραπετεύσει.

Kandahar: Σημείο Διαφυγής

(“Kandahar”) Περι­πέ­τεια, αμε­ρι­κά­νι­κης παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Ρικ Ρόμαν Βο, με τους Τζέ­ραρντ Μπά­τλερ, Νέι­βιντ Νέγκα­μπαν, Αλί Φαζάλ, Νίνα Του­σάντ-Γουάιτ κα.

Τι να περι­μέ­νει κανείς από τον σκη­νο­θέ­τη Ρικ Ρόμαν Βο και τον τυπο­ποι­η­μέ­νο σταρ δυνα­μι­κών περι­πε­τειών Τζέ­ραρντ Μπά­τλερ, σε ακό­μη μία ται­νία τους;

Όχι και πολ­λά, καθώς στη νέα τους περι­πέ­τεια τερα­τώ­δους δρά­σης, μετα­φέ­ρουν το «πνεύ­μα» του «Φύλα­κα Άγγε­λου» στο Αφγα­νι­στάν, με ένα σχε­τι­κά παρό­μοιο στό­ρι, με αυτό που είδα­με πριν λίγες ημέ­ρες στην τελευ­ταία ται­νία «Άρρη­κτος Δεσμός».

Όταν απο­κα­λύ­πτε­ται η ταυ­τό­τη­τα ενός πρά­κτο­ρα της CIA στο Αφγα­νι­στάν και η μυστι­κή του απο­στο­λή, θα έχει 30 ώρες για να δρα­πε­τεύ­σει και θα χρεια­στεί τη βοή­θεια του διερ­μη­νέα του, του οποί­ου σκό­τω­σαν το παι­δί οι Ταλιμπάν.

Μπο­ρεί οι αμε­ρι­κά­νι­κες δυνά­μεις να έφυ­γαν κακήν κακώς από το Αφγα­νι­στάν πριν από δυο χρό­νια, αλλά φαί­νε­ται ότι ο πόλε­μος συνε­χί­ζε­ται, του­λά­χι­στον, κινη­μα­το­γρα­φι­κά και δίνει την ευκαι­ρία για μία θεα­μα­τι­κή ρεβάνς.

Περι­πέ­τεια ψυχρο­πο­λε­μι­κής ανοη­σί­ας, στην οποία ο Αμε­ρι­κά­νος ήρω­ας πλα­κώ­νει στις σφα­λιά­ρες τους Ταλι­μπάν, ενώ στο κάδρο μπαί­νουν και άλλοι εχθροί των ΗΠΑ και οι επι­κίν­δυ­νες επι­διώ­ξεις τους.

Τα κυνη­γη­τά, οι πυρο­βο­λι­σμοί, οι εκρή­ξεις, οι θεα­μα­τι­κές μάχες και οι παλι­κα­ριές συνε­χί­ζο­νται αμεί­ω­τα, για την προ­στα­σία του πλα­νή­τη από τους «βάρβαρους»,όπως και τα κλι­σέ και οι σχη­μα­τι­κές δρα­μα­τι­κές ευκο­λί­ες για τη σχέ­ση του Αμε­ρι­κά­νου ήρωα με τον Αφγα­νό διερ­μη­νέα, που νιώ­θει προ­δο­μέ­νος από την υπερδύναμη.

Απ’ τις ται­νί­ες που χωνεύ­ε­ται δυσκο­λό­τε­ρα και από τρία κύπελ­λα ποπ­κόρν, ακό­μη και αν την πάρεις εντε­λώς στην πλά­κα, ενώ ο Μπά­τλερ, αν συνε­χί­σει με την ίδια φόρα — κατη­φό­ρα, θα αφα­νί­σει κινη­μα­το­γρα­φι­κά τον μισό πλανήτη.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Όταν η ταυ­τό­τη­τα ενός πρά­κτο­ρα της CIA απο­κα­λύ­πτε­ται μαζί με την μυστι­κή του απο­στο­λή, θα δώσει μάχη με το χρό­νο προ­κει­μέ­νου να δρα­πε­τεύ­σει προ­τού τον εντο­πί­σουν οι ειδι­κές δυνά­μεις του Αφγα­νι­στάν. Για να τα κατα­φέ­ρει, θα χρεια­στεί τη βοή­θεια του διερ­μη­νέα του, ο οποί­ος μπο­ρεί να έχα­σε τον γιο του από τους Ταλι­μπάν, αλλά κατη­γο­ρεί τις δυτι­κές δυνά­μεις για τη συνέ­χι­ση του αιματοκυλίσματος.

Μπά­σταρ­δα

Δρα­μα­τι­κή ται­νία, ελλη­νι­κής παρα­γω­γής του 2022, σε σκη­νο­θε­σία Νίκου Πάστρα, με τους Νατα­λία Σουίφτ, Ζαχα­ρί­ας Γου­έ­λα, Αφρο­δί­τη Καπο­κά­κη, Ερι­φύ­λη Κιτζό­γλου, Χρι­στί­να Κυπραί­ου κα.

Το αξιο­ση­μεί­ω­το ντε­μπού­το του Νίκου Πάστρα, βρα­βευ­μέ­νου μοντέρ, εικο­νο­γρά­φου, γρα­φί­στα και πολ­λά άλλα, που συνο­δεύ­τη­κε με τον Αργυ­ρό Αλέ­ξαν­δρο στο τμή­μα Film Forward του Φεστι­βάλ Θεσ­σα­λο­νί­κης και δυο υπο­ψη­φιό­τη­τες Ίρις της Ελλη­νι­κής Ακα­δη­μί­ας Κινη­μα­το­γρά­φου, αυτές των πρω­το­εμ­φα­νι­ζό­με­νου σκη­νο­θέ­τη και για τη μου­σι­κή του Τζί­μη Πολιούδη.

Ο Πάστρας, μαζί με δέκα απο­φοί­τους της Δρα­μα­τι­κής Σχο­λής του Ωδεί­ου Αθη­νών, που έβα­λαν όλοι απ’ τις οικο­νο­μί­ες τους για να γυρι­στεί η ται­νία χαμη­λού προ­ϋ­πο­λο­γι­σμού — ακό­μη και για τα ελλη­νι­κά δεδο­μέ­να και που πρω­τα­γω­νι­στούν στην ται­νία, θα επι­χει­ρή­σει να κάνει μια ωδή στη νεό­τη­τα και σε όλες τις εκφάν­σεις της. Από την οργή και την αμφι­σβή­τη­ση των πάντων και σίγου­ρα τον κόσμο των γονιών τους, μέχρι τον ελεύ­θε­ρο έρω­τα, τις κατα­χρή­σεις, την άρνη­ση της ενη­λι­κί­ω­σης και την πλάκα.

Τα «μπά­σταρ­δα», πέντε αγό­ρια και πέντε κορί­τσια, μακριά από τα θέλω των γονιών τους, ζουν σαν να μην υπάρ­χει αύριο, σε ένα απο­μο­νω­μέ­νο σπί­τι στην εξο­χή, κάνο­ντας ό,τι τους γου­στά­ρει, αλλά μέχρι να αρχί­σουν οι τριγ­μοί ανά­με­σά τους.

Πει­ρα­μα­τι­σμός, φρε­σκά­δα, φαντα­σία, στιγ­μές ξεφα­ντώ­μα­τος, με τα παι­διά να δεί­χνουν τη φυσι­κό­τη­τά τους, να μιλούν και να κινού­νται όπως πολ­λοί νέοι δίπλα μας, αλλά και αφη­γη­μα­τι­κές παρα­δο­ξο­λο­γί­ες, κομ­μά­τια ερα­σι­τε­χνι­σμού, σκη­νές αμη­χα­νί­ας και ανο­λο­κλή­ρω­τους χαρακτήρες.

Μπο­ρεί η πλειο­νό­τη­τα των καλ­λι­τε­χνών να αργεί να ωρι­μά­σει, αλλά η ανω­ρι­μό­τη­τα δύσκο­λα περ­νά απα­ρα­τή­ρη­τη στον κινη­μα­το­γρά­φο. Έτσι, ας ελπί­σου­με ότι στην επό­με­νη ται­νία του (τιτλο­φο­ρεί­ται «Ακρυ­λι­κό» και είναι σχε­δόν έτοι­μη) ο Πάστρας εκτός από το ταλέ­ντο του θα μας δεί­ξει και κάτι πιο μεστό, ένα ολο­κλη­ρω­μέ­νο φιλμ.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Πέντε αγό­ρια και πέντε κορί­τσια, γύρω στα 20, μακριά από τους κανό­νες μιας ασφυ­κτι­κής κοι­νω­νί­ας, φτιά­χνουν μια δική τους, κομ­μέ­νη και ραμ­μέ­νη στα δικά τους μέτρα. Κάνουν κατά­λη­ψη σε ένα μεγά­λο απο­μο­νω­μέ­νο σπί­τι στην εξο­χή και απο­φα­σί­ζουν να ζήσουν εκεί, με ό,τι έχουν ως εφό­δια, παρα­κο­λου­θώ­ντας σε βάρ­διες αν κάποιος ξένος πλη­σιά­σει και δια­τα­ρά­ξει την ηρε­μία της νέας τους ζωής.

Προ­βάλ­λο­νται ακό­μη οι ταινίες:

Η Ζωγρα­φιά του Θεού

Ελλη­νι­κή κωμω­δία, με ιδιαί­τε­ρες ευαι­σθη­σί­ες, για τα παι­διά με ανα­πη­ρία, αλλά και την αντι­με­τώ­πι­σή τους από την οικο­γέ­νειά τους και την κοι­νω­νία, σε σκη­νο­θε­σία του Γιάν­νη Καλο­γε­ρό­που­λου. Ο αιφ­νί­διος θάνα­τος της μητέ­ρας τους ξανα­φέρ­νει τον Δημή­τρη στην Ελλά­δα. Σκο­πός του να βάλει την ανά­πη­ρη αδελ­φή του σε ίδρυ­μα και να ζήσει ευτυ­χι­σμέ­νος με τη σύντρο­φο του στο πατρι­κό. Μέσα από συνε­χό­με­νες κωμι­κές ανα­τρο­πές η κοσμο­θε­ω­ρία του αλλά­ζει. Πρω­τα­γω­νι­στούν οι Ιάκω­βος Μυλω­νάς, Νανά Τζα­βά­ρα, Έυη Καρα­δή­μα, Στε­φα­νία Γκουρ­νέ­λου κα.

Ο Αθώ­ος

(“ L’Ι­nnocente”) Δρα­μα­τι­κή ιτα­λι­κή ται­νία, που γύρι­σε το 1976 ο μέγας Λου­κί­νο Βισκό­ντι, βασι­σμέ­νος στο ομώ­νυ­μο μυθι­στό­ρη­μα του Γκα­μπριέ­λε Ντ’ Ανούν­τσιο. Πρό­κει­ται για το κύκνειο άσμα του «Κόκ­κι­νου Βαρώ­νου», για την απα­τη­λή λάμ­ψη και την παρακ­μή της ιτα­λι­κής αρι­στο­κρα­τί­ας, που συνο­δεύ­ε­ται από την αλα­ζο­νεία της εξου­σί­ας και το αδιέ­ξο­δο ενός κτη­τι­κού ερω­τι­κού πάθους. Στη Ρώμη του 1891, ο αρι­στο­κρά­της Τού­λιο ζητά από τη σύζυ­γό του κατα­νό­η­ση για τις συζυ­γι­κές του απι­στί­ες. Όταν δια­πι­στώ­νει, όμως, ότι η σύζυ­γός του φλερ­τά­ρει με έναν συγ­γρα­φέα, αρχί­ζει να ζηλεύ­ει παθο­λο­γι­κά και θα κάνει τα πάντα για να την κάνει και πάλι δική του. Για μια ακό­μη φορά, υπέ­ρο­χος ο γοη­τευ­τι­κό­τα­τος Τζιαν­κάρ­λο Τζα­νί­νι, ενώ η ερω­τι­κή αύρα της Λάου­ρα Αντο­νέ­λι αξιομνημόνευτη.

«Ναι, αλλά ο Στά­λιν…», του Νίκου Μόττα

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο