Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ταινίες Πρώτης Προβολής: Πλήθος από πρεμιέρες και οσκαρικά πνεύματα 

Δύο ται­νί­ες, υπο­ψή­φιες για Όσκαρ, «Τα Πνεύ­μα­τα του Ινί­σε­ριν», του Μάρ­τιν ΜακΝτό­να, που χτυ­πούν εννέα χρυ­σά αγαλ­μα­τί­δια και «Γυναι­κεί­ες Κου­βέ­ντες», της Σάρα Πόλεϊ, μπο­ρούν να βρουν από­ψε οι κινη­μα­το­γρα­φό­φι­λοι ανά­με­σα στις οχτώ νέες ταινίες.

Έτσι κι ενώ καρα­δο­κεί το τρι­ή­με­ρο της Καθα­ράς Δευ­τέ­ρας, όπου πάντα παρου­σιά­ζε­ται μία πτώ­ση εισι­τη­ρί­ων, ακό­μη έξι ται­νί­ες διεκ­δι­κούν το κοι­νό, με το ντο­κι­μα­ντέρ Världens vackraste pojke «Το Πιο Όμορ­φο Αγό­ρι του Κόσμου» να ξεχωρίζει.

Τα Πνεύματα του Ινίσεριν _
The Banshees of Inisherin

Δρα­μα­τι­κή ται­νία, βρε­τα­νι­κής και αμε­ρι­κά­νι­κης παρα­γω­γής του 2022, σε σκη­νο­θε­σία Martin McDonagh Μάρ­τιν ΜακΝτό­να, με τους Colin Farrell _Brendan Gleeson _Kerry Condon

Ο Ιρλαν­δός Μάρ­τιν ΜακΝτό­να είναι από τους σκη­νο­θέ­τες που αξί­ζει η ανα­μο­νή για τις ται­νί­ες του. Πριν από πέντε χρό­νια μάς χάρι­σε το εξαι­ρε­τι­κό «Οι Τρεις Πινα­κί­δες Έξω από το Έμπινγκ, στο Μιζού­ρι» με την εκπλη­κτι­κή Φράν­σις ΜακΝτόρ­μαντ και τον ακό­μη καλύ­τε­ρο, Σαμ Ρόκ­γου­ελ. Τώρα, μας παρου­σιά­ζει την ιλα­ρο­τρα­γω­δία «Τα Πνεύ­μα­τα του Ινί­σε­ριν», με τους Κόλιν Φάρελ και Μπρέ­νταν Κλί­σον, που επα­νέ­νω­σε ως πρω­τα­γω­νι­στι­κό ζευ­γά­ρι, από το μακρι­νό 2008 και το δικό του φιλμ «Απο­στο­λή στη Μπριζ».

Στην τελευ­ταία του ται­νία, υπο­ψή­φια για εννέα Όσκαρ (Καλύ­τε­ρης Ται­νί­ας, Σκη­νο­θε­σί­ας, Α και Β Ανδρι­κού Ρόλου, Β Γυναι­κεί­ου Ρόλου, Πρω­τό­τυ­που Σενα­ρί­ου, Μοντάζ και Πρω­τό­τυ­πης Μου­σι­κής), σχοι­νο­βα­τεί ανά­με­σα στη λαϊ­κή κωμω­δία, στο υπαρ­ξια­κό δρά­μα και στην παρα­δο­σια­κή ιρλαν­δι­κή κουλ­τού­ρα, δημιουρ­γώ­ντας ένα προ­σω­πι­κό ύφος, πάντα, λοξής ματιάς, φτιά­χνο­ντας ένα ιδιό­τυ­πο πορ­τρέ­το μίας μικρής σχε­τι­κά απο­μο­νω­μέ­νης κοι­νό­τη­τας και μέσα από αυτό εξε­ρευ­νά την ψυχο­λο­γία ενός λαού, που η φουρ­του­νια­σμέ­νη παγω­μέ­νη θάλασ­σα αδυ­να­τεί να σβή­σει τη φλό­γα που έχει μέσα του.

Η ιστο­ρία, τοπο­θε­τη­μέ­νη, πριν από έναν αιώ­να, σε ένα φαντα­στι­κό απο­μο­νω­μέ­νο νησί, το Ινί­σε­ριν, κοντά στις ακτές της Ιρλαν­δί­ας, ξεκι­νά από την από­φα­ση του Κολμ να δια­κό­ψει τις σχέ­σεις του με τον αλα­φρο­ΐ­σκιω­το στε­νό φίλο του Πάντρικ, που δεν μπο­ρεί να το χωνέ­ψει και θα αρχί­σει να ανα­ζη­τά τον λόγο της από­φα­σης αυτής. Ο Κολμ, απο­φα­σι­σμέ­νος, του λέει ότι δεν θέλει να χάνει τον χρό­νο του με άσκο­πες κου­βέ­ντες, προ­τι­μώ­ντας να περά­σει το υπό­λοι­πο της ζωής του συν­θέ­το­ντας μου­σι­κή, θέλο­ντας να αφή­σει πίσω του κάτι για το οποίο θα τον θυμού­νται. Μάλι­στα, φτά­νο­ντας στα άκρα, θα τον απει­λή­σει ότι κάθε φορά που τον πλη­σιά­ζει για να του μιλή­σει ή να τον πεί­σει να τα ξανα­βρούν, αυτός θα κόβει με ένα κλα­δευ­τή­ρι ένα δάχτυ­λο του χεριού του, μια απει­λή που θα κάνει πρά­ξη. Μία κίνη­ση που θα ανα­στα­τώ­σει ολό­κλη­ρο το χωριό και θα επη­ρε­ά­σει καθο­ρι­στι­κά τη ζωή των κεντρι­κών ηρώων.

Το φιλμ, ξεκι­νά απο­λαυ­στι­κά, ως μία κατά­μαυ­ρη σαρ­δό­νια κωμω­δία, χτί­ζει μεθο­δι­κά την ατμό­σφαι­ρα ενός χωριού, των ανθρώ­πων του, τις προ­κα­τα­λή­ψεις και τα μικρά και ταπει­νά ένστι­κτα που στοι­χειώ­νουν τη ζωή τους, ενώ την ίδια στιγ­μή απέ­να­ντι, όχι και τόσο μακριά, μαί­νε­ται ένας αιμα­τη­ρός εμφύ­λιος. Αυτός όμως εστιά­ζει σε έναν δια­φο­ρε­τι­κό εμφύ­λιο, δυο πει­σμα­τά­ρη­δων και πλη­γω­μέ­νων ανθρώ­πων, που δεί­χνουν αιχ­μά­λω­τοι του εγω­ι­σμού τους και του αγύ­ρι­στου μυα­λού τους. Έναν μικρό εμφύ­λιο, που μπο­ρεί η διά­στα­σή του να οριο­θε­τεί­ται σε ένα ψαρο­χώ­ρι, αλλά θα είναι ακό­μη ένας λόγος για να χαθεί η απα­ραί­τη­τη συνύ­παρ­ξη σε έναν μικρό τόπο, ένας ακό­μη λόγος για να συνε­χί­σει να ερη­μώ­νει, να διώ­χνει τους ανθρώ­πους του.

Όσο, όμως, προ­χω­ρά η ται­νία, τόσο βυθί­ζε­ται στο υπαρ­ξια­κό δρά­μα, οι χιου­μο­ρι­στι­κές κατα­στά­σεις δίνουν τη θέση τους στην τρα­γω­δία. Ο ΜακΝτό­να είναι αδύ­να­το να δια­τη­ρή­σει ζεστό το πνευ­μα­τώ­δες αρχι­κό θέμα του, υπο­χω­ρώ­ντας στο οδυ­νη­ρό. Αυτός ίσως είναι και ο λόγος που η ται­νία του χάνει ορι­σμέ­νους πόντους. Αν κατά­φερ­νε, μέσα από την τρα­γω­δία να κρα­τή­σει το αρχι­κό χιού­μορ, τις κωμι­κές κατα­στά­σεις, ίσως να μιλά­γα­με για την ται­νία της χρο­νιάς. Ωστό­σο, πέρα από ορι­σμέ­νες δυνα­τές παρα­τη­ρή­σεις και προ­βλη­μα­τι­σμούς του ΜακΝτό­να, για τη ζωή, τον άνθρω­πο, την υστε­ρο­φη­μία, την απλό­τη­τα, τη γυναι­κεία θέση, σε μια μικρή κοι­νω­νία, φαί­νε­ται ότι η κωμω­δία — ακό­μη και μέσα από την τρα­γι­κό­τη­τά της — είναι ένα είδος πολύ δύσκο­λο, ακό­μη και γι’ αυτόν.

Η ατά­κα του Κολμ «κανείς δεν θυμά­ται κάποιον μόνο και μόνο επει­δή ήταν καλός άνθρω­πος, ποιος θυμά­ται έναν καλό άνθρω­πο που έζη­σε πριν από δυο αιώ­νες;», είναι και το ζου­μί σχε­δόν όλης της ται­νί­ας. Αλή­θεια, ποιος μου­σουρ­γός θα έγρα­φε για μία αθά­να­τη αγά­πη, έναν ηρω­ι­σμό, τη φιλία κλπ, αν δεν υπήρ­χαν καλοί άνθρωποι;

Πάντως, η ται­νία του ΜακΝτό­να, αξί­ζει τον σεβα­σμό και την προ­σο­χή μας, έχει τερά­στιο ενδια­φέ­ρον και φυσι­κά δυο αξιο­ζή­λευ­τες ερμη­νεί­ες, του Κόλιν Φάρελ και του Μπρέ­νταν Κλί­σον, ενώ και οι δεύ­τε­ροι λεπτο­δου­λε­μέ­νοι χαρα­κτή­ρες είναι υψη­λού επι­πέ­δου, όπως και η μου­σι­κή του Κάρ­τερ Μπάρν­γου­ελ και η φωτο­γρα­φία του Μπεν Ντέιβις.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ…

Η μακρο­χρό­νια φιλία ανά­με­σα στον Πάντρικ και τον Κολμ δια­λύ­ε­ται ξαφ­νι­κά όταν το απο­φα­σί­ζει δεύ­τε­ρος. Ο έκπλη­κτος Πάντρικ, με τη βοή­θεια της αδελ­φής του και του νεα­ρού Ντό­μι­νικ, προ­σπα­θεί να διορ­θώ­σει τη σχέ­ση και αρνεί­ται να συμ­φι­λιω­θεί με την ιδέα της απόρ­ρι­ψης. Όμως, αυτές οι επα­νει­λημ­μέ­νες από­πει­ρες εντεί­νουν την αρνη­τι­κή στά­ση του φίλου του. Όταν ο απε­γνω­σμέ­νος πια Κολμ δίνει τελε­σί­γρα­φο, η κατά­στα­ση κλι­μα­κώ­νε­ται με επει­σο­δια­κό τρόπο.

Γυναικείες Κουβέντες _
___“Women Talking”

Δρα­μα­τι­κή ται­νία, αμε­ρι­κά­νι­κης παρα­γω­γής του 2022, σε σκη­νο­θε­σία και σενά­ριο Sarah Polley, με τους Rooney Mara Claire Foy Jessie Buckley κά

Η Σάρα Πόλεϊ, που έχει περι­πλα­νη­θεί θεμα­τι­κά και στι­λι­στι­κά στη σχε­τι­κά μικρή της κινη­μα­το­γρα­φι­κή πορεία, έχει ένα άνι­σο έργο πίσω της, αλλά σίγου­ρα όχι αδιά­φο­ρο. Έπει­τα από δέκα χρό­νια απου­σί­ας, μπαί­νει με θάρ­ρος, για μία ακό­μη φορά, σε έναν παρά­ξε­νο κόσμο, αυτόν της απο­μο­νω­μέ­νης αίρε­σης των Μενο­νι­τών, με τις προ­τε­στα­ντι­κές ρίζες, δια­σκευά­ζο­ντας το ομώ­νυ­μο βιβλίο της Μίριαμ Τόους, που με τη σει­ρά της είχε βασι­στεί σε κάποια πραγ­μα­τι­κά γεγονότα.

Η ται­νία της, που βρέ­θη­κε ανά­με­σα στις υπο­ψη­φιό­τη­τες για Όσκαρ (Καλύ­τε­ρης Ται­νί­ας και Καλύ­τε­ρου Δια­σκευα­σμέ­νου Σενα­ρί­ου) κι έχο­ντας στην παρα­γω­γή και την Φράν­σις ΜακΝτόρ­μαντ, έχει ευγε­νι­κές προ­θέ­σεις, καθώς ανα­φέ­ρε­ται στις γυναί­κες της αίρε­σης, που ζουν απο­μο­νω­μέ­νες κάπου στη Βολι­βία και πολ­λές απ’ αυτές είναι θύμα­τα βια­σμού από άνδρες μέλη της κοι­νό­τη­τας, μετά από νάρ­κω­ση και πρέ­πει να λάβουν απο­φά­σεις για το μέλ­λον το δικό τους και των παι­διών τους.

Αν και το προ­φα­νές θα ήταν μια ται­νία εκδί­κη­σης, η Πόλεϊ εστιά­ζει στην προ­στα­σία των γυναι­κών και των παι­διών τους, στη δια­φο­ρά μετα­ξύ της φυγής και της πάλης για έναν καλύ­τε­ρο κόσμο. Και μαζί στη δύνα­μη που απο­κτούν όταν ενώ­νουν τη φωνή τους, μέσα από την πίστη και τη θέλη­ση. Η Κανα­δή σκη­νο­θέ­τις έχει το δικό της λόγο και τη δική της άπο­ψη, πέρα από κάποιες μπερ­γκ­μα­νι­κές επιρ­ρο­ές και δεν διστά­ζει να μιλή­σει για πολ­λά, αλλά κυρί­ως θα εστιά­σει στη γυναι­κεία θέλη­ση αλλά και με μια ουτο­πι­κή διά­θε­ση, στην πίστη της για έναν καλύ­τε­ρο κόσμο.

Τα εσω­τε­ρι­κά γυρί­σμα­τα σε ασπρό­μαυ­ρο, με ελα­φρές απο­χρώ­σεις, εν αντι­θέ­σει με τα εξω­τε­ρι­κά που αντι­προ­σω­πεύ­ουν και τον έξω κόσμο, προ­σθέ­τουν στο φιλμ γοη­τεία, αλλά και μία δόση ψυχρό­τη­τας, ενώ οι δρα­μα­τι­κές κορυ­φώ­σεις δεν είναι υπερ­βο­λι­κές, δεν πλα­κώ­νουν το σκε­πτι­κό της, το δια­κύ­βευ­μα μιας ανα­μέ­τρη­σης στην οποία οι αμνοί θα δεί­ξουν τη δύνα­μή τους στους λύκους.

Εκεί που η ται­νία της υστε­ρεί είναι στους δια­λό­γους που δεί­χνουν σαν δια­λέ­ξεις πανε­πι­στη­μια­κών σε αμφι­θέ­α­τρο, χάνουν την αυθε­ντι­κό­τη­τα τους, με δεδο­μέ­νο ότι πρό­κει­ται για γυναί­κες που έχουν ελά­χι­στη εκπαίδευση.

Το εξαι­ρε­τι­κό και πολυ­πρό­σω­πο γυναι­κείο καστ, από Ρού­νι Μάρα, Κλερ Φόι και Τζέ­σι Μπά­κλεϊ, μέχρι Φράν­σις ΜακΝτόρ­μαντ, που από μόνο του θα μπο­ρού­σε να ελκύ­σει το κοι­νό, δεί­χνει πλή­ρως εγκλι­μα­τι­σμέ­νο στο περί­ερ­γο περι­βάλ­λον μίας απο­μο­νω­μέ­νης αίρε­σης και τις περισ­σό­τε­ρες φορές βάζει τα δυνα­τά του για να ξεφύ­γει από τη θεα­τρι­κό­τη­τα ορι­σμέ­νων σκηνών.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ….

Το 2010, οι γυναί­κες μιας απο­μο­νω­μέ­νης θρη­σκευ­τι­κής κοι­νό­τη­τας παλεύ­ουν να συμ­βι­βά­σουν την πραγ­μα­τι­κό­τη­τά τους με την πίστη τους. Παρό­λο που πολ­λές δια­φω­νούν μετα­ξύ τους σε βασι­κά πράγ­μα­τα, πρέ­πει να απο­φα­σί­σουν πώς θα μπο­ρού­σαν να προ­χω­ρή­σουν μαζί, για να χτί­σουν έναν καλύ­τε­ρο κόσμο για τις ίδιες και τα παι­διά τους.

Το Πιο Όμορφο Αγόρι του Κόσμου _
“The Most Beautiful Boy in the World”

Ντο­κι­μα­ντέρ, σου­η­δι­κής παρα­γω­γής του 2021, σε σκη­νο­θε­σία Kristina Lindström και Kristian Petri με Kristina Lindström (φωνή) + Luchino Visconti (αρχεια­κό υλι­κό) Mario Tursi (αρχεια­κό υλικό)

Αξί­ζει να θυσια­στεί ένα 15χρονο αγό­ρι — ακό­μη και αν είναι «το πιο όμορ­φο του κόσμου» — για τον κινη­μα­το­γρά­φο; Η απά­ντη­ση έρχε­ται από το τολ­μη­ρό ντο­κι­μα­ντέρ της Κρι­στί­να Λίν­στρομ και του Κρί­στιαν Πέτρι, που φωτί­ζει καθο­ρι­στι­κές αιτί­ες για την κάθε­τη και επώ­δυ­νη πτώ­ση ενός νεα­ρού ηθο­ποιού, περισ­σό­τε­ρο και από την αστρα­πιαία άνο­δό του στο κινη­μα­το­γρα­φι­κό σύμπαν. Από τα λαμπε­ρά σύν­νε­φα της δόξας και της ανα­γνω­ρι­σι­μό­τη­τας, σε μία αχλή χωρίς τον μύθο, μόνο δια­πε­ρα­στι­κό ψύχος, τραύ­μα­τα και απομόνωση.

Η ιστο­ρία αφο­ρά την επι­λο­γή ενός 15χρονου από τον Λου­κί­νο Βισκό­ντι, για το αξέ­χα­στο φιλμ «Θάνα­τος στη Βενε­τία», ενός σωστού αγγέ­λου, που θα κλέ­ψει την καρ­διά και τη σκέ­ψη του πρω­τα­γω­νι­στή Ντερκ Μπό­γκαρντ. Ο Βισκό­ντι είχε ταξι­δέ­ψει μέχρι τη Σου­η­δία για να βρει το νεα­ρό αγό­ρι για τον ρόλο του νεα­ρού Τάτζιο, τον οποίο αφού τον επέ­λε­ξε για τα απαι­τη­τι­κά γυρί­σμα­τα, θα τον ανα­δεί­ξει, αμέ­σως μετά την πρε­μιέ­ρα της ται­νί­ας στο Φεστι­βάλ των Καν­νών, στο «πιο όμορ­φο αγό­ρι στον κόσμο», εκτι­νάσ­σο­ντας τη φήμη του 15χρονου σε τέτοια ύψη, που οι ακτί­νες του ήλιου τον έκα­ψαν χει­ρό­τε­ρα και από τους προ­βο­λείς του κινη­μα­το­γρα­φι­κού πλατό.

Το ντο­κι­μα­ντέρ των Λίν­στρομ και Πέτρι, θα μας πάει πίσω στον χρό­νο, συν­δυά­ζο­ντας το αρχεια­κό υλι­κό με εικό­νες και σκέ­ψεις ή αφη­γή­σεις του παρό­ντος, ανα­δει­κνύ­ο­ντας την περί­πλο­κη παι­δι­κή του οικο­γε­νεια­κή ζωή, την τρα­γι­κή εξα­φά­νι­ση της μητέ­ρας του, την τραυ­μα­τι­κή σχέ­ση με την για­γιά του, τις αρρώ­στιες και τις βαθιές πλη­γές, από την απί­στευ­τη ανα­γνω­ρι­σι­μό­τη­τά του. Και βεβαί­ως την εκμε­τάλ­λευ­σή του από το κινη­μα­το­γρα­φι­κό κύκλω­μα και από έναν κύκλο πλού­σιων ομο­φυ­λό­φι­λων που του παρεί­χαν τα πάντα εκτός από τα όσα θέλει ένα αγό­ρι, ένα παι­δί της ηλι­κί­ας του.

Σήμε­ρα, ο 65χρονος Άντρε­σεν, με τη βιβλι­κή του μορ­φή, ζει στα όρια του περι­θω­ρί­ου, λαβω­μέ­νος με τραύ­μα­τα που δεν μπο­ρεί να επου­λώ­σει ούτε με τη σύντρο­φό του ή την αγά­πη της κόρης του και πολύ περισ­σό­τε­ρο ούτε με τη βοή­θεια του αλκοόλ.
Παρά ταύ­τα και την από­στα­ση των 50 χρό­νων από τότε, δεν απε­λευ­θε­ρώ­νο­νται όλες οι πλη­ρο­φο­ρί­ες της ιστο­ρί­ας, αφή­νο­ντας πολ­λές απ’ αυτές στα σκο­τά­δια, ενώ ταυ­τό­χρο­να μάλ­λον είναι αχρεί­α­στο το άπλω­μα συμ­βά­ντων που δεν φωτί­ζουν περισ­σό­τε­ρο την ιστο­ρία ενός βασα­νι­σμέ­νου ανθρώπου.

Ωστό­σο, η ωμό­τη­τα και ορι­σμέ­νες φορές η τόλ­μη των δημιουρ­γών του ντο­κι­μα­ντέρ για τις κατα­στρο­φι­κές συνέ­πειες της απρό­σμε­νης φήμης, που δεν μπό­ρε­σαν να δια­χει­ρι­στούν ηθο­ποιοί με χιλιό­με­τρα εμφα­νί­σε­ων στο σελι­λόιντ, πόσο δε μάλ­λον ένα παι­δί, αλλά και την αδη­φά­γα εκμε­τάλ­λευ­ση της ομορ­φιάς από ανθρώ­πους με ισχύ, είναι καθο­ρι­στι­κή για την απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα της ται­νί­ας. Ο Άντρε­σεν χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­κε σαν ένα σπά­νιο από­κτη­μα, ένα περί­τε­χνο μπι­μπε­λό, μέχρι να μπει στο ράφι.

Ένα ντο­κι­μα­ντέρ με αρκε­τό ενδια­φέ­ρον, παρά τις όποιες ενστά­σεις, που κλεί­νει εμπνευ­σμέ­να και με μια ται­ρια­στή θλί­ψη, δεί­χνο­ντας τον μεσή­λι­κα Άντρε­σεν στην ίδια παρα­λία της Βενε­τί­ας, που ήταν λου­σμέ­νος από το φως πριν από 50 χρό­νια, να μετα­φέ­ρει το γερα­σμέ­νο, σκε­βρω­μέ­νο σαρ­κίο του στην καταχνιά.

Μικρή μου Σολάνζ
“Petite Solange”

Δρα­μα­τι­κή ται­νία, γαλ­λι­κής παρα­γω­γής του 2021, σε σκη­νο­θε­σία (και σενά­ριο) Axelle Ropert, με τους Jade Springer Léa Drucker Philippe Katerine κά.
Φεστι­βα­λι­κή, χαμη­λού προ­ϋ­πο­λο­γι­σμού, ται­νία, που έχει την απαι­τού­με­νη τρυ­φε­ρό­τη­τα και ευαί­σθη­τη ματιά, για το θέμα της, αλλά και περιο­ρι­σμέ­νες δυνα­τό­τη­τες για να τρα­βή­ξει το ενδια­φέ­ρον του θεατή.

Ένα δρά­μα από­το­μης ενη­λι­κί­ω­σης, καθώς μέσα από τα μάτια μιας δεκα­τε­τρά­χρο­νης ξετυ­λί­γε­ται η απο­ξέ­νω­ση των γονιών της, μέχρι τους καυ­γά­δες και το δια­ζύ­γιο. Ένα κορί­τσι που ζού­σε μέσα στην οικο­γε­νεια­κή θαλ­πω­ρή και ξαφ­νι­κά βλέ­πει να χάνε­ται το έδα­φος κάτω από τα πόδια του και πρέ­πει να μεγα­λώ­σει από­το­μα για να αντι­με­τω­πί­σει τον σκλη­ρό κόσμο των μεγάλων.

Η Αξέλ Ροπέρ, πρώ­ην ηθο­ποιός, σκη­νο­θε­τεί ακό­μη ένα οικο­γε­νεια­κό δρά­μα, σε δικό της σενά­ριο, βάζο­ντας στο επί­κε­ντρο μία γαλ­λι­κή καλο­στε­κού­με­νη οικο­γέ­νεια που θα περά­σει τη δική της ταρα­χή, με το δια­ζύ­γιο των γονιών και τις επι­πτώ­σεις που έχει στη μικρό­τε­ρη κόρη της οικο­γέ­νειας, μία καλο­συ­νά­τη και γεμά­τη ζωντά­νια έφη­βη. Η Ροπέρ τοπο­θε­τεί την ιστο­ρία της στη δεκα­ε­τία του ’70, βάζο­ντας και μια πινε­λιά νοσταλ­γί­ας, που από τη μία φορ­τί­ζει περισ­σό­τε­ρο τα συναι­σθή­μα­τα και από την άλλη απο­φεύ­γει τις δυσκο­λί­ες με τις νέες τεχνο­λο­γί­ες και την περαι­τέ­ρω σκλη­ρά­δα της εποχής.

Η ται­νία ξεκι­νά με μία αργό­συρ­τη αφή­γη­ση, που κρύ­βει υπαι­νιγ­μούς και την υπο­βό­σκου­σα έντα­ση μετα­ξύ των γονιών και συνε­χί­ζει με λίγη περισ­σό­τε­ρη ζωντά­νια, αλλά πάντα με απα­λό­τη­τα, δίχως ακρό­τη­τες, εστιά­ζο­ντας σε καθη­με­ρι­νά ζητή­μα­τα, μιας συνη­θι­σμέ­νης, ειδι­κά σήμε­ρα, οικο­γέ­νειας υπό διάλυση.

Ωστό­σο, η ται­νία αν και αρκε­τά σύντο­μη, μόλις 85 λεπτών, έχει στιγ­μές που πλα­τειά­ζει, οι επα­να­λή­ψεις περι­στα­τι­κών κου­ρά­ζουν, τα γυρί­σμα­τα σε κλει­στούς χώρους κάνουν τους χαρα­κτή­ρες να ασφυ­κτιούν και η διά­λυ­ση της οικο­γέ­νειας αρχί­ζει να μοιά­ζει με φυσι­κό φαινόμενο.
Εκεί, όμως, που κερ­δί­ζει το φιλμ είναι στην ατμό­σφαι­ρα της επο­χής, η οποία πλημ­μυ­ρί­ζει από μου­σι­κές του ’70 και από την μινι­μα­λι­στι­κή, σχε­δόν αφο­πλι­στι­κή, ερμη­νεία της νεα­ρής Τζέιντ Σπρίν­γκερ, που θα κατα­λά­βει ότι η ενη­λι­κί­ω­ση δεν είναι κατά­κτη­ση, αλλά ένας διαρ­κής αγώνας.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ…

H Σολάνζ είναι 13 χρό­νων, περί­ερ­γη για τα πάντα και γεμά­τη ζωή, αν και υπερ­βο­λι­κά συναι­σθη­μα­τι­κή. Λατρεύ­ει τους γονείς της κι όταν αυτοί αρχί­ζουν να απο­μα­κρύ­νο­νται και να τσα­κώ­νο­νται, το ενδε­χό­με­νο ενός δια­ζυ­γί­ου τη συγκλο­νί­ζει και ο κόσμος της αρχί­ζει να καταρ­ρέ­ει. Για να κρα­τή­σει την οικο­γέ­νειά της ενω­μέ­νη, θα παλέ­ψει και θα υποφέρει…

Missing

Θρί­λερ, αμε­ρι­κά­νι­κης παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Will Merrick και Nicholas D. Johnson _Νικ Τζόν­σον, σενά­ριο Will Merrick (screenplay by) Nicholas D. Johnson (screenplay by) Sev Ohanian (story by) με τους Tim Griffin, Ava Zaria Lee, Nia Long Στορμ Ράιντ, Χοα­κίμ ντε Αλμέι­ντα, Κεν Λιούνγκ, Εϊμι Λάντε­κερ, Ντά­νειλ Χένεϊ κα.

Έχει το ενδια­φέ­ρον του αυτό το ψηφια­κό θρί­λερ, από τους δημιουρ­γούς του «Searching» και σε σκη­νο­θε­σία του Γουίλ Μέρικ. Μια ακό­μη ται­νία, λοι­πόν, ιδω­μέ­νη μέσα από την οθό­νη ενός υπο­λο­γι­στή ή ένα «έξυ­πνο» τηλέ­φω­νο και κατα­σκευα­σμέ­νη σχε­δόν εξο­λο­κλή­ρου από ψηφια­κά καλούδια.

Η ιστο­ρία θέλει τη μητέ­ρα της μιας έφη­βης να εξα­φα­νί­ζε­ται όταν πηγαί­νει για δια­κο­πές στην Κολομ­βία με τον νέο σύντρο­φό της και την κόρη της εγκλω­βι­σμέ­νη στο δωμά­τιό της και μη έχο­ντας καμία βοή­θεια, να χρη­σι­μο­ποιεί όλες τις τελευ­ταί­ες τεχνο­λο­γι­κές δυνα­τό­τη­τες για να την βρει. Όσο όμως ψάχνει τόσο της γεν­νιού­νται νέα ερω­τη­μα­τι­κά για τη μητέ­ρα της και σιγά σιγά συνει­δη­το­ποιεί ότι μάλ­λον δεν τη γνω­ρί­ζει, όπως νόμιζε.
Από τη μια η τεχνο­λο­γι­κή δύνα­μη, αυτός ο απέ­ρα­ντος ψηφια­κός περί­πλο­κος κόσμος και από την άλλη το καυ­τό ερώ­τη­μα για το πόσο γνω­ρί­ζου­με τους κοντι­νούς μας ανθρώ­πους, με τα κρυμ­μέ­να τους μυστικά.

Η αγω­νία κλι­μα­κώ­νε­ται και κρα­τιέ­ται σε υψη­λά επί­πε­δα, ενώ παρά την ψηφια­κή καται­γί­δα το ανθρώ­πι­νο στοι­χείο είναι αυτό που κερ­δί­ζει τις εντυ­πώ­σεις. Βεβαί­ως, όσοι είναι από­λυ­τα εξοι­κειω­μέ­νοι με τη νέα τεχνο­λο­γία θα βρε­θούν σε ένα οικείο περι­βάλ­λον, εν αντι­θέ­σει με τους υπό­λοι­πους που θα δυσα­να­σχε­τή­σουν και ίσως απο­κτή­σουν και μια ζαλάδα.
Όσο για τις ερμη­νεί­ες, καλό το νέο τηλέ­φω­νο και ακό­μη καλύ­τε­ρο το λάπτοπ νέας γενιάς…

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ…
Όταν η μητέ­ρα της Τζουν εξα­φα­νί­ζε­ται ενώ κάνει δια­κο­πές με τον νέο της σύντρο­φο, η Τζουν την ανα­ζη­τά παντού. Εγκλω­βι­σμέ­νη μίλια μακρυά στο Λος Άντζε­λες και με τις προ­σπά­θειές της να παρε­μπο­δί­ζο­νται από τη διε­θνή γρα­φειο­κρα­τία, χρη­σι­μο­ποιεί όλη την τελευ­ταία τεχνο­λο­γία που έχει στα χέρια της για να κατα­φέ­ρει να τη βρει πριν είναι πολύ αργά. Καθώς σκά­βει βαθύ­τε­ρα, τα ψηφια­κά στοι­χεία δημιουρ­γούν περισ­σό­τε­ρες ερω­τή­σεις παρά απαντήσεις…

Προ­βάλ­λο­νται ακό­μη οι ταινίες:

Θολή Γραμμή

Ελλη­νι­κό δρά­μα, παρα­γω­γής του 2022, σε σκη­νο­θε­σία του Μένιου Καρα­γιάν­νη, που φαί­νε­ται ότι περ­νά ορι­στι­κά στη μυθο­πλα­σία, μετά από τη μακρά περί­ο­δό του στο σινε­μά τεκ­μη­ρί­ω­σης («Το Άλο­γο που Είμαι», «Η Μου­σι­κή των Πραγ­μά­των»). Πει­ρα­μα­τι­σμοί, αφη­γη­μα­τι­κοί ακρο­βα­τι­σμοί και δυσ­νό­η­τες κατα­στά­σεις, με ένα σενά­ριο που ακο­λου­θεί τις κατα­κερ­μα­τι­σμέ­νες σκέ­ψεις των ηρώ­ων και την ιδιαί­τε­ρη ιστο­ρία αγά­πης δυο νέων. Πρω­τα­γω­νι­στούν Ηλιά­να Μαυ­ρο­μά­τη και Όμη­ρος Πουλάκης.

Το Παιχνίδι των 100 Κεριών
“The 100 Candles Games”

Νεο­ζη­λαν­δι­κή ανθο­λο­γία τρό­μου, παρα­γω­γής του 2020, την οποία υπο­γρά­φουν επτά σκη­νο­θέ­τες — όσα και τα θανά­σι­μα αμαρ­τή­μα­τα. Η χαρά του φανα­τι­κού των ται­νιών τρό­μου, αφού σε 100 λεπτά συμπυ­κνώ­νο­νται και ζωντα­νεύ­ουν όλοι οι εφιάλ­τες του είδους, αν και υπάρ­χει η αίσθη­ση ότι όλα όσα δια­δρα­μα­τί­ζο­νται στη μεγά­λη οθό­νη, μάλ­λον κάπου τα έχου­με ξαναδεί.

Αργοναύτες: Η Οργή του Ποσειδώνα _
“Argonuts” Pattie et la colère de Poséidon

Χαρι­τω­μέ­νο και καλο­σχε­δια­σμέ­νο γαλ­λι­κό παι­δι­κό animation, φετι­νής παρα­γω­γής, από τους Ντα­βίντ Αλό, Ερίκ Τοστί και Ζαν Φραν­σουά Τοστί. Η ελλη­νι­κή μυθο­λο­γία σε μια δια­φο­ρε­τι­κή αλλά γοη­τευ­τι­κή ανά­γνω­ση, με έναν γάτο κι έναν ποντι­κό να τα βάζουν με τον οργι­σμέ­νο Ποσει­δώ­να. Η ται­νία προ­βάλ­λε­ται μετα­γλωτ­τι­σμέ­νη στα ελλη­νι­κά με τις φωνές των Αλε­ξάν­δρα Λέρ­τα, Άγγε­λου Λιά­γκου, Γιάν­νη Στε­φό­που­λου, Χρή­στου Θάνου, Βασί­λη Μήλιου κα.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ (συν­δρο­μη­τι­κό) |Χάρης Αναγνωστάκης

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο