Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ταξίδι στο Σταυρό της Ταξικής Συνείδησης

Γρά­φει ο 2310net //

Και να που ακό­μα μια απερ­γία συμπί­πτει με τη μέρα δημο­σί­ευ­σης του κει­μέ­νου μου. Άντε πάλι τα ίδια, πάλι να γρά­ψω κάτι σχε­τι­κό με την απερ­γία για να είμα­στε στο κλί­μα. Ήθε­λα να γρά­ψω για την παρά­στα­ση του Μικρού­τσι­κου, το Ταξί­δι στο Σταυ­ρό του Νότου (παρά­στα­ση- αφιέ­ρω­μα στον Καβ­βα­δία) και πρέ­πει τώρα να γρά­ψω για το Ταξί­δι στο Σταυ­ρό της ταξι­κής συνείδησης.

Για­τί αν το καλο­σκε­φτού­με ‑και η σημε­ρι­νή απερ­γία είναι μια καλή ευκαι­ρία να το σκε­φτού­με- η ταξι­κή συνεί­δη­ση είναι σαν σταυ­ρός. Πρώ­τα ‑πρώ­τα σχηματικά:

Είναι σαν να ενώ­νο­νται, σαν να τέμνο­νται δύο μεγά­λες στιγ­μές: σε μια ορι­ζό­ντια γραμ­μή η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα που όλοι και όλες βιώ­νου­με και μια κάθε­τη, αυτή η ζωή που ονει­ρευό­μα­στε που πότε κοι­τά­ει προς τα κάτω και πότε προς τα πάνω.

Βέβαια, η ταξι­κή συνεί­δη­ση είναι δύσκο­λο να βρε­θεί στις μέρες μας. Πιο εύκο­λα προ­σα­να­το­λί­ζε­ται κάποιος κοι­τά­ζο­ντας τον σταυ­ρό του νότου σε μια ομι­χλώ­δη νύχτα παρά ο εργα­ζό­με­νος προς τα συμ­φέ­ρο­ντα του και τους τρό­πους να τα διεκδικήσει.

Όμως η ταξι­κή συνεί­δη­ση μοιά­ζει με σταυ­ρό, περισ­σό­τε­ρο από όλα με την χρι­στια­νι­κή έννοια. Τι σταυ­ρό κου­βα­λά­ει το ταξι­κά συνει­δη­το­ποι­η­μέ­νο προ­λε­τα­ριά­το ανε­βαί­νο­ντας τον καπι­τα­λι­στι­κό Γολ­γο­θά δεν περι­γρά­φε­ται εύκολα.

Κατα­λα­βαί­νει την ανά­γκη να απερ­γή­σει, όχι τώρα που από ότι φαί­νε­ται θα υπάρ­χει εντυ­πω­σια­κή συμ­με­το­χή, αλλά και σε λιγό­τε­ρο προ­βε­βλη­μέ­νες απερ­γί­ες. Συγκρού­ε­ται με τον φόβο της από­λυ­σης πριν συγκρου­στεί κατά πρό­σω­πο με τον εργο­δό­τη. Συγκρού­ε­ται με τον απερ­γο­σπά­στη, με αυτόν που “κατα­λα­βαί­νει την ανά­γκη, αλλά με μια απερ­γία δεν αλλά­ζει τίπο­τα”. Συγκρού­ε­ται με τον ωχα­δερ­φι­σμό, όπως συγκρού­ε­ται με την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα που λέει ότι και για τον πιο συνει­δη­το­ποι­η­μέ­νο εργά­τη του κόσμου, ένα μερο­κά­μα­το λιγό­τε­ρο είναι πρόβλημα.

Συγκρού­ε­ται με το σύστη­μα που τον χλευά­ζει, τον κατη­γο­ρεί, τον δικά­ζει και τον ψεκά­ζει με χημι­κά όταν αγω­νί­ζε­ται. Με τους “αγα­να­κτι­σμέ­νους” του­ρί­στες που δεν μπο­ρούν να μπουν στα καρά­βια για να πάνε δια­κο­πές. Με τους οδη­γούς που εκνευ­ρί­ζο­νται για­τί κλεί­νουν οι δρό­μοι. Με τους δημο­σιο­γρά­φους που θα τους κολ­λή­σουν τη ρετσι­νιά του “εργα­το­πα­τέ­ρα” του συντε­χνί­τη, του “ρετι­ρέ” και ποιος ξέρει τι άλλο. Πιο πολύ όμως συγκρού­ε­ται με την υπε­ρο­ψία των δήθεν έγκρι­των που τους κοι­τά­νε σαν εκθέ­μα­τα μου­σεί­ου, σαν κάτι από το παρελ­θόν που τώρα επι­ζεί μόνο ως καρικατούρα.

Και παρό­λα αυτά ο ταξι­κά συνει­δη­το­ποι­η­μέ­νος προ­λε­τά­ριος είναι εκεί. Από νωρίς το πρωί μέχρι το τέλος των κινη­το­ποι­ή­σε­ων. Είναι εκεί πριν την απερ­γία, θα είναι εκεί και μετά. Θα παλεύ­ει μέρα νύχτα για την άρση της εκμε­τάλ­λευ­σης ανθρώ­που από άνθρω­πο, θα μελε­τά­ει τι έγι­νε λάθος και τι θα πρέ­πει να γίνει καλύ­τε­ρα, θα πέφτει και θα σκέ­φτε­ται πως θα ξανα­ση­κω­θεί, θα είναι δίπλα, έτοι­μος να δώσει το χέρι σε όποιον σηκώ­νε­ται, θα μιλά­ει για συλ­λο­γι­κό­τη­τα στην επο­χή που βομ­βαρ­δι­ζό­μα­στε με ατο­μι­κι­σμό από δεξιά και αρι­στε­ρά. Θα συνε­χί­σει να ονει­ρεύ­ε­ται έναν κόσμο στον οποίο η ευτυ­χία του άλλου θα είναι προ­ϋ­πό­θε­ση για την δική του ευτυ­χία. Και πάντα θα κου­βα­λά­ει το βάρος ότι δεν έκα­νε πολ­λά, ότι πρέ­πει να κάνει περισσότερα.

Αυτός είναι πραγ­μα­τι­κός Σταυ­ρός σε έναν πραγ­μα­τι­κό, καθη­με­ρι­νό Γολ­γο­θά. Η απερ­γία για τον κόσμο της εργα­τιάς, τον κόσμο του Αγώ­να είναι πάντα μια ωραία μέρα. Όχι για­τί αυτή θα καθο­ρί­σει απα­ραί­τη­τα τις εξε­λί­ξεις, αλλά για­τί το να βλέ­πεις το χαμό­γε­λο στα χεί­λη των εργα­τών όταν βλέ­πουν μια λαο­θά­λασ­σα να απερ­γεί και να δια­δη­λώ­νει, είναι η καλύ­τε­ρη Ανάσταση.

ΟΛΟΙ ΚΑΙ ΟΛΕΣ ΣΤΗΝ ΑΠΕΡΓΙΑ

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο