Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Τα Γαϊδουράγκαθα του Μπάραγκαν» του Παναΐτ Ιστράτι

Αφιε­ρώ­νω αυτό το βιβλίο στον λαό της Ρου­μα­νί­ας και στους έντε­κα χιλιά­δες που δολο­φο­νή­θη­καν από τη Ρου­μά­νι­κη κυβέρ­νη­ση στα εξής τρία χωριά: το Stanilesti, το Băilești και τη Hodivoaia, που ι‑σοπεδώθηκαν από τους βομ­βαρ­δι­σμούς. Τα εγκλή-ματα αυτά δια­πρά­χθη­σαν τον Μάρ­τιο του 1907 και μέχρι στιγ­μής παρα­μέ­νουν ατιμώρητα.
Πανα­ΐτ Ιστρά­τι, Μάρ­τιος 1928

Τα Γαϊ­δου­ρά­γκα­θα του Μπά­ρα­γκαν γρά­φτη­καν το 1928. Το βιβλίο δια­σώ­ζει την μνή­μη μιας αυθόρ­μη­της, ανορ­γά­νω­της και ηρω­ι­κής εξέ­γερ­σης τριών χωριών της Ρου­μα­νί­ας ενά­ντια στην πεί­να και τη σκλη­ρή εκμε­τάλ­λευ­ση που είχαν επι­βά­λει οι τσι­φλι­κά­δες της περιο­χής. Το απο­τέ­λε­σμα ήταν να ισο­πε­δω­θούν τα χωριά αυτά και να σφα­για­σθούν οι κάτοι­κοί τους από τον ρου­μα­νι­κό στρα­τό. Η περι­γρα­φή γίνε­ται μέσα από τα μάτια ενός παι­διού χωρίς οικο­γέ­νεια, ενός περι­πλα­νώ­με­νου αλη­τά­κου, και απη­χεί τα βιώ­μα­τα του συγ­γρα­φέα από την επο­χή που ο ίδιος, ως παι­δί, περι­πλα­νιό­ταν ανέ­στιος στη ρου­μά­νι­κη ύπαι­θρο ανα­ζη­τώ­ντας την τύχη του.

Ο Πανα­ΐτ Ιστρά­τι (1884–1935) γιος μιας ρου­μά­νας πλύ­στρας κι ενός παρά­νο­μου κεφαλ­λο­νί­τη καπνε­μπό­ρου συγκα­τα­λέ­γε­ται στις λιγο­στές αλλά γοη­τευ­τι­κές περι­πτώ­σεις κορυ­φαί­ων συγ­γρα­φέ­ων όπου η ίδια η ζωή τους υπήρ­ξε ένα μεγά­λο μυθι­στό­ρη­μα. Ασπού­δα­στος, έζη­σε όλη τη νιό­τη του μέσα στις πιο άθλιες συν­θή­κες, γυρί­ζο­ντας διά­φο­ρες χώρες και αλλά­ζο­ντας δεκά­δες επαγ­γέλ­μα­τα για να επι­βιώ­σει. Οι ιδέ­ες και η δρά­ση του στο εργα­τι­κό και κομ­μου­νι­στι­κό κίνη­μα της επο­χής του, του στοί­χη­σαν πολ­λές διώ­ξεις αλλά και συγκρού­σεις με εχθρούς και φίλους. Έγι­νε συγ­γρα­φέ­ας από σύμ­πτω­ση, μετά από μια απο­τυ­χη­μέ­νη προ­σπά­θεια αυτο­κτο­νί­ας. Από ένα γράμ­μα του, ο συγ­γρα­φέ­ας Ρομέν Ρολάν διέ­γνω­σε το ταλέ­ντο του, και τον παρό­τρυ­νε, αλλά και τον στή­ρι­ξε, ώστε να γρά­ψει τα βιώ­μα­τα και τα διδάγ­μα­τά του απ’ το μεγά­λο σχο­λείο του δρό­μου. Ως συγ­γρα­φέ­ας επι­σκέ­φτη­κε το 1928 την Ελλά­δα και το Σανα­τό­ριο Σωτη­ρία (όντας φυμα­τι­κός ο ίδιος) όπου κατήγ­γει­λε τις άθλιες συν­θή­κες νοση­λεί­ας. Σε εκδή­λω­ση, η οποία εξε­λί­χθη­κε σε δια­δή­λω­ση, μίλη­σε για την Οκτω­βρια­νή Επα­νά­στα­ση και την κατά­στα­ση στη Ρωσία (που την είχε επι­σκε­φτεί μαζί με τον Νίκο Καζαν­τζά­κη πριν έρθει στην Ελλά­δα), κάτι που στοί­χη­σε στον ίδιον την άμε­ση απέ­λα­σή του απ’ τη χώρα, και μια δίκη στον Δημή­τρη Γλη­νό ως υπεύ­θυ­νου διορ­γα­νω­τή της εκδήλωσης. 

Χαρα­κτη­ρί­στη­κε ως «ο Γκόρ­κυ των Βαλ­κα­νί­ων». Αλλά και Τζακ Λόντον των Βαλ­κα­νί­ων να χαρα­κτη­ρι­ζό­ταν κι αυτό σωστό θα ήταν…

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο