Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Τασσώ Καββαδία, κακιά μεν, καλόκαρδη δε

Η Τασ­σώ Καβ­βα­δία γεν­νή­θη­κε στις 10 Ιανουα­ρί­ου 1921 και έφυ­γε από τη ζωή 91 χρο­νών το 2010.

Η Τ. Καβ­βα­δία σπού­δα­σε πιά­νο στην Αθή­να, ζωγρα­φι­κή και δια­κό­σμη­ση στο Παρί­σι, σκη­νο­γρα­φία και ενδυ­μα­το­λο­γία κοντά στον Γιάν­νη Τσα­ρού­χη και στη σχο­λή του «Θεά­τρου Τέχνης». Από το 1954 ως το 1967 εργά­στη­κε στο ραδιό­φω­νο ως κει­με­νο­γρά­φος και εκτε­λέ­στρια. Από το 1955–1969 δημο­σιο­γρα­φού­σε σε εφη­με­ρί­δες και περιο­δι­κά. Επί­σης, ασχο­λή­θη­κε με λογο­τε­χνι­κές και άλλες μετα­φρά­σεις. Συμ­με­τεί­χε, από το 1954, σε ελλη­νι­κές και ξένες θεα­τρι­κές παρα­στά­σεις, σε ται­νί­ες και τηλε­ο­πτι­κές σειρές.

Πεθε­ρά, αδελ­φή, νύφη ακό­μα και δεσμο­φύ­λα­κας ανα­μορ­φω­τη­ρί­ου, η Τασ­σώ Καβ­βα­δία καθιε­ρώ­θη­κε στο ρόλο της «κακιάς».

Η ίδια έλε­γε: «Ήμουν αυστη­ρή, όχι κακιά, αλλά σωστή για τα δεδο­μέ­να της επο­χής. Δεν είχα άδι­κο να αντι­πα­θώ την Τζέ­νη Καρέ­ζη που τα’ φτιά­ξε με τον Κούρ­κου­λο, ο οποί­ος ήταν αρρα­βω­νια­σμέ­νος με την κόρη μου, ή με τον Μάνο Κατρά­κη που η κομ­μώ­τρια Λάσκα­ρη τον απα­τού­σε και του έτρω­γε τα λεφτά».

Συνερ­γά­στη­κε με θιά­σους των Μ. Φωτό­που­λου, Μ. Αρώ­νη, Δ. Μυράτ, Λ. Τρι­βι­ζά, Τ. Καρέ­ζη — Κ. Καζά­κου, Ν. Κούρ­κου­λου κ.ά. Εμφα­νί­στη­κε στο σινε­μά το 1954 στο «Κυρια­κά­τι­κο ξύπνη­μα» του Κακο­γιάν­νη και κυρί­ως ενσάρ­κω­σε το ρόλο της «κακιάς». Επαι­ξε, μετα­ξύ άλλων, στις ται­νί­ες: «Στέλ­λα», «Η δε γυνή να φοβή­ται τον άντρα», «Μια τρε­λή τρε­λή σαρα­ντά­ρα», «Η αμαρ­τία της ομορφιάς».

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο